«Οι Ισραηλινοί πήραν αυτό που ήθελαν, ο Τραμπ πήρε αυτό που ήθελε, και η αμερικανική κοινή γνώμη πλήρωσε τη νύφη» Τζέημς Μπάμφορντ

Σε άρθρο του, βραβευμένου με Πούλιτζερ, Τζέημς Μπάμφορντ, που φιλοξενείται στο τελευταίο τεύχος του αμερικανικού “Έθνος” (The Nation), αποκαλύπτεται ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ στην εκλογή Τραμπ. Συγκεκριμένα, ο δημοσιογράφος αναφέρεται στην συλλογή μυστικών πληροφοριών από τη Μοσάντ, που έβλαπταν την Χίλαρυ Κλίντον, και βοηθούσαν τον Τραμπ, και μάλιστα την τοποθέτηση ενός ισραηλινού κατασκόπου ως υπεύθυνου για τις επαφές με άνθρωπο από το επιτελείο του τότε υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων.

Ο δημοσιογράφος στηρίζει την έρευνά του σε μια σειρά μηνυμάτων, που έχει στα χέρια του, τα οποία ανταλλάχθηκαν μεταξύ του Ισραηλινού κατασκόπου και του συμβούλου του Τραμπ, Ρότζερ Στόουν. «Καλημέρα από την Ιερουσαλήμ, Ρότζερ. Κάποια πρόοδος; Θα ηττηθεί εκτός αν αναμειχθούμε. Έχουμε κρίσιμες πληροφορίες. Το θέμα είναι στα χέρια σας», αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα από αυτά. Σε άλλα, πάλι, αναφέρεται στον PM, Prime Minister, δηλαδή τον Νετανιάχου, του οποίου τις εντολές ακολουθεί.

Τα περισσότερα μηνύματα αντηλλάγησαν την περίοδο Μάιος- Οκτώβριος 2016, την πιο κρίσιμη των προεκλογικών εκστρατειών. Τα στοιχεία της εμπλοκής του Ισραήλ -που πρόσφατα αποκαλύφθηκε ο ρόλος του και σε άλλες εκλογικές αναμετρήσεις, κυρίως του αναπτυσσόμενου κόσμου αλλά και στις παρακολουθήσεις πολιτών και πολιτικών- ήταν στη διάθεση τόσο το FBI όσο και της ομάδας του αμερικάνικου υπουργείου Δικαιοσύνης, που εξέτασε το Ρουσιαγκέητ, αλλά δεν ασχολήθηκε, ως τώρα, κανείς μαζί τους, παρότι ήταν εμφανής η ανάμειξη. Μάλιστα, είχαν αποσιωπηθεί τελείως και στη σχετική έκθεση της ομάδας που διερεύνησε το Ρουσιαγκέητ και που παραδέχθηκε ότι ο Τραμπ δεν είχε καμία επαφή με τη Ρωσία.

«Άφησαν έξω το γεγονός ότι υπήρχε παρέμβαση Νετανιάχου και Ισραήλ [να βοηθήσουν] στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, που παρείχε στον Τραμπ, μυστικά, πρόσβαση στο επιτελείο της Χίλαρυ και στα κεντρικά των Δημοκρατικών (DNC)», θα πει ο δημοσιογράφος, αναφέροντας ότι οι Ισραηλινοί «έχουν μια οργάνωση πολύ υψηλής τεχνολογίας παρακολούθησης, την Ομάδα 8200 (Unit8200)» η οποία παρακολουθούσε «και τους Ρώσους και τον Τζούλιαν Ασανζ και το WikiGate». Όλα τα στοιχεία κατέληγαν στον Τραμπ «κι όχι στον Ομπάμα, που ήταν πρόεδρος, και που θα έπρεπε κανονικά να τα παρέχει μια σύμμαχος χώρα που παίρνει και τέσσερα εκατομμύρια δολάρια το χρόνο» γι’ αυτό…

Σύμφωνα με όσα αναφέρει, το αντάλλαγμα που ζήτησαν οι Ισραηλινοί ήταν η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για με το Ιράν (Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης, JCPOA) και την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ. «Ο Τραμπ ορκιζόταν [προεκλογικά] ότι θα ανατρέψει τη συμφωνία με το Ιράν, για την οποία είχε εργαστεί πολύ σκληρά η κυβέρνηση Ομπάμα και ήταν πολύ χρήσιμη για τις ΗΠΑ. Ο Νετανιάχου δεν την ήθελε, ήθελε να απαλλαχθεί από αυτήν, κι ο Τραμπ ήταν ο άνθρωπός του», θα πει ο Μπάμφορντ. Παράλληλα «ο Ομπάμα πίεζε πολύ τον Νετανιάχου να συμφωνήσει με τους Παλαιστινίους στο θέμα της Ιερουσαλήμ», που βάσει των διεθνών συμφωνιών έπρεπε να χωριστεί, αλλά «ο Νετανιάχου την ήθελε ολόκληρη ισραηλινή».

