Κατ' αρχάς υπάρχουν δύο απαντήσεις στα δημοσιεύματα. Η μία είναι το δελτίο Τύπου που αναρτήθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα (κλικ εδώ) και η δεύτερη είναι αυτή που στάλθηκε στα ΜΜΕ (κλικ εδώ). Στη δεύτερη επιστολή εκτός του ότι περιλαμβάνονται τα ίδια οικονομικά στοιχεία, ο ΔΑΑ «επιφυλάσσεται για την προστασία κάθε έννομου συμφέροντος τόσο αυτού όσο και των μετόχων του»… και ο νοών νοείτω.

Για το ρεπορτάζ αυτό στείλαμε γραπτώς κάποιες ερωτήσεις στο ΔΑΑ το απόγευμα της Τρίτης, αλλά δυστυχώς μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου δεν έχουμε λάβει ακόμα απαντήσεις. Αυτό πιθανώς να συμβαίνει εξαιτίας του περιορισμένου χρόνου που είχαν οι εκπρόσωποι, δεδομένου ότι σήμερα, όπως μάθαμε,  είχε προγραμματιστεί και ένα εορταστικό event της εταιρίας.

Ωστόσο επειδή το προηγούμενο ρεπορτάζ μας ήταν ελλιπές και δεν θα ήταν σωστό να παραμένει στον αέρα χωρίς τις απαραίτητες διορθώσεις αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στη δημοσίευση. Σε περίπτωση που ο ΔΑΑ στο μεταξύ απαντήσει θα κάνουμε εδώ τις απαραίτητες αλλαγές και θα σας ενημερώσουμε εκ νέου.

Τι υποστηρίζει ο ΔΑΑ

Παρακάτω παρατίθενται σχολιασμένα τα βασικά επιχειρήματα του ΔΑΑ όπως αυτά εκφράζονται από τα δύο δελτία Τύπου και από την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαμε με τον υπεύθυνο του τμήματος, κύριο Ιωακείμ Τσιμπίδη.

1. Ο ΔΑΑ είναι αμιγώς ελληνική εταιρεία στην οποία το ελληνικό Δημόσιο συμμετέχει με ποσοστό 55%. Αυτό είναι και ανακριβές και καθόλου ειλικρινές. Όντως το Δημόσιο είχε και έχει το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών του ΔΑΑ, ωστόσο, βάσει της σύμβασης, τη διοίκηση (το management) της επιχείρησης και το δικαίωμα επιλογής του διευθύνοντος συμβούλου το ασκεί ο δεύτερος μέτοχος, δηλ ως το 2013 η Hochtief Airport Capital που κατείχε το 40%. Το 2013 η γερμανική Hochtief πούλησε το ποσοστό της στο καναδικό fund (που διαχειρίζεται τα κεφάλαια ασφαλιστικών ταμείων), το οποίο ανέλαβε έτσι, σύμφωνα με όλα τα δημοσιεύματα της εποχής (όπως εδώ και εδώ), και το μάνατζμεντ. Ζητήσαμε γραπτώς να μάθουμε αν μετά την πώληση του μεριδίου της Hochtief έχει γίνει κάποια αλλαγή στον τρόπο διοίκησης του ΔΑΑ, αλλά μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου δεν έχουμε λάβει απάντηση.

2. O ΔΑΑ έχει τηρήσει και τηρεί όλες τις νόμιμες υποχρεώσεις. Αυτό φανταζόμαστε είναι αυτονόητο.

3. Ο ΔΑΑ επιβάλλει σύννομα τον αναλογούντα ΦΠΑ επί όλων των υποκείμενων σε ΦΠΑ πωλήσεών του και τον αποδίδει πάντα εμπρόθεσμα προς το Ελληνικό Δημόσιο. Μελετώντας τα στοιχεία από τη δίκη στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο του Λονδίνου (LiAC) διαπιστώσαμε ότι η υπόθεση είναι λίγο πιο περίπλοκη απ' όσο έχει γραφτεί (και από εμάς δυστυχώς).

