του Θάνου Καμήλαλη
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη λοιπόν, αποφάσισε, χωρίς καμία διαβούλευση, ακόμα μία αλλαγή στο δόγμα εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Σημαντικές μετατοπίσεις είχαν σημειωθεί και τα προηγούμενα χρόνια, με την αύξηση των αμερικανικών βάσεων στην επικράτεια, αλλά και την αναφορά σε στρατιωτική συνδρομή εκτός των συνόρων, που προβλέφθηκε στην ελληνογαλλική συμφωνία, με παράδειγμα το Σαχέλ.
Δύο σημαντικές σημειώσεις εδώ:
- Μία τόσο σημαντική απόφαση ελήφθη χωρίς συνάντηση πολιτικών αρχηγών, χωρίς Υπουργικό Συμβούλιο, χωρίς συνεδρίαση της Βουλής και χωρίς καν να συνεδριάσει το Κυβερνητικό Συμβουλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ) τα μέλη του οποίου ενημερώθηκαν τηλεφωνικά για την απόφαση Μητσοτάκη. Τις προηγούμενες μέρες, το ΚΥΣΕΑ είχε συνεδριάσει δύο φορές, γεγονός που προκαλεί ακόμα περισσότερα ερωτήματα.
- Η απόφαση της κυβέρνησης δεν βασίζεται σε καμία γραπτή Συμφωνία ή Συνθήκη. Kαθώς η Ουκρανία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ ή της Ε.Ε. καμία δέσμευση της χώρας (ακόμα και μέσα στις πάμπολλες σκληρές μας δεσμεύσεις) δεν μας υποχρεώνει να κάνουμε κάποια τέτοια κίνηση. Φυσικά δεν είμαστε η μόνη χώρα που το κάνει, αλλά δεν το κάνουν και όλες, δεν το κάνουν ούτε καν όλες οι αυτοπροσδιοριζόμενες ως «δυτικές».
Προσπαθώντας να δικαιολογήσει την απόφασή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίστηκε στη Βουλή με το κλασικό πλέον , πολυφoρεμένο στα εσωτερικά, δόγμα «ή είσαι μαζί μας ή εναντίον μας». Όπως υποστήριξε, «εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις. Ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο, ή είσαι απέναντί τους». Βρήκε επίσης την ευκαιρία να πετάξει «μπηχτές» στην αντιπολίτευση για την αντίθεσή της στα υπέρογκα εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά και να ανακαλύψει «σύγκλιση των άκρων», πάνω στις έντονες κριτικές για την ενεργή εμπλοκή της χώρας σε μία πολεμική σύγκρουση.
Διάνθισε επίσης την ομιλία του με πολλές εύπεπτες εκφράσεις για «ειρήνη» και «δημοκρατία και ελευθερία απέναντι στον αυταρχισμό και τον αναθεωρητισμό». Και ίσως το μεγαλύτερο «τσιτάτο» του να ήταν το «η Ελλάδα είναι πάντα στη σωστή πλευρά της ιστορίας», που συνοδεύτηκε με αναφορά στον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1915, όταν του ζητήθηκε να αλλάξει στρατόπεδο τη χώρα, πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένα επιχείρημα υποτιθέμενης επίκλησης στην αυθεντία, με όμως διαφορετικό αίτημα και σε διαφορετικό χρόνο.
Τόσο ο Πρωθυπουργός, όσο και όσοι υπερασπίζονται την ενεργή στρατιωτική εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο στην Ουκρανία θέτουν δύο επιχειρήματα, Το πρώτο είναι «ηθικό» και «ιδεολογικό», το δεύτερο είναι τα «εθνικά συμφέροντα». Υπάρχουν πολύ σοβαρές και βάσιμες αντιρρήσεις και στα δύο.
