Σε συνέντευξη που παραχώρησε στους Financial Times, ο Α. Τσίπρας ρωτήθηκε για την ελληνική οικονομία και απάντησε πως ανακάμπτει εν μέσω ενός διεθνούς περιβάλλοντος που τα πράγματα δεν δείχνουν ευνοϊκά. «Την ίδια στιγμή που άλλες χώρες στην Ευρωζώνη βλέπουν κάμψη στο ρυθμό ανάπτυξης, εμείς συνεχίζουμε να έχουμε ανάπτυξη πάνω από το 2%, ενώ η εκτίμηση μας για το 2019 κινείται ανάμεσα στο 2,2% και στο 2,4%.
Δήλωσε ότι δεν έχει κάποιον λόγο να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές, αφού μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες για ευχάριστες εκπλήξεις, παρά για δυσάρεστες εκπλήξεις», ενώ εκτίμησε ότι ο χρόνος κυλά υπέρ της κυβέρνησης του. «Η αναμονή είναι προς όφελος μας, καθώς χρειάζεται χρόνος για να μετουσιωθούν στην καθημερινότητα του κόσμου οι πολύ σημαντικές αποφάσεις που έχουμε πάρει. Χρειάζεται χρόνος για να αναγνωριστούν οι αλλαγές, ειδικά στην οικονομία. Νομίζω ότι πλέον οι άνθρωποι αρχίζουν να βλέπουν τα οφέλη της ανάκαμψης».
Ερωτηθείς για τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις, τόνισε πως είναι αναγκαίες και δεσμεύτηκε για την υλοποίηση τους, παρά τις όποιες καθυστερήσεις. «Πρέπει να κατανοήσουμε ότι μερικές φορές πρέπει να ακολουθείς τις τυπικές διαδικασίες, ακόμα και αν απαιτούν χρόνο για μια επένδυση, παρά να κάνεις πράγματα με αβέβαιο τρόπο καθώς μπορεί να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στο μέλλον. Φυσικά και αναγνωρίζω ότι υπάρχουν ακόμα δυσκολίες για τους επενδυτές, ότι πρέπει να κάνουμε και άλλες μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις είναι σαν το ποδήλατο, αν δεν κάνεις πετάλι θα πέσεις».
Αναφερόμενος στη Συμφωνία των Πρεσπών, τόνισε πως η Α. Μέρκελ δεν πίστευε ότι είναι εφικτή, καθώς κανείς από τους προηγούμενους πρωθυπουργού δεν θέλησε να δώσει λύση. «Ο Γκρουέβσκι ήταν ένας άνθρωπος που δεν ήθελε να διαπραγματευτεί. Θυμάμαι ότι είχα πάει στο Βερολίνο και εκτός των οικονομικών ζητημάτων αποφασίσαμε να συζητήσουμε και για την εξωτερική πολιτική. Της είπα ότι θέλω να λύσω το πρόβλημα και θα προκαλέσω τον Γκουέβσκι να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και αν δεν συμφωνούσε θα τον κατηγορούσα πως δεν επιθυμεί λύση.
Μου είπε “Δεν σε πιστεύω” και όταν τη ρώτησα για ποιο λόγο δεν με πιστεύει, μου απάντησε πως “κανένας από τους προκατόχους δεν θέλησε να ανοίξει το θέμα, ιδιαίτερα ο προηγούμενος πρωθυπουργός, ο Αντώνης Σαμαράς”. Της είπα ότι αντιλαμβάνομαι τα πράγματα διαφορετικά. Πιστεύω πως η Ελλάδα μπορεί να έχει οφέλη αν λύσουμε τις διαφορές μας με τους βόρειους γείτονες. Δεν χρειαζόμασταν περισσότερα προβλήματα, αφού έχουμε προβλήματα με τους γείτονες μας από την Ανατολή και δεν το χρειαζόμασταν αυτό, ειδικά από τη στιγμή που μιλάμε για χώρα που δεν αποτελεί απειλή για εμάς. «Δεν πιστεύω ότι η Άνγκελα με πίστεψε τότε, αλλά της απέδειξα ότι το εννοούσα, ειδικά όταν δόθηκε άνοιγμα για την ευκαιρία από τα Σκόπια».
Σχετικά με την ίδια τη Συμφωνία των Πρεσπών, τόνισε πως η Β. Μακεδονία μπορεί να αποτελέσει στρατηγικό σύμμαχο της Ελλάδας. «Φαινόταν πως η μόνη διαφορά ήταν η ονομασία, αλλά δεν ήταν θέμα ονόματος. Ήταν ζήτημα ιστορίας και ταυτότητας και αυτό δυσκόλευε πολύ τα πράγματα. Νομίζω ότι είναι μια ισορροπημένη συμφωνία. Κανείς δεν κέρδισε 100%. Απλά σκεφτείτε ότι η Βόρεια Μακεδονία είναι μια μικρή χώρα με 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους. Αν είχαμε σταθερές σχέσεις, αυτή η χώρα θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγικό σύμμαχο της Ελλάδας».
«H αλλαγή του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας βαλκανική διπλωματική επιτυχία»
Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, σε άλλο τους δημοσίευμα οι Financial Times, αναφέρουν ότι «η αλλαγή του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας συνιστά μια πραγματική βαλκανική διπλωματική επιτυχία. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, το δημοσίευμα «η αντιπαράθεση ανάγκασε σε παραίτηση τον Κοτζιά, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη συμφωνία και διαίρεσε τον κυβερνώντα συνασπισμό του Τσίπρα.
Το ζήτημα παραμένει διχαστικό και για την πολιτική της Βόρειας Μακεδονίας. Παρόλα αυτά, η συμφωνία των Πρεσπών είναι μια νομικά δεσμευτική διεθνής συνθήκη. Η σημασία της εκτείνεται πέρα από τα δύο κράτη που την υπέγραψαν. Η συμφωνία εγείρει ελπίδες για πρόοδο στην αντιμετώπιση άλλων περιφερειακών προκλήσεων, ιδίως της διαμάχης Σερβίας-Κοσόβου, του συνταγματικού αδιεξόδου στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και των τεταμένων ελληνοαλβανικών σχέσεων». Παράλληλα, φιλοξενείται και δήλωση του Νίκου Κοτζιά ο οποίος έχει αναφέρει ότι «η ιστορία πρέπει να είναι σχολείο, όχι φυλακή».