του Νίκου Μπογιόπουλου
(αναδημοσίευση από τον Ημεροδρόμο. Το βιβλίο «Είναι ο Καπιταλισμός Ηλίθιε, εδώ)
α) Το 2007, λίγο πριν την εκδήλωση της κρίσης, το παγκόσμιο χρέος ήταν 142 τρις δολάρια. Υπολογιζόταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Σήμερα (για την ακρίβεια: προ πανδημίας – Γενάρης 2020), σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών, το παγκόσμιο χρέος είχε ήδη εκτιναχτεί στα 257 τρις δολάρια και ήταν 3,2 φορές πάνω από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Μεγαλύτερο δηλαδή απ’ όταν ξέσπασε η προ δεκαετίας κρίση.
β) Το 2008 υπολογιζόταν ότι το μέγεθος του χρηματοπιστωτικού τομέα μόνο όσον αφορά τους «άυλους τίτλους», δηλαδή η «φούσκα» των λεγόμενων «παραγώγων», ήταν μεγαλύτερο έως και 10 φορές από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Δέκα χρόνια μετά (και προ πανδημίας) σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, η «φούσκα» των παραγώγων ανέρχετο στα 640 τρις (δηλαδή 800% πάνω από το παγκόσμιο ΑΕΠ που υπολογίζεται στα 80 τρις). Δεδομένου, δε, ότι ακόμα και το ΔΝΤ έφτασε να διαπιστώσει ότι «οι συναλλαγές παραγώγων αυξάνονται και η διαφάνεια των σχετικών στοιχείων δεν είναι επαρκής», η εικόνα περιγράφεται ήδη από το 2017 ως εξής:«Οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις υπολογίζουν την συνολική αξία των παραγώγων σε 542 τρις δολάρια, οι πιο απαισιόδοξες εκτιμούν ότι ανέρχεται σε 1.200 τρις δολάρια» (www.thepressproject.gr, «Οι τράπεζες «μαγειρεύουν» τα στοιχεία για να μικρύνουν τη φούσκα της παγκόσμιας οικονομίας», Μιχάλης Γιαννεσκής, 7/11/2017). Στην καλύτερη περίπτωση, λοιπόν, κι εφόσον δεχτούμε ότι τα ψέματα των τραπεζιτών δεν είναι ψέματα, και χωρίς να προσμετράμε τα συμβόλαια προεξόφλησης μελλοντικής απόδοσης, τον χρηματιστηριακό τζόγο, κτλ, τότε ο πλανήτης – που δεσμεύεται με ένα χρέος 3,2 φορές μεγαλύτερο από το παγκόσμιο ΑΕΠ – θα πρέπει ό,τι παράγει για τα επόμενα 8-10 χρόνια να τα διαθέτει (χωρίς να ξοδεύεται ούτε μια δραχμή) μόνο και μόνο για να αποπληρωθεί η “φούσκα” των παραγώγων του σήμερα.
Τα παραπάνω σημαίνουν κάτι πολύ απλό: Το σύστημά τους «μπούκωσε». Για μια ακόμα φορά. Και μάλιστα «μπούκωσε» πριν καταφέρει να ανακάμψει από την δίνη της κρίσης που ξέσπασε πριν από μια δεκαετία και πλέον. Πρόκειται για μια κατάσταση που ήδη από τα μέσα Γενάρη (και πριν από την πανδημία) η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ την περιέγραφε έτσι: Ερχεται κρίση και τεράστια οικονομική καταστροφή μεγαλύτερη της Μεγάλης Υφεσης (https://www.theguardian.com/business/2020/jan/17/head-of-imf-says-global-economy-risks-return-of-great-depression)
Και τώρα τίθεται το ερώτημα: Είναι ο κορωνοιός, ίσως, μια… κάποια λύση στο πως θα εξηγήσουν, στο πως θα εφαρμόσουν και κυρίως πως θα επιβάλλουν, πάνω στα ερείπια της προηγούμενης κρίσης, όλα εκείνα τα μέτρα της νέας μετακύλησης των βαρών στα ήδη σφαγιασθέντα θύματα; Είναι ο κορωνοιός ένα ασφαλές πρόσχημα για να στηρίξουν εκείνους που προκαλούν την κρίση, ρίχνοντας νέα ασήκωτα βάρη στις πλάτες εκείνων που πληρώνουν την κρίση;
Εδώ ΠΡΟΣΟΧΗ:
Μακριά από τον γράφοντα κάθε παρερμηνεία ότι τάχα η πανδημία είναι «ένα ψέμα» ή ένα «κατασκεύασμα» ή μια «συνωμοσία» που «προσχεδιάστηκε» κι άλλα τέτοια γελοία και ανάξια. Ο γράφων ισχυρίζεται ότι η συμφορά της πανδημίας είναι ανείπωτη και τόσο πραγματική όσο τα 1,3 εκατομμύρια νεκροί και τα σχεδόν 50 εκατομμύρια καταγεγραμμένα κρούσματα – μέχρι που γράφονταν αυτές οι γραμμές. Ισχυρίζεται ότι για τις συνέπειες και της πανδημίας, την εγκληματική ευθύνη φέρουν ακέραια οι κεφαλαιοκράτες που εμπορευματοποιούν την αρρώστια, διαλύοντας τα συστήματα υγείας, ευθύνεται ο ιμπεριαλισμός που παρέχει στον ΠΟΥ ένα πολλοστημόριο σε σχέση με τα τρισεκατομμύρια που αφειδώς παρέχει για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, ευθύνεται το σφαγείο του κέρδους που μόνο η κορυφή του παγόβουνου είναι ο ανταγωνισμός και όχι η συνεργασία για την ανεύρεση εμβολίου και φαρμάκου για την αρρώστια .