Στο πρώτο, ξεκινάμε από μία πολύ ξεκάθαρη αφετηρία, τη ρωσική εισβολή, την ανάγκη για άμεση ανθρωπιστική βοήθεια και την αμέριστη στήριξη στον ουκρανικό λαό που βρίσκεται θύμα ενός ακόμα πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αλλά καταλήγουμε σε ένα πολύ θολό συμπέρασμα ότι η στήριξη αυτή οφείλει να εκδηλωθεί και με στρατιωτική βοήθεια, πέρα από ανθρωπιστική και τις σκληρές οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης ανέφερε πως «σε όσους αναρωτιούνται εάν οι συγκεκριμένες κυρώσεις αρκούν για να κάμψουν την επιθετικότητα της Μόσχας απαντώ πως είναι ένα τεράστιο πλήγμα», με «μεσοπρόθεσμο» αλλά και «βραχυπόθεσμο» αποτέλεσμα. Πέραν αυτού το ίδιο ηθικό επιχείρημα, η «σωστή πλευρά της ιστορίας» δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ από τη χώρα στις προηγούμενες και πρόσφατες ένοπλες συρράξεις, μέχρι το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Aν το κίνητρο λοιπόν της χώρας είναι η ευγενής στήριξη του ουκρανικού λαού, τότε πρέπει να σκεφτούμε ότι ο ουκρανικός λαός δεν έχει κανένα συμφέρον με το να μετατραπεί η χώρα του σε ένα ατέλειωτο πολεμικό μέτωπο, όπως κι αν αυτοπροσδιορίζονται οι δυνάμεις που συγκρούονται με σκοπό την επιρροή και την ηγεμονία στην περιοχή. Ακόμα και η πρόσφατη εμπειρία λέει ότι καμία μακροχρόνια πολεμική σύγκρουση δεν έληξε με καλό τρόπο για τους πολίτες της χώρας που μετετράπη σε πεδίο μαχών. Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Αφγανιστάν και Συρία είναι τα πιο πρόσφατα παράδείγματα, όλες κρίκοι μίας τραγικής αλυσίας.
Κανένα συμφέρον επίσης δεν έχει κανένας λαός με το να εντάσσεται, με οποιονδήποτε τρόπο, στα δύο νέα στρατόπεδα που οδηγούν την Ευρώπη σε μία πρωτόγνωρη τις τελευταίες δεκαετίες κλιμάκωση της πολεμικής σύγκρουσης. Ο Μητσοτάκης ανακάλυψε σήμερα «μία βίαιη επιστροφή στην εποχή των ηγεμονιών». Η αλήθεια είναι ότι οι ηγεμονίες δεν σταμάτησαν ποτέ, ακόμα και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις ΗΠΑ να μένουν πρώτη και μόνη υπερδύναμη, με τις γνωστές επεμβάσεις σε κάθε γωνιά της Γης. Ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, ο Άγγλος Λόρδος Χέιστινγκς Μέι, είχε πει πως στόχος του ΝΑΤΟ είναι «να κρατάει τους Αμερικανούς μέσα, τους Σοβιετικούς έξω, τους Γερμανούς κάτω». Το δόγμα αυτό δεν σταμάτησε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, με τη συνεχή επέκταση της αμερικανικής επιρροής προς τα ανατολικά, μέχρι το σημείο που η Ρωσία έκρινε πως απειλείται η δίκη της επιρροή, την οποία μέσω του καθεστώτος Πούτιν επιχειρεί διαρκώς τα τελευταία χρόνια να σταθεροποιήσει ή να μεγαλώσει, παραβιάζοντας πλέον κατάφορα το Διεθνές Δίκαιο με την εισβολή της.
Το ερώτημα εδώ είναι: Θέλουμε να βοηθήσουμε πραγματικά και ανιδιοτελώς την Ουκρανία, ή «θέλουμε», ως ΝΑΤΟ, να «δώσουμε ένα μάθημα» στο καθεστώς Πούτιν; Είναι πολύ πιθανό αυτοί οι δύο στόχοι να μην ταυτίζονται.
Ως προς το δεύτερο, που είναι φυσικά τα Ελληνοτουρκικά, ο Πρωθυπουργός σε πολλά σημεία των ομιλιών του υποστήριξε ότι «έχουμε έναν λόγο παραπάνω να στηρίξουμε στρατιωτικά» την Ουκρανία. O συλλογισμός είναι, στην καλύτερη, κάπως απλοϊκός. Αυταρχικός ηγέτης ο Πούτιν, αυτάρχικός ο Ερντογάν, καθεστώς στη Ρωσία, καθεστώς στην Τουρκία, επομένως «δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε αυταρχικούς ηγέτες που θέλουν να ξαναζωγραφίσουν τα σύνορα. Εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις».
