Πέντε ημέρες πριν την ημερομηνία – ορόσημο της 15ης Ιουλίου, όταν και αναμένεται να επικυρωθεί και να παραδοθεί το πόρισμα της Προανακριτικής Επιτροπής στον Πρόεδρο της Βουλής για να ορίσει συνεδρίαση της Ολομέλειας, ο ελεγχόμενος Δημήτρης Παπαγγελόπουλος και οι συνήγοροι του, Δημήτρης και Λυδία Τσοβόλα, κατέθεσαν προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών αίτηση για την κήρυξη ακυροτήτων της Επιτροπής.

Στην αίτησή του, ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην παράνομη μη κλήση για εξέταση ουσιωδών μαρτύρων και του μηνυτή Αντώνη Σαμαρά για να καταθέσουν ως μάρτυρες στην Επιτροπή, καθώς και στην παράνομη εξαίρεση από την Επιτροπή των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Τζανακόπουλου και Παύλου Πολάκη. Ακόμα, μεταξύ των λόγων ακυρότητας, αναφέρεται το απροσδιόριστο του κατηγορητηρίου του -με αναφορές στην ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο ελάχιστος χρόνος που του δόθηκε δεδομένου του μεγάλου όγκου εγγράφων της δικογραφίας, καθώς και η πλημμελής ανακριτική έρευνα της Επιτροπής.

Σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής Ιωάννης Μπούγας έχει διαβιβάσει την αίτηση του Δ. Παπαγγελόπουλου στους εισηγητές των κομμάτων, για το τυπικό της υπόθεσης, και για να λάβουν θέση, ωστόσο το χρονοδιάγραμμα αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να προχωρήσει όπως έχει συμφωνηθεί, καθώς η πλειοψηφία κατατείνει στο ότι η κοινοβουλευτική επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης δεν έχει υπερκείμενο όργανο και πως οι αιτήσεις ακυρότητας που κατατέθηκαν σήμερα, έχουν κριθεί το προηγούμενο διάστημα από την ίδια την επιτροπή και θα κριθούν στη συνέχεια από το δικαστικό συμβούλιο.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, σε αυτή την κατεύθυνση τα κόμματα θα πρέπει μέχρι το βράδυ της 14ης Ιουλίου να παραδώσουν στη Γραμματεία της ειδικής επιτροπής τις πορισματικές τους θέσεις. Την 15η Ιουλίου η ειδική επιτροπή θα συνεδριάσει στις 11.30 το πρωί, προκειμένου να επικυρώσει το ένα και μοναδικό κείμενο που θα συμπεριλάβει τις πορισματικές θέσεις των κομμάτων, το πόρισμα της επιτροπής δηλαδή, και να το παραδώσει στον Πρόεδρο της Βουλής για να ορίσει συνεδρίαση της Ολομέλειας.

Υπενθυμίζεται πως πλέον, η ποινική προκαταρκτική έρευνα που διενέργησαν οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου για τους χειρισμούς της Εισαγγελίας Διαφθοράς στην υπόθεση Novartis πέρασε στα χέρια της Εισαγγελίας Πρωτοδικών.

Ολοκληρώθηκε η εισαγγελική έρευνα για τους χειρισμούς της Εισαγγελίας Διαφθοράς στην υπόθεση Novartis

Διαβάστε αναλυτικά τη δήλωση που έκαναν οι συνήγοροι του Δ. Παπαγγελόπουλου, Δημήτρης Τσοβόλας και Λύδια Τσοβόλα:

«Σήμερα ο κ. Παπαγγελόπουλος κατέθεσε στην Κοινοβουλευτική Προκαταρτική Επιτροπή Αίτηση, η οποία απευθύνεται προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, με την οποία ζητεί την κήρυξη ακυροτήτων και την άρση των αμφισβητήσεων (κατά άρθρο 244 παρ. 5 Κ.Π.Δ.) που έλαβαν χώρα κατά την διενεργούμενη προκαταρκτική εξέταση που αποφάσισε η Ολομέλεια της Βουλής σε βάρος του.

Μεταξύ των άλλων λόγων ακυρότητας που προβάλλονται είναι και οι εξής:

α) Παράνομη η εξαίρεση από την Επιτροπή των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Τζανακόπουλου και Πολάκη.

β) Διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και κλήση του Παπαγγελόπουλου για παροχή εξηγήσεων στην Επιτροπή χωρίς να προσδιορίζονται έστω και στοιχειωδώς οι πράξεις για τις οποίες παραπέμφθηκε και κλήθηκε για εξηγήσεις, γεγονός που αντίκειται και στην Ευρωπαϊκή και στην Ελληνική νομοθεσία και παραβιάζει τα υπερασπιστικά του δικαιώματα.

γ) Μη παροχή εύλογου χρόνου για μελέτη της δικογραφίας διακοσίων τριανταπέντε χιλιάδων σελίδων προκειμένου να μπορεί εγκαίρως και αποτελεσματικά να μελετήσει την δικογραφία και να ετοιμάσει την υπεράσπισή του.

δ) Κλήση του Παπαγγελόπουλου για παροχή εξηγήσεων χωρίς η Επιτροπή προηγουμένως να συλλέξει το απαραίτητο ανακριτικό υλικό, όπως ορίζει ο νόμος, στερώντας έτσι απ’ αυτόν θεμελιώδη υπερασπιστικό του δικαίωμα. Θα έπρεπε πρώτα να συλλέξει όλο το αποδεικτικό υλικό και μετά να κληθεί ο Παπαγγελόπουλος για παροχή εξηγήσεων.

ε) Παράνομη μη κλήση για εξέταση ουσιωδών μαρτύρων και του μηνυτή Αντώνη Σαμαρά για να καταθέσουν ως μάρτυρες στην Επιτροπή.

Οι ανωτέρω σκόπιμες πράξεις και παραλείψεις της πλειοψηφίας της Επιτροπής, αποκαλύπτει ότι η δίωξη είναι πολιτική και όχι ποινική».