Ρεπορτάζ της Νεκταρίας Ψαράκη
Οι τέσσερις από τους οκτώ πρόσφυγες, παλαιστινιακής καταγωγής, εισήλθαν στην ελληνική επικράτεια μέσω της ελληνοτουρκικής μεθορίου του Έβρου. Έφτασαν στην Αθήνα, και στη συνέχεια στη Σάμο στις 24/08/2022, οπότε και προσήλθαν αυτοβούλως στην Κλειστή Ελεγχόμενη Δομή Σάμου (ΚΕΔ Σάμου) και αιτήθηκαν άσυλο. Στις 26/08/2022 συνελήφθησαν και εκδόθηκε απόφαση κράτησής τους, διότι «συνέτρεχαν λόγοι διαφυγής στα πρόσωπά τους». Στις 29/08/2022, εκδόθηκε απόφαση να παραμείνουν στα κρατητήρια μέχρι την έκδοση της απόφασης για το άσυλό τους. Οι τέσσερις, δεν έλαβαν ποτέ γνώση των λόγων κράτησής τους. Δεν ενημερώθηκαν ποτέ για το νόμιμο δικαίωμά τους να αμυνθούν στην απόφαση κράτησης τους, αλλά ούτε και για το δικαίωμά τους για νομική εκπροσώπησή τους σε γλώσσα που κατανοούν. Η αστυνομία από την άλλη, δεν εξήγησε ποτέ το λόγο που αυτοί κρατούνταν, δεδομένου ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία, εάν συντρέχουν λόγοι διαφυγής, προβλέπεται 25ήμερη κράτηση στην ΚΕΔ Σάμου.
Οι άλλοι δύο, ένας άνδρας και μία γυναίκα, η Madi, από τους οκτώ πρόσφυγες, πάλι παλαιστινιακής καταγωγής, έφτασαν στις 31/08 στη Σάμο. Αρχικά αφίχθηκαν στη Ρόδο, μέσω της ελληνοτουρκικής μεθορίου, και στη συνέχεια ταξίδεψαν στη Σάμο, οπότε και εμφανίστηκαν στον προαύλιο χώρο μίας ΜΚΟ ζητώντας βοήθεια για να αιτηθούν άσυλο και να καταγραφούν στην ΚΕΔ Σάμου. Την ίδια μέρα συνελήφθησαν, ενώ εκδόθηκε απόφαση για την κράτησή τους καθώς συνέτρεχαν λόγοι διαφυγής. Η γυναίκα, από τις 31/08 έως τις 29/09, η Madi διέμενε σε ένα κελί το οποίο βρισκόταν στον ίδιο χώρο με των ανδρών κρατουμένων. Το κρεβάτι όπου κοιμόταν, ήταν δίπλα στα κάγκελα που λειτουργούσαν ως διαχωριστικό με το ανδρικό κελί, με αποτέλεσμα αφενός να παραβιάζεται η ιδιωτικότητά της, και αφετέρου να μένει έκθετη σε αυτονόητους κινδύνους που μπορούν να προκύψουν από τη μεικτή κράτηση ανδρών – γυναικών.
Στις 7/09, στα κελιά του Α.Τ. Σάμου, προστέθηκαν άλλοι δύο Παλαιστίνιοι, νέες αφίξεις Αυγούστου, με την κατηγορία της εμπλοκής στα επεισόδια της διαμαρτυρίας στο ΚΕΔ Σάμου, όπου διέμεναν. Την ίδια ημέρα, το Δικαστήριο αποφάνθηκε την άρση της κράτησής τους, όμως στις 8/09 συνελήφθησαν εκ νέου, ενώ εκδόθηκε απόφαση για διοικητική κράτησή τους μέχρι την έκδοση της απόφασης για το αν θα πάρουν άσυλο, αφού κρίθηκαν επικίνδυνοι για λόγους δημόσιας τάξης. Οι δύο, κατηγορήθηκαν για την πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης και της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας κατά τα επεισόδια στην ΚΕΔ Σάμου στο Βαθύ, όμως στις 12/09 αθωώθηκαν, καθώς στην ακροαματική διαδικασία δεν προέκυψαν αποδεικτικά στοιχεία. Καταδικάστηκαν σε 4 μήνες με αναστολή για διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας και κοινής ειρήνης. Όμως δεν βγήκαν από τα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου. Κρατούνταν αυθαίρετα ως τις 29/09. Σε ένα κελί με άλλους 7 ανθρώπους. Για περισσότερες από 20 μέρες, χωρίς προαυλισμό, χωρίς να γνωρίζουν γιατί κρατούνται.
