Η Κίνα αποτελεί, εδώ και κάποια χρόνια, υπαρξιακή απειλή για τον βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό. Πράγμα που δεν οφείλεται στον υποτιθέμενο σοσιαλιστικό χαρακτήρα του κινεζικού κοινωνικού σχηματισμού, αλλά στην διαρκή και ταχεία, επί πολλές δεκαετίες, οικονομική μεγέθυνση του κινεζικού κρατικού καπιταλισμού.

Σε προηγούμενο κείμενό μου (Η Κίνα, οι ΗΠΑ και ο Τραμπ, https://thepressproject.gr/i-kina-oi-ipa-kai-o-trab/), προσπάθησα να δείξω γιατί οι πολιτικές του Τραμπ, με τις οποίες, ως προς την ουσία, είναι απολύτως σύμφωνη η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ, έχουν ως κεντρικό στόχο την Κίνα.

Η Κίνα αποτελεί, εδώ και κάποια χρόνια, υπαρξιακή απειλή για τον βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό. Πράγμα που δεν οφείλεται στον υποτιθέμενο σοσιαλιστικό χαρακτήρα του κινεζικού κοινωνικού σχηματισμού, αλλά στην διαρκή και ταχεία, επί πολλές δεκαετίες, οικονομική μεγέθυνση του κινεζικού κρατικού καπιταλισμού.

Η έλλειψη στοιχειωδών ατομικών και πολιτικών ελευθεριών -έστω του περιορισμένου είδους, που είχαμε κατακτήσει στη Δύση- είναι ένας  καθοριστικός δείκτης για τον κοινωνικό χαρακτηρισμό ενός κράτους. Η ύπαρξη εργατικής δημοκρατίας είναι αυτό που δίνει, πρώτα από όλα, σοσιαλιστικό χαρακτήρα σε έναν κοινωνικό σχηματισμό. Η εργατική δημοκρατία στο σοσιαλισμό, δεν είναι, απλώς, στοιχείο της πολιτικής βαθμίδας, αλλά διάσταση των ίδιων των παραγωγικών σχέσεων. Η δημοκρατική οργάνωση της παραγωγής, ο κυρίαρχος ρόλος της εργατικής τάξης στο εσωτερικό των χώρων εργασίας, η εκλογή όλων των προσωρινών και πάντα ανακλητών αντιπροσώπων, η καθολική συμμετοχή στη διακυβέρνηση, η καθοριστική πολιτειακά λειτουργία θεσμών άμεσης δημοκρατίας είναι τα εκ των ων ουκ άνευ στοιχεία της πορείας προς την κατάργηση της εκμετάλλευσης, την κοινωνική απελευθέρωση και, τελικά, την προσωπική χειραφέτηση. Για τον Μαρξ, ο στόχος των κομμουνιστών είναι μια κοινωνία «ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών», όπου «η ελευθερία της καθεμιάς και του καθένα είναι προϋπόθεση της ελευθερίας όλων». Ο κομμουνισμός είναι αυτοκαθορισμός και αυτοπραγμάτωση -ή δεν είναι κομμουνισμός, έστω και στο πρώιμο στάδιό του.

Είναι απολύτως προφανές πως στην Κίνα όχι μόνο δεν συντρέχει κανείς από τους παραπάνω όρους, αλλά ισχύουν τα ακριβώς αντίθετα. Οι ατομικές ελευθερίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες, αν εξαιρεθεί το γεγονός πως η κατανάλωση είναι ελεύθερη όσο το επιτρέπει το εισόδημά σου, πολιτικά δικαιώματα δεν υφίστανται, οι κοινωνικές παροχές δεν είναι δικαιώματα, αλλά παραχωρήσεις του κράτους, σύμφωνα με τις προτεραιότητές του. Η πολιτική βαθμίδα μονοπωλείται ολοκληρωτικά από το Κινεζικό ΚΚ. Ακόμη κι αν κάνουμε την υπόθεση ότι η κομματική λειτουργία είναι δημοκρατική και ισότιμη, τα 110 εκατομμύρια κομματικά μέλη δεν είναι παρά το 7.5% του πληθυσμού.

