Ας το αφήσουμε, ωστόσο, προς το παρόν, αυτό στην άκρη. Ο Τσίπρας, ούτως ή άλλως, δεν θα σταματήσει να μας εκπλήσσει με την άγνοιά του, τη ρηχότητα με την οποία αντιμετωπίζει τα ζητήματα.
Έστω, λοιπόν, ότι επιλέγουμε να συζητήσουμε την στρατηγική (sic) του «Μαζί». Ποιοι θα πάνε μαζί; Ο Κασσελάκης; Ο Ανδρουλάκης; Ο Χαρίτσης; Η Κωνσταντοπούλου; Τμήματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως, καλή ώρα, η Ανυπότακτη Γαλλία και το Nouveu Parti Anticapitaliste;
Και γιατί θα πάνε μαζί; Μα, για να ρίξουν τον Μητσοτάκη.
Είναι φανερό ότι οι αναλογίες βρίσκονται μόνο μέσα στο κεφάλι του Τσίπρα και των σχετικών «αναλυτών».
Αυτό που έγινε στη Γαλλία, θα είχε το ανάλογό του στην Ελλάδα αν «συμμαχούσαμε» με τον Μητσοτάκη, για να μην κυβερνήσει ο Κασιδιάρης.
Από την άλλη, ο Μακρόν είναι χειρότερος και από τον Μητσοτάκη. Γίνεται; Να που γίνεται. Το δείχνουν πειστικά οι νεκροί στις μεγάλες διαδηλώσεις κατά την θητεία του ή ο ψηφισθείς, από κοινού με τη Λεπέν, πρόσφατος αντιμεταναστευτικός νόμος. Το Ensemble του Μακρόν είναι, από πλευράς κοινωνικής σύνθεσης των ψηφοφόρων, ο πιο pro-capitalist πολιτικός οργανισμός στην ιστορία της 5ης Γαλλική Δημοκρατίας.
Επιπλέον, το Λαϊκό Μέτωπο δεν είναι κεντροαριστερά, αλλά Αριστερά. Ο άξονας γύρω από τον οποίο οργανώθηκε ήταν η Ανυπότακτη Γαλλία. Η αποδοχή κάποιων ελεεινών υποψηφίων, τύπου Ολάντ, έγινε στο μέτρο, που αυτοί έχουν περιθωριακό ρόλο, αποδεχόμενοι, μάλιστα, ένα πρόγραμμα πολύ ριζοσπαστικό για τα δεδομένα της εποχής και βάσει των πραγματικών συσχετισμών. Ακόμη, το γεγονός ότι ένας από τους βασικούς συντελεστές της επιτυχίας της Αριστεράς στη Γαλλία, ο Μελανσόν, έχει πει πως ο πρωθυπουργός του ’15 –’19 είναι ο πιο άθλιος πολιτικός της Ευρώπης και ζήτησε την αποβολή του κόμματος του Τσίπρα από το Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς θα έπρεπε κάπως να έχει κλονίσει την αυτοπεποίθηση του τελευταίου.
Ας δούμε, όμως, τις δυνάμεις, που είναι ευκταίο -στο μέτρο, που η ριζοσπαστική Αριστερά ούτε θέλει ούτε την θέλουν- να συμμετάσχουν στη συγκρότηση του «Μαζί».
Το ΠΑΣΟΚ παραμένει το πιο πεπεισμένο μνημονιακό κόμμα, επιμένοντας πως, με τις δικές του θυσίες, «σώθηκε η χώρα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη δεν έχει απλώς νεοφιλελεύθερες -αδιαμεσολάβητες, όμως- προτάσεις, αλλά έχει ως πρόεδρο έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς νεοφιλελεύθερους ανθρωπότυπους, σε παγκόσμιο, ίσως, επίπεδο. Ας αλλάξει, τουλάχιστον, το όνομα, να τελειώνει αυτό το αστείο, που κρατάει δέκα χρόνια σχεδόν, να ονομάζεται ριζοσπαστικό ένα κόμμα, που έκανε όσα έκανε και διέσυρε -και συνεχίζει να διασύρει- το όνομα της Αριστεράς.
Η ΝεΑρ, το πιο υπουργικό κόμμα (!) στην Ελλάδα, δεν παύει να λέει, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί, πόσο σημαντικό έργο έκανε η κυβέρνηση του Τσίπρα και πόσο περήφανοι είναι όλοι τους γι’ αυτό. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ το ΠΑΣΟΚ -και ιδίως ο Γερουλάνος- θέτει επιτακτικά το ζήτημα του μετασχηματισμού του Υπερταμείου, ο Χαρίτσης ψελλίζει.
Χωρίς τη ριζοσπαστική αριστερά και τον Μελανσόν τίποτε δεν θα έχει συμβεί στη Γαλλία. Γι’ αυτό έχουν λυσσάξει τα συστημικά μίντια, παντού, και σε εμάς. Ό,τι συνέβη και με τον Κόρμπιν, που είχε πάρει πολύ μεγαλύτερο ποσοστό το 2017 από τον Στάρμερ τώρα. Και, πραγματικά είναι ένα ερώτημα το γιατί λυσσάνε τόσο, όταν η ευρωπαϊκή Αριστερά, με πρώτη την ελληνική, αλλά και τους Ποδέμος, όπου κυβέρνησε, πορεύτηκε σαν φιλήσυχο κατοικίδιο. Ίσως ξέρουν κάτι, που εμείς αγνοούμε. Σε αυτό θα επανέλθω.