Ταυτόχρονα, για κανέναν από τους παραπάνω πρόσφυγες δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη από τον νόμο (παρ. 8. αρ. 46 ν.4636/19) κατά απόλυτη προτεραιότητα, εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, η οποία ολοκληρώνεται υποχρεωτικά, σε κάθε περίπτωση, εντός είκοσι ημερών, από την επιβολή της κράτησης ή την υποβολή της αίτησης. Μόλις στις 19/09 καταγράφηκαν από την ΥΠΥΤ (όχι από την Υπηρεσία Ασύλου) μόνο 3 από τους 4 Παλαιστίνιους που κρατούνται από τις 26/08. Ο έτερος από τους δύο κρατουμένους για λόγους δημόσιας τάξης, ολοκλήρωσε την καταγραφή του από την Υπηρεσία Ασύλου επίσης στις 19/09 και του επιδόθηκε κλήση για συνέντευξη. Κρατούνταν δηλαδή για περισσότερες από 20 ημέρες, χωρίς να έχουν κινηθεί οι διαδικασίες για την έκδοση του ασύλου τους, πράγμα παράνομο.
«15 ημέρες με τα ίδια ρούχα»
Η δικηγόρος Ιωάννα Μπεγιάζη ειδοποιήθηκε στις 6/09 ότι δύο Παλαιστίνιοι αιτούνταν νομικής εκπροσώπησης, οπότε και παρευρέθηκε στα κρατητήρια. «Μπαίνω μέσα και αντί για τους δύο, βρίσκω οκτώ άτομα, δεδομένου ότι μαζί τους βρισκόταν και ένας ποινικός κρατούμενος ο οποίος στη συνέχεια βγήκε. Είδα μία κοπέλα σε ξεχωριστό κελί μεν, αλλά περιφραγμένο από κάγκελα στο ίδιο κελί με των ανδρών δε. Την έβλεπα μέσα από διπλά κάγκελα. Έπαθα σοκ. Είχα πάει μαζί με τον διερμηνέα μας, επομένως συνομίλησα μαζί τους. Κανένας δεν καταλάβαινε γιατί ήταν εκεί. Αυτοί οι άνθρωποι δεν συνελήφθησαν στον δρόμο. Οι δύο βρίσκονταν ήδη στο ΚΕΔ, οι τέσσερις πήγαν εκεί αυτοβούλως και δύο αναζήτησαν βοήθεια σε ΜΚΟ για να πάνε στο ΚΕΔ. Ήταν απίστευτα μπερδεμένοι και πολύ ταλαιπωρημένοι. Στις 9 Σεπτεμβρίου που ξαναπήγα, παραπονέθηκαν ότι φορούν τα ίδια ρούχα από την ημέρα της σύλληψής τους. Σαπούνι είχαν, αλλά έκαναν μπάνιο και στη συνέχεια φορούσαν τα ίδια ρούχα και εσώρουχα, δεν είχαν πρόσβαση σε οδοντόβουρτσες και άλλα είδη υγιεινής. Η κοπέλα ζητούσε μία χτένα για τα μαλλιά της και δεν της την έδιναν. Στις 10 του μήνα, όταν επιτέλους αρχίσαμε να μαθαίνουμε -εξουσιοδοτημένοι πια – πληροφορίες, οι πρόσφυγες μας ενημέρωσαν ότι δεν είχαν επικοινωνία με την οικογένειά τους. Παρά το γεγονός ότι ήταν διοικητικοί κρατούμενοι, τους είχαν αποσπάσει τα κινητά και δεν τους επέτρεπαν άλλο τρόπο επικοινωνίας. Κανένας από αυτούς δεν είχε δει το φως της ημέρας από την ημέρα σύλληψης», περιγράφει.
Στις 15 Σεπτεμβρίου η Ιωάννα Μπεγιάζη και οι συνεργάτες της – εξουσιοδοτημένοι πλέον δικηγόροι των οκτώ – απέστειλαν τις αντιρρήσεις κράτησης. «Οι αντιρρήσεις μας απορρίφθηκαν μέσα σε 10 λεπτά. Αμέσως μετά ζητήσαμε ακρόαση από τον διευθυντή της αστυνομίας ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία να λυθεί το ζήτημα. Γενικά, φαινόταν ότι η κράτησή τους ήταν επιβαλλόμενη οδηγία. Το Α.Τ. Σάμου δεν τους ήθελε μέσα. Φαινόταν, από τη συμπεριφορά των στελεχών και των υπαλλήλων. Εικάζουμε ότι ήταν οδηγία άνωθεν, για να μη γίνει ξαφνικά σύστημα να έρχονται οι μετανάστες από την ενδοχώρα στη Σάμο για να καταγραφούν», εξηγεί.
