Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται η ιδεολογική βαρύτητα της ίδιας της έννοιας «απαγόρευση κυκλοφορίας»: «Ο οικειοθελής αυτοπεριορισμός σε αστυνομικά επιβαλλόμενη στέρηση δημοκρατικού δικαιώματος» αποτελεί την «αιχμή ενός ιδεολογικού προγράμματος, που ξεδιπλώνεται εν μέσω πανδημίας», όπου η ευθύνη του υπαρκτού κινδύνου ραγδαίας αύξησης των κρουσμάτων, μετατίθεται από την κυβέρνηση στους πολίτες και «η κρίση υγείας μετατρέπεται σε κρίση ασφάλειας, όπου την υγεία του πολίτη διαφυλάσσει η αστυνομία» (Α. Ζενάκος: «Η απαγόρευση κυκλοφορίας είναι ιδεολογία»). Συνεπώς, η συναίνεση, προς αυτούς που χρεοκόπησαν τη χώρα και πλιατσικολόγησαν στις υποδομές της, να επιβάλουν απαγόρευση κυκλοφορίας για το καλό μας, δεν φαντάζει η πιο συνετή επιλογή. Το σχέδιο της μετακύλισης των ευθυνών από τους κυβερνώντες στους πολίτες υποκρύπτει την τακτική της κατασταλτικής πολιτικής: Αν ελεγχθεί η διασπορά του ιού και δεν θρηνήσουμε τρομακτικό αριθμό απωλειών, οι «υπεύθυνοι» κυβερνώντες θα παρουσιαστούν ως ήρωες που με την αποφασιστικότητά τους δάμασαν τον ιό και θα έχουν δικαιωθεί τα περιοριστικά μέτρα σε βάρος των «ανεύθυνων» πολιτών. Αν όχι, θα φταίμε πάλι εμείς, οπότε θα χρειαστούν νέα περιοριστικά μέτρα σε βάρος των «ανεύθυνων πολιτών».

Ο κορονοϊός και ο ενιαίος κόσμος

Το 2015, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συγκρότησε ομάδα μελέτης σχεδίου αντίδρασης της παγκόσμιας κοινότητας σε ενδεχόμενη ραγδαία εξάπλωση νέας άγνωστης ασθένειας, που θα προερχόταν από τα ζώα. Σχεδόν 3 χρόνια μετά, τον Φεβρουάριο του 2018, ο ΠΟΥ παρουσίασε έναν οδικό χάρτη με στόχο τη θέσπιση σαφών κανόνων και κατευθυντήριων γραμμών, προκειμένου ο κόσμος να είναι προετοιμασμένος για μια άμεση και αποτελεσματική απάντηση, που θα πρέπει να περιλαμβάνει ενίσχυση συστημάτων υγείας, ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών, ενίσχυση εργαστηρίων και ερευνητικών διαδικασιών, μαζικά τεστ, κοινή βάση δεδομένων, μέτρα και μέσα προφύλαξης κλπ.

Σήμερα, 2 χρόνια μετά, παρακολουθούμε την πραγμάτωση αυτού του σεναρίου, μόνο που αντί για τα μέτρα που περιγράφει ο οδικός χάρτης του ΠΟΥ, βλέπουμε περίκλειστα σύνορα για μεταφορές ιατρικών και άλλων ειδών και επτασφράγιστα εργαστήρια στα οποία διεξάγονται πυρετωδώς ανταγωνιστικές έρευνες, για το ποια χώρα (ποια πολυεθνική, πιο σωστά) θα ανακαλύψει και θα πατεντάρει πρώτη το αντίδοτο στον ιό.

Ταυτόχρονα, βλέπουμε ενιαία, ομογενοποιημένα σχέδια που συστηματικά ακολουθεί η μία χώρα μετά την άλλη, στο κατασταλτικό επίπεδο: μερικό lockdown (που επιτρέπει όμως τη λειτουργία μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, ΜΜΜ και άλλων κλειστών χώρων μαζικής συνάθροισης, ιδιαιτέρως στον ιδιωτικό τομέα, αλλά αποκλείει την πρόσβαση σε μεγάλους ανοικτούς χώρους, π.χ. πάρκα, πλατείες, παραλίες), απαγορεύσεις κυκλοφορίας, επιτήρηση και πειθάρχηση πληθυσμών μέσω παρακολουθήσεων κινητών τηλεφώνων και χρήσης νέων τεχνολογικών μέσων.

