Του Παντελή Παντελόγλου
Τώρα που δένουμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα
Σύμφωνα με μια αντίληψη, στην εποχή της κρίσης το εργατικό κίνημα περνά τις καλύτερες στιγμές του. Η πίεση των δυνάμεων του κεφαλαίου και του πολιτικού του προσωπικού πάνω στα κατώτερα λαϊκά στρώματα είναι μια ευκαιρία αυτά να κινητοποιηθούν και να ριζοσπαστικοποιηθούν. Έτσι, ο κόσμος της εργασίας θα έρθει σε ευθεία σύγκρουση με τον κόσμο του κεφαλαίου και τότε…
Και τότε τι; Τριάμισι χρόνια μετά το πρώτο ορατό ξέσπασμα της κρίσης και 25 γενικές απεργίες αργότερα, οι αφηγήσεις του εργατικού κινήματος για τον εαυτό του συντίθενται από κάμποσες προβολές επιθυμιών και αισθητά πιο ολίγη πραγματικότητα. Επιχειρούμε σήμερα να προσεγγίσουμε ορισμένα από τα ζητήματα που το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα δεν θέλησε ή δεν κατάφερε ν’ αγγίξει επαρκώς: Πού είναι κρυμμένοι τόσοι άνεργοι; Σε ποιους ανατίθεται η εκπροσώπηση των εργαζομένων; Πώς ορίζονται οι στόχοι κάθε μεγάλου απεργιακού αγώνα; Τι σημαίνει σήμερα το δικαίωμα στη δουλειά;
Αυτοί που δεν έχουν φωνή
Ενώ ταχύτατα πλησιάζουμε στο όραμα του Γιώργου Παπανδρέου για έναν εργαζόμενο σε κάθε νοικοκυριό (3,7 εκατ. ήταν οι εργαζόμενοι στη χώρα το γ΄ τρίμηνο του 2012, μας ενημερώνει η ΕΛ.ΣΤΑΤ.), όποια πέτρα κι αν σηκώσεις θα βρεις έναν άνεργο ή έναν επισφαλώς εργαζόμενο – ημιαπασχολούμενο, μπλοκάκια κλπ. Η ανεργία έφτασε το γ΄τρίμηνο του 2012 το 24,8% ή 1,2 εκατ. άτομα. Οι μερικά απασχολούμενοι είναι περίπου 300.000, ενώ σε πολλές χιλιάδες υπολογίζονται οι εργαζόμενοι με μπλοκάκι.
Αν όλοι αυτοί αθροίζονται κάπου κοντά στον ιλιγγιώδη για τα μεγέθη της χώρας αριθμό των 2 εκατ. ατόμων, είναι ν’ απορεί κανείς πώς και απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο ή, για την ακρίβεια, πώς η δική τους φωνή δεν ακούγεται σ’ αυτόν. Γιατί άραγε δεν υπάρχει ένα ισχυρό, ριζοσπαστικό, διεκδικητικό κίνημα αυτών που δεν έχουν και πολλά να χάσουν;
Ποιοι είναι οι επισφαλώς εργαζόμενοι και οι άνεργοι που περιπλανώνται σήμερα στη στέπα της αγοράς εργασίας; Μα, φυσικά, αυτοί που τα προηγούμενα χρόνια πέρασαν τον καιρό τους σε λάθος θρανία. Θα περίμενε κανείς ότι η υψηλότερη εκπαίδευση θα σήμαινε και λιγότερη ανεργία, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Δίπλα στο 27,6% των αποφοίτων λυκείου που είναι σήμερα άνεργοι, στέκεται το 28% των πτυχιούχων ανώτερων τεχνικών-επαγγελματικών σχολών και το 17% των πτυχιούχων ανωτάτων σχολών. Στις ηλικίες 30-44 ετών, το 20,7% των ανέργων έχει τελειώσει ανώτερη τεχνική εκπαίδευση και το 13,7% είναι τουλάχιστον πτυχιούχοι ανώτατου ιδρύματος. Όσο οι ηλικίες μικραίνουν, τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα: Στις ηλικίες 20-29 ετών, το 29% των ανέργων έχει τελειώσει ανώτερη τεχνική εκπαίδευση και το 18% είναι τουλάχιστον πτυχιούχοι ανώτατου ιδρύματος. Πρόκειται για τα θύματα της εκπαιδευτικής πολιτικής και της κυρίαρχης αντίληψης που τη συνόδευε: μάζευε πτυχία για να γίνεις ανταγωνιστικός και η αγορά θα σε περιμένει με ανοιχτές αγκάλες. Εφόσον υπάρχει, δηλαδή.