Η μόνιμη δικαιολογία του Α.Τ. Σάμου, ήταν ότι αυτός που καθυστερεί τη διαδικασία είναι η Υπηρεσία Ασύλου. Όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι. «Οι αστυνομικοί επέμεναν να μην μου στέλνουν το φάκελο των κρατουμένων. Οπότε επικοινώνησα εγώ με το Άσυλο, και όπως ενημερώθηκα η υπηρεσία δεν ήξερε καν για την ύπαρξή τους, ενώ σύμφωνα με τη νομοθεσία η εξέταση για το αν δικαιούνται ή όχι διεθνή προστασία πρέπει να ολοκληρώνεται μέσα σε 20 ημέρες», τονίζει. Σημειώνεται, ότι οι τέσσερις Παλαιστίνιοι, είχαν έρθει στις 24 Αυγούστου, και η Ιωάννα Μπεγιάζη επικοινώνησε με το Άσυλο στις 9 Σεπτεμβρίου. Δηλαδή οι πρόσφυγες κρατούνταν ήδη 16 ημέρες από τις 20 που προβλέπει ο νόμος και οι διαδικασίες δεν είχαν καν αρχίσει, με την Αστυνομία προφανώς να μεταβιβάζει την ευθύνη στην ανήξερη Υπηρεσία Ασύλου.
«Η κράτησή τους παραβιάζει το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ που απαγορεύει τα βασανιστήρια και την εξευτελιστική μεταχείριση των κρατουμένων»
Από τους οκτώ, οι έξι δεν κατηγορούνταν για τίποτα. Βρίσκονταν κρατούμενοι στα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου επειδή κρίνονταν ύποπτοι φυγής, λόγω του ότι μπήκαν από άλλο σημείο της χώρας και επειδή στερούνταν εγγράφων ταυτοποίησης. «Η νομοθεσία όμως, δε λέει ότι αν δεν γραφτείς στον Έβρο μπορώ να σε κρατήσω. Όταν μπαίνεις παράνομα, πρέπει αμελλητί να ζητήσεις να καταγραφείς. Ξέρουμε ότι οι αλλοδαποί αιτούντες άσυλο μπαίνουν στη χώρα παράνομα γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Στην ενδοχώρα, είναι εξαιρετικά δύσκολη η πρόσβαση στο άσυλο. Από πέρυσι τον Νοέμβριο έχει βγει μία εγκύκλιος που λέει ότι δεν καταγράφεται κανείς στην ενδοχώρα, αλλά μόνο στα ΚΥΤ και στα σύνορα. Οι πρόσφυγες, προσπάθησαν να φύγουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα από τον Έβρο διότι φοβούνταν την επαναπροώθηση. Στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη δεν μπορούσαν να καταγραφούν, επομένως αναζήτησαν μία τοποθεσία με ΚΕΔ ώστε να μπορούν να μείνουν εκεί. Η αστυνομία, αναφέρει ότι δήθεν υπάγονται σε άλλο καθεστώς δεδομένου ότι δεν ήταν αφίξεις Σάμου. Δεν ισχύει. Η νομοθεσία λέει ότι τα πρόσωπα που εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα, οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των λίμενικών και αστυνομικών αρχών σε ΚΥΤ ή σε ΚΕΔ προκειμένου να υπαχθούν σε διαδικασίες υποδοχής, απαραίτητες για την εξακρίβωση της ιθαγένειας και της ταυτότητάς τους, τον ιατρικό έλεγχο και την διαπίστωση τυχούσας ευαλωτότητας. Τους παρουσιάζουν ως εξαίρεση διότι δεν θέλουν να έρχονται από την ενδοχώρα στα νησιά», εξηγεί.
