Η συζήτηση για την κρίση είναι πάντα μια συζήτηση μέσα στην Κόλαση. Όσο άσχημα και να πάνε τα πράγματα, όσο και να αποτύχει η πολιτική που εφαρμόζεται, η απάντηση είναι: ξέρεις πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα στον παρακάτω κύκλο; Μα έχουμε ανεργία που ξεπερνά το 25%! Ξέρεις πόσο χειρότερα θα ήταν αν δεν ασκούσαμε αυτή την πολιτική; Τώρα, μόλις πέσουν οι μισθοί κι άλλο, θα έρθουν επενδυτές και θα βρει δουλειά ο κοσμάκης. Μα η ύφεση έχει περάσει το 7%! Ξέρεις πόσο θα ήταν χωρίς τα μέτρα; Μα το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται, δεν μειώνεται! Ξέρεις πού θα είχε φτάσει, αν δεν υπογράφαμε τα μνημόνια; Πάντα, στο επιχείρημα ότι είμαστε χωμένοι στα περιττώματα μέχρι τον λαιμό, η απάντηση είναι πως στον διπλανό κύκλο μαστιγώνονται. Πάντα μπορούμε να απαντήσουμε πως αν δεν είχαμε υποστεί αυτά τα μέτρα, θα γινόταν κάτι πολύ χειρότερο.
Φέρνω στον νου μου το επιστημολογικό επιχείρημα του Πόπερ. Αν πω ότι όλοι οι κύκνοι είναι μαύροι, η πρότασή μου είναι μεν ψευδής, αλλά είναι επιστημονική, διότι επιδέχεται διάψευση. Αν πω ότι οι κύκνοι είναι ή μαύροι ή άσπροι ή κάποιο άλλο χρώμα, δεν είναι επιστημονική διότι δεν μπορεί να διαψευστεί. Δεν κομίζω γλαύκα λέγοντας ότι η οικονομική επιστήμη δεν είναι επιστήμη, αλλά εδώ υπάρχει ένα σοβαρό παράδοξο με ανυπολόγιστες συνέπειες για την τρέχουσα συζήτηση. Μετά το ανέκδοτο με τον πολλαπλασιαστή και το ΔΝΤ που δεν ήξερε προπαίδεια, όλη η συζήτηση ακυρώνεται πάντα με το επιχείρημα ότι μπορεί να έχουν αποτύχει τα πάντα, αλλά διαφορετικά θα είχε επέλθει καταστροφή ακόμη μεγαλύτερη! Αυτό δεν είναι επιχείρημα. Για να μπορεί να κριθεί μια πολιτική θα πρέπει να θέσει έναν στόχο και να τον πετύχει. Σύμφωνοι, θα πρέπει να είναι ρεαλιστικός. Αλλά θα πρέπει να τον πετύχει αυτόν τον ρημαδοστόχο, να πετύχει κάτι! Αν μονίμως ο συλλογισμός είναι πως είμαστε μεν μέσα στα σκατά, αλλά αποφύγαμε το μαστίγωμα, πως μαστιγωνόμαστε αλλά αποφύγαμε τον ακρωτηριασμό, και όσο βαθαίνει η κρίση ο ισχυρισμός μετατοπίζεται μονίμως στο ότι πάντως αποφύγαμε τα χειρότερα, έχουμε νομίζω το δικαίωμα κάποτε να ρωτήσουμε τι θέλαμε επιτέλους να πετύχουμε, και να ελέγξουμε αν το πετύχαμε.
Εξάλλου, η αποτυχία στις προβλέψεις γίνεται ρουτίνα όταν οι στόχοι σχεδιάζονται πάντα άφταστοι, η αποτυχία ακολουθεί μοιραία, και το επόμενο μνημόνιο ετοιμάζεται ουσιαστικά πριν στεγνώσει το μελάνι του προηγούμενου. Δεν ζητούμε να λύσει κανείς το πρόβλημα με μαγικά. Ζητούμε όμως να θέσει έναν στόχο και να τον πετύχει, ή αλλιώς να ομολογήσει την αποτυχία του και να δοκιμάσουμε κάτι άλλο. Η πολυπαιγμένη κωμωδία των «τελευταίων μέτρων» έχει χάσει το γούστο της, γιατί λείπουν πια τα εργαλεία της διάψευσης, με τα οποία κρίνουμε ότι κάτι περπατάει ή δεν περπατάει. Από την πλευρά των πολιτικών αυτό είναι ένα μάλλον εύλογο στρατήγημα. Από τη δική μας πλευρά, θα ήταν αντιθέτως εύλογο αν ζητούσαμε το εξής στοιχειώδες: για να έχει νόημα να κρίνουμε και να διαλέγουμε, πρέπει κάτι να επιδιώκουμε και μετά αυτό ή να συμβαίνει ή να μη συμβαίνει. Όποιος αστοχεί πάει σπίτι του και με το καλό δίνουμε την ευκαιρία στον επόμενο. Η ιδέα ότι σε κάθε νέα αστοχία θα πρέπει να αναφωνήσουμε «πάλι καλά», γιατί τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά πολύ χειρότερα, είναι άνευ νοήματος. Στην ουσία συνιστά συγχωροχάρτι αποτυχίας εις το διηνεκές. Δεν λέω να θέσουμε εμείς στόχους και να τους κατηγορούμε που δεν τους πέτυχαν. Αν δεν πετυχαίνουν όμως ούτε τους δικούς τους, τι άλλος ορισμός μπορεί να υπάρξει για την αποτυχία;
Υπάρχει το επιχείρημα ότι οι αστοχίες αυτές στην πραγματικότητα συνιστούν συνειδητή προώθηση μιας αντεργατικής επίθεσης, η οποία κατά βάθος δεν πάει κι άσχημα. Εκτιμώ ωστόσο πως εξακολουθεί να έχει νόημα να αναλύουμε την προπαγάνδα με την οποία μέχρι σήμερα έχει επιτευχθεί αυτή η τόσο απίστευτη σιωπή απέναντι στην επίθεση που δεχόμαστε.