του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Το άρθρο του περιοδικού, που είναι η ναυαρχίδα του αμερικανικού Τύπου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, το υπογράφει η Έιμι Μάκιννον, δημοσιογράφος για θέματα εθνικής ασφάλειας και μυστικών υπηρεσιών. Η ίδια δεν είναι τυχαία, καθώς είναι συνεργαζόμενη με το Εθνικό Ταμείο για τη Δημοκρατία (NED), το οποίο χρηματοδοτείται και ελέγχεται από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών. Απέχει δε πολύ από το να τη χαρακτηρίσει κανείς «φιλόρωση», καθώς το πλούσιο βιογραφικό της στα αμερικανικά μέινστριμ μίντια, περιλαμβάνει την αρχισυνταξία στο Coda Media, έναν –χρηματοδοτούμενο από το NED- οργανισμό μέσων ενημέρωσης, που έχει παράξει πλήθος ρεπορτάζ για ρωσικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περί παραπληροφόρησης.
Η ίδια περιγράφει το 2021 στο Foreign Policy την εικαζόμενη δραστηριότητα της, καθώς «τα τελευταία επτά χρόνια, από εμπόλεμες ζώνες και εύθραυστες χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν διαρρεύσει αναφορές για σκιώδεις ομάδες μισθοφόρων που δρουν υπό την αιγίδα του ρωσικού ιδιωτικού στρατιωτικού εργολάβου Βάγκνερ. Μια έκθεση μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων των Ηνωμένων Εθνών που δημοσιεύθηκε στα τέλη του περασμένου μήνα κατηγόρησε τους Ρώσους εκπαιδευτές των ενόπλων δυνάμεων της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας για αδιάκριτες δολοφονίες, λεηλασίες και εξαναγκαστικές εξαφανίσεις που πραγματοποιήθηκαν από κοινού με τον στρατό της Κεντρικής Αφρικής. Ενώ η έκθεση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν προσδιορίζει τους εν λόγω εκπαιδευτές ως συνεργάτες της Βάγκνερ, τα δημοσιεύματα και η ομάδα εργασίας του ΟΗΕ για τους μισθοφόρους το έκαναν. Οι πράκτορες του εκτεταμένου δικτύου Βάγκνερ έχουν εκτεθεί από την Ουκρανία, όπου πολέμησαν στο πλευρό των ρωσικών και αυτονομιστικών δυνάμεων, έως τη Μοζαμβίκη, όπου προσελήφθησαν για να πολεμήσουν αντάρτες. Αλλά η ομάδα αψηφά τον συμβατικό ορισμό του ιδιωτικού στρατιωτικού μισθοφόρου, ενώ αντίθετα συνδυάζει μισθοφορική δραστηριότητα και εξόρυξη φυσικών πόρων, προωθώντας παράλληλα τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής του Κρεμλίνου. Κατ’ όνομα ιδιωτική, η ομάδα θεωρείται ότι είναι στενά συνδεδεμένη με τον ρωσικό μηχανισμό ασφαλείας, αν και η ρωσική κυβέρνηση έχει αρνηθεί τη σχέση αυτή. Ο σκοτεινός χαρακτήρας του δικτύου αποτελεί τεράστια πρόκληση για τα θύματα, τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς που προσπαθούν να θέσουν την ομάδα προ των ευθυνών της για τις φερόμενες φρικαλεότητες».