Ισχυρίζεται, λοιπόν, ότι αυτή η αδιανόητη φρίκη έρχεται να επιδεινώσει τη σφοδρότητα μια κρίσης που βρισκόταν προ των πυλών. Με άλλα λόγια η πανδημία προσδίδει στην νέα κρίση, που ερχόταν με μαθηματική ακρίβεια, μεγαλύτερη ένταση και βάθος. Ταυτόχρονα, δε, και εδώ βρίσκεται ο σχεδιασμός, ισχυρίζεται ότι η πανδημία θα αξιοποιηθεί – ήδη αξιοποιείται – από τα βαμπίρ του κεφαλαίου, τους καπιταλιστές και τα πολιτικά τσιράκια τους, σαν μια εξαιρετική «δικαιολογία» και πρόσχημα για να εξαπολύσουν μια γιγάντια εκστρατεία επιβολής μέτρων, με αντίστοιχο κανονιοβολισμό ιδεολογικής καταστολής, ώστε να ισοπεδώσουν ό,τι απέμεινε από τον προηγούμενο οδοστρωτήρα, φροντίζοντας να «αθωώνουν» τον καπιταλισμό και να «ενοχοποιούν» για την νέα λιτότητα και την νέα φτωχοποίηση τον ιό.
Η πανδημία επιχειρείται, ήδη, να εμφανιστεί από τους εμπρηστές (και της δημόσιας υγείας) σαν εκείνος ο «εξωγενής», «απρόβλεπτος» και «αναπάντεχος» παράγοντας στο όνομα του οποίου θα επιδιώξουν να κουρδίσουν όλους τους μηχανισμούς αποχαύνωσης και να ρυθμίσουν όλους τους μηχανισμούς ιδεολογικής τρομοκρατίας ώστε να καταπνίξουν αντιστάσεις, να διαμορφώσουν κοινωνικές συμμαχίες και να περάσουν σαν «αναπόφευκτα», «αναγκαστικά» και «μοιραία» τα νέα εγκλήματα που ετοιμάζουν εις βάρος των λαών.
Οποιος, δε, αδυνατεί να αντιληφθεί τι σημαίνει «έγκλημα», αλλά και «μετατροπή – κατά τον κομψευάμενο κυνισμό τους – της κρίσης σε ευκαιρία», αρκούν τέσσερα στοιχεία:
α) Την ώρα που 1 στους 10 ανθρώπους επιβιώνει με λιγότερα από 2 δολάρια τη μέρα, μόλις 42 μεγιστάνες του πλούτου καταμετρήθηκαν το 2018 να διαθέτουν εισοδήματα τόσα όσα διαθέτει το 50% του πληθυσμού της Γης, δηλαδή 3,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι,
β) τo 82% του παγκόσμιου πλούτου πήγε το 2017 στο 1% της οικονομικής ελίτ, την ίδια ώρα που το φτωχότερο μισό του κόσμου δεν είδε καμία αύξηση στο μερίδιό του,
γ) τα τελευταία 20 περίπου χρόνια, περίοδος που περιλαμβάνει και τον καπιταλισμό της κρίσης αλλά και τον καπιταλισμό της «ανάπτυξης», τα εισοδήματα του πλουσιότερου 1% του πληθυσμού της Γης αυξήθηκαν κατά 182 φορές.
