του Θάνου Καμήλαλη
Όταν ήρθαν για τις καταλήψεις στέγης προσφύγων δεν μίλησες. Δεν ήσουν «καταληψίας», αλληλέγγυος, πρόσφυγας. Να φύγουν. Ειδικά αυτοί οι ξένοι, γρήγορα, σε Μόριες, κλειστά κέντρα κράτησης, μπορεί σε κανά ξερονήσι και δρόμο.
Όταν ήρθαν για τους αναρχικούς δεν μίλησες. Δεν ήσουν αναρχικός, αυτοί «δεν έχουν δικαιώματα», ας τους δέρνουμε, ας τους ξεγυμνώνουμε κι ας τους παρακολουθούμε κιόλας. Να φύγουν
Όταν ήρθαν για το άσυλο στα πανεπιστήμια και μπούκαραν στην ΑΣΟΕΕ δεν μίλησες. Δεν είσαι φοιτητής, αυτοί είναι «μπαχαλάκηδες» κι αν δεν είναι, να βγάλουν τον σκασμό και να τελειώνουν τη σχολή τους χωρίς πολλά πολλά, να βγουν στο μέλλον που δεν έχουν. Να φύγουν
Όταν ήρθαν για τυχαίο κόσμο και συλλήψεις στα Εξάρχεια δεν μίλησες. «Κάτι θα έκαναν κι αυτοί» σκέφτηκες βλέποντας τα βίντεο. Να φύγουν.
Όταν άρχισαν να δέρνουν, να παρενοχλούν σεξουαλικά και να γδύνουν μέρα μεσημέρι νέους και νέες στην περιοχή δεν μίλησες. Στο κάτω κάτω, «τι γύρευε στα Εξάρχεια, ας τον/την μαζέψουν οι γονείς του/της». Να φύγουν.
Όταν δικηγόροι, φορείς και διεθνείς οργανώσεις καταγγέλλουν την αστυνομική βία δεν μιλάς. Τι ξέρουν κι αυτοί, είναι όλοι «ΣΥΡΙΖΑ», είναι όλα μια συνωμοσία, μια στοχοποίηση, τα περιστατικά είναι «μεμονωμένα», το είπε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη που να, το λέει ο τίτλος του, προστατεύει τον πολίτη, έτσι δεν είναι; Κάναμε κι Επιτροπή, τι άλλο θέλουν, ας μας αφήσουν ήσυχους. Να φύγουν.
Όταν άνδρες των ΜΑΤ εισβάλλουν σε σπίτι οικογένειας, χωρίς ένταλμα, ξυλοκοπούν και προσάγουν πατέρα και γιο, με τη μάνα να βλέπει το παιδί της να το πατάνε στο κεφάλι, δεν μιλάς. Στο κάτω κάτω, ο υπουργός θέλει «να δει την αστυνομία να σπάει πόρτες».
«Σώπα ο ένας,σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα η κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του «Σώπα».
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη ,αλλά μουγκή»
Να φύγουν όλοι, να μην τους βλέπεις, δεν είναι «δικοί σου», δεν είναι σαν κι εσένα, να μείνεις μόνος, σιωπηλός. Μόνο που το τέρας θέλει πάντα φαϊ και οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος σου. Θες για την Υγεία, για την Στέγαση, για το πορτοφόλι, για τα κοινωνικά αγαθά, για τα δικαιώματα, κάποια στιγμή θα ρθουν, ή μάλλον, θα ξανάρθουν. Τότε, όμως, «που με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα σου λέει: ΜΙΛΑ!» θα θές και κάποιον δίπλα σου, να φωνάξει μαζί σου.