Ο Domenico Losurdo, o Michael Roberts, όπως περίπου έκανε ο Τρότσκι με την Σταλινική Ρωσία,  ισχυρίζονται πως η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας είναι μια μεταβατική (transitional) κοινωνία -ούτε καπιταλιστική ούτε σοσιαλιστική. Η ολοκλήρωση αυτής της μετάβασης θα εξαρτηθεί από μια σειρά παράγοντες -δεν θα πρέπει, όμως, να αμφισβητείται πως πρόκειται για μετάβαση. Η Κίνα είναι μια μετακαπιταλιστική κοινωνία.

Αναφέρομαι στους προηγούμενους γιατί πρόκειται για σοβαρούς αναλυτές, των οποίων η άποψη δεν μπορεί να αποσιωπηθεί. Θέλω να πω, δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με τις «αναλύσεις» των σταλινικών κομμάτων, μαζί και του ΚΚΕ, οι οποίες είναι απολογητικές δραστηριότητες παντός καιρού.

Ωστόσο, όπως προείπα, νομίζω ότι ο χαρακτηρισμός της Κίνας ως κρατικοκαπιταλιστικής αποτυπώνει καλύτερα την πραγματικότητα.

Σταματώ, όμως, εδώ αυτήν την πρόχειρη διερεύνηση του κοινωνικού χαρακτήρα της Κίνας μια και το θέμα μου είναι άλλο. Ίσως να επανέλθω στο μέλλον.

Οικονομία και κοινωνία

Στο προηγούμενο άρθρο μου προσπάθησα να τεκμηριώσω το γεγονός πως η πρωτοφανής ιστορικά οικονομική εκτόξευση της Κίνας έχει φέρει τον βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό σε πολύ δύσκολη θέση. Η οποία θα γίνει σύντομα δεινή εάν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν και στο μέλλον.

Σε σημαντικό βαθμό, η ανάλυσή μου εκεί είχε πρωτευόντως ποσοτικό χαρακτήρα -αν και είναι, στην περίπτωσή μας, τόσο εντυπωσιακά τα ποσοτικά δεδομένα, που μπορούμε να μιλάμε για μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα -για να μην ξεχνάμε και τα διαλεκτικά διδάγματα του Ένγκελς.

Είναι η Κίνα, πλέον, μια «πλούσια» χώρα; Βάσει των συνολικών μεγεθών αναμφίβολα είναι.

Όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα, το πραγματικό ΑΕΠ της Κίνας υπολείπεται ελάχιστα αυτού των ΗΠΑ, ενώ το 1980 αποτελούσε μόλις το 6% του αμερικανικού. Σε μονάδες αγοραστικής δύναμης το κινεζικό ΑΕΠ είναι περίπου 25% μεγαλύτερο από εκείνο των ΗΠΑ. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως η εκρηκτική μεγέθυνση της Κίνας προηγείται των μεταρρυθμίσεων της δεκαετίας του ’80. Από το 1950 έως το 1978, στη «μαοϊκή περίοδο», με όλα τα καταστροφικά διαστήματα του Μεγάλου Άλματος και της Πολιτιστικής Επανάστασης, η οικονομία μεγεθύνονταν με ρυθμό περίπου 7% σε πραγματικούς όρους!

Προφανώς, βάσει του πληθυσμού, η Κίνα βρίσκεται ακόμη πίσω σε σχέση με τις ιμπεριαλιστικές χώρες. Υπάρχει, όμως, ραγδαία τάση σύγκλισης. Το 2024, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Κίνα ήταν 5.1%, ενώ στις ΗΠΑ 2.3% και στην ΕΕ περίπου 1%.

Άλλωστε, αυτό καταγράφεται, έμμεσα, αλλά καθοριστικά, και σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της φτώχειας. Με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας και τον ορισμό της φτώχειας που χρησιμοποιεί, η κατάσταση έχει ως εξής:

 

Είναι πρόδηλο ότι η Κίνα, ως προς αυτόν τον δείκτη, έχει απομακρυνθεί δραστικά από τις φτωχές χώρες και βρίσκεται πολύ κοντύτερα στον αναπτυγμένο καπιταλισμό. Τα πράγματα, μάλιστα, την ευνοούν ακόμη περισσότερο, στο μέτρο που ο κοινωνικός μισθός είναι πολύ μεγαλύτερος στην Κίνα από ό,τι στις χώρες του Νότου συνολικά.

