Την παραμονή της επετείου του Πολυτεχνείου το Ινστιτούτο Πουλαντζά και η Νεολαία Σύριζα οργάνωσαν μια διάλεξη του Τζιόρτζιο Αγκάμπεν στο μεγάλο αμφιθέατρο του 9.84 στο Γκάζι. Μια πολύ μεγάλη συγκέντρωση, πέραν των ορίων του αμφιθεάτρου, με όρθιους και αδιαχώρητο ανάμεσα στο κοινό και τον ομιλητή.
 
Πού το παράδοξο, θα πείτε.  Πρώτο, ότι ένα κόμμα, οργανώνει μια πολιτική εκδήλωση με ομιλητή ένα φιλόσοφο που μιλάει για ένα φιλοσοφικό θέμα. Ο Αγκάμπεν είναι  από τους πιο σημαντικούς στον κόσμο, δύσκολους αλλά όχι δυσνόητους, σύγχρονους πολιτικούς φιλοσόφους. Δεν είναι κάτι που συνηθίζεται στα πολιτικά κόμματα, και όχι μόνο τα ελληνικά. Δεύτερο, γιατί μια διάλεξη ενός πολιτικού φιλοσόφου, που δεν αναφέρεται στην επικαιρότητα και που γίνεται όχι στα ελληνικά αλλά στα αγγλικά τραβάει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον, και κυρίως νεολαίας, αν και στο αμφιθέατρο ήταν όλες οι ηλικίες. Καθόλου συνηθισμένο, που δείχνει τη δίψα του κόσμου για κάτι άλλο εκτός της στενής και μίζερης πραγματικότητας. Που θέλει να σκεφτεί με προοπτική και ευρείς ορίζοντες. Τρίτο, γιατί ο συγκεκριμένος φιλόσοφος δεν ανήκει στα κλασικά ονόματα και στο παραδοσιακό ιδεολογικό κλίμα της Αριστεράς. Είναι ενδιαφέρον ότι ο μεταμοντερνισμός που κάποτε λοιδορούνταν και καταδικαζόταν μέσα στην Αριστερά, και μέσα στον οποίον ταξινομούνταν πολλές και διαφορετικές απόψεις που απλώς διατάρασσαν τις παλιές ισορροπίες χωρίς να κατανοείται η ριζοσπαστική τους δυναμική, συναντιέται  τώρα με τη ριζοσπαστική πολιτική. Γίνεται πια κατανοητό πως καινούργιες πραγματικότητες θέλουν καινούργια νοητικά εργαλεία.
 
Δεν είναι από τα πράγματα που πρέπει να περάσουν απαρατήρητα αυτά. Δεν συνέβαιναν πάντα στην Ελλάδα. Δεν συμβαίνουν εύκολα στο εξωτερικό. Θυμάμαι μια εκδήλωση στη Νέα Υόρκη, πριν τουλάχιστον μια δεκαετία, στην οποία μιλούσαν στο ίδιο πάνελ Χάμπερμας, Χόμπσμποουμ και Ανιες Χέλλερ. Ούτε το μισό αμφιθέατρο δεν είχε γεμίσει.
 
Τι σημαίνει επομένως αυτή η κοσμοσυρροή στη σημερινή Αθήνα; Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη ούτε η εισαγωγική ομιλία του Αριστείδη Μπαλτά, προέδρου του Ινστιτούτου Πουλαντζά.  Η αναφορά της Αριστεράς, είπε, δεν βρίσκεται μόνο στους κλασικούς διανοητές της Αριστεράς αλλά αγκαλιάζει τον Διαφωτισμό, τις ριζοσπαστικές του εκφάνσεις όπως ο Σπινόζα, για να φτάσει στο Μαρξ και στη σύγχρονη κριτική φιλοσοφία. Η πολιτική της Αριστεράς δεν έχει και δεν πρέπει να μιμηθεί κάτι που έχει προ-υπάρξει, συνέχισε. Πρέπει να δημιουργήσει καινούργιες πολιτικές, νέους θεσμούς. Αυτό το άνοιγμα δεν ανήκει στις συνηθισμένες πολιτικές τοποθετήσεις. Δείχνει ένα δυναμισμό, ένα διανοητικό βάθος στον κόσμο αυτό της Αριστεράς. 
 
Αυτά τα πρωτόγνωρα πράγματα, αυτόν τον δυναμισμό, αυτό το βάθος πρέπει πρωτίστως να τον αντιληφθούν οι ίδιοι στο Σύριζα. Δεν θα γίνουν βέβαια ένα κόμμα φιλοσόφων.  Όσο όμως κι αν η πολιτική έχει την καθημερινή λάντζα της, είναι κατώτεροι των δυνατοτήτων τους οι τακτικισμοί, οι αντιπαραθέσεις στα τηλεοπτικά παράθυρα, η φθορά με την κυβερνητική προπαγάνδα. Η ισχυρή παρουσία της φιλοσοφίας σημαίνει μια ισχυρή αναζήτηση ταυτότητας. Μια επίμονη ψηλάφηση του σύγχρονου προσώπου της Αριστεράς, μια αναζήτηση νοήματος και βάθους στην πολιτική. 
 
Αλλά η μετατροπή του οράματος, των πλατιών οριζόντων σε πολιτική δεν είναι κάτι ούτε αυτόματο, ούτε  αυτονόητο. Θέλει να αναμετρηθεί κανείς με τον εαυτό του, να παλέψει με τον άγγελό του. Σύντομα η ελληνική κοινωνία θα βρεθεί σε μεγάλα διλήμματα. Και τότε η πρώτη επιλογή, αυτή που έρχεται αυθόρμητα στους πολλούς, δεν θα είναι αναγκαστικά η καλύτερη. Θα είναι η επιλογή χωρίς άμεσο ρίσκο, ακόμη κι αν μακροπρόθεσμα μπορεί να αποδειχτεί καταστροφική. Εδώ είναι κατά τη γνώμη μου το κρίσιμο σημείο. Εδώ είναι που θα πρέπει να οργανωθεί μια πειστική παρέμβαση που η εμβέλειά της δεν θα φοβίζει, αλλά ο φόβος που θα πρέπει να τιθασεύσει δεν θα την κονταίνει και δεν θα την αποδυναμώνει. Αλλά στο σημείο αυτό  θα κριθούν τα πράγματα.
 
Η φιλοσοφία δεν θα δώσει συνταγές. Θα δημιουργήσει  όμως ανθρώπους με ευρύτητα πνεύματος, ικανούς να δίνουν λύση out of the box, και πέραν των αυτονοήτων. Ανθρώπους που σκέπτονται.