Το πάρε δώσε Νετανιάχου – Τραμπ έγινε συμφωνία σε μυστική συνάντηση των δύο ανδρών στο σπίτι του Τραμπ στη Νέα Υόρκη. Αμέσως μετά τη συνάντηση, η πρώτη δήλωση Τραμπ ήταν «Αν εκλεγώ πρόεδρος θα μεταφέρω την αμερικάνικη πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ και θα ανακηρύξω την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του Ισραήλ.. Οι Ισραηλινοί πήραν αυτό που ήθελαν, ο Τραμπ πήρε αυτό που ήθελε, και η αμερικανική κοινή γνώμη πλήρωσε τη νύφη».

«Τα πολυάριθμα πιθανά ποινικά αδικήματα που καταγράφονται στα έγγραφα του FBI, φανερώνουν τη σοβαρότητα της ισραηλινής συνωμοσίας. Περιλαμβάνουν παραβίαση της απαγόρευσης αποδοχής ξένης βοήθειας, νόμου που απαγορεύει σε αλλοδαπούς να συνεισφέρουν χρήματα ή κάτι πολύτιμο σε ομοσπονδιακές, πολιτειακές ή τοπικές εκλογές. Άλλα αδικήματα είναι υποβοήθηση και συνέργεια [σε έγκλημα], συνωμοσία, ηλεκτρονική απάτη και απόπειρα οργάνωσης συνωμοσίας για τη διάπραξη απάτης μέσω εμβάσματος. Ακόμη μια άλλη κατηγορία, “μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε προστατευμένο υπολογιστή”, υποδηλώνει ότι το Ισραήλ ενδέχεται να διεξήγαγε παράνομες επιχειρήσεις πειρατείας» αναφέρει στο άρθρο του στο The Nation ο δημοσιογράφος, που υπενθυμίζει και όσα αποκαλύφθηκαν πρόσφατα για την εμπλοκή του Ισραήλ σε εκλογές σε όλο τον κόσμο αλλά και το γεγονός ότι «τα τελευταία επτά χρόνια οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ δρουν ανεξάρτητα στις ΗΠΑ» αλλά «κυβέρνηση, κογκρέσο, συστημικά μέσα ενημέρωσης φοράνε παρωπίδες όταν το θέμα αφορά στο Ισραήλ».

Στο άρθρο, που στηρίζεται σε υλικό από το βιβλίο του Μπάμφορντ Spyfail: Foreign Spies, Moles, Saboteurs, and the Collapse of America’s Counterintelligence, υπενθυμίζεται ότι η εντολή που είχαν λάβει οι ερευνώντες δεν ήταν να εξετάσουν εμπλοκή της Ρωσίας στις εκλογές αλλά «οποιασδήποτε ανάμειξη ξένης δύναμης», any foreign interference. Παρ’ όλα αυτά, «το FBI και τα μέσα ενημέρωσης επικεντρώθηκαν στη Ρωσία» και ενώ «η έρευνα δεν μπόρεσε να αποδείξει κάποια εμπλοκή της Ρωσίας το FBI βρήκε αποδείξεις για την ευρεία συνεργασία μεταξύ του επιτελείου του Τραμπ και των υψηλότερων επιπέδων της Ισραηλινής κυβέρνησης [Νετανιάχου]». Ο ίδιος υπενθυμίζει και τις πρόσφατες δημοσιογραφικές αποκαλύψεις αλλά και την, παλαιότερη, Ομάδα Αρχιμήδης (Archimedes Group) με γραφεία στο Τελ Αβίβ, που εμπλέκεται «σε εκστρατείες ψευδών και παραπληροφόρησης» για να διαμορφώσει το εκλογικό αποτέλεσμα σε σειρά κρατών, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων και τα κοινωνικά δίκτυα, και κατασκευάζοντας ψεύτικα προφίλ (authentic-looking 3rd party platforms) σε Φέησμπουκ και Ινσταγκραμ, όπως και «ψευδεπίγραφους λογαριασμούς ελέχου στοιχείων, για να ψεύδονται παρουσιάζοντας κατασκευασμένες ειδήσεις ως στηριγμένες σε στέρεα στοιχεία». Η δράση της ομάδας αυτής «που δεν είναι καθόλου η μόνη», όπως και η δράση όλων των αντίστοιχων ομάδων, έχει την ανοχή της ισραηλινής κυβέρνησης, λέει ο Μπάμφορντ, επικαλούμενος ρεπορτάζ των Τάιμς του Ισραήλ. Οχι τυχαία: «η ανοχή είναι πιθανόν ηθελημένη, αφού ένας αριθμός αυτών των ομάδων που εμπλέκονται στη διαμόρφωση εκλογικών αποτελεσμάτων έχουν στενούς δεσμούς με τις μυστικές υπηρεσίες και το στρατό» του Ισραήλ, «δίνοντας την ευκαιρία στο Νετανιάχου να χειραγωγεί μυστικά ξένες εκλογές προς όφελος του Ισραήλ».

