Την Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025, διεξάγεται στη Βουλή η ψηφοφορία επί των τριών προτάσεων σύστασης επιτροπής για προκαταρκτική εξέταση των ποινικών ευθυνών μελών του υπουργικού συμβουλίου όσον αφορά αξιόποινες πράξεις και παραλείψεις για το έγκλημα των Τεμπών. Με βάση τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, η μόνη πρόταση που αναμένεται να ψηφιστεί από την απαιτούμενη πλειοψηφία των 151 βουλευτών είναι αυτή της Νέας Δημοκρατίας για προκαταρκτική εξέταση που θα διερευνήσει την τέλεση του πλημμελήματος της παράβασης καθήκοντος από τον πρώην Υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή.

του Θ. Καμπαγιάννη

Απέναντι σε έναν επικοινωνιακό ορυμαγδό κυβέρνησης και φιλικών προς αυτήν ΜΜΕ, θα προσπαθήσουμε σ’ αυτό το κείμενο να αναδείξουμε τα νομικά και πολιτικά ζητήματα της συγκεκριμένης υπόθεσης υπό τη μορφή επτά ερωτήσεων και απαντήσεων.

Ερώτηση πρώτη: Ποιά ήταν η αρχική στάση της Νέας Δημοκρατίας όσον αφορά τις ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων για το έγκλημα των Τεμπών;

Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε διάγγελμά του την επομένη της τραγωδίας, την 1/3/2023, παρενέβη ευθέως στο έργο της απονομής δικαιοσύνης που μόλις ξεκινούσε και προδίκασε το αποτέλεσμα της ποινικής διερεύνησης, δηλώνοντας επί λέξη: “Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, αναλαμβάνοντας την αντικειμενική πολιτική ευθύνη, υπέβαλε αμέσως την παραίτηση του… Η στάση του τον τιμά, καθώς όλα δείχνουν πως το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος”. Από τότε μέχρι και την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή από τον εφέτη ειδικό ανακριτή Λάρισας στις 24/4/2025, η Νέα Δημοκρατία επέμεινε στη θεωρία του “ανθρώπινου λάθους”, αποκλείοντας καθε ποινική ευθύνη πολιτικού προσώπου. Θυμίζουμε ότι στο από 13/3/2024 πόρισμα της Νέας Δημοκρατίας στο πλαίσιο της συσταθείσας εξεταστικής επιτροπής για το έγκλημα των Τεμπών, συμπεραίνεται ότι: “Η ανάλυση από την Επιτροπή των θεμάτων που σχετίζονται με το δυστύχημα ΔΕΝ ανέδειξε πράξεις ή παραλείψεις πολιτικών προσώπων που να συνδέονται με το δυστύχημα. Η εξέταση του πλαισίου των αρμοδιοτήτων και του περιεχομένου της εποπτείας της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών δεν απέδωσε ΚΑΜΙΑ ΕΝΔΕΙΞΗ ποινικής ευθύνης σε σχέση με το πολύνεκρο δυστύχημα των Τεμπών” (σελ. 516 Πορίσματος, https://shorturl.at/IPlar ). Οι ρητά αποδιδόμενες ποινικές ευθύνες αφορούσαν αποκλειστικά τον σταθμάρχη. Προγενέστερα, όταν στις 25/11/2023 συζητήθηκαν στη Βουλή οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ για διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης όσον αφορά τη διερεύνηση από το ελληνικό γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πιθανής κακοδιαχείρισης σε σχέση με την περιβόητη σύμβαση 717, η Νέα Δημοκρατία καταψήφισε τη συγκρότηση επιτροπής, με τους βουλευτές της να ξεσπούν, σύμφωνα με τα πρακτικά της Βουλής (https://shorturl.at/WNhGY), σε “παρατεταμένα χειροκροτήματα” μετά την ομιλία του εξηγούμενου Κώστα Καραμανλή. “Αυτή την πολιτική εκμετάλλευση στη μνήμη των θυμάτων αποκρούει σήμερα η Νέα Δημοκρατία, αυτό είναι που καταψηφίζουμε”, είπε ο Υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης πριν την καταψήφιση των προτάσεων με 157 ψήφους από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας.