Θα πρέπει να σημειωθεί, βέβαια, ότι οι ανισότητες, οι οποίες αυξήθηκαν μετά από την επικράτηση του Ντενγκ το 1978 και την οικονομική «φιλελευθεροποίηση», είναι μεγάλες. Βάσει του δείκτη Gini, όπου η τιμή 1 σημαίνει απόλυτη ανισότητα, ενώ το 0 απόλυτη ισότητα, η Κίνα βρίσκεται σε μια ενδιάμεση θέση. Η εισοδηματική ανισότητα, η οποία κατά βάση αντανακλά γεωγραφικές αποκλίσεις, είναι μεγάλη (Gini =0.45). Στις άλλες BRICS ο δείκτης προσεγγίζει το 0.6 και στο Βορρά είναι κάτω από το 0.4.

Αν πάρουμε, όμως, ως κριτήριο τον προσωπικό πλούτο, την προσωπική περιουσία, η οποία στην Κίνα αφορά, σε πολύ μεγάλο βαθμό, ακίνητη ιδιοκτησία και όχι μετοχές ή ρευστά διαθέσιμα, η κατάσταση εμφανίζεται πολύ βελτιωμένη. Ο δείκτης Gini είναι πολύ μικρότερος από ό,τι στη Βραζιλία, τη Ρωσία ή την Ινδία και μικρότερος, ακόμη, από τη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Σε ό,τι αφορά, δε, το κορυφαίο 1% των υπερπλούσιων, αυτοί στην Κίνα κατέχουν το 30% της συνολικής ιδιωτικής περιουσίας, στη Ρωσία το 60%, στη Βραζιλία το 50%, στις ΗΠΑ το 35%.

Η Κίνα, επομένως, μοιράζεται πια πολλά από τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των καπιταλιστικών μητροπόλεων. Αξίζει εδώ να σημειωθεί, για να δούμε και την άλλη πλευρά, πως οι κινεζικές οικογένειες πληρώνουν πολλά χρήματα για ιδιωτικά φροντιστηριακά μαθήματα των παιδιών τους, πάνω από 20% του εισοδήματος όταν τα παιδιά προετοιμάζονται για το πανεπιστήμιο. Από την άλλη, αν και το σύστημα υγείας προσφέρει καθολικές υπηρεσίες σε βασικό επίπεδο, πολλές οικογένειες προσφεύγουν για καλύτερη υγεία στον ιδιωτικό τομέα, πληρώνοντας αδρά.

Από κάθε άποψη, πάντως, η ραγδαία σύγκλιση της Κίνας με τον ανεπτυγμένο καπιταλισμό είναι ένα από τα καθοριστικότερα στοιχεία της περιόδου.

Παραγωγή, επενδύσεις, παραγωγικότητα, εξαγωγές

Σταθερό μοτίβο πολλών μέινστριμ αναλύσεων για την Κίνα είναι πως οδεύει προς τη στασιμότητα και, ίσως, σύντομα, σε μια κρίση μεγάλων διαστάσεων.