Σε τι διαφωνούν ΔΑΑ και ελληνικό Δημόσιο

Αυτό που υπονοείται μέχρι σήμερα είναι ότι υπάρχει μια διαφορά σχετικά με το ποιες δραστηριότητες της εταιρίας υπάγονται σε καθεστώς εξαίρεσης ΦΠΑ και ποιες όχι. Η διένεξη όμως δεν είναι αυτή. Ούτε η προσφυγή του ΔΑΑ στη διαιτησία είχε να κάνει με κάποιο συγκεκριμένο ποσό. 

Σύμφωνα με την υπεράσπιση του ελληνικου Δημοσίου, ο ΔΑΑ – που τελούσε υπό τη διοίκηση της Hochtief – ζητούσε να μην υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος τα μερίσματα που καταβάλλονταν και συνεχίζουν να καταβάλλονται στους μετόχους επειδή το ΔΑΑ έχει συσσωρεύσει ζημίες λόγω απόσβεσης της επένδυσης που είχε γίνει. Καθώς φαίνεται, ο ΔΑΑ πέρασε, μόνο για φορολογικούς σκοπούς, στο πρώτο φορολογικό έτος το σύνολο της επένδυσης αξίας 1,5 δισ. και άρα εμφανιζόταν με τεράστιες φορολογικές ζημιές, ενώ ταυτόχρονα εμφάνιζε, νόμιμα, οικονομικά αποτελέσματα που έδειχνε ότι το ΔΑΑ είχε κέρδη και επομένως δικαιούταν να διανέμει μέρισμα.

Η Σύμβαση  Ανάπτυξης Αεροδρομίου που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 31 Ιουλίου 1995 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου αφενός και αφετέρου των εταιριών Hochtief Aktiengesellschaft vorm. Helfamann, ABB Calor Emag  Schaltanlagen  AG, H.  Krantz-TkT  GmbH  και  Flughafen Athen – Spata Projektgesellschaft mbH, και η οποία κυρώθηκε με το ν. 2338/1995 προέβλεπε ότι ο ΔΑΑ μπορούσε να τηρεί δύο οικονομικές καταστάσεις, μία οικονομική και μία φορολογική. Βάσει της πρώτης δίνονταν τα μερίσματα και βάσει της δεύτερης δεν αποδίδονταν φόροι μέχρι την απόσβεση της επένδυσης και την εμφάνιση κερδών εις νέον.

Το ελληνικό κράτος μετά από φορολογικούς ελέγχους ζήτησε την απόδοση του ΦΠΑ και των άλλων φόρων επί των μερισμάτων για τη χρονική περίοδο που εξέτασε. Ο ΔΑΑ υποστήριξε στο δικαστήριο ότι οι φόροι θα αποδίδονταν στο τέλος της απόσβεσης και άρα δεν υπήρχε οικονομική ζημιά για το δημόσιο.

Ο μουτζούρης

Τον παραπάνω ισχυρισμό δέχτηκε το ξένο διαιτητικό δικαστήριο και δικαίωσε τον ΔΑΑ παρά τις ενστάσεις των δικηγόρων του ελληνικού δημοσίου που αναφέρθηκαν σε μια περίπτωση που δημοσιογραφικά είναι γνωστή ως «ο μουτζούρης»: Η πλευρά του ελληνικού Δημοσίου υποστήριξε ότι με την αναβολή της καταβολής των φόρων υπήρχε ο κίνδυνος οι τελευταίοι που θα βρεθούν με τις μετοχές του ΔΑΑ στο τέλος του προγράμματος απόσβεσης να πρέπει να πληρώσουν τους αναδρομικούς φόρους (αναντίστοιχα με τον χρόνο στον οποίο συμμετείχαν) ανεξάρτητα αν στο μεταξύ έχει αλλάξει η μετοχική σύνθεση, κάτι που ως γνωστόν έχει ήδη γίνει με την αποχώρηση της Hochtief.