Ουσιαστικά, οι αρχές δεν μπορούσαν να κρατήσουν τους πρόσφυγες με τη δικαιολογία της παράνομης παραμονής στη χώρα. Σύμφωνα με το άρθρο 31 της συνθήκης της Γενεύης, αλλά και το άρθρο 50 του νόμου για τη διεθνή προστασία, αναφέρεται ξεκάθαρα ότι κανείς αλλοδαπός δεν κρατείται επειδή εισήλθε παράνομα στη χώρα. Οι αλλοδαποί κρατούνται μόνο αν κριθούν επικίνδυνοι φυγής. Και πάλι όμως. Όχι σε κρατητήρια αστυνομικού τμήματος. Για να κριθεί κάποιος επικίνδυνος φυγής, απαιτείται να πληροί μία σειρά από κριτήρια. Οι πρόσφυγες της ιστορίας μας πληρούσαν το κριτήριο της απουσίας ταξιδιωτικών εγγράφων. «Το θέμα είναι ότι οι περισσότεροι και οι περισσότερες μέσα στο ΚΕΔ δεν έφτασαν στην Ελλάδα με διαβατήρια και ταυτότητες. Ακόμη και να ήταν επαρκείς οι λόγοι που κρίθηκαν ύποπτοι φυγής, ποτέ η κράτηση δε γίνεται σε αστυνομικό τμήμα. Ποτέ», επισημαίνει.
Σύμφωνα με έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Επιτροπή Κατά των Βασανιστηρίων -το όργανο συνθηκών που παρακολουθεί την εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων από τα συμβαλλόμενα κράτη- είχε καλέσει την Ελλάδα να μεταρρυθμίσει το σύστημα κράτησης μεταναστών και να σταματήσει τα pushbacks. Στην έκθεση, αναφερόταν ξεκάθαρα: «Το Συμβούλιο της Ευρώπης διαπίστωσε ότι οι συνθήκες κράτησης στις οποίες κρατούνταν μετανάστες σε ορισμένες εγκαταστάσεις στην περιοχή του Έβρου και στο νησί της Σάμου θα μπορούσαν να ισοδυναμούν με απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Η έκθεση υπογραμμίζει και πάλι τις διαρθρωτικές ελλείψεις στην πολιτική κράτησης μεταναστών στην Ελλάδα. Οι μετανάστες συνεχίζουν να κρατούνται σε κρατητήρια που αποτελούνται από μεγάλα κελιά γεμάτα με κρεβάτια, με κακό φωτισμό και εξαερισμό, ερειπωμένες και σπασμένες τουαλέτες και τουαλέτες, ανεπαρκή προϊόντα προσωπικής υγιεινής και καθαριστικά, ανεπαρκή τρόφιμα και χωρίς πρόσβαση σε υπαίθρια καθημερινή άσκηση. Ο υπερβολικός συνωστισμός σε αρκετές από τις εγκαταστάσεις επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση. Επιπλέον, οι μετανάστες δεν είχαν σαφείς πληροφορίες για την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν».
Η Ιωάννα Μπεγιάζη, προσθέτει: «Έχουμε ήδη καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) για κρατήσεις σε αστυνομικά τμήματα. Είχε κριθεί ότι τα αστυνομικά τμήματα είναι χώροι σχεδιασμένοι μόνο για σύντομη παραμονή. Λόγου χάριν, αν κάποιος έχει κάνει αυτόφωρο και έχει το δικαστήριό του την επομένη, περνάει το βράδυ στο κρατητήριο. Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, διαφορετικά παραβιάζεται το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που απαγορεύει τα βασανιστήρια και την εξευτελιστική μεταχείριση και κρίνει ακατάλληλες τις συνθήκες κράτησης στα αστυνομικά τμήματα».
Κανονικά οι πρόσφυγες, ακόμη και αν κρίνονται ύποπτοι φυγής, επιβάλλεται να κρατούνται σε ένα αξιοπρεπές κέντρο κράτησης, όπου θα προαυλίζονται κανονικά, θα απολαμβάνουν της ιδιωτικότητάς τους, ποιοτικής σίτισης, αξιοπρεπών συνθηκών υγιεινής, ενώ θα έχουν πρόσβαση σε τηλέφωνο επικοινωνίας όποτε το επιθυμούν για να επικοινωνούν με τις οικογένειές τους. Στη Σάμο, υπάρχει ΠΡΟΚΕΚΑ, το οποίο δε λειτουργεί. Δεν έχει τεθεί ακόμη σε λειτουργία, πράγμα που δε δικαιολογεί να κρατούνται οι πρόσφυγες ως εναλλακτική λύση στα κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, σε περίπτωση που οι πρόσφυγες κριθούν επικίνδυνοι φυγής, μπορούν να μείνουν για 25 ημέρες έγκλειστοι στο ΚΕΔ, το οποίο φυλάσσεται νυχθημερόν.