δ) Την περίοδο της πανδημίας, από τις 18 Μαρτίου εως 15 Σεπτεμβρίου, και ενώ δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί πολίτες “εξοντώθηκαν”, οι 643 πλουσιότεροι Αμερικανοί αύξησαν τον πλούτο τους 845 δισεκατομμύρια δολάρια…
Ας δούμε τώρα σε ποιο έδαφος και με ποια νέα εργαλεία θα εξαπολύσουν την νέα επίθεση και γιατί δικαιώνεται ο στίχος του Ελύτη «όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη»:
– Πριν από 40 και πλέον χρόνια οι κομμουνιστές μιλούσαν για το παγκόσμιο πρόγραμμα παρακολούθησης, το πρόγραμμα «Echelon» που χτιζόταν στα υπόγεια του Αγάλματος της Ελευθερίας, αλλά ήταν… συνωμοσιολόγοι. Στις αρχές του αιώνα το πρόγραμμα τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή και το 2013 φρόντισε να μας ενημερώσει γι’ αυτό ένας Αμερικανός πράκτορας, ο Σνόουντεν. Όμως, προσέξτε: Αυτοί που κουκούλωσαν την υπόθεση Σνόουντεν, σήμερα, λόγω… πανδημίας, δεν έχουν καμία αναστολή πλέον να μιλούν ανοικτά για προγράμματα επιτροπείας, παρακολούθησης και ελέγχου που δεν θα περιορίζονται σε SMS για το αν θα βγάλεις το σκύλο βόλτα, αλλά για το είδος του μικροτσίπ που πρέπει να κουβαλούν οι άνθρωποι επάνω τους για να ελέγχει ο «Μεγάλος Αδελφός» αν ξύστηκαν ή αν φταρνίστηκαν, στο όνομα του κορωνοϊού.
– Λίγες βδομάδες μόλις πριν από την πανδημία ο καπιταλιστικός κόσμος των «κάντε σολάριουμ και ενέσεις με απολυμαντικά» (Τραμπ) και των «η ανθρώπινη ζωή δεν είναι απόλυτη αξία» αφού υπάρχει και η οικονομία (Σόιμπλε), συνέχιζε να αρμενίζει με πυξίδα το «δεν υπάρχει εναλλακτική». Όταν, δε, οι ταγοί δεν μπορούσαν να αποτρέψουν με ΠΝΠ τις ενοχλητικές κοινωνικές συναθροίσεις, είχαν όλο το προπαγανδιστικό οπλοστάσιο να βγάζουν φιρμάνι ότι «οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος». Ετσι, το είδαμε ήδη από το πρώτο παγκόσμιο λοκντάουν: Ενώ η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας προειδοποιούσε ότι πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι έρχονταν να προστεθούν στην ανεργία και την μισοανεργία, με τους νέους ανέργους μόνο στις ΗΠΑ να ξεπερνούν τα 26 εκατομμύρια στα μέσα Μαρτίου, οι κεφαλαιοκράτες έδειξαν πως σχεδιάζουν να αντισταθμίζουν το παγκόσμιο όνειδος που προκαλεί η απροσχημάτιστη εκδήλωση της παρακμής και της σαπίλα τους: Με τη δύναμη που τους προσφέρει το γεγονός ότι έχουν πια στα χέρια τους μια δουλεμένη τεχνογνωσία για το πώς μπορούν να θέσουν σε καραντίνα όλο τον πλανήτη.
– Διαθέτουν έναν αδυσώπητο μηχανισμό που εκπαιδεύτηκε, πλέον, ώστε να μπορεί να παρουσιάζει σαν ενδεδειγμένο τον «εγκλεισμό». Που μπορεί να λανσάρει σαν «δίκαιη» την τιμωρία λόγω της «απείθειας» έναντι των Αρχών. Που μπορεί να βαφτίζει κατά το δοκούν την κοινωνική αποστασιοποίηση σαν «σωτηρία» ή ακόμα και την κοινωνική αποξένωση σαν υπόδειγμα «κοινωνικής συμπεριφοράς». Εχουν σε πραγματικό χρόνο επιδοθεί στο πείραμα του τηλε-εργαζόμενου, του τηλε-ιατρικώς παρακολουθούμενου, του τηλε-εκπαιδευόμενου, του τηλε-κατευθυνόμενου ανθρώπου.