Με λίγα λόγια, η παγκόσμια κοινότητα μοιάζει να αποφάσισε ομοθυμαδόν να αντιμετωπίσει την εξάπλωση μιας άγνωστης ασθένειας εστιάζοντας στην καταστολή αντί στην υγεία, την ώρα που η ίδια η εξάπλωση του ιού αποδεικνύει για πολλοστή φορά πως το μέλλον της ανθρωπότητας είναι ενιαίο: όσα σύνορα και να χαραχθούν στους χάρτες, εξαφανίζονται μπροστά στον χάρτη της παγκόσμιας εξάπλωσης του ιού. 

Ο κορονοϊός και οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου

Ασφαλώς, τίποτα από τα παραπάνω δεν συνηγορεί στην αγνόηση των περιοριστικών μέτρων και της ανάγκης προφύλαξης όλων μας από τη διασπορά του ιού. Η συμμόρφωση, όμως, με τις συστάσεις της επιστημονικής κοινότητας καθόλου δεν σημαίνει πειθάρχηση στην αυταρχική πολιτική και στην επιβολή ολοκληρωτικών μοντέλων διακυβέρνησης. 

Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε ότι, ακολουθώντας την κληρονομιά των Μνημονίων, η Κυβέρνηση υλοποιεί τα περιοριστικά μέτρα με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, παρακάμπτοντας αδιαμαρτύρητα το κοινοβούλιο. Κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε μέχρι τα Μνημόνια να μας εξοικειώσουν με αυτόν τον τρόπο διακυβέρνησης. Δεν είναι τυχαίο, δυστυχώς, ότι κανένα κοινοβουλευτικό κόμμα δεν διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός πως στη χώρα επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας χωρίς καν να συνεδριάσει η Βουλή, ούτε απαίτησε να συνεδριάζει η Ολομέλεια με τηλεδιάσκεψη ή, έστω, να συσταθούν περιορισμένα τμήματα (όπως τα θερινά) που να συνεδριάζουν τακτικά.

Επιπλέον, στο εξελισσόμενο καθεστώς εκτάκτου ανάγκης κυριαρχούν τα μέτρα επιτήρησης και καταστολής, ενώ λάμπουν δια της απουσίας τους τα μέτρα ουσιαστικής αναβάθμισης του ΕΣΥ. Τα κατασταλτικά μέτρα μπορούν να διαφυλάξουν προσωρινά το ΕΣΥ από κατάρρευση και να κερδίσουν χρόνο για την επιστήμη. Όσο δεν λαμβάνονται τα υπόλοιπα καίρια μέτρα, τα κατασταλτικά, μαζί με μερικά πρόστιμα, δεν αντιμετωπίζουν τον ιό, προετοιμάζουν όμως, μέσω της εξοικείωσης των ανθρώπων με παρατεταμένες καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, τη δυστοπική παθητικοποίηση των κοινωνιών και την αφομοίωση μοντέλων ολοκληρωτικής διακυβέρνησης, όπου κάθε αντίδραση στην εκάστοτε εξουσία θα είναι εκ προοιμίου απονομιμοποιημένη.

Συμβαίνει τώρα!

Όπως αναλύει η Ν. Κλάιν (Κορονοϊός, η τέλεια καταστροφή για τον Καταστροφικό Καπιταλισμό), «την ώρα της κρίσης οι άνθρωποι δεν προσέχουν όσο πρέπει το παιχνίδι της εξουσίας. Εστιάζουν στις ανάγκες επιβίωσης και τείνουν να εμπιστεύονται περισσότερο εκείνους που κατέχουν την εξουσία». Σ’ αυτές ακριβώς τις στιγμές, οφείλουμε με εγρήγορση να ανιχνεύουμε τις κοινωνικές και πολιτικές μετατοπίσεις. Η υποστήριξη ή η απόρριψη ακραίων μέτρων αυταρχικής διακυβέρνησης μοιάζει να είναι η τρέχουσα διχοτομία που διαπερνά οριζόντια τα ανταγωνιζόμενα κοινωνικά και πολιτικά σχέδια.