Ένα από τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται είναι η περίφημη «υπερεπένδυση», που παρουσιάζεται στην οικονομία της. Η ιδέα, δηλαδή, ότι στην Κίνα υπάρχει μια «περίσσεια παγίων», τα οποία είναι αδύνατον να μην οδηγήσουν σε καταστάσεις μαζικής απόσυρσης κεφαλαίου, στο μέτρο που δεν θα υπάρχουν αγορές για την υπερβάλλουσα παραγωγή. Δεν θα επιμείνω ιδιαίτερα στην ανόητη άποψη πως είναι αναγκαστικά η «αγορά», με τη φιλελεύθερη σημασία, που αποτελεί τη Λυδία λίθο για την οικονομική εξέλιξη μιας χώρας. Ούτε στην έγκληση της κινεζικής ηγεσίας από την Τζάνετ Γέλεν, υπουργό Οικονομικών του Μπάιντεν, πως ασκεί, «σπαταλώντας παραγωγικές δυνατότητες», οικονομική καταπίεση (economic coercion!) στις ΗΠΑ και την ΕΕ προσφέροντας στις διεθνείς αγορές προϊόντα κάτω του κόστους! Στην πραγματικότητα, η φιλελεύθερη Γέλεν εγκαλεί την Κίνα για την ανταγωνιστική της δεινότητα. Τα στοιχεία, πάντως, δείχνουν πως η χρήση της παραγωγικής δυναμικότητας από την Κίνα είναι ανάλογη αυτής των ΗΠΑ -76% έναντι 78%. Αν ίσχυε το επιχείρημα για την Κίνα, ισχύει εξίσου και για τις ΗΠΑ. Επιπλέον, το να επικαλούνται οι  φιλελεύθεροι μαρξικές, εν τέλει, κατηγορίες, όπως η υπερσυσσώρευση, αποκτά ανεκδοτολογικά χαρακτηριστικά. (Όποιος θέλει να παρακολουθήσει τη μαρξιστική συζήτηση σχετικά με την υπερσυσσώρευση στην Κίνα, μπορεί να αναζητήσει τα: Minqi Li, China and the 21st Century Crisis (https://www.plutobooks.com/9780745335384/chinaandthe-21stcenturycrisis/) και Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, Χωρίς επιστροφή -Από τον Κέυνς στην Θάτσερ: Καπιταλιστικές κρίσεις, κοινωνικές ανάγκες, σοσιαλισμός, εκδόσεις ΚΨΜ).

H TFP -ολική παραγωγικότητα των συντελεστών- είναι ένα μέτρο του πόσο αποτελεσματικά χρησιμοποιούνται η εργασία και το κεφάλαιο. Είναι δείκτης του επιπέδου της καινοτομίας -ιδίως της οργανωσιακής, αλλά και της καθαρά τεχνολογικής.

Σύμφωνα με το US Conference Board, η Κίνα παρουσίασε την τελευταία δεκαετία ρυθμό αύξησης της TFP τριπλάσιο από τις ΗΠΑ, πενταπλάσιο από τη Γερμανία και οκταπλάσιο από την Ιαπωνία.

Η Κίνα έχει το μεγαλύτερο βιομηχανικό τομέα στον κόσμο με προϊόν 5.6 τρισεκατομμύρια δολάρια για το 2024 -36% του ΑΕΠ. Σε αντίθεση, η βιομηχανία στις ΗΠΑ παράγει προϊόν 2.9 εκατομμύρια, συνεισφέροντας μόλις το 10% του ΑΕΠ.

Η κινεζική οικονομία βασίζεται όλο και περισσότερο σε επενδύσεις τεχνολογίας. Περισσότερα ηλεκτρικά αυτοκίνητα κινούνται στην Κίνα από ό,τι στις ΗΠΑ, ενώ τα 5G δίκτυα είναι όλο και ταχύτερα.  Η αεροναυπηγική εταιρία C919 αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία της Boeing και της Airbus. Η δορυφορική πλοήγηση με το σύστημα BeiDou γρήγορα θα έχει, μάλλον, καλύτερες επιδόσεις από το GPS.

H Κίνα οδεύει ταχέως προς μια συνθήκη «νέας οικονομίας». Οι κλάδοι υψηλής τεχνολογίας, από το 2017 κι έπειτα, αυξάνονται με ρυθμούς 10%, διπλάσιους από τον ρυθμό μεγέθυνσης της συνολικής οικονομίας.

Σε ό,τι αφορά την αυτοματοποίηση, το 2023 υπήρχαν  περίπου 500 ρομπότ ανά 10000 εργάτες στην Κίνα έναντι 300 στις ΗΠΑ. Επιπλέον, στις πατέντες από το 4% το 2000, σήμερα δημιουργεί το 26% και στον τομέα των ημιαγωγών παράγει το 25% του παγκόσμιου προϊόντος, έναντι 16% των ΗΠΑ και 7% της ΕΕ.  Είναι βέβαιο πως σύντομα θα καταγράφει παρόμοιες επιδόσεις και στην καθαρή καινοτομία, όπου ακόμη προηγούνται οι ΗΠΑ. Σήμερα, ήδη, αν και δεν παράγει στον ίδιο βαθμό νέες ιδέες, είναι πρωτοπόρα στην εφαρμογή τους, όπως πολύ χαρακτηριστικά φάνηκε στην περίπτωση της DeepSeek.

