Διαθέτουν το δικαίωμα της λογοκρισίας και της απόλυσης, όμως συμμετέχουν στις ίδιες συνδικαλιστικές ενώσεις με εκείνους τους οποίους λογοκρίνουν και απολύουν. Οι αποδοχές τους είναι πολλαπλάσιες των αντίστοιχων του μέσου εργαζόμενου, όμως πρωτοστατούν στις μειώσεις μισθών και την υπογραφή ατομικών συμβάσεων που ζητούν τα αφεντικά.

Ήταν συνυπεύθυνοι, όλα αυτά τα χρόνια, για το αποτυχημένο μοντέλο που εφαρμόστηκε στις επιχειρήσεις των ΜΜΕ, όμως σήμερα ζητάνε τα ρέστα από τους άχρηστους δημοσιογράφους και τους χαραμοφάηδες εργαζόμενους. Συνέβαλαν αποφασιστικά στην απαξίωση της ενημέρωσης, όμως σήμερα αναρωτιούνται γιατί οι «πελάτες» δεν αγοράζουν πλέον τα «προϊόντα» τα οποία οι ίδιοι φροντίζουν να παράγονται.

Μιλούν στο όνομα της κοινωνίας, όμως στρέφουν συστηματικά τη δύναμη των μέσων εναντίον της κοινωνίας και, κυρίως, όσων τολμούν να αμφισβητούν και να αγωνίζονται. Γνώριζαν πολύ καλά ότι τα μέσα που διευθύνουν ήταν – στην πλειοψηφία τους – κρατικοδίαιτα, όμως δεν δίστασαν ούτε στιγμή να στήσουν στον τοίχο τους δημόσιους υπαλλήλους, χρεώνοντάς τους όλα τα κακά της μοίρας μας.

Ενθαρρύνουν, δήθεν, την έρευνα και τον διάλογο, συνήθως όμως δεν ανέχονται από τους συνομιλητές τους να αρθρώσουν διαφορετική κουβέντα ή λογική από εκείνη που πρεσβεύουν – και σίγουρα, δεν της επιτρέπουν να βγει στην πρώτη θέση της επικαιρότητας. Είναι διαπρύσιοι κήρυκες της δημοκρατίας, δεν διστάζουν όμως να γράφουν και να σχολιάζουν με στόχο να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν κυβερνήσεις όταν θέλουν οι εργοδότες τους.

Επικαλούνται τη γνώμη των ειδικών, συνήθως όμως επιλέγουν μόνο εκείνους που τους κάνουν και τους κατευθύνουν προς τα εκεί όπου έχουν αποφασίσει. Είναι παντογνώστες και προφανώς γνωρίζουν πολύ περισσότερα από όσα οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που κατεβαίνουν στους δρόμους ή απεργούν. Το καλό δεν είναι καλό και το κακό δεν είναι κακό μέχρι να το πουν αυτοί.

Το χειρότερο, όμως, είναι ότι τα κάνουν όλα αυτά ενώ είναι, πολύ συχνά, απολύτως περιττοί. Ας αναρωτηθούμε απλώς: τι θα έχανε ένα μέσο εάν έφευγαν από τη μέση οι διευθυντές και οι «αναλυτές» του; Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ελάχιστα ή απολύτως τίποτα!

Σε επίπεδο δημοσιογραφίας, για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι τα στελέχη αυτού του είδους όχι απλώς έχουν πάψει να φέρνουν ειδήσεις και μεγάλα θέματα, αλλά ολοένα πιο συχνά είναι απόμαχοι του επαγγέλματος. Κι όμως, αυτό δεν τους εμποδίζει να κατηγορούν συλλήβδην τους υφισταμένους τους επειδή δεν δουλεύουν όσο πρέπει και επιμένουν να έχουν ωράρια και να ξεκουράζονται.

Οι ίδιοι, βεβαίως, ισχυρίζονται ότι έχουν περάσει από αυτό το στάδιο και τώρα πληρώνονται (αδρά) για να συνθέτουν, να αναλύουν και να φτιάχνουν τα πρωτοσέλιδα. Σωστό κι αυτό: τα αφεντικά δεν τους χρειάζονται για να φέρνουν ειδήσεις – αυτές κυκλοφορούν σήμερα εν αφθονία – αλλά για να διασφαλίσουν ένα τρόπο παρουσίασης που να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. «Διάολε, ποιος θα διαβάσει τη δεύτερη παράγραφο;», λέει ένα γνωστό στον χώρο των δημοσιογράφων ρητό, το οποίο οι διευθυντές γνωρίζουν πολύ καλά: φροντίζουν να είναι πολιτικώς ορθοί οι βασικοί τίτλοι και τα κύρια θέματα και να κόβουν τα ενοχλητικά – για τα υπόλοιπα απλώς αδιαφορούν.

Σε επίπεδο τεχνογνωσίας, από την άλλη, είναι γνωστό σε όλους ότι τα περισσότερα διευθυντικά στελέχη είναι… υπανάπτυκτα σε σχέση με τον μέσο εργαζόμενο. Κυρίως δε όσον αφορά τη χρήση και αξιοποίηση των νέων μέσων. Επίσης, αποτελεί κοινό μυστικό ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, γνωρίζουν πολύ λιγότερο τη γραμμή, τη διαδικασία και τα κλειδιά της παραγωγής από ό,τι οι υφιστάμενοί τους – μιας και ασχολούνται κυρίως με τις δημόσιες σχέσεις και τη διαπλοκή.

Αφήστε το πόσο κοστίζουν! Αν, για παράδειγμα, εξέλιπαν από τα μισθολόγια των επιχειρήσεων, τότε πιθανότατα οι ισολογισμοί τους θα ελαφρύνονταν κατά δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και θα αποδεικνύονταν βιώσιμες – χωρίς να χρειαστεί να απολύσουν εργαζόμενους ή να μειώσουν τους μισθούς τους στα όρια της πείνας. Όμως οι διευθυντές προτιμούν να βάζουν την… κουκούλα και να προκαλούν πόνο παρά να εκχωρήσουν τα προνόμιά τους.

Κι επειδή δεν πρόκειται από μόνοι τους να δεχτούν να αλλάξει οτιδήποτε σε αυτό το προκλητικό καθεστώς, δεν υπάρχει άλλη λύση παρά να τους πετάξουμε από το τρένο των ΜΜΕ. Κάνοντας την αρχή από τα σωματεία, όπου δεν μπορεί πλέον να είμαστε το ίδιο «λαός και Κολωνάκι».

 

* Άρθρο Ειδικού συνεργάτη