του Δημήτρη Τσίρκα

Δεν έχει σημασία αν οι υποψήφιοι διδάκτορες δουλεύουν σκληρά, συχνά υπό κακές συνθήκες (ιδίως οι πιο φτωχοί) για να πάρουν το διδακτορικό τους. Η δουλειά αυτή είναι αντιπαραγωγική, αφού καθυστερεί την καριέρα τους στην αγορά, που είναι ο πραγματικός τόπος της αριστείας.

Ούτε τον καθιστά απαραίτητα υποκριτή το γεγονός ότι ο ίδιος έχει διδακτορικό. Αν τον ρωτούσαν πιθανόν να απαντούσε ότι θα προτιμούσε εκ των υστέρων να είχε ξεκινήσει να δουλεύει πιο νωρίς στις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, όπως η Goldman Sachs και η Merrill Lynch, από τις οποίες έγινε πλούσιος.

Από αυτή την άποψη, ο Πατέλης είναι πιο κοντά σε μια ας την πούμε αμερικανική λογική περί αριστείας, αυτή του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία (Γκέιτς, Μπέζος, Μασκ κ.α.), πάρα στην ευρωπαϊκή/αριστοκρατική που τη θέλει να είναι το αποτέλεσμα της μόρφωσης (απόκτηση ακαδημαϊκών τίτλων) και της καλλιέργειας. Η πρώτη δίνει έμφαση στο χρηματικό κεφάλαιο, η δεύτερη στο πολιτισμικό.

Αυτό, ωστόσο, που αποκρύπτουν και οι δύο αντιλήψεις είναι ο ταξικός προσδιορισμός της αριστείας. Ούτε η αγορά είναι μια ουδέτερη αρένα όπου οι άνθρωποι διαγωνίζονται επί ίσοις όροις και κερδίζουν οι ικανότεροι και όσοι που δουλεύουν πιο σκληρά. Απόδειξη ο ίδιος ο Πατέλης, μέλος αστικής οικογένειας, με αρκετά χρήματα που του επέτρεψαν να φοιτήσει στα καλύτερα σχολεία και πανεπιστήμια και να δικτυωθεί κατάλληλα ώστε να βρει μια καλοπληρωμένη δουλειά στα μεγαλύτερα χρηματοικονομικά ιδρύματα του κόσμου.

Ούτε φυσικά, η ευρωπαϊκή/αριστοκρατική λογική είναι ταξικά ουδέτερη, αφού η μεγάλη πλειονότητα όσων ακολουθούν ακαδημαϊκή καριέρα και συσσωρεύουν πολιτισμικό κεφάλαιο ανήκουν στα μεσαία και ανώτερα οικονομικά στρώματα. Και είναι απολύτως λογικό, αφού τόσο η εκπαίδευση, όσο και η «καλλιέργεια» απαιτούν χρήματα και ένα ορισμένο οικογενειακό περιβάλλον που δίνει στα παιδιά τα κατάλληλα ερεθίσματα και κίνητρα. Παράγοντες που συνήθως απουσιάζουν από τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων τα οποία είναι αναγκασμένα να δίνουν την καθημερινή μάχη για τον επιούσιο και στις πιο δύσκολες συνθήκες.

Η αγοραία αντίληψη περί αριστείας έχει έντονα λαϊκιστικά στοιχεία (με την κοινή έννοια του όρου) καθώς δέχεται ως μόνο κριτήριο επιτυχίας το χρήμα και την ικανότητα στην αγορά που υποτίθεται το κερδίζει. Δεν εξετάζει δηλαδή τη μόρφωση ή την καλλιέργεια του επιτυχημένου, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να είναι ένας άξεστος τραμπούκος, όπως ο Τραμπ. Για αυτό άλλωστε πολλοί φτωχοί στις ΗΠΑ, εργάτες και μικροαστοί πνιγμένοι στα χρέη ταυτίστηκαν μαζί του.

Έτσι, ένας δισεκατομμυριούχος κατάφερε όχι μόνο να μην αναγνωρίζεται ως ελίτ αλλά να εμφανίζεται ως ο πρωταθλητής του «μικρού ανθρώπου» απέναντι στις μορφωμένες ελίτ των πανεπιστημίων και της Δυτικής Ακτής που βρίσκονται μακριά από τους απλούς ανθρώπους και τους σνομπάρουν.

Οι τελευταίες βέβαια έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να τον δικαιώσουν αντιμετωπίζοντας πολλές φορές τα λαϊκά στρώματα που έλκονταν από τη ρητορική του, όχι πολιτικά, αλλά ιμπρεσιονιστικά και ηθικολογικά, χαρακτηρίζοντας τους ηλίθιους ή και ελεεινούς (deplorables), όπως τους αποκάλεσε η Χίλαρι Κλίντον.

Για να ξαναγυρίσουμε όμως στα δικά μας, η ΝΔ αξιοποιεί και τις δύο αντιλήψεις περί αριστείας, κατά πως τη βολεύει. Από τη μια προτάσσει την υψηλή μόρφωση στα φημισμένα αγγλοσαξονικά πανεπιστήμια του Μητσοτάκη και άλλων στελεχών της, για να δώσει την εικόνα μια κυβέρνησης των αρίστων και της αξιοκρατίας, αντί των τζακιών και της διαπλοκής που πραγματικά είναι.

Από την άλλη, επικαλείται την αγοραία εκδοχή της για να δικαιολογήσει διάφορες κραυγαλέες επιλογές της που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την πρώτη. Όπως για παράδειγμα όταν αλλάζει τον νόμο για να τοποθετήσει υπεύθυνο της ΕΥΠ κάποιον που δεν έχει καν πτυχίο ή διορίζει αβέρτα κομματικά βύσματα με απολυτήριο μέχρι και δημοτικού, διπλασιάζοντάς τους παράλληλα τον μισθό.

Κύριοι φορείς της πρώτης λογικής είναι το ακραίο κέντρο, πρωταγωνιστές της δεύτερης η λαϊκή (ακρο)δεξιά, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης.

Μονά ζυγά, λοιπόν, δικά τους, αριστεία είναι και η υψηλή μόρφωση και η ακαδημαϊκή διάκριση, αλλά και η έλλειψή τους. Και τα πτυχία και τα διδακτορικά, αλλά και τα απολυτήρια λυκείου που ισοδυναμούν με… δέκα πτυχία, όπως είπε ο Άδωνις για τον διευθυντή του γραφείου του που δεν έχει κανένα, αλλά τον πληρώνουμε 2.500 ευρώ τον μήνα. Ο συγκεκριμένος άλλωστε, απέδειξε την αριστεία του στις ψεκασμένες εκπομπές του σε περιθωριακά κανάλια της ακροδεξιάς, δίπλα στον αντιπρόεδρο της ΝΔ. Αριστεία είναι η Νέα Δημοκρατία, όχι τα διδακτορικά και τα πτυχία!

Εν τέλει, η αριστεία είναι ένα κενό σημαίνον που γεμίζει με το κατάλληλο νόημα ανάλογα με τις πολιτικές ανάγκες των προπαγανδιστών της. Μια ιδιαίτερα πλαστική έννοια που η μόνη της σταθερά είναι ότι συγκαλύπτει τα προνόμια των ελίτ, εμφανίζοντας τα ως δίκαιη ανταμοιβή για τις «ξεχωριστές» ικανότητες και τη «σκληρή» δουλειά τους.