Ωστόσο, η Μάκιννον αντιτείνει πως «το πρώτο πράγμα που πρέπει να κατανοήσουμε σχετικά με την Ομάδα Βάγκνερ είναι ότι πιθανότατα δεν υπάρχει καμία Ομάδα Βάγκνερ. Απ’ όσο μπορούν να πουν οι ερευνητές, δεν υπάρχει καμία ενιαία καταχωρισμένη επιχείρηση με το όνομα Βάγκνερ. Αντίθετα, το όνομα έχει καταλήξει να περιγράφει ένα δίκτυο επιχειρήσεων και ομάδων μισθοφόρων που έχουν συνδεθεί με αλληλοεπικαλύψεις στην ιδιοκτησία και τα δίκτυα εφοδιασμού. Οι οντότητες που απαρτίζουν το δίκτυο έχουν περιγραφεί στις κυρώσεις που έχουν οριστεί από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ως εμπλεκόμενες σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, όπως η καταστολή διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας, η διάδοση παραπληροφόρησης, η εξόρυξη χρυσού και διαμαντιών και η συμμετοχή σε παραστρατιωτικές δραστηριότητες. Η ομάδα, ως έχει, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ουκρανία το 2014, όπου βοήθησε τον ρωσικό στρατό στην προσάρτηση της Κριμαίας». Στην συνέχεια, προσθέτει την αναφορά του Σεργκέι Σουκάνκιν, ανώτερου ερευνητή του Ιδρύματος Jamestown, πως η Ουκρανία ήταν ουσιαστικά η αρχή, το σημείο εκκίνησης για την Ομάδα Βάγκνερ, προσθέτοντας ότι «εκτοτε, ένας ιστός αράχνης από παραστρατιωτικές οργανώσεις και επιχειρήσεις έχει διακλαδωθεί στη Συρία -όπου πολέμησαν για την υποστήριξη του μαχόμενου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, ενώ εξασφάλισαν ερείσματα στον ενεργειακό τομέα της χώρας- καθώς και στη Λιβύη, το Σουδάν, τη Μαδαγασκάρη, τη Μοζαμβίκη και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Αν και ο Βάγκνερ έχει γίνει μια χρήσιμη συντομογραφία για να περιγράψει αυτό το αδιαφανές και εκτεταμένο δίκτυο, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι μπορεί να διαταράξει την ικανότητά μας να σκεφτούμε πώς λειτουργούν».
«Είναι εξαιρετικά προβληματικό το γεγονός ότι συνεχίζουμε να αναφερόμαστε σε αυτούς ως Ομάδα Βάγκνερ, διότι τους κάνει να ακούγονται σαν αυτούς τους φανταστικούς φορείς που δεν μπορούν να εντοπιστούν, και αυτό δεν ισχύει», δήλωσε η Κάντας Ροντό, ανώτερη συνεργάτης του Κέντρου για το Μέλλον του Πολέμου, ενός κοινού έργου του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Αριζόνα και της δεξαμενής σκέψης New America. «Αυτό καθιστά πολύ δύσκολο για τους νομοθέτες και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που θέλουν να περιορίσουν, να αντιμετωπίσουν ή να μετριάσουν τους κινδύνους. Αν δεν μπορούν να αντιληφθούν σωστά το πρόβλημα, τότε δεν μπορούν ούτε να το λύσουν σωστά», δήλωσε ο Ροντό.
