Πώς οι μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας κατασκεύασαν και συντήρησαν επί 40 χρόνια ένα “Μαοϊκό” κομμουνιστικό κόμμα, για να κατασκοπεύουν Κίνα και Αλβανία.

«Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έχει τους καλύτερους μάγειρες». Έτσι έμαθε από κινέζικη κουζίνα, με τους καλύτερους, ο Πιέτερ Μποβέ, πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών της Ολλανδίας και γενικός γραμματέας, επί 40 έτη, του κατασκευασμένου από αυτές Μαρξιστικού – Λενινιστικού Κόμματος Ολλανδίας (Μ-Λ ΚΟ). Τη θυμόταν σχεδόν με τρυφερότητα όταν αποκαλύφθηκε ο ρόλος του ο ρόλος του κόμματός του, το 2000, και οι συνεντεύξεις του γίνονταν πρωτοσέλιδα.

Ως γενικός γραμματέας χρησιμοποιούσε το όνομα Κρις Πέτερσεν – με όλα τα σχετικά κανονικά χαρτιά, οι μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας δεν τον άφησαν έτσι. Και, δεν ήταν ένας τυχαίος πράκτορας: στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου είχε περάσει από το κομμουνιστικό στρατόπεδο στις μυστικές υπηρεσίες, ήταν διαβασμένος. Ήταν και χαρισματικός. Μιλούσε ωραία, έδειχνε αντι-καπιταλιστικό ζήλο, ενθουσίαζε τους συνομιλητές του και τους ηγέτες άλλων αντίστοιχων κομμάτων. Σε κάποια συνέντευξη είχε πει πως τον ξεχώριζε η ικανότητά του να μιλάει επί ώρα και να αναφέρεται με τέτοιο τρόπο στον Μάο και το λόγο του, που “ήταν σαν να τον δίδαξε ο ίδιος” ο Μεγάλος Τιμονιέρης.

Οι μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας δεν είναι διαβόητες, όπως οι ισραηλινές, οι αμερικάνικες ή οι πάλαι ποτέ σοβιετικές, αλλά αυτό είναι μάλλον υπέρ τους: καταφέρνουν να αποφύγουν τα φώτα της δημοσιότητας και να κρατούν τη λέξη “μυστικές” ως κόρην οφθαλμού, αλλά οι επιτυχίες τους δεν είναι λίγες, από τη συνεργασία τους με τη CIA, ώστε να μην εμποδιστεί το Πακιστάν να αποκτήσει ατομική βόμβα, που αποκαλύφθηκε το 2005, μέχρι την αποκάλυψη των χάκερ της Cozy Bear, για την οποία ενημέρωσε τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ. Ωστόσο, τις μεγαλύτερες δόξες τους τις γνώρισαν ως BVD την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, εποχή κατά την οποία επιδίδονταν σε συλλήψεις, ανακρίσεις, φυλακίσεις, κάποτε και στρατολόγηση όσων τολμούσαν να δηλώνουν κομμουνιστές. Και, η μεγαλύτερη, ενδοξότερη σελίδα των επιχειρήσεών τους, ήταν η δημιουργία του Μαρξιστικού Λενινιστικού Κόμματος, χάρη στον πολυτάλαντο χαφιέ και πράκτορα Πιέτερ Μποβέ / Κρις Πέτερσεν.

Μαθηματικός το επάγγελμα, έγινε το κατάλληλο εργαλείο για την “Επιχείρηση Κόκκινη Ρέγγα”, όπως την ονόμασε η CIA, την “Επιχείρηση Μογγολία” όπως την ονόμασαν οι Ολλανδοί. Το κόμμα, η δράση του, η οργάνωσή του, παράσυρε κάποιους, αλλά τους χρησιμοποίησε ως “χρήσιμους ηλίθιους”, για να νομιμοποιηθεί. Ρόλους σημαντικούς δεν επεφύλαξε σε κανέναν εκτός μυστικών υπηρεσιών. Χαρακτηριστικά, όλη η Κεντρική Επιτροπή και όλοι οι συντάκτες του περιοδικού “Ο Κομμουνιστής” που εξέδιδε (και που χρηματοδοτούσε το Πεκίνο με φακέλους γεμάτους δολάρια που παρέδιδαν οι Κινέζοι διπλωμάτες στη Χάγη), ήταν πράκτορες των ολλανδικών μυστικών υπηρεσιών. Με τον “Κομμουνιστή” το διασκέδαζαν πολύ: κάποτε συνέγραψε άρθρο, εναντίον της κυβέρνησης της Ολλανδίας, ο διοικητής των μυστικών υπηρεσιών, Φριτς Χοέξτρα, για να ”βγάλει το άχτι του ως δημόσιος υπάλληλος”…

