
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος που συνήλθε εκτάκτως χθες 27 Μαρτίου, αποφάσισε να ζητήσει από τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη να διερευνήσει την πειθαρχική ευθύνη της προέδρου του Αρείου Πάγου, Ιωάννας Κλάπα, μετά τις επανειλημμένες παρεμβάσεις της στο έργο των δικαστών, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά της ανακρίτριας και της εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου, που χειρίστηκαν την υπόθεση του κυκλώματος στην Πολεοδομία του νησιού.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος ενέκρινε την εισήγηση της Συντονιστικής Επιτροπής και αποφάσισε αναλυτικά:
«1. Τη διερεύνηση της πειθαρχικής ευθύνης της Προέδρου του Αρείου Πάγου σύμφωνα με τον ΚΟΔΚΔΛ (Ν. 4938/2022) από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, για τις παρεμβάσεις της, μέσω εγκυκλίων, οδηγιών και κίνησης πειθαρχικών διώξεων σε βάρος δικαστικών λειτουργών.
2. Τη διοργάνωση ημερίδας με θέμα τη Δικαστική Ανεξαρτησία, σε συνεργασία με όσες δικαστικές ενώσεις επιθυμούν, προς ανάδειξη της αναγκαιότητας περιφρούρησης των θεσμικών εγγυήσεων που την περιβάλλουν.
3. Την πρόταση προς τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας για πραγματοποίηση αποχής μίας ημέρας από τα καθήκοντά τους, ως έκφραση διαμαρτυρίας του δικηγορικού σώματος, σε μέρα που θα προσδιορίσει η Συντονιστική Επιτροπή.
4. Την ενημέρωση των αρμόδιων θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ευρώπης (CCBE), επισημαίνοντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το κεκτημένο του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού από τις παρεμβάσεις της ηγεσίας της δικαιοσύνης στο δικαιοδοτικό έργο των Ελλήνων δικαστικών λειτουργών».
Αφορμή για την έκτακτη συνέλευση των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, στάθηκε η πιο πρόσφατη παρέμβαση της Ιωάννας Κλάπα, ανώτατης δικαστικής λειτουργού, η οποία διέταξε τον πειθαρχικό έλεγχο των ανακριτικών αρχών και μάλιστα με το χαρακτήρα του κατεπείγοντος για την ανακρίτρια και την εισαγγελέα Ρόδου, οι οποίες χειρίζονται τη δικογραφία της υπόθεσης του κυκλώματος της Πολεοδομίας Ρόδου και παρά την ύπαρξη σοβαρών στοιχείων για σύσταση και συμμετοχή των εμπλεκομένων σε εγκληματική οργάνωση και άλλα αδικήματα, πήραν την απόφαση να μην τους κρίνουν προσωρινά κρατούμενους.
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) εξέδωσε σκληρή ανακοίνωση κατά της Προέδρου του Αρείου Πάγου, τονίζοντας ότι ο πειθαρχικός έλεγχος «πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών». «Βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της» υπογράμμισε ακόμα η ΕΕΕ.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του Αρείου Πάγου, Παναγιώτης Λυμπερόπουλος απάντησε στην ΕΕΕ, ισχυριζόμενος ότι «πρέπει να καταστεί σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ανεξαρτήτως βαθμού, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του, η οποία όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο».
Ολόκληρη η απάντηση του Αρείου Πάγου που προηγήθηκε της έκτακτης συνέλευσης των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και απαντούσε στις εύλογες αντιδράσεις της ΕΕΕ:
«Αναφορικά με τη δικογραφία που εκκρεμεί στο στάδιο της ανάκρισης στο Πρωτοδικείο Ρόδου, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, στο πλαίσιο της ασκήσεως των καθηκόντων της περί εποπτείας των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων της χώρας (άρθρο 23 του νόμου 439/2022) ζήτησε από την πρόεδρο του Συμβουλίου Επιθεώρησης τη διερεύνηση του ενδεχομένου διεξαγωγής προκαταρκτικής εξέτασης εις βάρος δικαστικού λειτουργού αναφορικά με την άσκηση των καθηκόντων του.
Πρέπει να καταστεί σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ανεξαρτήτως βαθμού, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του, η οποία όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο.
Εξάλλου, ο έλεγχος αν η ελευθέρως διαπιστωθείσα γνώμη του δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού εκφεύγει των ακροτάτων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας (ΟλΑΠ 9/2015), έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από το νόμο και την υπαγωγή σε αυτόν των αποδειχθέντων, ανήκει αποκλειστικά και μόνο στα αρμόδια προς τούτο, κατά το Σύνταγμα και τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, δικαστικά όργανα.
Αυτά και μόνο, έχοντας γνώμη όλων των στοιχείων της δικογραφίας, νομίμως επιλαμβάνονται και ασκούν την αρμοδιότητά τους με στόχο την προάσπιση του κράτους δικαίου, του κύρους της Δικαιοσύνης, της δικαιικής ασφάλειας των πολιτών και την εδραίωση της εμπιστοσύνης τους προς τους θεσμούς».