Η Μάκιννον προσθέτει ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες «το δίκτυο έχει συναρμολογηθεί κομμάτι με επιμέλεια από δημοσιογράφους ερευνητές, από ερευνητές, από εκθέσεις του ΟΗΕ και της κυβέρνησης και από εταιρικά έγγραφα που αποκτήθηκαν από το Dossier Center, μια ερευνητική οργάνωση με έδρα το Λονδίνο, η οποία χρηματοδοτείται από τον εξόριστο Ρώσο ολιγάρχη Μιχαήλ Χοντορκόφσκι. Οι Ρώσοι δημοσιογράφοι που έχουν κάνει μερικά από τα πιο λεπτομερή ρεπορτάζ για την ομάδα το κάνουν με μεγάλο προσωπικό κίνδυνο. Το 2018, μια ομάδα Ρώσων δημοσιογράφων που στάλθηκε στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία για να καλύψει τις δραστηριότητες του Βάγκνερ στη χώρα σκοτώθηκε σε μια προσεκτικά σχεδιασμένη ενέδρα. Ο δημοσιογράφος Μαξίμ Μποροντίν, ο οποίος έκανε ρεπορτάζ για τους θανάτους μαχητών της Βάγκνερ στη Συρία το 2018, σκοτώθηκε την ίδια χρονιά πέφτοντας από το μπαλκόνι του διαμερίσματός του. Άλλοι έχουν δεχθεί απειλές και παρενοχλήσεις». Αυτό που δεν γράφει η Μάκιννον αλλά έχει σημασία να επισημάνουμε, είναι πως ο Χοντορκόφσκι, ο οποίος είναι γέννημα του τμήματος της σοβιετικής γραφειοκρατίας που υπηρέτησε ως σύμβουλος του Γέλτσιν, η οποία κερδοσκόπησε από τη ληστεία του σοβιετικού πλούτου κατά την περίοδο της γκλάνοστ και της περεστρόικα στα τέλη της δεκαετίας του ’80, συσσωρεύοντας σημαντικό πλούτο τη δεκαετία του ’90 μέσω της απόκτησης του ελέγχου μιας σειράς κοιτασμάτων πετρελαίου στη Σιβηρία που ενοποιήθηκαν με την επωνυμία Yukos , μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες που προέκυψαν από την ιδιωτικοποίηση κρατικών περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας. Ο ολιγάρχης δεν αποτελεί βέβαια στόχο των σημερινών αντιρωσικών κυρώσεων, καθώς ο άλλοτε πλουσιότερος Ρώσος φυλακίστηκε για υπεξαίρεση και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, ενώ η Διεθνής Αμνηστία τον αντιμετώπισε ως «κρατούμενο συνείδησης» του Κρεμλίνου.
Όπως αναφέρει η Μάκιννον ως σύνδεσμος της Βάγκερ παρουσιάζεται ο Γεβγκένι Πριγκοζίν, ο οποίος θεωρείται στενός σύμμαχος του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος έχει υποστεί κυρώσεις από την Ουάσιγκτον για τη χρηματοδότηση της Υπηρεσίας Έρευνας Διαδικτύου. Πρόκειται για τη φάρμα τρολ που σύμφωνα με τη θεωρία συνωμοσίας των Δημοκρατικών παρενέβη στις αμερικανικές εκλογές το 2016 και το 2018, με ορισμένες εταιρείες που συνδέονται με τον Πριγκοζίν έχουν επίσης υποστεί κυρώσεις από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών για τις δραστηριότητές τους στην Αφρική. «Ο ρόλος του Prigozhin στο Σουδάν αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ των παραστρατιωτικών επιχειρήσεων της Ρωσίας, της υποστήριξης της διατήρησης αυταρχικών καθεστώτων και της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων», ανέφερε το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών σε δελτίο Τύπου που εξέδωσε πέρυσι ανακοινώνοντας τις κυρώσεις. Ο Πριγκόζιν έχει επανειλημμένα αρνηθεί οποιαδήποτε σχέση με τον Όμιλο Βάγκνερ ή το ρωσικό υπουργείο Άμυνας. Επίσης, «σε αντίθεση με άλλους Ρώσους ολιγάρχες που έκαναν τα χρήματά τους στην ενέργεια και τα χρηματοοικονομικά, η αυτοκρατορία του Πριγκόζιν ξεκίνησε ως επιχείρηση χονδρικής πώλησης λουκάνικων στην Αγία Πετρούπολη της δεκαετίας του 1990, όπου ο Πούτιν ήταν τότε ένας ταπεινός σύμβουλος του δημάρχου της πόλης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο Πριγκόζιν επεκτάθηκε και άνοιξε ένα εστιατόριο στο οποίο σύχναζε ο Πούτιν στις αρχές της προεδρικής του θητείας, συχνά με ξένους αξιωματούχους που τον επισκέπτονταν, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους. Στη συνέχεια επεκτάθηκε στον τομέα της τροφοδοσίας, κερδίζοντας προσοδοφόρα συμβόλαια για την τροφοδοσία του Κρεμλίνου, των σχολείων και του ρωσικού στρατού, κερδίζοντας το προσωνύμιο “ο σεφ του Πούτιν”».