Ένας από τους αθώους, ο Πωλ Βαρτίνα, σήμερα πανεπιστημιακός ερευνητής, θα περιγράψει τον Μποβέ ως “εξαιρετικό ηθοποιό” – ο Μποβέ πάλι θα περιγράψει τον ..συναγωνιστή του ως “ηλίθιο”. Ο Πωλ Βαρτίνα έμεινε δώδεκα χρόνια στο ψεύτικο κόμμα, από ιδεολογία, και μάλιστα του διέθετε και το 20% του μισθού του. Όταν η ιστορία αποκαλύφθηκε υπέβαλε αίτημα προς τις μυστικές υπηρεσίες της πατρίδας του, ζητώντας τα λεφτά του πίσω.

“Όλα ήταν ψεύτικα” θα πει σε συνέντευξή του το 2004 ο Μποβέ, “τα [απλά] μέλη μας δεν είχαν την παραμικρή ιδέα, όλα είχαν στηθεί για να παίρνουμε πληροφορίες από το μαρξιστικό Πεκίνο”. Και αυτό έπρατταν.

Η φήμη του χαρισματικού πράκτορα / γενικού γραμματέα έφτασε πολύ γρήγορα και στο Πεκίνο. Μαζί, άρχισαν να καταφθάνουν και οι προσκλήσεις. Η υποδοχή, κάθε μία από τις 25 (!) φορές που επισκέφτηκε την Κίνα, ήταν θερμότατη. Συνοδευόταν από συνεντεύξεις την Λαϊκή Ημερησία, την εφημερίδα του Κόμματος, και κατέληγε στην επίδοση φακέλου γεμάτου χρήματα – το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα χρηματοδοτούσε εν αγνοία του τις μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας. Και ο “γενικός γραμματέας” του ΜΛ-ΚΟ μετέφερε πολύτιμη γνώση από την Κίνα – και για μια μεγάλη περίοδο και από την Αλβανία, στις δυτικές μυστικές υπηρεσίες. Μετά τις συναντήσεις του, μάλιστα, με τον ίδιο το Μάο αλλά και με τον Ντρενγκ Σιαπινγκ, τον Τσου Εν λάι και τον «ομιλούντα εξαιρετικά γαλλικά» Εμβέρ Χότζα, η CIA είχε ενθουσιαστεί μαζί του, και ζητούσε όλο και πιο συχνά να ενημερώνεται για την δράση του. Το ίδιο είχαν ενθουσιαστεί και οι Κινέζοι που, όταν δεν τον καλούσαν στο Πεκίνο, τον καλούσαν στην πρεσβεία τους, στη Χάγη να συζητήσουν μαζί του όσα σκεφτόταν ο Μάο και να ζητήσουν τη γνώμη του. «Καθόσον γνωρίζω, το ΜΛ ΚΟ ήταν το μόνο τελείως ψεύτικο ριζοσπαστικό κόμμα και το μόνο που έπιασε. Την πάτησαν κανονικά. Περνούσαν με πληροφορίες εκ των έσω για κάθε μαοϊκή πολιτική σε όλες τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες. Ήταν μια υπέροχη περιπέτεια», λέει ο ίδιος.

Ο Μποβέ δεν φλέρταρε ποτέ με τον κομμουνισμό. Ούτε στη νιότη του. Ήταν κάπως διαβασμένος, όμως, αλλά πολύ ευφυής. Έγινε πληροφοριοδότης των μυστικών υπηρεσιών όταν, το 1955 είχε επισκεφθεί, για το Παγκόσμιο Φοιτητικό Κογκρέσο, την ΕΣΣΔ.

Η επίσκεψή του στη Μόσχα έγινε σχεδόν κατά λάθος: για κάποιο λόγο, μία πρόσκληση για το φεστιβάλ αυτό απεστάλη στο φιλελεύθερο κόμμα, κι έπεσε στα χέρια ενός φίλου του -φοιτητή τότε – Μποβέ. Ο φίλος, που ήδη εργαζόταν για τις ολλανδικές μυστικές υπηρεσίες, του πρότεινε να πάει αυτός, όλα τα έξοδα πληρωμένα, υπό τον όρο να τον ενημερώσει μετά για όλα όσα θα έβλεπε. Ο Μποβέ δέχθηκε. Η συνεργασία ξεκίνησε. Και κράτησε 35 χρόνια.