Επιπλέον οι εκπρόσωποι του ελληνικού Δημοσίου αναρωτήθηκαν τι θα συνέβαινε αν λίγο πριν το τέλος του προγράμματος ο ΔΑΑ αποφάσιζε να κλείσει την εταιρεία ή να την υπαγάγει σε καθεστώς εκκαθάρισης. Ο δικαστής ωστόσο θεώρησε ότι η σύμβαση ανάθεσης έδινε τυπικά το δικαίωμα της καταβολής αναδρομικά του φόρου μετά την απόσβεση της επένδυσης και άρα απέρριψε τους ισχυρισμούς του ελληνικού Δημοσίου. Την απόφαση του βρετανικού δικαστηρίου ανέτρεψε χθες το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.

4. Επιπλέον, ο ΔΑΑ έχει αποδώσει στο ΕΔ διαχρονικά (2002-2013) με τη μορφή μερισμάτων, φόρων επί των μερισμάτων και ειδικών εισφορών, ποσό ύψους 1.038 δισ. ευρώ. Το παράλογο θα ήταν να μην αποδίδονται τα μερίσματα, ιδίως με βάση το καθεστώς που περιγράψαμε παραπάνω.

5. Επί της συγκεκριμένης νομικής διαφοράς, η οποία δεν αφορά στην κατασκευαστική εταιρία HOCHTIEF ή οποιαδήποτε θυγατρική της, ο ΔΑΑ, αφού κατέβαλε εμπρόθεσμα όλες τις προβλεπόμενες από το νόμο προκαταβολές ύψους 46 εκατ. ευρώ που βεβαιώθηκαν από την αρμόδια ΔΟΥ για την περίοδο 1998-2012, ποσό το οποίο, λόγω των προσαυξήσεων, ανήλθε εν τέλει σε 167 εκατ. ευρώ συνολικά τηρώντας όλες τις νόμιμες διαδικασίες, προσέφυγε σχετικά με τον καταλογισμό. Επί του πρώτου σκέλους που αφορά τη Hocthief σχολιάσαμε στην αρχή. Όσον αφορά τα νούμερα εκεί υπάρχει όντως ένα ζήτημα.

Όταν επικοινωνήσαμε με τον υπεύθυνο του ΔΑΑ μάς ανέφερε ότι παρατηρεί στα ΜΜΕ μεγάλα νούμερα που αυξάνονται εκθετικά όσο περνάει ο καιρός αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχει ένας πλειστηριασμός εντυπωσιασμού μεταξύ των μέσων μαζικής ενημέρωσης για το πόσα χρωστάει η Hochtief. Προς επιβεβαίωση του επιχειρήματός του ΔΑΑ ο εκπρόσωπος της εταιρείας μάς ανέφερε ότι η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου αφορούσε μόνο ένα ποσό 12 εκατομμυρίων ευρώ. Δυστυχώς όμως δεν μάθαμε αν αυτό το ποσό είναι προ ή μετά προσαυξήσεων (αφού το Δ.Τ. της εταιρίας εξηγεί ότι τα 46 εκατομμύρια έγιναν 167 θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η απόφαση για τα 12 εκατομμύρια θα μπορούσε να προκαλέσει πολλαπλάσιες απαιτήσεις).

Πριν μιλήσουμε για ποσά αξίζει να σημειώσουμε επίσης ότι η ανακοίνωση της εταιρείας μιλάει για φόρους και πρόστιμα που βεβαιώθηκαν από την αρμόδια ΔΟΥ για την περίοδο 1998-2012 αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι αυτά είναι τα συνολικά ποσά που έχουν καταλογίσει οι ελληνικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί γι αυτή την περίοδο. Ωστόσο μιλώντας με φοροτεχνικούς μάθαμε ότι τα απαιτούμενα ποσά έχουν προκύψει από έλεγχο συγκεκριμένων φορολογικών χρήσεων και άρα δεν σημαίνει ότι οι συνολικές απαιτήσεις του Δημοσίου περιορίζονται οριστικά στα 46 εκατομμύρια ευρώ.