Σχετικά με τη σχέση της Βάγκνερ με τη ρωσική κυβέρνηση, η Μάκιννον αναφέρει πως δεδομένης της έλλειψης στρατιωτικής πείρας από τον Πριγκοζίν, ειδικοί «οδηγούνται να πιστεύουν ότι έχει χρησιμοποιηθεί ως μεσάζων για τη συγκάλυψη δραστηριοτήτων του ρωσικού κράτους. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει περιγράψει την Ομάδα Βάγκνερ ως μια δύναμη αντιπροσώπων του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, ενώ οι πράκτορες της ομάδας εκπαιδεύονται σε ένα στρατόπεδο στο Μολκίνο της νότιας Ρωσίας, το οποίο μοιράζονται με τις ρωσικές ειδικές δυνάμεις». Μάλιστα παραδέχεται το γεγονός πως οι ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες είναι παράνομες στη Ρωσία, γεγονός που σύμφωνα με αναφορές «δίνει στο Κρεμλίνο τη δυνατότητα να πατάξει την ομάδα αν το επιλέξει, ενώ «δημιουργεί επίσης ένα κενό λογοδοσίας για τα θύματα των φρικαλεοτήτων που φέρονται να έχουν διαπράξει οι πράκτορες του δικτύου». Ενδεικτικά αναφέρουμε τη σύλληψη των μισθοφόρων Σλαβονικού Σώματος από μέλη των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών για παράνομη μισθοφορική δραστηριότητα στη Συρία, σύμφωνα με το άρθρο 359 του Ποινικού Κώδικα της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά το οποίο ένα άτομο που συμμετέχει σε ένοπλη σύγκρουση για χρήματα μπορεί να λάβει από τρία έως επτά χρόνια φυλάκιση στη Ρωσία. Το παραπάνω δεν έχει εμποδίσει δημοσιεύματα να συνδέουν τη Βάγκερ με το Σλαβονικό Σώμα, μέσω του φερόμενου ιδρυτή της Ντμίτρι Ούτκιν. Η Μάκιννον αναφέρει πως «η ανάλυση των γεγονότων από τη μυθολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από την ομάδα Βάγκνερ γίνεται ιδιαίτερα μπερδεμένη» σε ότι αφορά την ονομασία της οργάνωσης. «Το όνομα Βάγκνερ φέρεται να ήταν η κωδική ονομασία ενός από τους πρώτους διοικητές της ομάδας στις μάχες στην ανατολική Ουκρανία, του Ντμίτρι Ουτκιν, πρώην αντισυνταγματάρχη της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, της GRU. Ο Ούτκιν φέρεται να ήταν ερωτευμένος με τη ναζιστική Γερμανία, συμπεριλαμβανομένου του αγαπημένου συνθέτη του Αδόλφου Χίτλερ, Ρίχαρντ Βάγκνερ. Το 2016, ο Ούτκιν απεικονίστηκε σε μια τελετή στο Κρεμλίνο που προοριζόταν να τιμήσει το θάρρος των στρατιωτικών και των πολιτών», ωστόσο «έκτοτε δεν έχει εμφανιστεί δημοσίως».
