από τη συντακτική ομάδα
Έναν χρόνο τώρα μετράμε θύματα αστυνομικής βίας, ανοιγμένα κεφάλια, σοκαριστικές μαρτυρίες που επιβεβαιώνονται από τα ανάλογα ντοκουμέντα και στοιχεία, ανθρώπους που σέρνονται με τις γνωστές ανυπόστατες κατηγορίες και γελοίες αστυνομικές καταθέσεις σε δικαστήρια, για να αθωωθούν τελικά με τυπικές διαδικασίες. Έναν χρόνο τώρα, έχουμε παρακολουθήσει γεγονότα που τα προηγούμενα χρόνια θα έμοιαζαν αδιανότητα: Εισβολές αστυνομικών δυνάμεων, σε κινηματογράφο, σε μαγαζιά των Εξαρχείων, σε πλατείες όπου πολίτες πίνουν απλά το ποτό τους, σε κλαμπ μέσα στο σκοτάδι, μία απόβαση βγαλμένη από το Star Wars σε νησιά για να μεταφέρουν την ιδεά της «ασφάλειας» στους κατοίκους εκεί, ακόμα και στην οικία μίας οικογένειας που «ατύχησε» να βρεθεί δίπλα σε κατειλημμένο κτίριο. Έχουμε αναφέρει μαρτυρίες για αναίτιες προσαγωγές και σαδιστικές συμπεριφορές, ακόμα και σε στάση λεωφορείου στην Πατησίων, μέρα μεσημέρι, στο κέντρο της Αθήνας, ή σε ένα γκαράζ στην οδό Μπουμπουλίνας, σε βράδια «έντασης». Έχουμε δει παρακρατικούς μηχανισμούς, με παρακολουθήσεις πολιτών, λόγω πιθανών πολιτικών πεποιθήσεων και κινήσεων σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους. Κι όλα αυτά μάλιστα, χωρίς να βρισκόμαστε σε περιβάλλον κοινωνικής έκρηξης, όπως στα κατασταλτικά όργια των πρώτων μνημονιακών χρόνων.
Έχουμε καταλάβει, με λίγα λόγια, τι συμβαίνει όταν ένα όργανο που έχει την εξουσία να ασκεί βία όταν χρειάζεται, αφήνεται εντελώς ασύδοτο, να συμπεριφέρεται ως κράτος εν κράτει κατά «δικαίων» και αδίκων, υπό τις ευλογίες μάλιστα και τα χειροκροτήματα της πολιτικής ηγεσίας του τόπου. Κι έχουμε καταλάβει επίσης, τι θα μπορούσε να έχει συμβεί, ή τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον, όσο αυτή η ανομία θρέφεται και ενθαρρύνεται, στη σκιά σκοτεινών αντιλήψεων για τα δικαιώματα. Δικαιώματα που δεν αφορούν μόνο τους πολίτες που επιθυμούν να διαδηλώσουν, αλλά ένα ευρύτερο φάσμα που περιλαμβάνει τους πρόσφυγες, που σαπίζουν στα καμπς ή αφήνονται στην τύχη τους στις πλατείες, τους κρατούμενους, που θεωρούνται απλά «απόβλητοι» και γενικότερα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, που αφήνονται απροστάτευτοι μπροστά σε μια καινούρια κρίση, να πληρώσουν ξανά και ξανά τα σπασμένα.
Κι όλες οι παραπάνω αυθαιρεσίες, η τυφλή κρατική βία, συμβαίνουν την ώρα που ο (αν)αρμόδιος Υπουργός κινείται μονίμως σε μια δική του, εναλλακτική πραγματικότητα, κατάλληλη μόνο για τους κομματικούς οπαδούς και τα τηλεπαράθυρα. Μιλάμε για τον ίδιο Υπουργό που χθες, Πέμπτη, «ενημέρωσε τη Βουλή» ότι «1.000 διαδηλωτές επιτέθηκαν σε αστυνομικές δυνάμεις» προκαλώντας απλά θλίψη σε όποιον είχε μία στοιχειώδη επαφή με το τι συνέβη. Γιατί αυτό που συνέβη είναι ότι αρχικά, προκλήθηκαν επεισόδια μεταξύ της αστυνομίας και λίγων δεκάδων ατόμων, με άγνωστα κίνητρα, ενώ στη συνέχεια είχαμε τις εικόνες με τα χημικά και τους μοτοσυκλετιστές που παρακολουθήσαμε και διαβάσαμε σε βίντεο και μαρτυρίες. Με τον νέο νόμο της κυβέρνησης στο μεταξύ, αυτά τα επεισόδια μίας μειοψηφίας θα αρκούν ώστε η ΕΛ.ΑΣ να έχει την εξουσία να διαλύσει συνολικά μια μαζική συγκέντρωση πολλών χιλιάδων.
Στον έναν χρόνο λοιπόν αυτού του δόγματος, αυτό που κυριαρχεί είναι μία σοβαρή ανησυχία, όπως ακριβώς αυτή που εκφράζουν συχνά πυκνά διεθνείς οργανώσεις δικαιωμάτων και θεσμικοί φορείς, για τις κυβερνητικές διατάξεις και ιδεοληψίες. Σοβαρή ανησυχία που ξεκινάει από το ειδικό, το ποιος θα είναι ο επόμενος που θα βρεθεί σε λάθος μέρος τη λάθος στιγμή κατά τη διάρκεια ταραχών ή και μη και καταλήγει στο γενικό, στο δικαίωμα στην κριτική που αντιμετωπίζει όλο και σοβαρότερους φραγμούς. Είτε με τις συναλλαγές πολιτικών κριτηρίων με τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ, όπως εκφράστηκαν στη λίστα Πέτσα, που αποτρέπουν πολίτες από την ενημέρωση, είτε με την περιστολή του δικαιώματος του συνέρχεσθαι.
Στον έναν χρόνο, μετράμε απλά πολίτες απροστάτευτους, έρμαια κάθε λογής βίας, στα πρόθυρα μάλιστα μιας νέας κρίσης. Κρίμα, έστω θα έπρεπε η Πολιτεία να έχει ένα τέτοιο, κανονικό Υπουργείο.