Έπρεπε να παρέμβει ο Συνήγορος του Πολίτη για να αφεθούν – «Ένας πρόσφυγας είχε ξεκινήσει ήδη απεργία πείνας»
«Δύο εβδομάδες τους επισκεπτόμασταν καθημερινά και δεν ξέραμε τι να τους πουν. Την τρίτη εβδομάδα πλέον, άρχισαν οι καταγραφές στο Άσυλο και μέχρι 26 του μήνα είχαν κάνει όλοι της συνεντεύξεις τους. Η ημέρα που πραγματικά απηυδήσαμε, ήταν η 21η Σεπτεμβρίου, όταν μόλις ρωτήσαμε τι θα γίνει με την περίπτωσή τους, μας απάντησαν ότι οι διαδικασίες ασύλου τους προχωρούν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα φύγουν από τα κρατητήρια όταν βγει το άσυλό τους. Κανονικά, οι διαδικασίες δεν αργούν πολύ, αλλά στην πράξη κάποιοι περιμένουν μήνες. Έτσι, στραφήκαμε στον Συνήγορο του Πολίτη», εξηγεί.
Η υπόνοια ότι οι πρόσφυγες θα παραμείνουν στο κρατητήριο για αρκετό διάστημα ακόμη δεν ήταν το μόνο κίνητρο των δικηγόρων. Όπως μας ενημερώνει η Ιωάννα Μπεγιάζη, κάποιοι πρόσφυγες είχαν ξεκινήσει ήδη απεργία πείνας ώστε να μπει ένα τέλος στο βασανιστήριό τους. «Ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Ξεκίνησε ένας πρόσφυγας απεργία πείνας και ακολούθησαν κι άλλοι. Ο συγκεκριμένος μάλιστα δεν μπορούσε να το διαχειριστεί ψυχολογικά. Πάθαινε κρίσεις άγχους, είχε μεταφερθεί και στο νοσοκομείο. Ζητήσαμε να εκτιμηθεί από ψυχολόγο και έγινε», επισημαίνει.
Ο Συνήγορος του Πολίτη ανταποκρίθηκε εντός μίας εργάσιμης και ζήτησε περισσότερες πληροφορίες. Σε τρεις εργάσιμες είχαν στείλει επιστολή «επισημαίνοντας ακόμη περισσότερες παραβιάσεις από αυτές που βρήκαμε εμείς ως δικηγόροι», σημειώνει η κ. Μπεγιάζη. «Τόνισαν ότι οι συνθήκες κράτησής τους λόγω πανδημίας κρίνονται απαράδεκτες, δεδομένου μάλιστα ότι οι τέσσερις είχαν φύγει από τον χώρο της καραντίνας χωρίς να την ολοκληρώσουν. Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακάλεσε την εξέταση της άμεσης άρσης της κράτησής τους. Εντός δύο εργάσιμων ημερών τους απελευθέρωσαν», εξηγεί, με τους πρόσφυγες να είναι πλέον ελεύθεροι στις 29 Σεπτεμβρίου.
Παρατηρείται επομένως, ότι εξαιτίας της γενικότερης αύξησης της πίεσης, τόσο μέσω των συνεχών παρεμβάσεων των δικηγόρων, όσο και μέσω της παρέμβασης του Συνηγόρου του Πολίτη ο οποίος έβαλε τη σφραγίδα του «ειδικού στα νομικά ζητήματα», τα εμπόδια που εμφανίζονταν στη διαδικασία αποφυλάκισης των οκτώ, εξαφανίστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Σε περίπτωση που όντως εγείρονταν νομικά ζητήματα που θα απαιτούσαν την κράτηση των οκτώ στα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου, οι συνεχείς παρεμβάσεις δεν θα έπιαναν τόπο. Αποκαλύπτεται λοιπόν ότι η κράτησή τους ήταν αυθαίρετη, απλώς και μόνο για να σταλεί το μήνυμα ότι «δεν πρέπει να γίνει σύστημα να φτάνουν στα νησιά πρόσφυγες που δεν βρήκαν Υπηρεσία Ασύλου στην ενδοχώρα».
