του Θάνου Καμήλαλη
Πρόκειται για περιβαλλοντικά ζητήματα μείζονος σημασίας, που έχουν απασχολήσει ή πρόκειται να απασχολήσουν την ελληνική κοινή γνώμη και κινητοποιούν τις τοπικές κοινωνίες σε αγώνες για το δίκιο τους, για την προστασία του τόπου τους και (να το πούμε μια που πρόκειται για το νέο σύνθημα ΣΥΡΙΖΑ) για τη ζωή τους. Ζητήματα στα οποία η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα έμεινε, στην καλύτερη περίπτωση, απλός παρατηρητής, στρώνοντας το έδαφος για τις ολέθριες επιλογές της Νέας Δημοκρατίας που θα ακολουθήσουν. Στη χειρότερη περίπτωση βέβαια, η κυβέρνηση τα κατάφερε με τρόπο που θα ζήλευε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Κι όλα αυτά, σε έναν τομέα όπου δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Ακόμα κι αν δεχθεί κανείς όλα τα επιχειρήματα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για την ΤΙΝΑ, τον «συμβιβασμό» του 2015, τα «χέρια που ήταν δεμένα» και την (ευφυέστατη) μέθοδο της «εξόδου από τα μνημόνια» δια της πλήρους υλοποίησής τους, όλα αυτά τα εμπόδια δεν υπήρχαν σε μια σειρά από θέματα που έχουν να κάνουν με υποτιθέμενες επενδύσεις που απειλούν το περιβάλλον. Η πολιτική που χάραξε ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά και θα εκμεταλλευτούν οι επόμενοι, ήταν ξεκάθαρα δική του.
Τώρα, έναν μήνα πριν τις εθνικές εκλογές, ο Χαρίτσης υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι:
«Απέναντι στη λογική του εύκολου κέρδους και των πελατειακών σχέσεων που πρεσβεύει η ΝΔ και η οποία οδηγεί στη διεύρυνση των ανισοτήτων και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Εμείς, υλοποιούμε ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο:
Για την πολύπλευρη αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας και τη αναβάθμιση του περιβαλλοντικού και πολιτιστικού πλούτου της»
Ας δούμε λοιπόν συνοπτικά πως εκφράστηκε ήδη αυτή η δέσμευση σε συγκεκριμένα παραδείγματα, ως μία μορφή αποτίμησης:
Στις Σκουριές, η τακτική που ακολουθήθηκε συνοψίζεται σε δύο λέξεις. Σιωπή και αδράνεια. Η «επένδυση» της Eldorado είναι τόσο διάτρητη, που ακόμα και μία κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα δυσκολευτεί να την προχωρήσει, αν δεν αλλάξει βασικούς όρους της Σύμβασης διευκολύνοντας την εταιρεία (δείτε εδώ την ανάλυση του Παρατηρητηρίου Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων). Άλλωστε, ό,τι και να υποστηρίζουν οι ιδεοληπτικοί των «επενδύσεων με κάθε κόστος», είναι η Eldorado αυτή που δεν μπορεί να αποδείξει ότι η μέθοδος μεταλλουργίας που προτείνει είναι εφαρμόσιμη στα εδάφη της Χαλκιδικής. Το μόνο που έκανε το Υπουργείου Περιβάλλοντος (λίγο πριν φύγει ο τότε υπουργός, Πάνος Σκουρλέτης) ήταν να μην παρανομήσει.