Ερώτηση δεύτερη: Τι άλλαξε ώστε να ζητάει σήμερα η Νέα Δημοκρατία τη διερεύνηση ποινικών ευθυνών για πλημμέλημα του Υπουργού της Κώστα Καραμανλή;

Η συνομολόγηση από τη Νέα Δημοκρατία της ανάγκης αναζήτησης ποινικών ευθυνών του Υπουργού Μεταφορών Κώστα Καραμανλή για το έγκλημα των Τεμπών αποτελεί τον ορισμό της “κωλοτούμπας” (αγαπημένη λέξη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη όταν αναφέρεται στον μνημονιακό συμβιβασμό του προκατόχου του Αλέξη Τσίπρα). Η αποστολή της δικογραφίας από τον εφέτη ειδικό ανακριτή στη Βουλή δεν αρκούσε από μόνη της για τη σύσταση επιτροπής για διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης, καθώς, όπως είδαμε παραπάνω, η αποστολή της δικογραφίας από το ελληνικό γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για τη σύμβαση 717 δεν εμπόδισε τη Νέα Δημοκρατία να καταψηφίσει τις σχετικές προτάσεις. Για να εξηγήσουν τη μεταστροφή, οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που υπογράφουν την πρότασή της καταφεύγουν στο εξής σόφισμα. Γράφουν (σελ. 10-11, https://shorturl.at/RleQx) : “Από τα στοιχεία της ποινικής δικογραφίας για το δυστύχημα των Τεμπών, που επισυνάφθηκε στο διαβιβαστικό έγγραφο του Εφέτη Ανακριτή Λάρισας προς τη Βουλή, δεν καθίσταται σαφές σε ποιες ενέργειες προέβη ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών κος Καραμανλής, που συμπεριλαμβανόταν στους παραλήπτες των δυο υπηρεσιακών σημειωμάτων [σσ: της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών στις 10 και 21/9/2021], για την αντιμετώπιση των δυο ζητημάτων που είχαν εγερθεί σε αυτά, δηλαδή της πρόσθετης χρηματοδότησης της εταιρείας ΟΣΕ ΑΕ και της άμεσης στελέχωσής της… δεν υπάρχουν στη δικογραφία περαιτέρω στοιχεία, ώστε να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα ως προς τις ενέργειες αυτές. Κατ’ αποτέλεσμα δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν ο Κ. Καραμανλής άσκησε ορθώς ή όχι τα καθήκοντά του ως Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών ούτε αν η ενδεχόμενη παράβαση αυτών ήταν υπαίτια”. Πρόκειται για αστείες προφάσεις. Το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής του 2024 περιέχει όλους τους σχετικούς ισχυρισμούς του Κώστα Καραμανλή για επιπλέον χρηματοδότηση και στελέχωση του ΟΣΕ, οι οποίοι – τότε – έγιναν δεκτοί άνευ ετέρου με τελεσίδικες κρίσεις (βλ. σελ. 456 Πορίσματος Εξεταστικής, https://shorturl.at/IPlar ) : “ο κ. Καραμανλής αναφέρει ότι προσλήφθηκαν όσο ήταν Υπουργός 210 εργαζόμενοι με σύμβαση παροχής υπηρεσιών. Επομένως κατά τη διάρκεια της θητείας του προστέθηκαν 427 θέσεις εργασίας στον ΟΣΕ (217 μέσω ΑΣΕΠ και 210 μέσω συμβάσεων παροχής υπηρεσιών)… Για πρώτη φορά μετά τις κάθετες περικοπές των μνημονιακών ετών, η κρατική χρηματοδότηση του ΟΣΕ ενισχύθηκε κατά 66% και από 45 εκ. ευρώ ανά έτος έφτασε τα 75 εκ. Ευρώ”. Τα στοιχεία, δηλαδή, που στην εξεταστική ήταν επαρκή για να αθωώσουν τον Κ. Καραμανλή, είναι τώρα “προς διερεύνηση”.