Από την άλλη, όπως σημειώνει σε ανάρτησή του ο Αρνό Μπερτράν (https://x.com/RnaudBertrand/), «η Κίνα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που παράγει όλα τα προϊόντα, όπως ταξινομούνται στο World Customs Organization (WCO) […] Αν θέλεις να παράγεις κάτι στην Κίνα μπορείς έχεις στη διάθεσή σου, κυριολεκτικά, όλη την εφοδιαστική αλυσίδα επί τόπου».

Οι ακαθάριστες επενδύσεις στην Κίνα αποτελούν το  45% του ΑΕΠ, με την Ινδία να βρίσκεται στο 34%, την Ιαπωνία στο 25%, την Ευρωζώνη στο 21% και τις ΗΠΑ στο 20%. Σε ό,τι αφορά τον ετήσιο ρυθμό αύξησης των ακαθάριστων επενδύσεων, οι αριθμοί είναι, αντίστοιχα, 8.5% για την Κίνα, 5.5 για την Ινδία, -0.3% για την Ιαπωνία, 0.4% για την Ευρωζώνη και 2% για τις ΗΠΑ. Στοιχεία, που δείχνουν ότι η επενδυτική δυναμική της κινεζικής οικονομίας είναι ασύγκριτη, αλλά και πρωτοφανής ιστορικά.

Λέγεται πολύ συχνά ότι η μεγάλη συμμετοχή των επενδύσεων στο ΑΕΠ, σε σχέση με την ιδιωτική κατανάλωση, τελικά, θα αποτελέσει πρόβλημα στην ανάπτυξη. Περίεργη άποψη, αν σκεφτεί κανείς ότι, όχι μόνο ο Μαρξ, αλλά και ο, υπεράνω υποψίας για αντικαπιταλισμό, Κέυνς εξηγούσε ότι το καθοριστικό για την ανάπτυξη είναι οι επενδύσεις και όχι η κατανάλωση. Άλλωστε, στη δική του ορολογία, η επένδυση είναι μέρος της ενεργού ζήτησης όσο και η κατανάλωση.

Πολύ περισσότερο, που, στην περίπτωση της Κίνας, η ιδιωτική κατανάλωση ακολουθεί κατά πόδας την πορεία της επένδυσης. Όπως σημειώθηκε στο προηγούμενο άρθρο μου, ο ρυθμός αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης είναι 8% για την Κίνα, 5.7% για την Ινδία, 0.4% για την Ιαπωνία, 0.6% για την Ευρωζώνη και 1.7% για τις ΗΠΑ.

Παρουσιάζεται, λοιπόν, αντίθετα με την αντίληψη των πραγμάτων από τους φιλελεύθερους, μια ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στην πορεία της επένδυσης και αυτήν της κατανάλωσης. Η επένδυση δεν κινείται αντίθετα με την κατανάλωση -ακριβώς το αντίθετο είναι αυτό που συμβαίνει.

Το ίδιο ισχύει και για την κοινή, ανάμεσα στους ορθόδοξους οικονομολόγους, ιδέα πως η ιδιαίτερη εξάρτηση από τις εξαγωγές θα μετατραπεί, από πλεονέκτημα σε ισχυρό εμπόδιο στην ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας. Η τραμπική γεωστρατηγική βασίζεται, κατεξοχήν, σε αυτήν την αντίληψη με την θέσπιση δασμών μεγάλης κλίμακας. Το σφάλμα και πάλι, εκτός από θεωρητικό, είναι και πραγματολογικό. Είναι αλήθεια ότι η Κίνα βασίστηκε στο εξαγωγικό αναπτυξιακό μοντέλο μέχρι το 2006. Έκτοτε, όμως, η κατανάλωση κινήθηκε γρηγορότερα από την βιομηχανική παραγωγή για σχεδόν δύο δεκαετίες. Πράγμα που δεν φαίνεται να διαφοροποιείται, γεγονός που κάνει αβάσιμη την άποψη πως δεν είναι δυνατό η εγχώρια κατανάλωση να απορροφήσει την παραγωγή βιομηχανικών αγαθών.