Εντός του κυρίαρχου στρατοπέδου επικρατεί η αυταρχική πτέρυγα, αλλά και η φιλελεύθερη διατυπώνει εύλογες ενστάσεις, υποστηρίζοντας πως χωρίς αξιόπιστα στοιχεία είναι ελεύθερο το πεδίο σε κάθε εξουσία να επιβάλλει μέτρα που συχνά είναι αναποτελεσματικά και ασύμμετρα σε σχέση με την πραγματική απειλή, καταφεύγοντας στην «εύκολη λύση» της καταστολής και των απαγορεύσεων. Αυτή η άποψη εμπεριέχει τον όχι άγνωστο στη νεοφιλελεύθερη σχολή σκέψης κυνισμό, που λέει ότι στις κρίσεις μπορεί να υπάρχουν και απώλειες, αλλά δεν γίνεται να ανατρέψουμε τη ζωή μας για αυτές. Απλώς να προφυλαχθούμε όλοι όσο περισσότερο γίνεται και όσοι επιζήσουν, επέζησαν. Επιχειρεί, όμως, ταυτόχρονα, να θέσει την απειλή σε πιο πραγματική διάσταση και αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπουμε.

Τώρα, όμως, μπροστά στα μάτια μας η κυρίαρχη αυταρχική πτέρυγα υιοθετεί και το κυνικό σκέλος, μαζί με το απαγορευτικό: με αφορμή τον κορονοϊό, προβάλλει το πιο οργανωμένο σύστημα επιτήρησης και πειθάρχησης πληθυσμών ανοίγοντας τον δρόμο για την τελική καταστρατήγηση θεμελιωδών πολιτικών, κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που ο νεοφιλελευθερισμός επί δεκαετίες επιβουλεύεται αλλά μέχρι τώρα δεν είχε κατορθώσει να εξουδετερώσει. Στον κορονοϊό θα αποδώσει την (από πέρσι προδιαγεγραμμένη) ύφεση στη Δύση, τις ανθρώπινες απώλειες, τη νέα εκτίναξη της ανεργίας, την οριστική κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, τις νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, και τελικά στον κορονοϊό θα χρεώσει την κατάργηση όσων διαφοροποιούσαν τη «δημοκρατική Ευρώπη» από τις άγρια ταξικές και χρόνια καθηλωμένες σε αυταρχικά αντιδημοκρατικά καθεστώτα χώρες τις Ανατολής. Με αφορμή τον κορονοϊό, τελικά, ίσως κριθεί και το αν τα ευρωπαϊκά κράτη θα παραμείνουν ενωμένα ή αν θα επιβεβαιώσουν ότι αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση έκλεισε τον κύκλο της.

Τώρα να λογαριαστούμε!

Την ίδια ώρα, στο κυριαρχούμενο στρατόπεδο διευρύνεται συντριπτικά η συναίνεση στα καταστατικά μέτρα («προκειμένου να συνετιστούν οι απέιθαρχοι και να μην καταρρεύσει το ΕΣΥ»), ενώ καλλιεργείται άλλη μία εφησυχαστική «απειλή» πως «μετά θα λογαριαστούμε». Όμως, μετά θα είναι πολύ αργά για λογαριασμούς. Ο Νεοφιλελευθερισμός, με αφορμή τον κορονοϊό, εξαπολύει την πιο άγρια και αποφασισμένη επίθεση. Και το κάνει τώρα! Τώρα λοιπόν οφείλουμε κι εμείς, στον κυνισμό του «δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα» να απαντήσουμε πως το μόνο «λεφτόδεντρο» είναι ο χειρωνακτικός και ο πνευματικός μόχθος των ανθρώπων, και μάλιστα βγάζει πολλά λεφτά, αλλά αυτά συγκεντρώνονται στα χέρια πολύ λίγων.

Η πλευρά των κυριαρχούμενων, αντί να ενσωματώνει τη διαιρετική τομή γύρω από τα κατασταλτικά μέτρα και να διευρύνει και στο εσωτερικό της τη συναίνεση, οφείλει με τη σειρά της να αμφισβητήσει ενιαία και συνολικά το παρακμάζον πολιτικό πλαίσιο που τροφοδοτεί τον νεοφιλελευθερισμό και τα μέσα του. Είναι η δική της ευκαιρία, με αφορμή τον κορονοϊό, να πάψει να πιστεύει πως το κεφάλαιο θα της παραχωρήσει οικειοθελώς μέρος του για να χρηματοδοτήσει επαρκώς υγεία, παιδεία και ευημερία για όλους, και να θέσει επιτακτικά το θέμα της ιδιοκτησίας του. Μόνο όταν αμφισβητήσει τον πυρήνα του κεφαλαίου, την ίδια την έννοια της ιδιοκτησίας, μπορεί μετά να ανοίξει λογαριασμός. Και, μάλιστα, πιο συνετό θα ήταν αυτός ο λογαριασμός να ανοίξει από τώρα.

 

 

Αλέξανδρος Μπίστης

πολιτικός επιστήμονας, υποψ. διδάκτορας ΑΠΘ

www.albist.gr

27/3/2020