H απάντηση της ΕΛ.ΑΣ
Το The Press Project ενημερώθηκε για την κράτηση των οκτώ στις 23 Σεπτεμβρίου οπότε και επικοινωνήσαμε τόσο με τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Βορείου Αιγαίου, όσο και με το Υπουργείο Μετανάστευσης. Οι απαντήσεις τόσο της ΕΛ.ΑΣ., όσο και του Υπουργείου, δεν κρίνονται ικανοποιητικές.
Το The Press Project απέστειλε αίτημα παροχής στοιχείων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Βορείου Αιγαίου στις 23 Σεπτεμβρίου, και κατόπιν επανειλημμένων οχλήσεων έλαβε απαντήσεις στις 3 Οκτωβρίου. Αξιωματικοί της ΓΑΔ Βορείου Αιγαίου απαντούσαν στις συνεχείς οχλήσεις μας τονίζοντας ότι πρόκειται για υπόθεση που χρήζει αναλυτικής διερεύνησης, διαδικασία η οποία απαιτεί αρκετό χρόνο και κόπο.
Οι απαντήσεις εν τέλει που λάβαμε ωστόσο, κρίνονται σύμφωνα με τα στοιχεία του ρεπορτάζ, ελλιπείς. Αρχικά, περιγράφονται αναλυτικά οι διαδικασίες συλλήψεων των οκτώ, με τις ημερομηνίες να συμφωνούν με τις πληροφορίες μας. Αναφέρεται ωστόσο ότι εισήλθαν στην ελληνική επικράτεια από μη θεσμοθετημένο σημείο, εννοώντας όχι από κάποιο λιμάνι ή αεροδρόμιο, αγνοώντας ότι οι αιτούντες διεθνούς προστασίας δεν επιτρέπεται να εισέλθουν στη χώρα με άλλο τρόπο. Στη συνέχεια, αναφέρουν ότι για όλους εκδόθηκε Απόφαση Προσωρινής Κράτησης, η οποία σε καμία περίπτωση δεν προβλέπει την κράτηση των προσφύγων για διάστημα ενός μήνα. Το The Press Project ρώτησε την ΓΑΔ Βορείου Αιγαίου τον λόγο που οι οκτώ κρατούνταν στα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου για τόσο μεγάλο διάστημα παρά το γεγονός ότι η νομοθεσία δεν το προβλέπει, αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση.
Στη συνέχεια, αναφέρεται ότι για τους έξι από τους οκτώ, εκδόθηκαν αρχικά Αποφάσεις Επιστροφής στη χώρα τους από τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Σάμου. Εν ολίγοις, ο διευθυντής ζήτησε την απέλαση των έξι, ενώ δεν είναι αυτή η προβλεπόμενη διαδικασία. Κανονικά, σύμφωνα με τον νόμο, (παρ. 8 αρ. 46 ν. 4636/19) πρέπει να γίνει κατά απόλυτη προτεραιότητα η εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, η οποία ολοκληρώνεται υποχρεωτικά, σε κάθε περίπτωση, εντός είκοσι (20) ημερών, από την επιβολή της κράτησης ή την υποβολή της αίτησης. Αν η αίτηση είναι απορριπτική, τότε κινούνται οι διαδικασίες απέλασης. Ποτέ ανάποδα.
Η αστυνομία ακόμη, ισχυρίστηκε ότι ενημερώθηκε άμεσα το Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Σάμου για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες εξέτασης των αιτημάτων τους για υπαγωγή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η κ. Μπεγιάζη ωστόσο, τους διαψεύδει, δεδομένου ότι εκείνη και οι συνεργάτες της ενημέρωσαν το Άσυλο για την ύπαρξη των οκτώ στις 9 Σεπτεμβρίου, όταν οι τέσσερις ήδη μετρούσαν περισσότερες από 14 ημέρες κράτησης στα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου.
Στη συνέχεια, αναφέρεται ότι οι δύο αλλοδαποί παλαιστινιακής καταγωγής που συνελήφθησαν στις 6 Σεπτεμβρίου «για την εμπλοκή τους σε έκνομες ενέργειες που διαπράχθηκαν στην ΚΕΔ Σάμου», κατηγορήθηκαν για τα αδικήματα της διατάραξης της κοινής ειρήνης, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, της διατάραξης της λειτουργίας υπηρεσίας, της στάσης, της διέγερσης σε διάπραξη εγκλημάτων – βιαιοπραγίες ή διχόνοια και της πρόκλησης φθορών, χωρίς να αναφέρεται ότι το δικαστήριο έγινε, αθωώνοντάς τους για την επικίνδυνη σωματική βλάβη και την πρόκληση φθοράς. Παραλείπεται το γεγονός ότι διατάχθηκε η απελευθέρωσή τους, και δεν σημειώνεται ότι συνελήφθησαν εκ νέου. Συμπερασματικά, δεν απαντούν στην ερώτηση «γιατί κρατούνται», αφού απλώς επισημαίνεται ότι εκδόθηκε απόφαση κράτησης από τον διευθυντή του Α.Τ. Σάμου.