Είναι βέβαιο ότι τα κεντροαριστερά σενάρια, που έλεγε και ο Ανδρέας, δεν πρόκειται να αποσυρθούν. Η διαμόρφωση ενός πόλου, που θα αποτελεί εναλλακτική στο πλαίσιο του, τόσο προσφιλούς στα δυτικά κράτη, δικομματισμού είναι μέρος των σχεδίων, που εξυφαίνονται στο πλαίσιο του αστικού συνασπισμού εξουσίας. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίζονται πιθανές, μεγάλες, κάποιες φορές, ανισορροπίες, όταν η καθεστωτική φθορά ξεπεράσει κάποια όρια.
Αν μπορεί να γίνει ή όχι εξαρτάται και από αστάθμητους παράγοντες. Είναι σίγουρο, όμως, ότι επιδιώκεται και, υπό προϋποθέσεις, θα επιδιωχτεί με μεγαλύτερη ένταση στο μέλλον. Η επανάκαμψη της Διαμαντοπούλου είναι ενδεικτική, όσο κι αν, νομίζω, πως η συγκεκριμένη είναι δείγμα από πολιτικό dead dog.
Ένας άλλος δείκτης είναι οι παρεμβάσεις του Τσίπρα. Ο οποίος δίνει διαρκώς διαπιστεύσεις στο σύστημα.
Πριν από λίγο καιρό, παραδέχτηκε (sic) πως η συμπεριφορά της κυβέρνησής του στην υπόθεση Novartis ήταν λάθος.
Πρόσφατα, ξεκαθάρισε ότι υπήρχαν, μέχρι το 2015, πολλοί λαϊκιστές στον ΣΥΡΙΖΑ -εννοώντας, προφανώς, πως αυτοί τον παραπλάνησαν και έλεγε για «ένα νόμο κι ένα άρθρο», που θα υποχρεώσει τη Μέρκελ να χορεύει εκστασιασμένη «με νταούλια και ζουρνάδες».
Ακόμη πιο πρόσφατα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Βήματος», πήρε θέση στα τεκταινόμενα του ΠΑΣΟΚ. Μην φανταστείτε πως αναφέρθηκε στα, προσχηματικά, άλλωστε, όπως αποδείχτηκε για τον ίδιο, προγραμματικά. Η βαθυνούστατη παρατήρησή του είναι πως κανείς από τους υποψήφιους προέδρους -πλην Διαμαντοπούλου, που είναι, όμως, Μητσοτάκης- δεν είναι πρωθυπουργήσιμος!
Επειδή, δε, αποδείχτηκε ότι και ο δικός του πρωθυπουργήσιμος, ο Κασσελάκης, βγήκε κάπως, αλλά και επειδή και στους μη-υποψήφιους, γενικώς, δεν υπάρχει πρωθυπουργήσιμος, το πράγμα βοά. Ο Αλέξης είναι εδώ. Έτοιμος, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, να ηγηθεί.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει πιθανότητα ο Τσίπρας να επανακάμψει. Μάλλον είναι ο πιο απαξιωμένος πολιτικά άνθρωπος στη χώρα.
Ο, προσβλητικός για τον ίδιο, τρόπος που δίνει διαπιστευτήρια είναι η καλύτερη απόδειξη. Αν αυτό που προτάσσεις μπροστά στην ανάγκη μιας πολιτικής πρωτοβουλίας, που, κατά τη γνώμη σου, είναι μείζονος σημασίας, είναι η πρωθυπουργησιμότητα (sic) σημαίνει πως ο κυβερνητισμός παύει να είναι πολιτικό πρόβλημα και γίνεται πάθηση. Παύει, δηλαδή, να είναι αντικείμενο πολιτικής ανάλυσης και γίνεται θεματική της ειδικής παθολογίας.
Το πραγματικό πολιτικό επίδικο είναι η ενδυνάμωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Έργο δύσκολο, αφού η κατρακύλα, που ακολούθησε τα συμβάντα του ’15, μας πήρε σβάρνα όλους. Έργο δύσκολο, αλλά όχι ανέφικτο. Πρέπει να παίξουμε με τις πιθανότητες, ξεκινώντας με την παραδοχή ότι είναι δυνατή η δημιουργία ενός δημόσιου χώρου της Αριστεράς, ώστε να αρχίσουν να εκλείπουν οι παράλληλοι μονόλογοι.
ΥΓ. Υπάρχει μια μανιακή επιμονή τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της ΝεΑρ να μας πείσουν πως τα όσα συνέβησαν το ’15 είναι περσινά ξινά σταφύλια. Δεν είναι. Τα στρατηγικά συμπεράσματα, που ακόμη δεν έχουμε συναγάγει, είναι εξαιρετικά πολύτιμα για την Αριστερά σε όλον τον κόσμο.
Αλήθεια, είναι καλό να κυβερνάει η Αριστερά; Οποιοδήποτε τέτοιο εγχείρημα είναι καταδικασμένο σε αποτυχία; Είναι καλύτερο να εφαρμόζει η ίδια το πρόγραμμα του Σόιμπλε παρά οι εντόπιοι κολλητοί του;
Απλοϊκά ερωτήματα; Ίσως, αλλά, μάλλον, αναπόφευκτα.