Βάγκνερ-washing στο Τάγμα Αζόφ
Το καθεστώς του Κιέβου που προέκυψε από την «έγχρωμη επανάσταση» του 2014, προχώρησε σε αποκομμουνιστοποίηση της Ουκρανίας, η οποία περιλαμβάνει την απαγόρευση των κομμουνιστικών συμβόλων και κομμάτων, τον βανδαλισμό των μνημείων της περιόδου της Σοβιετικής Ένωσης και του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Το κόμμα Svoboda (Κόμμα Ελευθερίας) της Ουκρανίας και οι ιδρυτές του Όλεχ Τιάχνιμποκ και Αντρίι Παρουμπίι καθοδήγησαν το πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ τον Φεβρουάριο του 2014, με τη υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Νούλαντ και τον πρέσβη των ΗΠΑ Παϊατ ανέφεραν τον Τιάχνιμποκ ως έναν από τους ηγέτες με τους οποίους συνεργάζονταν το περιβόητο τηλεφώνημά τους που διέρρευσε πριν από το πραξικόπημα. Μαζί με οργανώσεις, όπως ο Δεξιός Τομέας, τοποθετήθηκαν σε καίρια πόστα στον κρατικό μηχανισμό, με τη συνδρομή των βορειοαμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Το τάγμα Αζόφ, το οποίο ιδρύθηκε από τον γνωστό νεοναζί Αντρίι Μπιλέτσκι, ο οποίος ηγήθηκε της νεοναζιστικής οργάνωσης «Πατριώτης της Ουκρανίας» και της «Εθνικοσοσιαλιστικής Συνέλευσης», ενσωματώθηκε επίσημα στην ουκρανική Εθνοφρουρά, ενώ οι άλλες παραστρατιωτικές οργανώσεις δραστηριοποιούνται ως εθελοντικά σώματα στον πόλεμο κατά του Ντονμπάς. Όμως, μια ομάδα που κινείται στα όρια του μύθου και της πραγματικότητας, έχει αξιοποιηθεί ως το ιδανικό σκιάχτρο, για να εξωραϊσει τον δομικό φασισμό του Κιέβου από τις πρώτες ημέρες της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης. Μια από τις εικόνες που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του αφηγήματος, είναι η υποτιθέμενη φωτογραφία του φερόμενου ως ιδρυτή της Βάγκνερ, Ντμίτρι Ούτκιν, όπου φέρει τατουάζ με ναζιστικά σύμβολα. Η φωτογραφία προέρχεται από τη λίστα προγραφών Myrotvorets, το οποιό συνεργάζεται με τις ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες για να εντωπιστούν οι «προδότες της πατρίδας». Ωστόσο, είναι φανερο ότι ο εικονιζόμενος είναι διαφορετικό πρόσωπο από εκείνο που βραβεύτηκε με τα τέσσερα Τάγματα Θάρρους και φωτογραφήθηκε με τον Πρόεδρο της Ρωσίας , Βλαντιμίρ Πούτιν, σύμφωνα με τα κατηγοριοποιημένα ως «ξένοι πράκτορες» αντιπολιτευτικά ρωσικά μέσα «Μέντουζα» και «Ηχώ της Μόσχας».
Έχει σημασία να σημειώσουμε πως, παρά το συντηρητικό προσανατολισμό του Κρεμλίνου, οι ρωσικές αρχές αντιτάχθηκαν στις νεοφασιστικές πορείες «Russian March», τις οποίες όμως υποστήριξε ο εκλεκτός της Ουάσινγκτον, Αλεξέι Ναβάλνι. Εντωμεταξύ, ομάδες όπως η Ρωσική Εθνική Ενότητα και το Εθνικό Μπολσεβίκικο Κόμμα, έχουν τεθεί εκτός νόμου, όπως και η άρνηση των ναζιστικών εγκλημάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου,. Ο Αλεξέι Άλμπου, πρώην μέλος του Περιφερειακού Συμβουλίου της Οδησσού και μέλος της κομμουνιστικής οργάνωσης Mποροτμπά (Αγώνας) της