Και ένα και δύο και τρία σχέδια

Η υλοποίηση του σχεδίου στήριξης του Τραμπ δεν ήταν άμεση. Το πρώτο σχέδιο εμπλοκή του Νετανιάχου υπέρ Τραμπ, δεν έγινε δεκτό. Είχε ονομαστεί «Επιχείρηση Ρώμη», γιατί εκεί αποφασίστηκε, μετά μια αποτυχημένη συνάντηση Νετανιάχου – Κέρρυ. Σε αυτήν, το κωδικό όνομα του Τραμπ ήταν Λέων και της Χίλαρυ Κλίντον Δάσος. Βασικό ρόλο σε αυτή θα είχαν οι τομείς ψυχολογικών επιχειρήσεων του Ισραήλ. «Η καταγραφή της Επιχείρησης Ρώμη έμοιαζε με επιχειρησιακό έγγραφο του Υπουργείου Αμύνης ή της Μοσάντ, και αναφέρεται σε “συλλογή πληροφοριών από πολλαπλές πηγές”, “πηγές από μυστικές επιχειρήσεις”, “αυτοματοποιημένη συλλογή και ανάλυση” και [δημιουργία] “φακέλων πληροφοριών για κάθε στόχο… “Μόλις οι πληροφορίες βρεθούν ή εξαχθούν, παραδίδονται στην πλατφόρμα Επίδρασης (Influence) για την κατάλληλη χρήση από την εκστρατεία, όπου χρειαστεί”». Το έργο κάθε φορά αναλάμβαναν να υλοποιήσουν, μόνο στα κοινωνικά δίκτυα, περισσότεροι από 40 ειδικοί στην επιδραστικότητα, προερχόμενοι από τις μυστικές υπηρεσίες.

Η απόρριψη του σχεδίου από τους επικεφαλής του επιτελείου του Τραμπ, σήμαινε την δεύτερη πρόταση, αυτή που εν τέλει υλοποιήθηκε, και που βοηθούσε να μπορεί να αρνηθεί ο υποψήφιος, τότε, πρόεδρος, οποιαδήποτε γνώση. Ο Ρότζερ Στόουν ανέλαβε να μεταφέρει απευθείας την πρόταση. Όπως και να μεταφέρει  στον Τραμπ όσα στοιχεία είχαν για τις αποκαλύψεις των Wikileaks οι ισραηλινοί, που φαίνεται ότι παρακολουθούσαν το δημοσιογραφικό μέσο. Στο άρθρο του ο Μπάμφορντ αφήνει να εννοηθεί πως τα στοιχεία και ημέηλ από τους Δημοκρατικούς και την Κλίντον μπορεί να τα διέρρευσαν και οι ίδιοι οι Ισραηλινοί, παρά την εμπλοκή του Γκουτσιφερ 2.0. «Ο Στόουν δεν είχε δεσμούς ούτε με τον Άσανζ ούτε με τους Ρώσους… αλλά είχε πολλές επαφές με τον Ισραηλινό μυστικό πράκτορα».

Στην κατακλείδα του, ο δημοσιογράφος καταγράφει πως «σε όλη αυτή την αλυσίδα γεγονότων.. ποτέ δεν υπήρξε ούτε ένας δημόσιος υπαινιγμός για τη συμμετοχή του Ισραήλ. Παρά τις σαφείς παραβιάσεις των αμερικάνικων νόμων και μήνες παράνομων, υψηλού επιπέδου προσπαθειών παρέμβασης στις προεδρικές εκλογές, ούτε λεπτομέρειες γνωστοποιήθηκαν ούτε έγινε κάποια ακρόαση ή έρευνα από το κογκρέσο. Δεν υπήρξε καν κάποια αναφορά στον Τύπο, που είχε κολλήσει εμμονικά με τη Ρωσία. Τα στοιχεία, ωστόσο, δείχνουν ότι ολόκληρο το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2016, το Ισραήλ παρενέβη παράνομα στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Κορυφαίος πράκτορας του Νετανιάχου πρόσφερε κρυφά πληροφορίες από τις μυστικές υπηρεσίες και άλλη μυστική βοήθεια στον Τραμπ για να εκλεγεί – κι όλα αυτά χωρίς ενασχόληση ή έλεγχο από το FBI ή τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, αν και είχαν πολυάριθμο προσωπικό στο Ισραήλ εκείνη την εποχή. Σήμερα, ο Νετανιάχου είναι και πάλι στην εξουσία ως πρωθυπουργός και ο Τραμπ είναι και πάλι υποψήφιος για πρόεδρος. Όλα τα συστατικά είναι εκεί ώστε η ιστορία να επαναληφθεί, εκτός εάν το Υπουργείο Δικαιοσύνης και το Κογκρέσο αποφασίσουν να διεξάγουν έρευνα για την πραγματική μυστική συνεργασία με ξένο παράγοντα, και την παρέμβαση στις εκλογές του 2016, και αν το FBI και τα ΜΜΕ αφαιρέσουν τις παρωπίδες που φοράνε όταν πρόκειται για το Ισραήλ.».