του Θάνου Καμήλαλη

Φυσικά δεν πρόκειται για κάτι καινούριο. Η μιντιακή υπεροπλία της Νέας Δημοκρατίας (και του ΠΑΣΟΚ μέχρι το 2014) είναι μία «κανονικότητα». Αυτό δεν σταμάτησε στα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αλλά «τουλάχιστον», υπήρχε το θεσμικό βάρος σε μία διαφορετική πλευρά να έχει κι αυτή κάποιο λόγο στα μεγάλα ΜΜΕ. Τύχαινε να είναι κυβέρνηση, οπότε κάπως έπρεπε να τηρούνται κάποια προσχήματα. Φυσικά, αυτό δεν εμπόδιζε τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ να ασκούν κακή αντιπολίτευση, χάνοντας σχεδόν πάντα τα μείζονα και επιμένοντας στη συνθηματολογία του Μακεδονικού, Εξάρχεια, Ασφάλεια – Εγκληματικότητα, αλλά και σκύλευση νεκρών (Μάτι). Οι υπόλοιπες φωνές παρέμεναν και παραμένουν πάντα στο περιθώριο, με μικρή προβολή και αποσιώπηση εκδηλώσεων και προτάσεων.

Μετά την άνοδο της ΝΔ στην εξουσία, η κατάσταση στο μιντιακό τοπίο έχει γίνει κατά πολύ χειρότερη. Όχι πάντως με το… αζημίωτο, καθώς η ΝΔ φρονίζει με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ τον «ευαίσθητο» και «πληττόμενο» κλάδο των καναλαρχών. Στην περίοδο της πανδημίας, φτάνουμε όλο και πιο γρήγορα στον πάτο. Το κλείσιμο του κόσμου στο σπίτι και τα συνεχή διαγγέλματα Μητσοτάκη, με διαδοχικές παρουσιάσεις των επιμέρους μέτρων από τους Υπουργούς, με παράλληλη απουσία του διαφορετικού λόγου και της κριτικής, έχουν δημιουργήσει, ξανά ένα αβυσσαλέο έλλειμμα ενημέρωσης και Δημοκρατίας. Λέμε, ξανά, γιατί αυτά τα έχουμε δει, στις κατάμαυρες δημοσιογραφικά περιόδους των πρώτων μνημονίων και της εβδομάδας του δημοψηφίσματος.

Θα έπρεπε να μπορούσαμε όλοι να συμφωνήσουμε ότι όταν τα μεγάλα ΜΜΕ ασχολούνται περισσότερο με το μίνι της Έφης Αχτσιόγλου παρά με το πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μία τόσο κρίσιμη συγκυρία, υπάρχει ζήτημα. Την ίδια ώρα, ο Πρωθυπουργός είχε το προνόμιο να έχει ζωντανή τηλεοπτική προβολή, καθώς, σε μια κίνηση πολιτικού unfair, αποφάσισε να δώσει συνέντευξη, την ίδια ώρα, με προφανείς σκοπούς «καπελώματος».

Γενικά, αν βλέπεις μόνο τηλεόραση, ακούς μόνο ραδιόφωνο, η διαβάζεις κάποια από τις εκατοντάδες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες και ιστοσελίδες, γίνεσαι έρμαιο μιας εντελώς μονόπλευρης πραγματικότητας. Σε αυτήν, για παράδειγμα, ο Μητσοτάκης μπορεί να βγαίνει να υποστηρίζει σε πρωθυπουργικό διάγγελμα ότι «η πανδημία ανέκοψε την πορεία της χώρας προς την ανάπτυξη» και δεν υπάρχει ένας παρουσιαστής, «δημοσιογράφος», αρθρογράφος σε συστημικά ΜΜΕ, να πει το απλό ότι «ποια ανάπτυξη ρε παιδιά, τα επίσημα νούμερα ήταν κάτω από τους στόχους και τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο.

