Όπως τονίζεται στην αίτηση ακύρωσης «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρανόμως παρέλειψε την έκδοση των διαταγμάτων προαγωγής, αναφορικά με τις θέσεις δικαστικών λειτουργών στον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η υποχρέωσή του να εκδώσει αμελλητί τα διατάγματα προαγωγής στις θέσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου επανενεργοποιήθηκε μετά την επιβεβαίωση και επανυποβολή τους με τις υπ’ αριθμ. 18, 19 και 20 /21-6-2019 πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Η παράλειψη, λοιπόν, της αμελλητί εκδόσεως των προεδρικών διαταγμάτων, συνιστά παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.

-Η επίμαχη παράλειψη του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι διαρκής, υπό την έννοια ότι αδιαλείπτως έως σήμερα παραλείπεται η έκδοση του προεδρικού διατάγματος αναφορικά με την προαγωγή των αντιπροέδρων του ΣτΕ, και άρα διαρκώς παραλείπεται α) η συμμόρφωση στη συνταγματική υποχρέωση εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος και β) η άρση της ήδη συντελεσθείσας παρανομίας, λόγω της παραλείψεως εκδόσεως του κρίσιμου προεδρικού διατάγματος. Πρόκειται για διαρκή παράλειψη οφειλόμενη νόμιμης ενέργειας της Διοίκησης, με αναλογική εφαρμογή της ΣτΕ 1214/2002, για τη διαρκή παρανομία των οργάνων του Δημοσίου (κατά την οποία η διαρκής εξακολούθηση της παρανομίας της Διοίκησης, στηριζόμενη στην άπαξ τελεσθείσα παρανομία μέσω διοικητικής πράξης – ή παράλειψης- , εκκινεί νέα αυτοτελή παραγραφή για κάθε έτος στο οποίο ανάγεται η ζημία).

-Κατά μείζονα λόγο εν προκειμένω, το χρονικό σημείο στοιχειοθετήσεως της το πρώτον συντελεσθείσας παραλείψεως του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν είναι νομικά κρίσιμο για την εξέταση του εμπροθέσμου της παρούσας, καθώς η διαρκής παρανομία του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία είναι εξακολουθητική και αναγεννά την υποχρέωση του προς πράξη συνεχώς, καθιστά την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εμπροθέσμως ασκηθείσα.

– Άλλως και επικουρικώς, η έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος έπρεπε να διενεργηθεί το αργότερο την 1η Ιουλίου 2019, ήτοι την ημερομηνία κατά την οποία κενώνονταν οι θέσεις των Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Από την ημερομηνία τούτη, λοιπόν, συντελείται το πρώτον παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η οποία, όμως σε αντιστοιχία προς τα ανωτέρω, είναι διαρκής. Συνεπώς, και υπό αυτή την εκδοχή, η παρούσα αίτηση ακυρώσεως τοποθετείται στη σφαίρα του εμπροθέσμου».

Οι νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλονται για να καταδειχθεί η “παρανομία” είναι οι εξής :

Όπως αναφέρεται η παράλειψη εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος προαγωγής των τριών Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι παράνομη, γιατί:

* Παραβιάζει ευθέως το άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος, κατά το οποίο, εν προκειμένω, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει το επίμαχο προεδρικό διάταγμα.

* Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, ερμηνευομένη σε συνδυασμό με τα άρθρα 26 παρ. 2, 35 παρ. 1, 50, 30 παρ. 1, 82 παρ. 1 και 85 Συντ., τα οποία ορίζουν τον θεσμικό ρόλο και τις (συγκεκριμένες) αρμοδιότητες που διαθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενόψει των οποίων δεν επιτρεπόταν σε αυτόν να απόσχει από την έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος.

* Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, σε συνδυασμό με τις συνταγματικές, αλλά και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις (άρθρα 26 παρ. 3, 87 παρ. 1 και 2, 88, 20 παρ. 1 Συντ. και 2, 19 ΣΕΕ, 47 ΧΘΔΕΕ και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ), που κατοχυρώνουν το κύρος και την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και από τις οποίες απορρέουν η αρχή της συνέχειας των κρατικών λειτουργιών, ειδικότερα δε η συνταγματική επιταγή για ομαλή λειτουργία των ανωτάτων δικαστηρίων.