της Αναστασίας Σταυροπούλου
Μπορεί η τέχνη και η κοινωνία να βαδίσουν μαζί; Μπορεί η τέχνη να μην είναι μια παρένθεση συγκίνησης, ή ευχαρίστησης, που απλά αποζητούμε μέσα σε μια ζοφερή, κουραστική καθημερινότητα, μετά από τη δουλειά, απλά και μόνο για να ξεχαστούμε; Μπορεί η τέχνη σήμερα να ενωθεί με τις αγωνίες μας, να αποτελέσει το μεγάφωνο των κοινωνικών αγώνων, με τα λόγια και τους ήχους και τις κινήσεις και τις εικόνες της να ενώνει κοινωνικά στρώματα και κατακερματισμένα αιτήματα, να πλαταίνει μια κοινωνική συμμαχία;
Κι αυτή η, αυθόρμητη μα συνειδητή, συνεννόηση τόσων χιλιάδων ανθρώπων να στέκονται στα κρύα βράδια έξω από το Ρεξ κι έξω από το Τσίλλερ είναι ένα πρώτο δείγμα μιας τέτοιας ένωσης, άγνωστων χώρων και ανθρώπων. Ένα σκύψιμο της τέχνης στα πραγματικά επίπεδα, τα ανθρώπινα, που τελικά είναι ψήλωμα κι όχι χαμήλωμα.
Πολλές φορές οι άνθρωποι της τέχνης εγκαλούνται να παρέμβουν σε στυλ «Μα που είναι σήμερα να μιλήσουν για αυτά που γίνονται;». Και είναι κάτι τέτοιες στιγμές που συνειδητοποιείς, πως είναι λάθος η ερώτηση. Πως δεν τους καλούμε να μιλήσουνε για εμάς, σαν τίποτα τρίτοι, από απλή καλλιτεχνική ευαισθησία, μα ως κομμάτι μιας κοινωνίας που χτυπιέται. Κι αυτό σημαίνει να μιλήσουμε κι εμείς γι’ αυτούς και για την συστηματική απαξίωση των εργαζόμενων στην τέχνη που ξεκινά από τις ανύπαρκτες συμβάσεις, από την απόλυτη αυθαιρεσία, την απόλυτη ελευθερία της απόλυσης, την εργασιακή ερήμωση που επικρατεί πίσω από τη σκηνή. Είναι αυτή η πραγματικότητα που αποχαλίνωσε την κυβέρνηση να κηρύξει επισήμως το τέλος κάθε προσπάθειας του κράτους για το χώρο και τις σπουδές της τέχνης με το πδ 85/2022.
Η «απομαγικοποίηση» της τέχνης έχει μέσα της τη συνειδητοποίηση ότι οι άνθρωποι που κάνουν τέχνη είναι κι αυτοί άνθρωποι όπως εμείς, δεν είναι κάποιοι «υπεράνω» τύποι και τύπισσες που ζουν με το πνεύμα, ξωτικά ενός κόσμου της αισθητικής, λιγότερο υλικού, λιγότερο κυνικού από το δικό μας.
Πολλές φορές οι καλλιτέχνες έχουν προσπαθήσει να μας το πουν. «Ηθοποιός σημαίνει φως. Μήπως πεινάς; και τί να φας»; Στους στίχους του R.E.N.T. “ How can you generate heat When you can’t feel your feet And they’re turning blue! – You light up a mean blaze – With posters- And screenplays! – How we re gonna pay last year’s rent”, κι όλες τις φορές που αφήσαμε τους καλλιτέχνες να μιλήσουνε για τους εαυτούς τους.
Οπότε, πρώτο κρατώ ότι οι καλλιτέχνες είναι άνθρωποι, όπως εγώ κι όπως εσύ.
Κι έπειτα, ότι υπάρχουν φορές που η κυρίαρχη πολιτική είναι ασυμβίβαστη με την κατάσταση του ανθρώπου. Μια τέτοια στιγμή είναι τώρα.
