Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (Π.Ο.Ε.ΣΥ.), σύμφωνα με το θεσμικό της ρόλο να υπερασπίζει, όπως έπραξε μέχρι τώρα, τα άμεσα και ζωτικά συμφέροντα των δημοσιογράφων, κατέθεσε  αίτηση  ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας   ζητώντας να ακυρωθεί η 6/28-2-2012 Πράξη του υπουργικού συμβουλίου, που εκδόθηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Μνημονίου ΙΙ και καταργεί την προστασία των εργαζομένων από τις απολύσεις.

Και ταυτόχρονα, με τη μετενέργεια, επιφέρει δραματικές αλλαγές στους εργαζόμενους μετά τη λήξη της συλλογικής σύμβασης, μειώνει τον κατώτατο βασικό μισθό κατά 22%, ενώ για τους νέους κάτω των 25 ετών η μείωση φτάνει το 32%.



Ειδικότερα, όπως αναλυτικά εκθέτει η Π.Ο.Ε.ΣΥ στην αίτηση ακύρωσης:



–       Η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου υπερβαίνει την νομοθετική εξουσιοδότηση, που έχει δοθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο βάσει του άρθρου 1 παρ. 6 του νόμου 4046/2012. Το Υπουργικό Συμβούλιο νομοθέτησε, υποκαθιστώντας αντισυνταγματικά την Βουλή των Ελλήνων, εισάγοντας ρυθμίσεις αντίθετες στο γράμμα του νόμου και κατά συνέπεια άσκησε νομοθετική εξουσία κατά ανεπίτρεπτο συνταγματικά τρόπο.



–       Πέραν αυτού, η ίδια η νομοθετική εξουσιοδότηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο του άρθρου 6 ν. 4046/2012 είναι αντισυνταγματική, λόγω της γενικότητάς της. Η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 4046/2012 ορίζει ότι «Με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου». Πρόκειται, δηλαδή, για μια γενική και παντελώς αόριστη εξουσιοδότηση, η οποία δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ως προς τους όρους συνταγματικότητας της νομοθετικής εξουσιοδότησης.





–       Η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου παραβιάζει την αρχή της συλλογικής αυτονομίας (άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος) και την συνδικαλιστική ελευθερία (άρθρο 23 παρ. 1 του Συντάγματος). Επεμβαίνει βιαίως και χωρίς να υφίσταται λόγος δημοσίου συμφέροντος στο καθεστώς των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας και ανατρέπει τις κατακτήσεις δεκαετιών των εργαζομένων, και μάλιστα χωρίς να θέτει κανένα χρονικό ορίζοντα εφαρμογής των επίμαχων μέτρων.



–       Η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου παραβιάζει, τέλος, και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, συμμετοχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας), καθώς επεμβαίνει σε συνεστημένες συμβατικές σχέσεις, χωρίς να υπάρχει επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, όπως απαιτεί η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αλλοιώνει ακόμη και το περιεχόμενο Κανονισμών Εργασίας σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίοι έχουν αποτελέσει αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ εργαζομένων και εργοδότη, και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν ήδη ζωή δεκαετιών.