Το 1995, οι βιομηχανικές εξαγωγές αποτελούσαν το 20% της βιομηχανικής παραγωγής, το 2006 έφτασαν στο 37%, για να βρίσκονται σήμερα στο 25%. Την ίδια περίοδο, με αυξομειώσεις, οι αντίστοιχος δείκτης για τις ΗΠΑ είχε τιμή 15%.

Σε ότι αφορά τη συνολική παραγωγή, το παρακάτω γράφημα του International Institute of Management Development, είναι ενδεικτικός.

 

Ο δείκτης ακαθάριστες εξαγωγές προς ακαθάριστη παραγωγή βρίσκεται στο 7%, ενώ για τις ΗΠΑ είναι 5%. Γι’ αυτό και το IMD δίνει στο γράφημα τον τίτλο: Ως προς την ανοιχτότητα της οικονομίας, η Κίνα συγκλίνει με τις ΗΠΑ.

Είναι αλήθεια πως οι κινεζικές εταιρίες παραμένουν ισχυρά ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά, παρόλες της προσπάθειες της Δύσης -πράγμα, που δεν εφηύρε ο Τραμπ- να χρησιμοποιήσει δασμούς και άλλα προστατευτικά μέτρα. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, πως κινεζική μεγέθυνση εξαρτάται από τις εξαγωγές. Στην πραγματικότητα, η Κίνα, όπως και οι ΗΠΑ, μεγεθύνεται εξαιτίας της παραγωγής για την εγχώρια οικονομία.

Χρέος και ιδιωτική οικονομία

Η Κίνα, όπως σωστά επισημαίνεται από τους φιλελεύθερους, έχει μεγάλο και αυξανόμενο χρέος. Είναι καιρός τώρα που προβλέπεται ότι μοιραία θα προσκρούσει σε μια κρίση χρέους τεραστίων διαστάσεων. Ήδη το 2020, το συνολικό χρέος άγγιξε το 320% του ΑΕΠ. Υπάρχει, όμως, μια μοναδική διεθνώς ιδιορρυθμία. Το κινεζικό χρέος στο μεγαλύτερό  μέρος αφορά οφειλές της μιας περιφέρειας στην άλλη, των τοπικών κυβερνήσεων στις κρατικές τράπεζες, των κρατικών τραπεζών στην κεντρική κυβέρνηση. Όταν ληφθεί αυτό υπόψη, το χρέος των νοικοκυριών (54% του ΑΕΠ) και των επιχειρήσεων δεν είναι και τόσο υψηλό, ενώ αυτό της κεντρικής κυβέρνησης είναι χαμηλό με τα διεθνή στάνταρ.

Ακόμη περισσότερο, το εξωτερικό χρέος είναι πολύ χαμηλό (15% του ΑΕΠ). Στην πραγματικότητα, η Κίνα είναι ένας τεράστιος παγκόσμιος πιστωτής και έχει μαζικά αποθεματικά σε δολάρια και ευρώ, 50% περισσότερο από όσο το χρέος της σε δολάρια.

Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι. Το μεγαλύτερο πρόβλημα βρίσκεται στο γεγονός ότι το σύστημα, που επιλέχτηκε για να αντιμετωπιστεί το στεγαστικό πρόβλημα, λόγω της τεράστιας εσωτερικής μετανάστευσης, επιλέχθηκε να επιλυθεί με τον «αμερικανικό τρόπο». Όχι, δηλαδή, με την κρατική επένδυση στον τομέα και τη δημιουργία κατοικιών για όλον τον πληθυσμό, αλλά με το δυτικό σύστημα αστικοποίησης, από το 1990 κι έπειτα. Ιδιώτες κατασκευαστές πωλούν σπίτια στις οικογένειες, οι οποίες δανείζονται για να τα αποκτήσουν.

Σημάδια κρίσης έχουν εμφανιστεί ήδη -σχετικά πρόσφατα υπήρξε κατάρρευση στο real estate, που άφησε μεγάλο χρέος σε οικοδομικές επιχειρήσεις και τοπικές κυβερνήσεις. Η Energrande θύμισε σε πολλούς τη Lehman Brothers. Μπορεί αυτό να συνιστά σήμερα υπερβολή, αλλά τίποτε δεν διασφαλίζει ότι στο μέλλον τα πράγματα θα μείνουν ίδια.