Το καινούριο των αυλικών της κυβέρνησης είναι ότι οι «κανονικοί καλλιτέχνες» δεν κάνουν τέχνη για τα λεφτά ή για τα πτυχία, αλλά για την τέχνη. Η απόλυτη ειλικρίνεια! Αυτό ακριβώς το δόγμα εφαρμόζει το 85/2022. Πιο ξεδιάντροπα δεν μπορούν να το πουν ότι ακόμη και την τέχνη θέλουν να την στερήσουνε από τις λαϊκές τάξεις, να την κάνουν πάλι κάποιο απρόσιτο προνόμιο της εκπαίδευσης των γόνων. Είναι κι αυτό ένα από τα απαραίτητα στάδια της κοινωνικής οπισθοδρόμησης που διάγουμε, που η πρόσβαση στη δημόσια σφαίρα, το δημόσιο λόγο, την εκπαίδευση, την τέχνη, υπηρεσίες πρόνοιας και περίθαλψης κλπ., επιφυλάσσεται για ένα στενό, πολύ στενό, κύκλο οικονομικό, πολιτικό και ταξικό. Ο πραγματικά ταλαντούχος λέει δε θέλει πτυχία, θα καταφέρει με το ταλέντο του!
Όχι κύριοι. Όχι ξανά. Δεν χρειαζόμαστε να αφηγηθούμε άλλους μεγάλους καλλιτέχνες που πέθαναν στην ψάθα, που αναγνωρίστηκαν μετά θάνατον ή και εν ζωή “against all odds”.
Σειρά μας, λοιπόν, να βγούμε στο δρόμο και να εμποδίσουμε τις κυβερνητικές μηχανές τις σπίλωσης και της μηχανορραφίας.
Δεν είναι μόνο στο παρελθόν, που τόσες φορές η τέχνη έγινε εκφραστής, κι ίσως και κάποιες φορές, και πυκνωτής της λαϊκής πάλης για μια καλύτερη, ελεύθερη ζωή: από τους ηθοποιούς, τους ποιητές και τους μουσικούς που πρώτοι γραφτήκαν στο ΕΑΜ, που το πρωί παίρναν το όπλο και το βράδυ στήνανε παραστάσεις στο βουνό. Είναι τόσο αμέτρητοι που θα μας πάρει το βράδυ να απαριθμούμε παραδείγματα. Κι ύστερα, ψύχωσαν το λαό να κρατήσει με τις εκτελέσεις, τις εξορίες και τα βασανιστήρια, κι ενέπνευσαν τη γενιά να παλέψει μέχρι να νικήσει, από την κηδεία του Πέτρουλα, μέχρι το Μεγάλο μας Τσίρκο, μέχρι τα μακρά πλάνα του Αγγελόπουλου, συρτά στο ρυθμό της αντοχής και της μνήμης. Αλλά και παντού, οι ποιητές, οι σκηνοθέτες, οι σκιτσογράφοι του Μάη, οι μουσικοί των μαύρων, τα χρώματα, τα λόγια και οι νότες της Λατινικής Αμερικής που αντιστέκεται, που μόνιμα τραγουδά και αντιστέκεται.
Είναι και σήμερα. Να έτσι, μια μέρα ξαφνικά, μπήκαμε στα μνημόνια και ο λαός πάλευε κάθε μέρα στις πλατείες. Και πάλι τους ξαναβρήκαμε τους καλλιτέχνες εκεί, στο Σύνταγμα, λίγο αργότερα στην ΕΡΤ, να τραγουδήσουν, να μιλήσουν να παίξουν. Αλλά και να παλέψουν. 15 Ιούνη 2011, ποτέ μου δεν θα το ξεχάσω, τα τελευταία πανό που φύγαν από το δρόμο μπροστά στη Βουλή στο Σύνταγμα ήταν των φοιτητών και της ομάδας καλλιτεχνών της Πλατείας, το ξύλο ανελέητο, τα χημικά ατέλειωτα.