Έπειτα, ειδικά επί υπουργίας Σταθάκη, η κυβερνητική αδράνεια ήταν πλήρης. Μία προσφυγή σε Διαιτησία που δεν κατέληξε πουθενά, άδειες δευτερεύουσας σημασίας που δίνονταν παράλογα σε ένα μη εγκεκριμένο σχέδιο, ένας μη εγκεκριμένος, στημένος σε σεισμικό ρήγμα και πλημμελώς ελεγχόμενος χώρος απόθεσης επικίνδυνων αποβλήτων στον Κοκκινόλακκα, φορτηγά με απόβλητα να πηγαίνοέρχονται στους δρόμους της Χαλκιδικής χωρίς μέτρα ασφαλείας. Σιωπή του υπουργείου στα νέα ευρήματα των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, σιωπή όταν αποκαλύφθηκε ότι η μέθοδος φοροαπαλλαγής μέσω Ολλανδίας και Μπαρμπέιντος διατηρείται (τότε μάλιστα ασχολούμασταν με τις offshore της Μαρέβας), σιωπή στους εκβιασμούς της Eldorado, σιωπή σε κοινοβουλευτικές ερωτήσεις και καμία πρόθεση καταγγελίας της σύμβασης. Όλα έτοιμα για μία κυβέρνηση «πιο φιλική σε επενδύσεις», να κάνει τη βρώμικη δουλειά…
Εκεί όμως που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί τη ζήλια της Νέας Δημοκρατίας είναι σίγουρα το θέμα των αδειών για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων (που θεωρούνται παγκοσμίως ως βασικοί υπαίτιοι της κλιματικής αλλαγής). Με διαδικασίες που χαρακτηρίζονται αδιαφανείς από μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως το WWF και η Greenpeace, χωρίς ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών και με λεόντειες συμβάσεις υπέρ των πετρελαϊκών εταιρειών, η κυβέρνηση έχει παραχωρήσει σε αυτές μία σειρά από «οικόπεδα» σε γη και θάλασσα, στην Ήπειρο, το Ιόνιο, την Πελοπόννησο και την Κρήτη.
Με σειρά επιστολών και δημοσίων παρεμβάσεων, δεκάδες περιβαλλοντικές οργανώσεις κι επιστήμονες επισημαίνουν συνεχώς τους σοβαρούς κινδύνους, τα πολύ περιορισμένα οφέλη και την ασυδοσία που κερδίζουν οι πετρελαϊκές από τις συμβάσεις. Παράλληλα, στην Ήπειρο αναπτύσσεται εδώ και καιρό ένα κίνημα ενάντια στις εξορύξεις. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όμως επιμένει, εδώ και έναν περίπου χρόνο, να μην απαντάει στις καταγγελίες και να φέρνει τη μία σύμβαση μετά την άλλη προς ψήφιση στη Βουλή.
Στον Βόλο, επίσης, ο υπουργός Περιβάλλοντος, Γιώργος Σταθάκης, τροποποίησε το 2017 την άδεια που είχει δώσει ο Μανιάτης του ΠΑΣΟΚ το 2014, επιτρέποντας στην τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ – Lafarge να καίει 200.000 τόνους σκουπιδιών, που βαφτίζονται «εναλλακτικά καύσιμα». «Κάθε λογής απόβλητα χαρακτηρίζονται πλέον ως RDF, SRF και WDF για να προκαλέσουν σύγχυση στον απλό πολίτη που δεν είναι εξοικειωμένος με τέτοια ορολογία, αλλά στην ουσία πρόκειται για απόβλητα. Κάθε μήνα πλοία προερχόμενα από τη Νότια Ιταλία ξεφορτώνουν στο λιμάνι της ΑΓΕΤ χιλιάδες τόνους σκουπιδιών, που οδηγούνται για καύση στους παλαιάς τεχνολογίας κλιβάνους» τονίζουν μέλη της Επιτροπής Αγώνα Πολιτών Βόλου, που, σε συνεργασία με φορείς της πόλης (γιατρούς φαρμακοποιούς, εμπόρους, εκπαιδευτικούς, συλλόγους γονέων) στέκονται απέναντι και προσπαθούν να αποδείξουν τις καταστροφικές συνέπειες, για μία πόλη με ήδη εξαιρετικά επιβαρυμένη ατμοσφαιρική ρύπανση και μερικά από τα μεγαλύτερα ποσοστά καρκίνου πανελλαδικά.
