Ζωγραφικό έργο του Γιώργου Μικάλεφ
Λάδια σε χαρτί 21Χ14εκ.
Στις 3 το μεσημέρι της Τετάρτης, 22 Φεβρουαρίου, στο σπίτι του στο Μετς με τους αγαπημένους του ανθρώπους κοντά του έφυγε από τη ζωή ο γνωστός σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος.
Η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο, 25 Φεβρουαρίου, στις 12 το μεσημέρι στο Α’ Νεκροταφείο και αντί στεφάνου, η οικογένεια επιθυμεί την κατάθεση δωρεών στην «Κιβωτό του Κόσμου» και στο «Χαμόγελο του Παιδιού».
Η Μακρόνησος και το σινεμά
Ο Νίκος Κούνδουρος γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά οι γονείς του, πάππου προς πάππου Κρητικοί, τον μετέφεραν στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926. Ήταν γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου και σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από όπου αποφοίτησε το 1948. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρόνησο λόγω των αριστερών του φρονημάτων. Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο.
Σε μία πρόσφατη συνέντευξή του, ο Νίκος Κούνδουρος αφηγήθηκε το πώς έφτασε να γίνει κινηματογραφιστής με αφορμή τα χρόνια της εξορίας του στη Μακρόνησο:
«Στη Μακρόνησο γνώρισα πάρα πολύ κόσμο. Ανήκα σε μια επίλεκτη ομάδα διανοούμενων αντιφρονούντων. Μεταξύ αυτών και ο Άρης Αλεξάνδρου, ο ποιητής. Επειδή πηγαινοερχόμουν στην Αθήνα για να πάρω τούβλα, κεραμίδια και υλικά, μου λέει μια μέρα ο Αλεξάνδρου: 'Ψάξε, σε παρακαλώ, να βρεις τη μάνα μου και να της πας αυτό το γράμμα'. Αυτός ήταν ο πυρήνας της κινηματογραφικής μου σταδιοδρομίας, γιατί, ψάχνοντας τη μαμά του Αλεξάνδρου, βρέθηκα στο Δουργούτι, σε έναν πραγματικά άθλιο συνοικισμό προσφύγων από παράγκες με τενεκέδες για σκεπή. Τους αγάπησα και με αγάπησαν κι όταν ξεκαθάρισαν μέσα μου τα πράγματα, είπα: 'Θα κάνω μια ταινία για να καταγράψω αυτό τον κόσμο της απόλυτης φτώχειας'. Μου ήταν εντελώς άγνωστος ο κόσμος αυτός. Σινεμά δεν είχα σπουδάσει, δεν είχα καν ιδέα πού μπαίνει η μηχανή λήψης. Με συντρόφια από το Μακρονήσι έγινε η πρώτη μου ταινία, η Μαγική Πόλη, που σίγουρα ήξεραν από κινηματογράφο παραπάνω από μένα. Κοντά τους έμαθα κι εγώ το σινεμά.»
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με τη Μαγική Πόλη (1954), όπου συνδύασε τις επιρροές του από το νεορεαλισμό με την εικαστική του ματιά, ενώ καθιερώθηκε με την ταινία του Ο Δράκος (1956). Ακολούθησαν Οι παράνομοι (1958), Το ποτάμι (1959), Μικρές Αφροδίτες (1963), Το πρόσωπο της Μέδουσας (1967), Τα τραγούδια της φωτιάς (1974), 1922 (1978) κ.ά.
Ο Κούνδουρος είχε αντιπροσωπεύσει τον ελληνικό κινηματογράφο πολλές φορές στο εξωτερικό όπως στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας το 1953 και το 1956, στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1958, 1963 και 1967.
Έχει τιμηθεί με το Πρώτο Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Βερολίνου το 1963 για την ταινία του Μικρές Αφροδίτες καθώς και για την ταινία του Το ποτάμι στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1959. Ειδικότερα για την ταινία Μικρές Αφροδίτες τιμήθηκε και με το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου ενώ Ο Δράκος χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη ελληνική ταινία στη δεκαετία του 1950-1960. Τόσο η ελληνική όσο και η γαλλική και αγγλική τηλεόραση έχουν προβάλει κατ' επανάληψη τις ταινίες του.