– Προφανώς και δεν είναι τόσο ανόητοι ώστε να παραιτηθούν από μια τόσο ισχυρή βάση ώστε να επιχειρήσουν να βαφτίσουν σαν «ατομική ευθύνη» τον ατομισμό, σαν κοινωνικό αρμό το «μένουμε σπίτι» και σαν «κοινωνική ανευθυνότητα» την συλλογικότητα, την κοινωνική δράση και διεκδίκηση. Ειδικά τώρα, μάλιστα, που φάνηκε ότι οι χρήσιμοι σε αυτή την κοινωνία είναι οι εργάτες, οι γιατροί, οι υπάλληλοι στα σούπερ μάρκετ, οι οδηγοί, οι σκουπιδιάρηδες και όχι τα παράσιτα της πλουτοκρατίας και οι κηφήνες της «φιλανθρωπίας».
Αυτή η νέα πραγματικότητα που θα ήθελαν, προμηνύει μια ακόμα πιο φαιά απόχρωση του ήδη υφιστάμενου γκρίζου. Και μπορεί η πορεία του ανθρώπου να είναι προς το φως, αλλά τίποτα πιο ψευδές και ρηχό από το να πιστεύει κανείς ότι οι κρίσεις, ο θάνατος, ο φόβος, η δυστυχία, η εξαθλίωση, η ανασφάλεια, οι πόλεμοι, αποτελούν τις ικανές συνθήκες για να αναζητήσει κανείς το ξέφωτο. Ακόμα και όταν υπό προϋποθέσεις όλα αυτά, με την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και την ασφυξία της ανελευθερίας που προκαλούν, αποδειχτούν αναγκαίες συνθήκες για την εξάντληση του ορίου των αντοχών, δεν επιφέρουν αυτόματα και την ανάταση του ανθρώπου. Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να ξεστρατίσουν σε τυφλά ξεσπάσματα ή ακόμα και να οδηγήσουν σε συνθηκολόγηση με τον «βάκιλο της πανούκλας».
Η ικανή συνθήκη για να παλέψει κανείς ενάντια στο γκρίζο και στο μαύρο είναι η γειωμένη με την πραγματικότητα (και όχι η μεταφυσική) ελπίδα ενός καλύτερου τόπου. Τότε αυτή η αποδείξιμη στη θεωρία δυνατότητα, μετατρέπεται σε υλική δύναμη που εμπνέει και συνενώνει. Εδώ πάνω χτίζεται και διευρύνεται το μέτωπο της άρνησης στην υποταγή και στο «και μη χειρότερα». Και σήμερα η θεωρία υπέρ του δημόσιου και του κοινωνικού κόντρα στο ιδιωτικό και την ιδιωτεία, η θεωρία υπέρ του κεντρικού σχεδιασμού στην παραγωγή με ιεράρχηση τις ανθρώπινες ανάγκες κόντρα στον άναρχο κερδοσκοπικό ανταγωνισμό, η θεωρία «όλοι για έναν και ένας για όλους» μέσα από την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής κόντρα στο «δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο άτομα», είναι μια πραγματικότητα που βοά.
Παρά τις ανατροπές, λοιπόν, που βαραίνουν υπέρ των θιασωτών του «τέλους της ιστορίας», η αλήθεια, στην Ελλάδα και στον κόσμο, είναι ότι αν ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν έδωσαν την θεωρητική και πολιτική πυξίδα για κοινωνικές κατακτήσεις σε συνθήκες 1ης και 2ης βιομηχανικής επανάστασης, σήμερα εκείνοι που σε συνθήκες 3ης και 4ης βιομηχανικής επανάστασης θέλουν να ρίξουν βαθύτερα την ανθρωπότητα στον Μεσαίωνα και στη βαρβαρότητα πρέπει να βρουν ξανά απέναντί τους το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» και το «Τι να κάνουμε».
Αποφασιστική και αναγκαία, προφανώς, είναι εδώ η παρουσία εκείνων των πρωτοπόρων που με πειθαρχία, οργάνωση, σχέδιο, με τέχνη και αποφασιστικότητα θα απαντήσουν στην ταξική επίθεση με συνεχή δράση για αντίστοιχη άνοδο της ταξικής πάλης εκ μέρους των καταπιεσμένων, συγκροτώντας ισχυρές κοινωνικές συμμαχίες και θέτοντας επίμονα στο πολιτικό προσκήνιο την βασική αντίθεση που διαπερνά την κοινωνία – με ή χωρίς κορωνοϊό: «Κεφάλαιο – Εργασία».