Κανείς δεν του είχε πολυδώσει σημασία στο BVD, στην αρχή, ήταν ένας από πολλούς. Μετά το πρώτο αυτό φεστιβάλ, προσκλήθηκε στο αντίστοιχο φεστιβάλ της Κίνας – τότε ΕΣΣΔ και Κίνα ακόμη, θεωρητικώς, τα είχανε καλά. Πρόσεξε τότε, και ενημέρωσε, πως οι κινέζοι έβριζαν συνεχώς τους σοβιετικούς. Και πάλι δεν του έδωσαν πολύ σημασία όταν ενημέρωσε. Κατάλαβαν, όμως, ότι είχε δει σωστά – όσο λίγοι- όταν ΕΣΣΔ και Κίνα χωρίσαν,  μετά από λίγο, τα τσανάκια τους.

Με πρόσφατη τη γνωριμία μαζί του, οι Κινέζοι τον θυμήθηκαν και τον κάλεσαν για ένα μήνα στο Πεκίνο, το 1963, σε συνέδριο για να γνωρίσει την σκέψη του προέδρου Μάο και, προφανώς, να απομακρυνθεί από την ..εχθρική Σοβιετία. Λίγο πριν αναχωρήσει, έριξε το διάβασμα της ζωής του, για να είναι έτοιμος για το συνέδριο και για να κατακτήσει καρδιές Κινέζων κομμουνιστών. Οι πρώτες ιδέες για ένα ελεγχόμενο από τις μυστικές υπηρεσίες δήθεν μαοϊκό κόμμα, που θα λειτουργούσε διασπαστικά έναντι τόσο του “σοβιετόφιλου” αληθινού κομμουνιστικού κόμματος της Ολλανδίας όσο και των κανονικών μαοϊκών σχηματισμών, είχαν μπει. Το 1969 έγιναν πραγματικότητα. Και οι πολλαπλώς προσοδοφόρες επαφές με το Πεκίνο συνεχίστηκαν μέχρι το 1989, και μετά τα γεγονότα της πλατείας Τιεν Αν Μεν, για τα οποία το περιοδικό του Μ-Λ ΚΟ έγραψε διθύραμβους υπέρ της αποφασιστικότητας του κινεζικού καθεστώτος.

Όλα αυτά τα χρόνια, το ψευτοκόμμα επετύγχανε και τον εσωτερικό του ρόλο: δρούσε διασπαστικά, μάζευε πληροφορίες και για τη δράση των αληθινών κομμουνιστών στην Ολλανδία και εξέδιδε συχνά πυκνά φυλλάδια, όλα συνταγμένα από την BVD, που τα βάζαν με τους “ξεπουλημένους” των άλλων κομμουνιστικών σχημάτων… κανείς δεν κατάλαβε τίποτε, οι δε Κινέζοι τον λάτρευαν: οι μυστικές υπηρεσίες είχαν κοριούς στην κινέζικη πρεσβεία της Χάγης και άκουγαν συχνά πυκνά τους επαίνους και το θαυμασμό των διπλωματών για τον ..σύντροφο Κρις.

Η μετατροπή την Κίνας από ιδεολογικό εχθρό σε εμπορικό εταίρο, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και μετά, έβαλε στα αζήτητα το Μ-Λ ΚΟ. Οι μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας σταμάτησαν να ενδιαφέρονται, η Κίνα του Μάο σύντομα ήταν παρελθόν, κι η σημερινή Κίνα έμοιαζε αδιάφορη. Όσο αδιάφορη κατέληξε κι η ζωή του Πιέτερ Μποβέ, που, στις συνεντεύξεις του, όταν όλα ήρθαν στο φως, συνεχώς νοσταλγούσε το νεανικό του βίβερε περικολοσαμέντε, και τα dim sum της κατασκοπικής νιότης του. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί ο ίδιος παροπλίστηκε, και πλέον νιώθει σαν ψάρι έξω από το νερό, ο αυξανόμενος ανταγωνισμός της Δύσης με το Πεκίνο, ίσως δώσει την ευκαιρία σε νέες επίδοξες ολλανδικές «ρέγγες».