Υπάρχουν όμως προφανείς και κρίσιμες ιδιαιτερότητες σε αυτήν τη ταύτιση. Η Ρωσία είναι ο βασικός αντίπαλος του ΝΑΤΟ, η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Για το ΝΑΤΟ, Ελλάδα και Τουρκία ονομάζονται «ΝΑΤΟική Γη» ή σε άλλη μετάφραση, «νατοϊκή επικράτεια». «Εάν δεν δείξουμε εμείς αλληλεγγύη με ποιο ηθικό ανάστημα θα ζητήσουμε εμείς συμπαράσταση από τη Δύση εάν ο μη γένοιτο προκληθούμε;» αναρωτήθηκε ο Πρωθυπουργός στη Βουλή (ξεχνώντας εντελώς την Κύπρο στην ομιλία του). Λες και δεν ήμασταν και είμαστε ήδη ο πιο «προβλέψιμος σύμμαχος», το πιο πειθήνιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από τα μνημόνια και την απάνθρωπη διαχείριση του προσφυγικού. Λες και δεν έχει γίνει η χώρα μία απέραντη αμερικανική βάση, με τη Σούδα και την Αλεξανδρούπολη να είναι βασικοί κόμβοι των ΗΠΑ, με συνεχείς κορώνες περί διασφάλισης της «ασφάλειας» και της «σταθερότητας», με ειρωνεία απέναντι σε κάθε κριτική για κινδύνους. Τόσες μεγαλόστομες δηλώσεις για την Ελλάδα ως «ασπίδα» της Ευρώπης ή «στον πυρήνα της Ευρώπης» σήμαιναν τελικά ότι πρέπει να είμαστε κι άλλο υπάκουοι;
Την ίδια στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση ασκεί πολεμική ρητορική κατά της Ρωσίας, η σύμμαχος στο ΝΑΤΟ Τουρκία ακουλουθεί πολιτική ίσων αποστάσεων, και «παίζει» και με τις δύο πλευρές, κλείνοντας τα στενά του Βοσπόρου για όλα τα πολεμικά πλοία. Είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι με τέτοιο ψυχροπολεμικό σκηνικό, με τα στρατόπεδα να οχυρώνονται, μία ελληνοτουρκική κρίση μεταξύ δύο μελών του ΝΑΤΟ θα φέρει ομόθυμη στήριξη της ελληνικής πλευράς (ειδικά όταν η άλλη πλευρά θα κρατάει την πόρτα ανοιχτή προς τη Ρωσία, η οποία θα επωφελείται). Και είναι αυτό το τεταμένο και εμπόλεμο κλίμα που μπορεί να προκαλέσει ακόμα περισσότερους αναθεωρητισμούς και ακόμα περισσότερες κρίσεις, λειτουργώντας τελικά ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Να θυμίσουμε εδώ ότι η Ρωσία είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο έχει λόγο στο Κυπριακό. Ξανά, η κλιμάκωση φέρνει ακόμα περισσότερους κινδύνους από όσους φαίνεται να προσπαθεί να λύσει. «Θα το πληρώσουμε σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Πρώτον στον τουρισμό, δεύτερον στις σχέσεις μας τις ελληνοτουρκικές και τις Κυπροτουρκικές» τόνισε ο καθηγητής Γεωπολιτικής, Γιάννης Μάζης σε τηλεοπτική του εμφάνιση.
Θα πληρώσουμε επίσης όλη αυτήν την πολεμική κατάσταση με περισσότερη φτώχεια, όπως παραδέχθηκε ο Μητσοτάκης. «Δεν μπορούν να αποκλειστούν απόπειρες εκβιασμού από την πλευρά της Ρωσίας. Μία τέτοια προοπτική πιθανώς θα προκαλέσει και πρόσκαιρες ανατιμήσεις. Συμφωνήσαμε, όμως, ότι αυτό είναι το πρόσκαιρο τίμημα που θα πληρώσουν οι ευρωπαϊκοί λαοί για την υπεράσπιση των αξιών που αποτελούν τα θεμέλια της ηπείρου μας» υποστήριξε. «Συμφωνήσανε» αλλά δεν μας ρώτησε και γενικά κανείς για τίποτα από τα παραπάνω. Στην ίδια ομιλία υποστήριξε ότι το δίλημμα «βούτυρο ή κανόνια» είναι «παρωχημένο». Μάλλον, διαλέξαμε επανειλημμένα τα κανόνια…
To αίτημα των ημερών, όπως εκφράζεται από εκατομμύρια πολίτες που παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις, είναι «σταματήστε τον πόλεμο». Όχι «κλιμακώστε τον», σταματήστε τον. Όχι «συνεχίστε τον, θα αναλάβουμε το τίμημα», σταματήστε τον. Η ταχύτερη αποκατάσταση της ειρήνης είναι η καλύτερη βοήθεια στην Ουκρανία, με απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων και μία συγκεκριμένη συμφωνία που θα διασφαλίζει μία ανεξάρτητη και ειρηνική χώρα (και όχι ένα προτεκτοράτο του ενός ή του άλλου). Η όλο και αυξανόμενη εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο είναι η χειρότερη βοήθεια προς την Ελλάδα. Αν το πάμε αντίθετα, τότε, όταν οι λεονταρισμοί και οι εξαλλοσύνες θα έχουν σωπάσει, θα είμαστε σχεδόν όλοι χαμένοι