Η αλήθεια είναι προφανής: Όσο και αν οι κυβερνώντες ξορκίζουν το “κοινό περί δικαίου αίσθημα”, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για διερεύνηση ποινικών ευθυνών του Κώστα Καραμανλή δεν θα καταρτιζόταν, αν δεν μεσολαβούσαν οι συγκλονιστικές πάνδημες συγκεντρώσεις της 26ης Ιανουαρίου και της 28ης Φεβρουαρίου 2025, που κλήθηκαν από τους συγγενείς των θυμάτων και τους επιζώντες των Τεμπών με συμμετοχή εκατομμυρίων πολιτών, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να ανακρούσει πρύμναν και να αποδεχτεί τη διερεύνηση, κάτι που θα έπρεπε να έχει κάνει εξαρχής. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια.

Ερώτηση τρίτη: Γιατί περιορίζεται η ποινική διερεύνηση στο πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος και ποιές πιθανότητες έχει η ευδοκίμηση αυτής της κατηγορίας;

Στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, είναι γνωστό ότι η πλευρά Καραμανλή και η πλευρά Μητσοτάκη έχουν συμφωνήσει εδώ και καιρό σε μια παραπομπή στο επίπεδο του πλημμελήματος, ώστε ο εμπλεκόμενος υπουργός να πέσει “στα μαλακά” (Καθημερινή, 5/5/2025). Το ότι η κυβέρνηση παραπέμπει, για δεύτερη φορά, υπουργό της που τον θεωρεί αθώο, έχει προφανείς επιπτώσεις στον νομικό χαρακτηρισμό της πράξης και στην ποινική δίωξη, την οποία η Βουλή ως συλλογικός εισαγγελέας ασκεί με τη δεύτερη ψηφοφορία (μετά την πρώτη ψηφοφορία της σύστασης της επιτροπής). Η Νέα Δημοκρατία εκκινεί μια διερεύνηση για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, αδίκημα που δεν τελείται εξ αμελείας αλλά απαιτεί αναγκαστικά δόλο, δηλαδή θέληση παράβασης καθήκοντος της υπηρεσίας, αλλά και σκοπό να προσπορίσει ο δράστης παράνομη ωφέλεια ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον (δηλαδη υπερχειλή δόλο). Κι αυτό, την ίδια στιγμή που, στο πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής του 2024, η πλειοψηφία απαλλάσσει τον ερευνώμενο, καθώς γράφεται ρητά ότι ο Υπουργός δεν είχε καν την αρμοδιότητα της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, αφού αυτή έχει μεταβιβαστεί στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (σελ. 516). Και, βεβαια, από τη στιγμή που η παράβαση καθήκοντος δεν αφορά το οποιοδήποτε υπαλληλικό καθήκον, αλλά μόνο εκείνο που συνδέεται με την άσκηση υπηρεσιακής δραστηριότητας στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του υπαλλήλου, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία εκκινεί διερεύνηση για αδίκημα του οποίου – κατά την ίδια – δεν πληρούται καν η αντικειμενική υπόσταση!

Αν και το ζήτημα της υποτιθέμενης μεταβίβασης του συνόλου της αρμοδιότητας της ασφάλειας των σιδηροδρόμων στη ΡΑΣ έχει ήδη απαντηθεί από την ομάδα αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (ERA), η κυβέρνηση στήνει στα πόδια της μια κατηγορία που θα μπορεί εύκολα να καταπέσει στα επόμενα στάδια της προδικασίας, με πιθανό ακόμα και το ενδεχόμενο να αρχειοθετηθεί η υπόθεση σε επίπεδο Δικαστικού Συμβουλίου και να μην φτάσει στο Ειδικό Δικαστήριο ούτε καν για αυτό το ήσσον πλημμέλημα. Επισημαίνουμε εδώ τη μείζονος σημασίας παρέμβαση του πρώην προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και διατελέσαντος Πρωθυπουργού Ιωάννη Σαρμά που, σε πρόσφατο άρθρο του στο Βήμα (“Το άρθρο 86, το προνόμιο και το βάρος”, 5/5/2025), απηύθυνε κομψά στους συναδέλφους του τη συμβουλή να μην εμπλακούν σε τέτοιες διευκολύνσεις προς την εκτελεστική εξουσία: “[Α]ν η Βουλή κρίνει, με τα πολιτικά της κριτήρια, ότι πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη, τότε κανένας δικαστικός λειτουργός δεν δικαιούται στη συνέχεια, εισπηδώντας στην κοινοβουλευτική λειτουργία, να ελέγξει αν η Βουλή έκρινε εδώ ορθώς ή εσφαλμένως”. Και ο νοών νοείτω.