Όμως η αγορά εργασίας καταρρέει. Ο άλλοτε κραταιός δημόσιος τομέας προσφέρει επισφαλείς θέσεις εργασίας (συμβάσεις έργου, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εργασία για αναπληρωτές, ωρομίσθιους, ενοικιαζόμενους κλπ.). Στον ιδιωτικό τομέα, η απουσία πολύ μεγάλων επιχειρήσεων σημαίνει πολυδιάσπαση των εργαζόμενων σε μικρές οικογενειακές λίγο-πολύ επιχειρήσεις, όπου ο ρόλος του εργοδότη συγχέεται με αυτόν του φροϋδικού πατέρα.
Η επιλογή της ανταγωνιστικότητας για κάθε εν δυνάμει εργαζόμενο σήμαινε αυτομάτως και την απόρριψη του μοντέλου της συλλογικής διαχείρισης των προβλημάτων. Ακόμη κι εκεί που οι συνθήκες ωθούν τους εργαζόμενους να κινηθούν όλοι μαζί για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, ο διάλογος είναι αργός και δύσκολος. Επιπλέον, στη φροϋδική μικρομεσαία επιχείρηση, η εργατική οργάνωση θεωρείται αμαρτία και η συμμετοχή στην απεργία έγκλημα καθοσιώσεως και προδοσία της εμπιστοσύνης του πατέρα-αφεντικού. Η Αντιγόνη δεν θα είχε και πολλή τύχη σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον.
Η ρευστότητα των εργασιακών σχέσεων και η αποσπασματικότητα των εκάστοτε απασχολήσεων κάθε εργαζομένου μάς πάει ένα βήμα πιο πέρα από τις κλασικές μαρξικές παρατηρήσεις περί εφεδρικού στρατού εργασίας: εδώ τα ίδια τα δικά σου συμφέροντα εξυπηρετούνται από διαφορετικές στρατηγικές από εξάμηνο σε εξάμηνο, καθώς γλιστράς μεταξύ εργασίας και ανεργίας, μεταξύ εξαρτημένης εργασίας και εργασίας με μπλοκάκι, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Δεν είναι πως έλειψαν οι προβλέψεις. Όποιος έχει έρθει σ’ επαφή με τον λόγο διαφόρων συνιστωσών της φοιτητικής αριστεράς την τελευταία εικοσαετία, θα γνωρίζει την καραμέλα της «εργασιακής περιπλάνησης». Τη βρίσκει κανείς σε προκηρύξεις από τη δεκαετία του ’90 ως σήμερα με όλες τις διαθέσιμες αριστερές υπογραφές. Ωστόσο καμιά οργανωμένη δύναμη δεν προετοιμάστηκε γι’ αυτό που επί χρόνια προέβλεπε ως Κασσάνδρα – απλώς σήμερα παρατηρεί τις συνέπειες.
Και τα πραγματικά προβλήματα των επισφαλώς εργαζόμενων, των ανέργων, των εργαζόμενων με μπλοκάκι; Σε ορισμένες περιπτώσεις οι συνθήκες γεννούν νέα συνδικαλιστικά σχήματα που προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος και να διαχωρίσουν τη θέση τους από το επίσημο συνδικαλιστικό κίνημα που δεν ασχολείται με την περιπλανώμενη νεολαία: Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων, Σωματείο Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών, Σωματείο Βάσης Εργαζομένων Οδηγών Δικύκλου κά. Πρόκειται για γνήσια εγχειρήματα εργατικής οργάνωσης, που αποτελούν βέβαια σταγόνα στον ωκεανό. Ας αφήσουμε όμως τη γκρίνια. Από κάπου θα πρέπει να ξεκινήσει κανείς.
Βιβλία
Γιώργος Φ. Κουκουλές, Βασίλης Τζανετάκος (1986),
Συνδικαλιστικό κίνημα 1981-1986. Η μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε,
Αθήνα: Οδυσσέας.
Ορέστης Χατζηβασιλείου (1988),
Συνδικαλισμός και κοινωνική αντίδραση 1947-1987,
Αθήνα: Οδυσσέας.
Digest