Στη δυτική Θεσσαλονίκη, οι κάτοικοι προσπαθούν, μόνοις τους, εδώ και χρόνια να βρουνε τι προκαλεί την έντονη δυσοσμία κατά περιόδους σε διάφορες περιοχές της πόλης, που βρίσκονται κοντά στο εργοστάσιο των ΕΛΠΕ. Η κυβέρνηση επέλεξε κι εδώ τη μέθοδο της αδράνειας, που εμφανίστηκε ξεκάθαρα όταν τα ΕΛΠΕ προσέλαβαν μία «εταιρεία επικοινωνίας» που προχώρησε σε ηλεκτρονικό «φακέλωμα» των διαφωνούντων. Ο Σταθάκης τότε «καταδίκασε» το φακέλωμα αλλά έδωσε μπράβο στα ΕΛΠΕ που διέκοψαν τη συνεργασία (αφού είχε διαρρεύσει το έγγραφο). Τελικά έπρεπε να περάσουν τρία χρόνια αγώνα από μία μικρή ομάδα κατοίκων για να αποδειχθεί επιτέλους, από τα πρώτα συμπεράσματα έρευνας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και του ΑΠΘ, ότι ο ένοχος είναι αυτός που όλοι υποψιάζονταν: τα ΕΛΠΕ. «οι συγκεκριμένες ουσίες που προκαλούν τη δυσοσμία είναι χαμηλής επικινδυνότητας, δεν είναι καρκινογόνες ή τοξικές, δεν έχουν σωρευτικές ιδιότητες, ωστόσο είναι ικανές να προκαλέσουν σε υψηλές συγκεντρώσεις προβλήματα στο αναπνευστικό και δευτερογενή συμπτώματα στο κεντρικό νευρικό σύστημα (αϋπνίες, πονοκεφάλους, ναυτία κτλ.).]» είναι το πρώτο συμπέρασμα.
Στη Λευκίμμη, η κάτοικοι αγωνίζονται ενάντια στο ΧΥΤΑ, αντιμετωπίζοντας την καταστολή των ΜΑΤ και την παρουσία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων στο χωριό τους επί μήνες. Στο Γραμματικό και στην Φυλή οι δεσμεύεις της Περιφέρειας Αττικής κατά τη θητεία της Ρένας Δούρου σίγουρα δεν έγιναν πράξη. Στη Λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου, τέλος, οι πολίτες καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση προχωρά στην νομιμοποίηση των αδειών εργοστασίων καύσης βιορευστών, που η ίδια είχε καταγγείλει και είχε ζητήσει την ανάκληση των αδειών τους μετά από αντιδράσεις, το 2017.
Eίναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι μία κυβέρνηση που εκλέχθηκε και συνεχίζει να πορεύεται έχοντας σε βασικό πλάνο την οικολογία κι ένα «διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης», δεν έχει, μετά από 4 χρόνια παραμονής στην εξουσία, να παρουσιάσει ένα περιβαλλοντικό ζήτημα στο οποίο να συγκρούστηκε με τα συμφέροντα και να κέρδισε οφέλη «για τους πολλούς». Επομένως, έναν μήνα πριν τις εθνικές κάλπες, οτιδήποτε ακούγεται περί «αντιμετώπισης κλιματικής αλλαγής» και «προστασίας περιβάλλοντος» είναι από χαριτωμένο έως προκλητικό. Ισχύει μάλιστα, ο ίδιος πολιτικός συμβολισμός που έχει επιβληθεί και στην οικονομία, ο κανόνας που διέπει την πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα σήμερα. Όταν με αυτά που κάνεις και δεν κάνεις πείθεις τον κόσμο ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, στρώνεις το έδαφος στον επόμενο, τον «πιο φιλικό σε επενδύσεις και ανάπτυξη», για να τα κάνει ακόμα χειρότερα.