Την ώρα, επομένως, που η πλουτοκρατία θα προχωρά στην νέα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, επιδιώκοντας να επιβάλει τους δικούς της όρους σε μια νέα συμμαχία με τα ακόμα περισσότερο συμπιεζόμενα μεσαία στρώματα,
την ώρα που το σύστημα για να ελέγχει την “αγέλη” θα αναζητά την δοσολογία μεταξύ νεοφιλελευθερισμού, κεϋνσιανισμού, ρεφορμισμού, φασισμού, ποντάροντας στην τρομοκράτηση, τις αυταπάτες, την εξάντληση ή την παραίτηση των θυμάτων του,
οι δυνάμεις της ταξικής πάλης, παντού στον κόσμο και κόντρα στον αρνητικό συσχετισμό, επιταχύνοντας τις διαδικασίες ανασυγκρότησής τους, με ορμή, με ευθύτητα προς τον εργαζόμενο λαό και τα καταπιεζόμενα στρώματα, με εφόδιο τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού κατά τον 20ο αιώνα και με μαεστρία που θα προκαλεί ρωγμές στον αντίπαλο, με τακτική που θα συσπειρώνει τις λαϊκές δυνάμεις και θα γεφυροποιεί την συνείδησή τους με τον στρατηγικό στόχο της κοινωνικής απελευθέρωσης, δεν έχουν παρά να προτάξουν την μόνη λύση: Κοινωνική ανατροπή και εκ βάθρων κοινωνικοπολιτική ανασύνθεση.
Σε αυτή τη μάχη, που όπως ο κορωνοϊός αφορά όλο τον πλανήτη έτσι κι αυτή είναι μια μάχη απέναντι στην καπιταλιστική πανδημία που αφορά όλο τον πλανήτη, οι κομμουνιστές γνωρίζουν το διακύβευμα, μέσα από τα λόγια του Λένιν:
«Θα ήταν λάθος– έγραφε – να νομίζει κανείς πως οι επαναστατικές τάξεις έχουν πάντα αρκετή δύναμη για να πραγματοποιήσουν την επανάσταση, όταν αυτή η επανάσταση έχει ωριμάσει πέρα για πέρα λόγω των συνθηκών της κοινωνικό-οικονομικής εξέλιξης. Όχι, η ανθρώπινη κοινωνία δεν είναι συγκροτημένη τόσο έλλογα και τόσο ‘‘βολικά’’ για τα πρωτοπόρα στοιχεία. Η επανάσταση μπορεί να ωριμάσει, ενώ οι δυνάμεις των επαναστατών δημιουργών αυτής της επανάστασης μπορεί να φανούν ανεπαρκείς για την πραγματοποίησή της – τότε η κοινωνία σαπίζει και αυτό το σάπισμα παρατείνεται κάποτε ολόκληρες δεκαετίες».
Στην πατρίδα μας, τόσο μετά και την εμπειρία των Μνημονίων όσο και μετά την προώθηση μιας νέας «κανονικότητας» που – εν μέσω πανδημίας – καταργεί το 8ωρο, επιβάλλει απλήρωτες υπερωρίες, νομοθετεί χουντονόμους κατά των διαδηλώσεων, ψηφίζει “πτωχευτικό” υπέρ τραπεζών και κορακιών, εμπεδώνει το επίδομα σαν “υποκατάστατο” του μισθού, διορίζει αστυνόμους αλλά όχι γιατρούς και δασκάλους, και όλα αυτά το όνομα του… “την υγεία μας να ‘χουμε”, τα σημάδια του ελλοχεύοντος κινδύνου να μετατραπεί αυτή η νέα κρίση σε παρατεταμένο σάπισμα, είναι φανερά.
Εξίσου φανερές, όμως, είναι και οι δυνατότητες η Ιστορία να τραβήξει τον άλλο δρόμο. Ειδικά εδώ, στην Ελλάδα. Αλλά και ειδικά από εδώ, από την Ελλάδα. Γιατί εδώ διαθέτουμε ένα ισχυρό πλεονέκτηµα: Το πλεονέκτημα του ΚΚΕ, ενός έµπειρου Κοµµουνιστικού Κόµµατος που ούτε συνθηκολόγησε ούτε ενσωματώθηκε και ενός ισχυρού ταξικού πόλου που αντιπαλεύει την ανυποληψία και τον αφοπλισµό του εργατικού κινήµατος.