Μην είναι 1, μην είναι 100, μην είναι 600

Στην απάντηση του ΔΑΑ γίνεται συγκεκριμένη αναφορά για φόρους και πρόστιμα 46 έως 167 εκατομμύρια ευρώ. Πώς προέκυψαν λοιπόν τα 600 εκατομμύρια που αναφέρουν όλα τα ΜΜΕ; Είναι απλά ένα παιχνίδι για το ποιος θα πει τα περισσότερα προκειμένου να βλάψει τη φήμη των Γερμανών;

Επιστρέψαμε και πάλι στην υπερασπιστική γραμμή του ελληνικού Δημοσίου στη διάρκεια της εκδίκασης της Διαιτησίας που είχε ζητήσει ο ΔΑΑ. Εκεί μαθαίνουμε ότι οι συνολικοί φόροι (ΦΠΑ, φόροι μερισμάτων κ.λπ.) που αναβάλλονται μέχρι την εκπλήρωση του προγράμματος απόσβεσης της επένδυσης είναι της τάξης του 30% του συνόλου. Δηλαδή μεταξύ 450-600 εκατομμυρίων ευρώ (υπολογίζοντας και τα κέρδη της εταιρείας). Μπορεί λοιπόν το ελληνικό δημόσιο να διεκδικεί 167 εκατομμύρια ευρώ ελέγχοντας συγκεκριμένες χρήσεις, αλλά το συνολικό ποσό που υπολογίζει να εισπράξει από την επένδυση μέσω φόρων φαίνεται να είναι όντως 600 εκατομμύρια ευρώ.

Συμπερασματικά

Είναι αλήθεια ότι το ρεπορτάζ που δημοσιεύσαμε τη Δευτέρα παρασυρόμενοι από το εύρος της δημοσίευσης σε όλους τους «έγκριτους» δημοσιογραφικούς οργανισμούς είχε σοβαρές παραλείψεις. Ωστόσο ούτε η απάντηση του ΔΑΑ ήταν ειλικρινής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον πάντως έχει η σπουδή του ΔΑΑ (και του εκπροσώπου του) να «καθαρίσει» το όνομα της Hochtief, παρόλο που η γερμανική εταιρία έχει αποχωρήσει.

Αξίζει να σημειωθεί ένα ακόμα στοιχείο που προέκυψε στο βρετανικό δικαστήριο: Η Hochtief που κέρδισε τον διεθνή διαγωνισμό για την κατασκευή και τη διαχείριση του Ελ. Βενιζέλος κατέβαλε μόνο 150 εκατομμύρια ευρώ, ενώ όλα τα υπόλοιπα κεφάλαια που της αναλογούσαν προήλθαν από δάνεια νορβηγικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Τα δάνεια αυτά ανελήφθησαν από τον ΔΑΑ και όχι από τη γερμανική κατασκευαστική εταιρία που εκτός από τα μερίσματα επί των κερδών είχε να λαμβάνει και τα έσοδα από τις κατασκευαστικές εργασίες.

Αν ο έλεγχος πλέον ανήκε στο ελληνικό Δημόσιο, το λογικό θα ήταν να επιβληθεί από τον βασικό μέτοχο η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου. Αντιθέτως, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο ΔΑΑ σκοπεύει να αποταθεί και στο ΣτΕ ζητώντας την ακύρωση της απόφασης. Παρόλο που μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει την απάντηση της εταιρίας, θεωρούμε ότι το καναδικό fund που έχει αντικαταστήσει τη Hocthief συνεχίζει να ελέγχει το management και να λειτουργεί υπέρ των συμφερόντων του.