Ο Αλίκα Ογκορτσούκουου, 39 ετών, κυνηγήθηκε και ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου με γυμνά χέρια ενώ βρισκόταν στο έδαφος από τον δράστη, ο οποίος έκλεψε επίσης το κινητό του τηλέφωνο, δήλωσε η αστυνομία της Ματσεράτα την Κυριακή.

Βίντεο από την επίθεση, η οποία έλαβε χώρα στην ανατολική παραλιακή πόλη Τσιβιτάνοβα Μάρκε, καταγράφηκε από έναν παρευρισκόμενο, αλλά κανείς δεν φαίνεται να παρενέβει για να σταματήσει τη δολοφονία.

Στο βίντεο ακούγεται μια γυναίκα να φωνάζει «σταματήστε, σταματήστε αμέσως» και ένας άνδρας φωνάζει: «Τον σκοτώνετε». Το υλικό δημοσιεύθηκε από ιταλικά μέσα ενημέρωσης αφού μοιράστηκε στο διαδίκτυο.

Το περιστατικό έλαβε χώρα στις 2 το μεσημέρι της Παρασκευής στον κεντρικό δρόμο της Τσιβιτάνοβα Μάρκε, ενώ ο Ογκορτσούκουου βρέθηκε νεκρός στον τόπο του εγκλήματος από τους τραυματιοφορείς, προστίθεται στην ανακοίνωση της αστυνομίας την Κυριακή.

Ο αστυνομικός της Ματσεράτα Ματέο Λουκόνι δήλωσε στο CNN τη Δευτέρα ότι η δολοφονία «δεν είχε ρατσιστικά κίνητρα» και σε ανακοίνωση της αστυνομίας την Κυριακή αναφέρεται ότι πιθανότατα οφειλόταν σε «ασήμαντους λόγους»,α υξάνοντας την αγανάκτηση, με ορισμένους να κάνουν λόγο για συγκάλυψη από τις αστυνομικές αρχές.

Ένας 32χρονος Ιταλός πολίτης, ο Φίλιππο Φερλάτσο, συνελήφθη για φόνο και ληστεία, ανακοίνωσε η αστυνομία. Μια από τους δικηγόρους του Φερλάτσο, η Φεντερίκα Τριφόγκλιο, δήλωσε στο CNN τη Δευτέρα ότι ο πελάτης της έχει ψυχιατρικά προβλήματα και σκοπεύουν να καταθέσουν ψυχιατρική έκθεση.

Η πρεσβεία της Νιγηρίας στη Ρώμη καταδίκασε τη δολοφονία, λέγοντας ότι «το περιστατικό συνέβη σε πολυσύχναστο δρόμο και μπροστά σε σοκαρισμένους θεατές, ορισμένοι από τους οποίους τράβηξαν βίντεο την επίθεση, χωρίς να γίνει καμία ή ελάχιστη προσπάθεια να αποτραπεί». Η πρεσβεία δήλωσε ότι συνεργάζεται με τις ιταλικές αρχές για να διασφαλίσει την απόδοση δικαιοσύνης και να παράσχει βοήθεια στην οικογένεια του θύματος.

Η σύζυγος του Ογκορτσούκουου, Χάριτι Οριάκι δήλωσε στους δημοσιογράφους την Παρασκευή ότι ήθελε δικαιοσύνη για τον σύζυγό της. «Ιταλία, μην με αφήνεις μόνη μου», είπε. Δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι όταν είδε για τελευταία φορά τον σύζυγό της το πρωί της Παρασκευής, «του έδωσα ένα κρουασάν, του είπα “φάε αυτό”. Του έδωσα το κρουασάν και έκτοτε δεν τον έχω δει. Τότε πολλοί άνθρωποι ήρθαν να με φωνάξουν: “Ο σύζυγός σου, τρέχα!”. Χρειαζόμουν κάποιον με το αυτοκίνητο και όταν έφτασα στην Τσιβιτάνοβα τον είδα πεσμένο στο δρόμο».

Ο Φραντσέσκο Μαντέλα, ο δικηγόρος που εκπροσωπεί τη σύζυγο την Χάριτι, δήλωσε στο CNN ότι ο Ογκορτσούκουου βρισκόταν στην Ιταλία για περίπου εννέα χρόνια με κανονική άδεια παραμονής και εργαζόταν ως πλανόδιος πωλητής. Πουλούσε μικροπράγματα, αναπτήρες και χαρτί υγείας, είπε ο δικηγόρος. Μετακινούνταν κάθε μέρα από το σπίτι του, στη κοινότητα Σαν Σεβερίνο Μάρκε, στη μεγαλύτερη πόλη Τσιβιτάνοβα Μάρκε, ελπίζοντας να κάνει καλύτερες δουλειές.

Ο δήμαρχος της Τσιβιτάνοβα Μάρκε ανακοίνωσε ότι τα έξοδα για την κηδεία του Ογκορτσούκουουθα καταβληθούν από τον δήμο, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο δικηγόρος, ενώ έχει ξεκινήσει έρανος για να βοηθηθεί η χήρα του και ο 8χρονος γιος τους.

Η δολοφονία έχει συγκλονίσει τη χώρα, όπου οι ακροδεξιές παρατάξεις θα μπορούσαν να κερδίσουν στις επερχόμενες εκλογές.

Πριν από τέσσερα χρόνια, ένας άνδρας ντυμένος με ιταλική σημαία πυροβόλησε έξι Αφρικανούς μετανάστες σε μια επίθεση με ρατσιστικά κίνητρα στη Ματσεράτα, λιγότερο από 20 μίλια από το σημείο όπου σκοτώθηκε ο Ογκορτσούκουου.