Παράλληλα, είσαι σε μια διαρκή σύγχυση, γιατί πολλές φορές παρακολουθείς ή διαβάζεις μόνο την απάντηση, αλλά δεν έχεις πληροφορηθεί την ερώτηση. Έτσι λοιπόν, μπορεί να διαβάζεις το ένα βράδυ διθυράμβους για τα εγκαίνια του Μπακογιάννη στην Ομόνοια και την επόμενη μέρα τη συγγνώμη του δημάρχου ως απάντηση στην κριτική που δέχθηκε; Ποια κριτικά, από ποιον, πού, μπορεί να αναρωτηθείς. Για ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, το σκόιλ ελικικού ήταν απλά ένα ακαταλαβίστικο που πέταξε ο Τσίπρας σε μια ανακοίνωσή του και διάβασαν για ένα λεπτό τα ΜΜΕ. Μετά, το ίδιο μέρος παρακολούθησε εκτενή συνέντευξη του υπουργού Εργασία, Γιάννη Βρούτση, που μιλούσε για «τέσσερα ορθογραφικά» σε δεκάδες χιλιάδες σελίδες. Μετά ο Βρούτσης το πήρε πίσω, οπότε πάλι με τις απορίες μείνανε πολλοί/ες, ή έμειναν να βρίζουν τα ΚΕΚ, ενώ το θέμα ήταν με τις πλατφόρμες, των οποίων οι ιδιοκτήτες έχουν και προνομιακές σχέσεις με τη ΝΔ.

Η ίδια, σημαντικά μεγάλη μερίδα πολιτών και ψηφοφόρων,, δεν έχει ακούσει ίσως και ποτέ το όνομα «Βασίλης Δημάκης». Ίσως να πήρε ξώφαλτσα καμιά χυδαία ανακοίνωση του υπουργείου ΠΡΟ.ΠΟ και αγανάκτησε. Δεν έχει ακούσει ποτέ για τα προβλήματα των εργαζομένων στην Τέχνη και το κίνημα Support Art Workers, απεναντίας σίγουρα κάπου θα πήρε το μάτι της την υπουργό, Λίνα Μενδώνη, να ανακοινώνει «μέτρα στήριξης». Δεν ενημερώθηκε ίσως ποτέ αναλυτικά για τον αντιπεριβαλλοντικό νόμο Χατζηδάκη, αλλά τον είδε να εμφανίζεται ως «προστάτης του περιβάλλοντος» ειρωνικός προς την κριτική. Δεν άκουσε τίποτα για το γεμάτο προβλήματα πόθεν έσχες του πρωθυπουργού, που είναι πρωταθλητής στα χρέη, αλλά και για τα διαρκώς αυξανόμενα χρέη του κυβερνώντος κόμματος. Γενικά επίσης, έχει ακούσει ελάχιστα για σειρά χαριστικών ρυθμίσεων και προβληματικών διατάξεων  της κυβέρνησης μέσα στην πανδημία.

Ένα σύνηθες σχόλιο αναγνωστών/στριών του TPP είναι «μα καλά, ποιος βλέπει ακόμα τηλεόραση, ή, ποιος ενημερώνεται από το τάδε μέσο». Η απάντηση είναι ότι πρέπει να μην κρίνουμε με βάση τον μικρόκοσμό μας. Εκατομμύρια συμπολίτες μας λαμβάνουν ένα μονομερές, κακέχτυπο ενημέρωσης και «δημοσιογραφίας». Δεν έχει να κάνει με κάποιου είδους «αφύπνιση», δεν έχει σημασία αν θα συμφωνούμε η θα διαφωνούμε με τις πληροφορίες, οι διαφωνίες και ο πλουραλισμός είναι κάτι απόλυτα γόνιμο. Αλλά η πληροφορία απλά δεν φτάνει σε αυτούς, η φτάνει σε μικρές δόσεις ή απλά χάνεται εν μέσω της ανελέητης προπαγάνδας, επηρεάζοντας την κρίση τους, πολύ ή λίγο. Τα πράγματα σκουραίνουν ακόμα περισσότερο, με μία κυβέρνηση που φωνάζει μονίμως, σκέτα «fake news» και «μιλάτε εσείς που» αρνούμενη πολλές φορές να λογοδοτήσει, σε κόμματα και δημοσιεύματα.

Το πρόβλημα υπάρχει «από πάντα», αλλά δεν σημαίνει ότι πρέπει να το αποδεχθούμε ως «κανονικότητα». Είναι ζωτικής σημασίας για το οποιοδήποτε ανασήκωμα των ώμων. Κακή ενημέρωση, δημόσιες σχέσεις αντί δημοσιογραφίας, ένοχες σιωπές, φίμωτρο σε αντίθετες, διαφορετικές απόψεις, σημαίνει πολίτες στο σκοτάδι, μέρος της κοινωνίας στο σκοτάδι, πρόβλημα, ιός, στην ίδια τη Δημοκρατία.