Ύστερα πάλι χαθήκαμε, και βρεθήκαμε ξανά, στο σοκ της πανδημίας, στην ηλεκτρονική συναυλία που έσπασε τη μοναξιά από τα σπίτια μας, κι ύστερα σε τόσα άλλα στιγμιότυπα, στην συγκέντρωση ενός ζωηρού υπερνεαρού πλήθους στις συναυλίες του Λεξ, κι ύστερα στη συναυλία του Θανάση στο ΑΠΘ που ξεδιπλώθηκε η φονική μαινόμενη λύσσα της αστυνομίας για να αποτρέψει την πυρηνική σύντηξη τέχνης και νεολαιίστικης διεκδίκησης, της ίδιας αστυνομίας που χειρουργικά διέλυσε μια συναυλία 5000 και λίγο μετά εκτέλεσε ένα παιδί για 20 ευρώ.
Κι όλα αυτά καταλήγουν σήμερα στον συγκλονιστικό αγώνα των καλλιτεχνών ενάντια στην υποβάθμιση της δουλειάς και της τέχνης τους.
Γιατί άνοιξε τέτοιο μέτωπο η κυβέρνηση με τους καλλιτέχνες;
Γιατί μετά από όλα αυτά, το ξέρει ότι οι εργαζόμενοι στις τέχνες δεν είναι και το πιο προνομιακό πεδίο ψηφοφόρων της ΝΔ. Όπως με όμοιο τρόπο το ξέρει για τη νεολαία, που την ξυλοφορτώνει όπου βρεθεί και τους διαλύει τα όνειρα με την Ε.Β.Ε. η Κεραμέως, έτσι το ξέρει και για τους εργαζόμενους στην τέχνη, και τους τσακίζει το μέλλον η Μενδώνη. Επιδόματα για την αστυνομία, υποβάθμιση για τους καλλιτέχνες.
Κι όλα αυτά φυσικά, δεν είναι απλώς μια τιμωρία για όσους δεν εντάσσονται στους «άριστους» ψηφοφόρους της, αλλά και πληρωμή γραμματίων προς τα συμφέροντα που πραγματικά εκπροσωπεί ολόψυχα η κυβέρνηση, τα διάφορα ΙΕΚ κολλέγια και Σία που έλαβαν πέρσι μια ωραιότατη αναβάθμιση και εξίσωση με πτυχία bachelor ΑΕΙ, έτσι ώστε καλλιτέχνες με πολυετείς σπουδές σε δραματικές σχολές να μην μπορούν να διεκδικήσουν θέσεις και προοπτικές που θα μπορεί ο απόφοιτος ΙΕΚ «θεατρολογίας».
Ο πιο δοκιμασμένος δρόμος για να καταστεί ένα κοινωνικό αγαθό και ένα προϊόν διάνοιας, αγαθό πολυτελείας είναι να το «απελευθερώσεις» για όσους «θέλουν πραγματικά» και «τα καταφέρουν».
Να μην το επιτρέψουμε αυτό για τις σπουδές της τέχνης. Ναι, η τέχνη μπορεί να γεννηθεί στη μεγαλύτερη φτώχεια, στη φυλακή, στο μαράζι και την κακοπέραση. Εκεί και θα προσπαθήσουν να την πνίξουν, όμως, μέχρι να γίνει ο λαός που τη φτιάχνει να γίνει δύναμη ανατροπής του κοινωνικού status quo. Για να γίνει αυτό, πρέπει η κουλτούρα που γεννιέται από τους πολλούς και πολλές να μπορεί να τραγουδιέται, να παίζεται, να συζητιέται, να μοιράζεται.
Σειρά μας λοιπόν να βγούμε κι εμείς στους δρόμους για τους καλλιτέχνες για να μη ζήσουμε τη μέρα που οι καλλιτέχνες θα είναι διασκεδαστές και οι ιδιοκτήτες κολλεγίων θα είναι ακαδημαϊκοί άνθρωποι του πνεύματος.