Μια χρηματιστική κρίση στην Κίνα δεν είναι πιθανή όσο το κράτος ελέγχει το τραπεζικό σύστημα. Υπάρχουν, ωστόσο, φωνές -και από το κόμμα ακόμη- για περαιτέρω χαλάρωση. Επιπλέον, ήδη η αυξημένη επένδυση, ιδίως από το 2008 και μετά, στο μη-παραγωγικό τομέα σε σχέση με τον παραγωγικό αποτελεί για πολλούς αναλυτές βασικό λόγο της επιβράδυνσης των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ. Η Κίνα αναπτύσσεται με τον θηριώδη, για τις δυτικές οικονομίες, ρυθμό του 5.5%, αλλά αυτός είναι ο μισός από τους διψήφιους, στους οποίους μας είχε συνηθίσει.

Γενικότερα, φαίνεται ότι ο μείζων κίνδυνος για την κινεζική οικονομία θα ήταν ένα αναπροσανατολισμός, που θα αύξανε το βάρος του ιδιωτικού τομέα. Ακόμη και η σημερινή περιορισμένη, αλλά όχι αμελητέα, συμμετοχή του καθορίζει σημαντικές διαστάσεις των εξελίξεων.

Η Κίνα διαχρονικά δεν συνάρτησε την ανάπτυξή της με την ιδιωτική κερδοφορία. Η κυριαρχία του κράτους στις επενδύσεις και στο απόθεμα κεφαλαίου σήμαινε πως δεν υπήρχε συσχέτιση μεταξύ κερδοφορίας και αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ. Πράγματι, σύμφωνα με επεξεργασίες του Ρόμπερτς, ο συντελεστής συσχέτισης των δύο μεταβλητών από το 1950 έως το 2020 ήταν αρνητικός. Από το 1980 μέχρι το 2020 είχε εξελιχθεί σε θετικό 0.20, ενώ από το 2000 μέχρι το 2020 είχε εκτοξευθεί στο 0.7, όσο και το G7 ή το G20!

Με όλο, λοιπόν, που ο ιδιωτικός τομέας είναι σχετικά μικρός, μόλο που η κρατική επένδυση συνεχίζει να κυριαρχεί επί της ιδιωτικής, μόλο που υπάρχει ένα είδος σχεδίου σε ότι αφορά την οικονομία συνολικά, αλλά και τομεακά και κλαδικά, η επιρροή της ιδιωτικής οικονομίας είναι σημαντική.

Η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας στηρίχτηκε πρωταρχικά στην κρατική ιδιοκτησία και τη διεύθυνση της οικονομίας, όχι, απλά, σε κάποια, κεϋνσιανού τύπου, κρατική «παρέμβαση». Δεν βασίστηκε, δηλαδή, σε μακροοικονομική διαχείριση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Ο νόμος της αξίας βρήκε πολλά και συνειδητά εμπόδια στην Κίνα.

Η ανατροπή αυτής της πορείας, που, όπως προείπα απεργάζονται σημαντικά τμήματα της άρχουσας τάξης, θα αποτελούσε το μεγαλύτερο πρόβλημα. Εδώ -όσο και, δυστυχώς, ίσως, σε πολεμικά μέτωπα- θα διαμορφωθεί το μέλλον. Της Κίνας και του κόσμου ολόκληρου

***

Τα στοιχεία που αξιοποιώ προέρχονται από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΟΣΑ, τη βάση δεδομένων Madison Project Database του Πανεπιστημίου του Groningen  (https://www.rug.nl/ggdc/historicaldevelopment/maddison/releases/maddison-project-database-2023)  και, ιδίως, από τις επεξεργασίες του Michael Roberts στο εξαιρετικό blog του Thenextrecessionblog (https://thenextrecession.wordpress.com/). Ειδικά, σε ό,τι αφορά τις ανισότητες η δουλειά του Τομά Πικετί (http://piketty.pse.ens.fr/fr/egalite αλλά και https://wid.world/ ) είναι μοναδική.