Η αστυνομία ερωτήθηκε εκτενώς για τις συνθήκες κράτησης. Αρχικά, ισχυρίστηκαν ότι γνωστοποιήθηκαν τα δικαιώματά τους σε γλώσσα που κατανοούν , με τους πρόσφυγες ωστόσο να υποστηρίζουν ότι δεν γνώριζαν τους λόγους κράτησής τους, ούτε ότι μπορούσαν να αμυνθούν σε αυτήν. Μεταφραστής χρησιμοποιήθηκε. Όμως για να απευθύνει συγκεκριμένες ερωτήσεις στους πρόσφυγες από τις αρχές, που θα βοηθούσαν στη στοιχειοθέτηση της δικογραφίας, και όχι για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους μέσω αυτού. Σχετικά με τις συνθήκες κράτησης, απάντησαν το εξής:
«Οι αλλοδαποί Παλαιστινιακής καταγωγής, κατά το χρόνο διοικητικής κράτησής τους, παρέμειναν έως την έκδοση απόφασης επί αιτημάτων τους για υπαγωγή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας (άσυλο), σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον πρώτο όροφο του Αστυνομικού Μεγάρου Σάμου, ελλείψει έτερων,προβλεπομένων από διατάξεις των Νόμων 3907/2011 και 4939/2022, χώρων κράτησης στη νήσο Σάμο. Οι προαναφερόμενοι αλλοδαποί κατά το χρόνο παραμονής τους στο Αστυνομικό Μέγαρο της Σάμου, σιτίζονταν κανονικά, είχαν άμεση και ελεύθερη πρόσβαση σε χώρους ατομικής υγιεινής, δυνατότητα επικοινωνίας μέσω τηλεφωνικής εγκατάστασης καθ’ όλο το 24ωρο, καθώς και δυνατότητα επισκεπτηρίου για την προμήθεια ειδών ατομικής υγιεινής και ρουχισμού».
Τα παραπάνω στοιχεία αμφισβητούνται επίσης. Ο «ειδικά διαμορφωμένος χώρος», είναι τα κρατητήρια του Α.Τ. Σάμου, που όπως εξηγήσαμε η κράτηση σε αστυνομικό τμήμα ακουμπά τα όρια του βασανισμού και της εξευτελιστικής κράτησης σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ακόμη, δεν αμφισβητήθηκε ότι σιτίζονταν κανονικά ούτε ότι είχαν πρόσβαση σε χώρους ατομικής υγιεινής. Η αστυνομία ερωτήθηκε να επιβεβαιώσει την απεργία πείνας του ενός και την πρόσβαση όλων σε είδη ατομικής υγιεινής, όχι χώρων. Στο email – απάντηση δεν γίνεται ούτε διάψευση ούτε επιβεβαίωση της απεργίας πείνας, αλλά ούτε και αναφορά στην παροχή βασικών ειδών υγιεινής, όπως λόγου χάριν οδοντόβουρτσες, τις οποίες ζήτησαν από τους δικηγόρους στις 10 Σεπτεμβρίου. Η δυνατότητα επικοινωνίας διαψεύδεται από τους κρατούμενους επίσης. Στην απάντηση αναφέρεται ότι υπήρχε δυνατότητα επισκεπτηρίου για την προμήθεια ειδών ατομικής υγιεινής και ρουχισμού. Όμως το πρώτο επισκεπτήριο ήταν 14 ημέρες μετά την κράτηση τουλάχιστον των τεσσάρων, οπότε και είχαν μείνει για τουλάχιστον δύο εβδομάδες με βρώμικα εσώρουχα, ρούχα και χωρίς να έχουν πρόσβαση σε είδη στοματικής υγιεινής.
Για την 20χρονη Madi, η αστυνομία αναφέρει: «Η αλλοδαπή Παλαιστινιακής καταγωγής, κατά το χρόνο διοικητικής κράτησής της, παρέμεινε σε ξεχωριστό ειδικά διαμορφωμένο χώρο, ο οποίος διέθετε αυτοτελώς τουαλέτα (WC) και λουτρό».
