Η Αλ. Παπαρήγα κατήγγειλε ότι από διάφορες πλευρές και με διάφορες σκοπιμότητες, μπερδεύεται η συγκεκριμένη ημερήσια διάταξη με το θέμα του Ν. Μπελογιάννη. Παράλληλα, επισήμανε ότι το ΚΚΕ δεν περιμένει από το αστικό κοινοβούλιο να δικαιώσει τον αγώνα του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, και του ΔΣΕ. Αυτό που μπορεί να κάνει, πρόσθεσε, ανεξαρτήτως σύνθεσης είναι να επιβραβεύσει τη λογική του μαστιγίου και του καρότου απέναντι στο λαό.
 
Πρόσθεσε δε ότι «είμαστε σε δύο αντίπαλα, ασυμφιλίωτα στρατόπεδα, αλλά τουλάχιστον, δεν έχει κανένας το δικαίωμα να πει τι θα 'κάνε ο Μπελογιάννης σήμερα. (…) Έχει δικαίωμα ο καθένας να μιλάει για το Μπελογιάννη δεν μονοπωλούμε τίποτα, αλλά δεν μπορούμε να ανεχθούμε την υποκρισία, την καπηλεία και το μίσος, το οποίο το εξηγούμε».
 
Σημειώνεται πως αφορμή για την παρέμβαση της Αλ. Παπαρήγα στάθηκε η καταρχήν τοποθέτηση του βουλευτή της ΝΔ, Κώστα Τασούλα, ο οποίος στην ομιλία του και ανοίγοντας τον κύκλο της μισαλλοδοξίας ανέφερε: «Έχει ακουστεί εδώ ότι ο Μπελογιάννης αγωνίστηκε για τη δημοκρατία. Διαφωνώ. Ο θάνατος του Μπελογιάννη ήταν σκληρότατος. Η θανατική ποινή είναι μια σκληρότατη πράξη. Αλλά δεν μπορεί εν ονόματι μιας σκληρότατης πράξης που μπορεί κανείς να την κρίνει, αν ήταν άδικη ή δίκαιη, να θεωρούμε ότι η επιδίωξη επιβολής κομμουνιστικής δικτατορίας συνιστά πράξη υπέρ της δημοκρατίας».
 
Κοντά στις «γραμμές» του Κ. Τασούλα, ο βουλευτής της ΝΔ, Κώστας Τζαβάρας, ο οποίος επιχείρησε να απενοχοποιήσει το αστικό κράτος λέγοντας ότι ο Νίκος Μπελογιάννης δολοφονήθηκε από το παρακράτος. Είπε ακόμα ότι η βουλή συμμετέχοντας στα εγκαίνια του μουσείου «ανέδειξε ως ήρωα της Δημοκρατίας έναν ήρωα του κόμματός του και της παράταξής του» ενώ σημείωσε ότι η σελίδα του εμφυλίου πολέμου δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο της πολιτισμικής κληρονομιάς μέσα από ένα μνημείο του εμφυλίου πολέμου.
 
Ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, εξέφρασε «έκπληξη» για τις ενστάσεις που διατύπωσαν βουλευτές της ΝΔ σχετικά με τη συνδρομή που παρείχε το κοινοβούλιο για τη δημιουργία του Μουσείου «Νίκος Μπελογιάννης». Όπως είπε, με εξαίρεση τις «έγκριτες» εφημερίδες «Καθημερινή» και «Εστία», και κάποια περιθωριακά έντυπα της ακροδεξιάς, όταν ελήφθη η απόφαση από τη Βουλή, «από καμία άλλη πλευρά, ούτε από δημοσιολογούντες, ούτε από πολιτικά πρόσωπα, ούτε από πολιτικά κόμματα είχε εκφραστεί οτιδήποτε δημόσια. Και αυτό το θεωρούσα και το θεωρώ σαν ενδεικτικό στοιχείο δημοκρατικής ωρίμανσης εν έτη 2017 για το πως βλέπουμε την ιστορία».