Ερώτηση τέταρτη: Τι σημαίνει το “μοντέλο Τριαντόπουλου” που θα ακολουθηθεί στην προκαταρκτική εξέταση;

Σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος: “1. Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. … 3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών”. Από τη διάταξη αυτή, είναι σαφές ότι η κοινοβουλευτική επιτροπή που συγκροτείται κατ’ άρθρο 86 του Συντάγματος υπέχει θέση εισαγγελέα πρωτοδικών που διενεργεί προκαταρκτική εξέταση προς διαπίστωση των απαραίτητων επαρκών ενδείξεων για την άσκηση ποινικής δίωξης, το δε έργο της ρυθμίζεται αναλυτικά στα άρθρα 156 και 157 του Κανονισμού της Βουλής. Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 156 του Κανονισμού: Το πόρισμα της Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένο και να περιέχει ιδίως τα πραγματικά περιστατικά και τα αποδεικτικά μέσα που οδηγούν σε αυτά, όπως προέκυψαν κατά την προκαταρκτική εξέταση, την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στις εφαρμοζόμενες ποινικές διατάξεις και σαφή πρόταση για την άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης”.

Αυτή τη διαδικασία της διάγνωσης των επαρκών ενδείξεων για την άσκηση ποινικής δίωξης, η κυβέρνηση αποφάσισε εντελώς αυθαίρετα να την καταργήσει (επικαλούμενη μάλιστα πρόθεση τροποποίησης του άρθρου 86 του Συντάγματος πριν αυτή εκδηλωθεί), κατά το πρότυπο που ακολουθήθηκε στην προηγούμενη προκαταρκτική όσον αφορά το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος του πρώην Υπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Χρ. Τριαντόπουλου για το ζήτημα της αλλοίωσης του χώρου του εγκλήματος. Πρόκειται για ευθεία παραβίαση των διατάξεων του Συντάγματος, με σκοπό να αποφευχθεί η επί της ουσίας διερεύνηση της υπόθεσης και η συλλογή αποδείξεων, γεγονός που έχει ήδη στηλιτευτεί από το σύνολο σχεδόν των Ελλήνων συνταγματολόγων (βλ. μεταξύ άλλων: Χ. Τσιλιώτης, Η fast track διαδικασία άσκησης ποινικής δίωξης κατά πρώην Υφυπουργού χωρίς την ουσιαστική συνεδρίαση της ειδικής Επιτροπής των άρθρων 86 παρ. 3 Σ και 157 ΚτΒ ως νέα απόπειρα εργαλειοποίησης του Συντάγματος, SyntagmaWatch, 19/3/2025. Ακρίτας Καϊδατζής, Εκ του πονηρού η πρόταση, γεννά ακυρότητα, Constitutionalism, 19/3/2025. Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Καταστρατήγηση του Συντάγματος, Τα Νέα, 20/3/2025. Φίλιππος Σπυρόπουλος, Η απόφαση της Βουλής και η επιτροπή, Καθημερινή, 20/3/2025. Ξενοφών Κοντιάδης, Δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει να μη γίνει Προανακριτική, Αυγή, 20/3/2025. Π. Λαζαράτος, Κατάχρηση εξουσίας η παράκαμψη της Προανακριτικής, Ναυτεμπορική, 20/3/2025. Αντώνης Καραμπατζός, Η πραγματική πράξη γενναιότητας, Τα Νέα, 22/3/2023. Ευάγγελος Βενιζέλος, «Ο χειρισμός της πλειοψηφίας καταστρατηγεί το Σύνταγμα», Το Βήμα, 23/3/2025. Σπ. Βλαχόπουλος, Να κάνουμε skip το Σύνταγμα;, Καθημερινή, 23/3/2025).

