Η διευθύντρια ειδήσεων του NPR, Έντιθ Τσάπιν, ανακοίνωσε την αποχώρησή της στο τέλος του έτους, με φόντο τις σαρωτικές περικοπές στη δημόσια χρηματοδότηση των ΜΜΕ και την πολιτική πίεση από τη διοίκηση Τραμπ. Το Κογκρέσο ενέκρινε την ακύρωση 1,1 δισ. δολαρίων για την ενίσχυση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, απειλώντας εκατοντάδες τοπικούς σταθμούς. Η παραίτηση έρχεται εν μέσω κατηγοριών για πολιτική προκατάληψη στο NPR και νέας κυβερνητικής επίθεσης σε μέσα όπως το Voice of America και το PBS.
Η διευθύντρια ειδήσεων της αμερικανικής δημόσιας ραδιοφωνίας NPR, Έντιθ Τσάπιν, ανακοίνωσε την αποχώρησή της από τον οργανισμό στο τέλος του έτους, καθώς εντείνεται η πολιτική πίεση που δέχονται τα δημόσια μέσα ενημέρωσης υπό τη διακυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Η ανακοίνωση έρχεται λίγο μετά την ψήφιση περικοπής χρηματοδότησης ύψους 1,1 δισ. δολαρίων από το Κογκρέσο προς την Corporation for Public Broadcasting (CPB), με παρότρυνση του Λευκού Οίκου.
Η CPB, που ιδρύθηκε το 1967 από τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, είναι ο βασικός χρηματοδότης των δημόσιων μέσων NPR και PBS, αλλά και περίπου 1.500 τοπικών σταθμών σε όλη τη χώρα, από τη Νέα Υόρκη έως την Αλάσκα. Η περικοπή, που αφορά χρηματοδοτήσεις για τα επόμενα δύο έτη, απειλεί τη βιωσιμότητα πολλών περιφερειακών σταθμών και εντείνει τους φόβους για πολιτική παρέμβαση στα ανεξάρτητα μέσα.
Η παραίτηση της Τσάπιν γνωστοποιήθηκε με επιστολή της εκτελεστικής προέδρου του NPR, Κάθριν Μάχερ, προς τους εργαζόμενους. Όπως ανέφερε, η Τσάπιν εξέφρασε την πρόθεσή της να αποχωρήσει δύο εβδομάδες μετά την ψήφιση των περικοπών, τονίζοντας πως επιθυμεί να «κάνει παύση» και να αποστασιοποιηθεί, ενώ δήλωσε «πίστη στη δύναμη και την ακεραιότητα της σύνταξης του NPR για τη συνέχεια».
Η αποχώρηση της Τσάπιν έρχεται σε μια περίοδο εσωτερικής αναταραχής για τον οργανισμό, καθώς είχε προηγηθεί η δημοσίευση άρθρου που κατηγορούσε το NPR για προοδευτική πολιτική προκατάληψη και απώλεια εμπιστοσύνης από τους συντηρητικούς Αμερικανούς ακροατές.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση Τραμπ διευρύνει τις περικοπές και σε άλλα δημόσια μέσα, κυρίως εκείνα που απευθύνονται σε διεθνές κοινό, όπως τα Voice of America, Radio Free Asia και Radio Free Europe/Radio Liberty, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις για την ανεξαρτησία των δημόσιων δημοσιογραφικών οργανισμών.
Σημειώνεται ότι οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF), σε πρόσφατη ανακοίνωσή τους, χαρακτήρισαν τον Τραμπ έναν από τους ισχυρότερους υπερασπιστές κινημάτων που εχθρεύονται τα μέσα ενημέρωσης διεθνώς, επισημαίνοντας τους κινδύνους για την ελευθερία του Τύπου εντός και εκτός ΗΠΑ.