Μιλώντας στην Μακεδονία, ο πρύτανης, Νίκος Παπαϊωάννου εμφανίστηκε να μην γνωρίζει και το πού και το εάν έγιναν οι φθορές τις οποίες έσπευσε να καταγγείλει στην αστυνομία:
Συγκεκριμένα υποστήριξε πως «εγώ ξέρω πού υπήρξαν οι φθορές οι σοβαρές. Αλλά δεν είναι δικό μου θέμα να το πω. Δεν είπα ότι έγιναν. Πιθανόν και να γίνουν. Είναι θέμα του εισαγγελέα. Από ό,τι άκουσα υπάρχουν θέματα φθοράς δημόσιας περιουσίας».
Σε ερώτηση του makthes.gr ποιες υποδομές βανδαλίστηκαν, ο πρύτανης του ΑΠΘ επαναλαμβάνει: «ε, τώρα τι να σας πω; πού να ξέρω; δεν μπήκα μέσα. Είμαι εκτός πανεπιστημίου».
«Οι Πρυτανικές Αρχές ενημέρωσαν τον Εισαγγελέα Υπηρεσίας για τη βίαιη απομάκρυνση των υπαλλήλων φύλαξης και καθαριότητας, όπως επίσης και για την παρεμπόδιση προσέλευσης των διοικητικών υπαλλήλων» υποστηρίζει σε ανακοίνωσή της σήμερα η Πρυτανεία, προσθέτοντας ότι «ήδη, από την περασμένη Πέμπτη, κατά τη διάρκεια της Συγκλήτου, άγνωστα άτομα κινήθηκαν απειλητικά κατά του Αντιπρύτανη Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας, ενώ επιτέθηκαν σε υπάλληλο της υπηρεσίας φύλαξης που προσπάθησε να τον προστατεύσει»
Προσθέτει ότι «ο Εισαγγελέας Υπηρεσίας ενημερώθηκε εκ νέου, όταν πρόσθετες πληροφορίες από την υπηρεσία φύλαξης του πανεπιστημίου, τεκμηρίωναν την παραβίαση χώρων και την είσοδο άγνωστων ατόμων στον 7ο όροφο, όπου στεγάζονται τα γραφεία της Πρυτανείας, όσο και σε άλλους χώρους που δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση. Επιπρόσθετα, ενημερώθηκε για την εκ νέου παρεμπόδιση στην προσέλευση εργασίας, όλων των εργαζομένων και της διοίκησης στο κτίριο. Με βάση τα παραπάνω, η παρέμβαση της Πολιτείας έγινε αυτεπάγγελτα, με σκοπό την αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας των υπηρεσιών του πανεπιστημίου και την αποφυγή καταστροφής δημόσιας περιουσίας».
Στη συνέχεια, η Πρυτανεία δεν αναφέρει πουθενά τη σοκαριτική αστυνομική βία, αντίθετα αναφέρεται γενικά και αόριστα στη «βία συγκεκριμένων ομάδων» που «έχουν επιλέξει τις πρακτικές του όχλου». Αυτά ενώ τα σχετικά βίντεο που τεκμηριώνουν το όργιο καταστολής έχουν κάνει τον γύρο του διαδικτύου, απεικονίζοντας ακόμα και βασανισμό φοιτητή, με σύρσιμο στο τσιμέντο και χημικά στο πρόσωπο.
«Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση που είχαμε, οι 19 από τους συλληφθέντες δεν ήταν μέλη της πανεπιστημιακής μας κοινότητας -κατά δήλωσή τους-, και μόνο 12 δήλωσαν φοιτητές του πανεπιστημίου μας. Τα χθεσινά γεγονότα είναι η κορύφωση των όσων βιώνουν τόσα χρόνια, οι καθηγήτριες και οι καθηγητές, οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι, οι φοιτήτριες και οι φοιτητές μας, σε ένα καθεστώς άτυπης ομηρίας από ομάδες, που χρησιμοποιούν τη βία για να επιβάλλουν τις απόψεις τους. Οι ομάδες αυτές, επανειλημμένα έχουν προβεί σε αποτρόπαιες πράξεις άσκησης λεκτικής και σωματικής βίας σε μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας.»
Η αναφορά σε «19 εξωπανεπιστημιακούς» δεν επιβεβαιώνεται, από δικηγόρους, από άτομα που βρίσκονται αυτήν τη στιγμή μέσα στα Δικαστήρια, όσο και από τις ανακοινώσεις δύο τμημάτων, του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και των διδασκόντων/ουσών του Παιδαγωγικού.
Κλείνοντας, η ανακοίνωση υιοθετεί όλα τα επιχειρήματα της Νέας Δημοκρατίας, αναφέροντας ξανά αόριστα τη «βία» αυτών «των ομάδων» και μάλιστα κάνει λόγο για επιθέσεις πλήττουν την καρδιά του δημοκρατικού πανεπιστημίου:
«Έχουν «επικηρύξει» καθηγητές που δε συμμερίζονται τις απόψεις τους. Έχουν επιλέξει αντί του συντεταγμένου διαλόγου πρακτικές του όχλου. Έχουν παρεμποδίσει συνεδριάσεις δημοκρατικά εκλεγμένων οργάνων. Για πολλά χρόνια, η πανεπιστημιακή κοινότητα υπέστη αυτή την κατάσταση. Τα θύματα αυτών των συμπεριφορών αισθάνθηκαν ανήμπορα να αντιδράσουν. Δίσταζαν μπροστά στην απειλή της βίας. Ο φόβος έφερε την ανοχή κι ανοχή διαιώνισε τον φόβο. Γι’ αυτό οι συγκεκριμένες επιθέσεις πλήττουν την καρδιά του δημοκρατικού πανεπιστημίου. Στο κράτος δικαίου που υπηρετούμε, η προσήλωσή μας στη νομιμότητα είναι αδιαπραγμάτευτη, όπως και η περιφρούρηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας σε κάθε πτυχή της πανεπιστημιακής ζωής.»