Ερώτηση πέμπτη: Είναι θεμιτή η κακουργηματική ποινική δίωξη, ή αλλιώς, είναι το άρθρο 291 του Ποινικού Κώδικα μόνο “για όσους κλέβουν καλώδια”;

Η κατ’ ελάχιστον διερεύνηση που θα έπρεπε να αποφασίσει η Βουλή, στο πλαίσιο συγκρότησης επιτροπής για προκαταρκτική εξέταση όσον αφορά ποινικές ευθύνες μελών του υπουργικού συμβουλίου, θα έπρεπε να αφορά τη συμμετοχή (άρθρα 45 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα) των αρμόδιων Υπουργών στα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται οι υφιστάμενοί τους, και συγκεκριμένα το κακούργημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών (291 ΠΚ) και τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, βαριάς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή και απλής σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή. Και τούτο από τη στιγμή που, τουλάχιστον στην περίπτωση του Κώστα Καραμανλή, προκύπτει εξ εγγράφων ότι οι υφιστάμενοι γραμματείς και διευθυντές τον ενημέρωσαν επανειλημμένα για τα ζητήματα ασφάλειας, ενώ αντίστοιχες εξώδικες δηλώσεις τού είχαν επιδώσει και οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των εργαζομένων.

Κι όμως, ακούσαμε έκπληκτοι τον Πρωθυπουργό, σε συνέντευξή του (22/5/2025) στον ραδιοσταθμό ΣΚΑΪ να δηλώνει όσον αφορά το κακούργημα του άρθρου 291 ΠΚ: “[το ΠΑΣΟΚ] βρήκε ένα άρθρο του Ποινικού Κώδικα το οποίο αφορά τις περιπτώσεις ανθρώπων που πάνε και κλέβουν καλώδια…” (https://shorturl.at/G4X3Q), τη στιγμή που ο ανακριτής έχει ήδη απαγγείλει κατηγορίες στους υφιστάμενους του Κ. Καραμανλή με το άρθρο αυτό! Προφανώς ο Πρωθυπουργός δεν έχει ακουστά πολύκροτες υποθέσεις όπως του Εξπρές Σάμινα στις οποίες αποδόθηκαν κατηγορίες για το αδίκημα του άρθρου 291 ΠΚ, ούτε βέβαια θέλει να θυμάται πως την κατηγορία αυτοί αντιμετωπίζουν από τον Μάιο του 2025 οι αξιωματικοί του Ελληνικού Λιμενικού για πράξεις και παραλείψεις τους που οδήγησαν στο εγκληματικό ναυάγιο της Πύλου με 650 νεκρούς πρόσφυγες. Σε κάθε περίπτωση, η νομολογία των δικαστηρίων είναι σαφής και καθιστά εκ των ων ουκ άνευ τη διερεύνηση τέλεσης του συγκεκριμένου κακουργήματος στην υπόθεση των Τεμπών. Για τη στοιχειοθέτηση της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών, απαιτείται η με πράξη ή παράλειψη διατάραξη καθ’ οιονδήποτε τρόπο της συγκοινωνίας μέσων σταθερής τροχιάς, πλοίων ή αεροσκαφών, έτσι ώστε να είναι δυνατόν να προκύψει κίνδυνος ζωής ή υγείας ανθρώπου, υποκειμενικά δε απαιτείται δόλος είτε άμεσος είτε ενδεχόμενος. Με άμεσο δόλο ενεργεί όποιος επιδιώκει το εγκληματικό αποτέλεσμα, καθώς και αυτός που προβλέπει ότι τούτο αποτελεί την αναγκαία συνέπεια της πράξης ή παράλειψής του και δεν αφίσταται αυτής, ενώ με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος ο οποίος προβλέπει ως ενδεχόμενο το εγκληματικό αποτέλεσμα και το αποδέχεται. Η απαιτούμενη κατά νόμο πρόθεση δεν πρέπει να καλύπτει τον θάνατο ή τη σωματική βλάβη, αλλά τη διατάραξη της ασφάλειας της συγκοινωνίας και τη δυνατότητα πρόκλησης κινδύνου από αυτήν. Φυσικός αυτουργός μπορεί να είναι ο μηχανοδηγός, ο πλοίαρχος, ο πιλότος, κλπ, αλλά και όσοι έχουν την υποχρέωση να ελέγχουν την ασφάλεια του συγκοινωνιακού μέσου και παραβαίνουν την υποχρέωσή τους αυτή. Η ποινή, σε περίπτωση που η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου, ειναι ισόβια κάθειρξη. Αν κριθεί ότι το αδίκημα τελέστηκε από αμέλεια, προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 3 έτη.