Ουκρανίας, μας είχε επισημάνει «όχι, δεν υπάρχουν νεοναζιστικές ομάδες από την πλευρά της Ρωσίας, αλλά όπως είπα, υπάρχουν αντιδραστικές ομάδες. Για παράδειγμα, μοναρχικοί ή ορθόδοξοι. Μπορούμε να αναφέρουμε ένα μέρος των Κοζάκων (όχι όλους). Θεωρούν ότι αυτή η διαδικασία δεν είναι για την αποναζιστικοποίηση, αλλά για την ενίσχυση της “Ρωσικής Αυτοκρατορίας”. Αλλά η επιρροή αυτών των ομάδων είναι πολύ μικρή. Το Αζόφ -από την άλλη- παίζει πραγματικά σημαντικό ρόλο, τον οποίο μπορούμε να συγκρίνουμε με τον ρόλο των κομμουνιστών στον Σοβιετικό στρατό. Φυσικά, δεν υποστήριζαν όλοι οι μαχητές του Σοβιετικού στρατού τις κόκκινες ιδέες, αλλά οι κομμουνιστές τους οργάνωναν, έκαναν προπαγάνδα και ούτω καθεξής. Παρόμοια διαδικασία μπορούμε να δούμε στις ουκρανικές δυνάμεις, όπου δεν υποστηρίζουν όλοι οι μαχητές τον εθνικισμό, αλλά το Αζόφ, ο Δεξιός Τομέας, το Αϊντάρ, ο Τυφώνας και άλλοι λεγόμενοι “εθελοντές” μαχητές αποτελούν ένα είδος “σκελετού” των ουκρανικών δυνάμεων».
Άλλοθι για τις δυτικές επεμβάσεις
Η ανατολική Ουκρανία δεν είναι η μοναδική περίπτωση που η μυθολογική αφήγηση γύρω από τη Βάγκερ δίνει τη δυνατότητα να την ανακαλύπτουν παντού, όπου αμφισβητείται η δυτική κυριαρχία, επισύροντας τη ψυχροπολεμική αφήγηση του μακαρθισμού. Σύμφωνα με τα δυτικά μέσα, μέλη της συμμετέχουν στη φύλαξη του σοσιαλιστή προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο. Η μεταφορά τους υποτίθεται πως έγινε μέσω Κούβας, ένα νησί που έχει μπει επίσης στο στόχαστο των κυρώσεων και των επιχειρήσεων αλλαγής καθεστώτος του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Στη Συρία, η οποία έγινε θύμα του πολέμου δια αντιπροσώπων της Ουάσιγκτον, τα δυτικά δημοσιεύματα εμφάνισαν τη Βάγκνερ στο πλευρό του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Oι ανώνυμες πηγές συνοδεύονται από εικόνες όπως η παρακάτω, η οποία φέρεται να παρουσιάζει τον Ντμίτρι Ούτκιν με ναζιστική περιβολή στο πλευρό της συριακού στρατού. Η φωτογραφία προέρχεται από την ιστοσελίδα Lenta.ru που με τη σειρά της δηλώνει πως την αλίευσε από ένα κανάλι στο Telegram «Dangerous Fruit», ενώ από πουθενά δεν προκύπτει ταυτοποίηση με τη συγκεκριμένη οργάνωση, αφού τα πρόσωπά τους είναι καλυμμένα, ούτε καν πως η τοποθεσία είναι στη Συρία.
Όπως στη Βενεζουέλα, η ανθεκτική αντίσταση του Συριακού λαού αποδίδεται σε έναν έξωθεν αόρατο εχθρό, ώστε να δικαιολογηθούν τα εγκληματικά σχέδια του Πενταγώνου στο δυτικό κοινό. Η πρόσφατη αντιαποικιακή εξέγερση στο Μάλι έδωσε το κατάλληλο πλαίσιο για να επαναληφθούν τα ίδια σενάρια για Ρώσους μισθοφόρους, από τον γαλλικό νεοαποικιοκρατικό Τύπο, παρά τη διάψευση από το αφρικανικό έθνος. Η δημιουργία φαντασμάτων δεν αποτελεί απάντηση για τις αιτίες που οι αναπτυσσόμενοι λαοί εξεγείρονται κατά του μονοπολισμού, όπως δεν μπορεί να επισκιάσει τον αντιφασιστικό χαρακτήρα της εξέγερσης στην ανατολική Ουκρανία.