Με συνοπτικές διαδικασίες και με ένα θολό βίντεο ως μοναδικό «αποδεικτικό» στοιχείο το δικαστήριο Μυτιλήνης καταδίκασε σε πέντε χρόνια φυλάκισης τους δύο ανηλίκους αιτούντες άσυλο από το Αφγανιστάν, που και κατηγορήθηκαν για τον εμπρησμό του ΚΥΤ της Μόριας τον Σεπτέμβριο του 2020.

Σύμφωνα με την Εφσυν, λίγο πριν την εκπνοή του εξαμήνου, που αποτελεί το ανώτατο όριο προφυλάκισης ανηλίκων, οι δύο ανήλικοι αιτούντες άσυλο από το Αφγανιστάν, που είχαν συλληφθεί μαζί με άλλους τέσσερις ομοεθνείς τους και κατηγορήθηκαν για την φωτιά που έκαψε το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Μόριας στις 9 Σεπτεμβρίου 2020, οδηγήθηκαν στο δικαστήριο Μυτιλήνης, το οποίο αναγνώρισε μόνο το ελαφρυντικό της ανηλικότητας και τους καταδίκασε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Οι δυο καταδικασθέντες θα οδηγηθούν στις φυλακές της Αυλώνας όπου θα εκτίσουν την ποινή τους. Όπως αναφέρει το makthess.gr,  εκτός των δύο ανηλίκων, τις ίδιες κατηγορίες αντιμετωπίζουν ακόμη τέσσερις ομοεθνείς τους, ωστόσο οι υποθέσεις έχουν διαχωριστεί.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, η δικάσιμος ορίστηκε χωρίς να έχουν ενημερωθεί οι κατηγορούμενοι και οι συνήγοροί τους, που έδωσαν μάχη προκειμένου να παραστούν στη δίκη, καθώς το δικαστήριο είχε σπεύσει να ορίσει συνηγόρους υπεράσπισης από τη λίστα των διαθέσιμων δικηγόρων της Μυτιλήνης.

Η δικηγόρος των δύο ανήλικων αιτούντων άσυλο, Αγγελίδου, κατέθεσε έφεση κατά της απόφασης και, μεταξύ άλλων, δήλωσε στην ΕΡΤ Αιγαίου ότι «στο δικαστήριο αναγνώστηκε η κατάθεση ενός ανθρώπου που υπολείπεται αξιοπιστίας γιατί ήταν αρχηγός της αντίπαλης εθνότητας των παιδιών, τους αναγνώρισε χωρίς να δώσει καμία συγκεκριμένη πληροφορία για τα άτομα αυτά. Όμως αυτή η διαδικασία(της ανάγνωσης κατάθεσης χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα εξέτασης του μάρτυρα) είναι ανεπίτρεπτη με βάση και τα άρθρα της Ελληνικής ποινικής δικονομίας και της ευρωπαϊκής σύμβασης και υπάρχουν πολλές αποφάσεις από το ΕΔΑ, που λένε ότι αυτό καταστρατηγεί το δικαίωμα του κατηγορούμενου σε μια νόμιμη ποινική διαδικασία που έχει προφορικότητα και αμεσότητα».

Αξιοσημείωτο είναι πως, παρά τις ενστάσεις που προέβαλαν οι συνήγοροι, η καταδικαστική απόφαση βασίστηκε σε ένα θολό βίντεο, ενώ το δικαστήριο έκανε επίσης δεκτή την γραπτή κατάθεση ενός Αφγανού της φυλής Παστούν, χαρακτηρίζοντάς τον μάλιστα ως «ιδιαίτερα αξιόπιστο», παρά το γεγονός ότι ο εν λόγω μάρτυρας όχι μόνο απουσίαζε, αλλά είναι άγνωστο το πού βρίσκεται.

Ο θεωρούμενος ως “μάρτυρας – κλειδί”, αμέσως μετά την κατάθεσή του για τους πέντε ομοεθνείς του, που ανήκουν στην αντίπαλη φυλή των Χαζάρα, αναγνωρίστηκε επισήμως ως πολιτικός πρόσφυγας και έκτοτε παραμένει άφαντος. Επισημαίνεται ότι στην κατάθεση αυτή στηρίχθηκε η σύλληψή τους, καθώς και η απαγγελία κατηγοριών, καθώς οι αρχές είχαν ανακοινώσει ότι προχώρησαν στις συλλήψεις αξιοποιώντας υλικό από βίντεο και μαρτυρικές καταθέσεις.

Ο ένας εκ των δύο καταδικασθέντων ανηλίκων συνελήφθη στο αεροδρόμιο την ώρα της αναχώρησής του από Μυτιλήνη και με προορισμό τη Θεσσαλονίκη, με βάση ένα θολό βίντεο από την ημέρα του εμπρησμού, στο οποίο φαίνεται να απεικονίζεται. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, το μόνο που φαίνεται στο συγκεκριμένο βίντεο είναι η πλάτη ενός νεαρού που συμμετέχει στα επεισόδια, ενώ σε κανένα σημείο δεν φαίνεται το πρόσωπό του, που, όπως υποστήριξαν οι συνήγοροί του, θα επέτρεπε την πέραν κάθε αμφιβολίας ταυτοποίηση.

Το δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα των συνηγόρων καθώς και την ένσταση της υπεράσπισης όταν έκανε δεκτή τη μαρτυρία ενός αστυνομικού που ισχυρίζεται ότι αναγνώρισε στο βίντεο τον νεαρό από τα ρούχα που φορούσε τη συγκεκριμένη ημέρα και με τα οποία συνελήφθη στο αεροδρόμιο, ενώ είπε επίσης ότι ο σωματότυπος καθώς και το κούρεμα ταίριαζαν με την πλάτη του νεαρού στο βίντεο. Οι ενστάσεις της υπεράσπισης, που κατέθεσε πως τα συγκεκριμένα ρούχα παραγγέλνονται και μοιράζονται μαζικά στους πρόσφυγες, ενώ ο σωματότυπος και το συγκεκριμένο κούρεμα απαντώνται στο 90% των νεαρών Αφγανών προσφύγων, δεν εισακούστηκαν.

Υπενθυμίζεται πως, όπως είχε μεταδώσει το ενημερωτικό μέσο “Στο Νησί”, η σύλληψη των κατηγορουμένων είχε γνωστοποιηθεί από τον ίδιο τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ο οποίος είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Οι εμπρηστές της Μόριας κρατούνται». Μάλιστα είχε συγχαρεί για την επιτυχία της σύλληψης, τα στελέχη της ΕΛΑΣ στη Λέσβο και συγκεκριμένα την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Μυτιλήνης. Ίσως η ανάγκη του Υπουργείου να αποδώσει κάπου την ευθύνη για τον εμπρησμό και να φανεί ότι απονέμει την δικαιοσύνη με την παραδειγματική τιμωρία των φερόμενων ως ενόχων να εξηγεί αυτό την απροθυμία του Τριμελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων να κάνει δεκτές τις εύλογες ενστάσεις της υπεράσπισης, αλλά και την παράκαμψη των δημοκρατικών διαδικασιών κατά την ημέρα της δίκης.