Ερώτηση έκτη: Ποια είναι η συνήθης πρακτική των ελληνικών εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών κατά τη διερεύνηση αδικημάτων στο στάδιο της προδικασίας;

Τα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως δεν σημαίνουν καθόλου ότι μια προκαταρκτική εξέταση θα έπρεπε να περιοριστεί μόνο στα παραπάνω αδικήματα και μόνο στο επίπεδο των Υπουργών και υφυπουργών. Για όσους γνωρίζουν τη συνήθη πρακτική των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών της χώρας μας, είναι γνωστό ότι τα κατηγορητήρια καταρτίζονται συνήθως με τις βαρύτερες μορφές και τους αυστηρότερους νομικούς χαρακτηρισμούς των αδικημάτων κατά όλων των συμμετόχων ως συναυτουργών, το δε χρέος της εξατομίκευσης των ποινικών ευθυνών και του εξορθολογισμού των νομικών χαρακτηρισμών ανατίθεται στην επ’ ακροατηρίω δίκη. Δεν χρειάζεται βεβαίως να δηλωθεί η αρνητική γνώμη του γράφοντος για την εδραιωμένη αυτή κατάσταση, θα αναφέρουμε ωστόσο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που απασχόλησε τελευταία τα μέσα ενημέρωσης και αφορά την προ 8μήνου έκρηξη σε διαμέρισμα στους Αμπελόκηπους. Οι διώξεις που ασκήθηκαν στην περίπτωση αυτή αφορούν τέσσερα κακουργήματα και δύο πλημμελήματα, όλα με τον επιβαρυντικό χαρακτηρισμό της ατομικής τρομοκρατικής πράξης: τρομοκρατική οργάνωση (187α), κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών υλών και μηχανισμών με σκοπό τη διάθεση σε τρομοκρατική οργάνωση (α. 15 του ν. 2168/1993), προμήθεια και κατοχή εκρηκτικών υλών σε μεγάλη ποσότητα και κατασκευή και κατοχή εκρηκτικού μηχανισμού (272 παρ. 2β), έκρηξη με ενδεχόμενο δόλο με κίνδυνο για άνθρωπο (270 παρ. 1 περ. β), φθορά ξένης ιδιοκτησίας και παράνομη οπλοκατοχή. Για κάθε άτομο για το οποίο προκύπτει το παραμικρό επιβαρυντικό στοιχείο στην πορεία της ανάκρισης με την απαραίτητη βεβαίως σχέση με τον αναρχικό χώρο (πχ ένα αποτύπωμα σε μια πλαστική σακούλα, όπως στην περίπτωση του Νίκου Ρωμανού), οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές ασκούν ποινική δίωξη για ΟΛΑ τα κακουργήματα “από κοινού κατόπιν συναπόφασης και με κοινό δόλο” και φυσικά αποφασίζουν προφυλάκιση. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το άτομο που έχασε τη ζωή του μέσα στο διαμέρισμα λόγω “λάθους χειρισμού” της εκρηκτικής ύλης τέλεσε το αδίκημα της έκρηξης από ενδεχόμενο δόλο (η λογική σηκώνει τα χέρια ψηλά, ας αφήσουμε τα περί “νομικής επιστήμης”). Αυτή είναι η πραγματικότητα της ποινικής προδικασίας αν είσαι αναρχικός, μετανάστης, τσιγγάνος ή φτωχός. Αν όμως είσαι γόνος ισχυρής πολιτικής οικογένειας ή φοράς λευκό κολάρο, εκεί οι αρχές θυμούνται τα πλημμελήματα. Με δεδομένα αυτά, είναι πραγματικά αφόρητο να ακούμε επί βδομάδες μαθήματα κατά του ποινικού λαϊκισμού από Υπουργούς που τον έχουν κάνει καριέρα και από πολιτικούς προϊσταμένους ενός τόσο ανισότιμου συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης.