Ο χώρος κράτησης της 20χρονης Madi, ήταν μεν ξεχωριστός, διότι ήταν περιφραγμένος από κάγκελα και ήταν κλειδωμένη, ωστόσο βρισκόταν στο εσωτερικό του «ανδρικού κελιού». Είναι πραγματικότητα ότι διέθετε αυτοτελώς WC και λουτρό. Ωστόσο πρακτικά κοιμόταν σε ένα κρεβάτι δίπλα στα διαχωριστικά κάγκελα, ενώ παραβιαζόταν η ιδιωτικότητά της δεδομένης της ολοήμερης οπτικής επαφής με τους άλλους άνδρες κρατούμενους. Σε καμία περίπτωση δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία η «μεικτή κράτηση», και οι «ειδικά διαμορφωμένοι χώροι» του Α.Τ. Σάμου, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για κράτηση ενός μήνα υπό αυτές τις συνθήκες.
Το email κλείνει γνωστοποιώντας τις Αποφάσεις Άρσης της Κράτησης. Οι έξι λόγω σχετικών αποφάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου, και οι δύο «κατόπιν σχετικής εισήγησης του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου Σάμου, αποφασίστηκε η μη συνέχιση της κράτησής τους. Τέλος γνωρίζεται ότι, άπαντες οι προαναφερόμενοι αλλοδαποί
Παλαιστινιακής καταγωγής, κατά τον ενεστώτα χρόνο, φιλοξενούνται στην Κλειστή Ελεγχόμενη Δομή Νήσου Σάμου». Δεν εξηγείται ούτε γιατί κρατήθηκαν, ούτε τι άλλαξε και έπαψαν να κρατούνται, ενισχύοντας την άποψη που θέλει την αυθαίρετη κράτησή τους να σταματά κατόπιν πιέσεων άνωθεν.
«Ακολουθήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες και εγκρίθηκε το άσυλό τους εντός ολίγων ημερών», δηλώνει ο γ.γ. του υπουργείου Μετανάστευσης
Το The Press Project επικοινώνησε για την υπόθεση των οκτώ και με τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Μετανάστευσης, Μάνο Λογοθέτη. Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι το αίτημα ασύλου εξετάστηκε και εγκρίθηκε εντός ολίγων ημερών. Ούτε όμως εξετάστηκε ούτε εγκρίθηκε εντός ολίγων ημερών. Οι πρόσφυγες κρατούνταν σε άθλιες συνθήκες για ένα μήνα. Το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου δεν προχώρησε σε σχετικές δηλώσεις σχετικά με τη διάρκεια και τις συνθήκες κράτησης, ούτε σε διευκρινιστικές απαντήσεις για την περίπτωση της Madi.
Συγκεκριμένα, ο Μάνος Λογοθέτης στις 29/09 δήλωσε στο The Press Project τα εξής:
«Σχετικά με τα οκτώ άτομα από την Παλαιστίνη τα οποία αφίχθησαν στη Σάμο από άλλα μέρη της Ελλάδος στις 31/08, οι υπηρεσίες του υπουργείου μετανάστευσης και ασύλου ακολούθησαν την προβλεπόμενη διαδικασία καταγραφής των αυθόρμητων αφίξεων. Σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή, σε περιπτώσεις αυθόρμητων αφίξεων, το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει είναι να ειδοποιηθεί η ΕΛ.ΑΣ. Έτσι και έγινε. Η ΕΛ.ΑΣ. μετέφερε ξανά τα άτομα στην ΚΕΔ Σάμου στις 19/09. Τα άτομα υπέβαλαν αίτημα για χορήγηση ασύλου το οποίο και εξετάστηκε εντός ολίγων ημερών, στις 27/09 εγκρίθηκε.
Στις 29/09, επιδόθηκαν οι αποφάσεις ασύλου στα άτομα αυτά και μεταφέρθηκαν στην ΚΕΔ Σάμου ώστε να προβούμε στις επίσης προβλεπόμενες διαδικασίες υποδοχής για αναγνωρισμένους πρόσφυγες. Δηλαδή στην ενημέρωσή τους για το ενταξιακό πρόγραμμα Ήλιος, και στην έκδοση των αδειών παραμονής τους στη χώρα, αλλά και των ταξιδιωτικών τους εγγράφων».