Όταν ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά και πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος διεκδικούσε τη δικαίωσή του για αυτό που ο ίδιος χαρακτήριζε ως “σκευωρία Novartis” σε βάρος του, αξίωσε στο κείμενο της μήνυσής του να διερευνηθεί η τέλεση του αδικήματος της εσχάτης προδοσίας του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα. Τότε, οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι επειδή η διερεύνηση θα αφορούσε τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Σήμερα, που κάποιοι συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών έχουν το ίδιο αίτημα όσον αφορά τον νυν Πρωθυπουργό που επανειλημμένα με δηλώσεις του έχει παρέμβει στο έργο της δικαστικής εξουσίας προδικάζοντας την κρίση της, αντιμετωπίζουν την οργή και τον χλευασμό της ίδιας παράταξης που κάποτε χειροκροτούσε. “O Πρωθυπουργός και μέλη της κυβέρνησης, σε συνεργασία με κρίσιμους κρίκους, σφετεριζόμενοι την ιδιότητα τους ως οργάνων του κράτους, χρησιμοποιώντας την δηλαδή για σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς που προβλέπονται στο Σύνταγμα και το νόμο, επιχειρούν να ασκήσουν αρμοδιότητες που ανήκουν μόνο στη δικαστική εξουσία, επιδιώκουν να καθοδηγήσουν, να υποκαταστήσουν ή να προκαταλάβουν τα αρμόδια εισαγγελικά και δικαστικά όργανα και κατά τον τρόπο αυτό να αλλοιώσουν θεμελιώδεις αρχές και θεσμούς του πολιτεύματος, δηλαδή τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης”. Αυτά έγραφε ο Ευάγγελος Βενιζέλος στη μήνυσή του το 2018 (σελ. 20, https://shorturl.at/BPTEa ). Αλήθεια: γιατί να μην μπορεί να τα ισχυριστεί στο πλαίσιο μιας προκαταρκτικής και ένας μέχρι χτες ανώνυμος γονιός που έχει χάσει το παιδί του; Αν η δικαστική εξουσία δεν καταφέρει να απαντήσει με πειστικότητα στη γενικευμένη μομφή που της απευθύνουν οι πολίτες για διακριτική μεταχείριση ανάλογα με την ισχύ και τον πλούτο, ας μην συνεχίσει να αξιώνει καταχρηστικά τον τίτλο της “δικαιοσύνης”.

Ερώτηση έβδομη: Θα ανεχτούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι πολίτες άλλη μια διακωμώδηση της έννοιας της δικαιοσύνης στην υπόθεση των Τεμπών;

Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα εκφεύγει των ορίων του παρόντος άρθρου. Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης φέρει ήδη το στίγμα της απαλλαγής της εκτελεστικής εξουσίας από τις ποινικές ευθύνες του σκανδάλου των υποκλοπών, που μετατράπηκε σε “πλημμέλημα” ιδιωτών. Τώρα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά, γιατί η κοινωνία βγήκε στο δρόμο. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης φέρουν την ευθύνη να μη νομιμοποιήσουν τον τραγέλαφο της καταπάτησης του Συντάγματος, που πλέον ο Πρωθυπουργός χαρακτηρίζει ανοιχτά ως μια παρωχημένη “ιδεοληψία”. Όποιος περιμένει τον αρειοπαγίτη ανακριτή να συλλέξει αποδείξεις και να αναβαθμίσει την κατηγορία, ματαιοπονεί. Η οριστικοποίηση της δίωξης Καραμανλή για πλημμέλημα από τη Βουλή θα είναι ισχυρό πλήγμα στον αγώνα των θυμάτων και των οικογενειών τους, επιβεβαιώνοντας τον κατήφορο του συστήματος απονομής δικαιοσύνης στη χώρα. Απέναντι σ’ αυτόν τον κίνδυνο, η κινητήριος δύναμη της απαίτησης για δικαιοσύνη, η βοή του δημοκρατικού πλήθους, θα πρέπει να ακουστεί ξανά στην πλατεία Συντάγματος.

* Ο Θανάσης Καμπαγιάννης είναι δικηγόρος Αθηνών, πρώην σύμβουλος και υποψήφιος Πρόεδρος ΔΣΑ με την Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή.