Kοινή πρόταση Νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας και μέτρα στήριξης για τα νησιά, κατέθεσαν Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ποτάμι. Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωση του το Ποτάμι, η πρόταση νόμου αποτελεί την πρώτη κοινή κοινοβουλευτική πρωτοβουλία των δύο κοινοβουλευτικών ομάδων στο πλαίσιο του «Κινήματος Αλλαγής», που αποσκοπεί στην άμεση αντιμετώπιση δύο μείζονος σημασίας προβλημάτων για την ελληνική κοινωνία που προκάλεσαν «οι σταθερά καταστροφικές επιλογές κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ».
George Vitsaras / SOOC
Όπως επισημαίνει σε σχετική του ανακοίνωση το Ποτάμι, η πρόταση νόμου αποτελεί την πρώτη κοινή κοινοβουλευτική πρωτοβουλία των δύο κοινοβουλευτικών ομάδων στο πλαίσιο του «Κινήματος Αλλαγής», που αποσκοπεί στην άμεση αντιμετώπιση δύο μείζονος σημασίας προβλημάτων για την ελληνική κοινωνία που προκάλεσαν, όπως αναφέρει, οι σταθερά καταστροφικές επιλογές κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ: τους πλειστηριασμούς της προστασίας της α΄ κατοικίας και της κατάργησης του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για τα νησιά.
Ειδικότερα, όπως σημειώνουν στην πρόταση νόμου Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ποτάμι:
Μετά το σχηματισμό κυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2015 και την αποτυχημένη διαπραγμάτευση του πρώτου εξαμήνου, επιδεινώθηκε το οικονομικό κλίμα και υπονομεύτηκε η αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Το αποτέλεσμα ήταν η επιβολή περιορισμού κινήσεων κεφαλαίων στις τράπεζες, η ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης τους,το 3ου αχρείαστο μνημονίοκαι τελικά η επιβάρυνση της οικονομίας με δεκάδες δις ευρώ.
Δεδομένου ότι από το 2015 – με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης – σταμάτησε η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, οι τραπεζικές καταθέσεις μειώθηκαν δραματικά και τα κόκκινα δάνεια εκτοξεύτηκαν. Οι κυβερνητικοί χειρισμοί οδήγησαν στη διακοπή της προστασίας της πρώτης κατοικίας που είχε διασφαλιστεί συνδυαστικά με τις διατάξεις του νόμου του ν.3869/2010 και του ν.4224/2013.
Επιπλέον – πάλι με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης – η χώρα επιβαρύνθηκε με μια σειρά από άδικα και βαριά δημοσιονομικά μέτρα μεταξύ των οποίων είναι και η κατάργηση του μειωμένου κατά 30% συντελεστή Φόρου Προστιθέμενη Αξίας για τα ακριτικά και δυσπρόσιτα νησιά της χώρας που προβλέπονταν στο άρθρο 21 του Κώδικα Φορολογίας Προστιθέμενης Αξίας.
Με την παρούσα πρόταση νόμου επαναφέρεται η προστασία της πρώτης κατοικίας και διατυπώνονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για υπαγωγή στην αναστολή πλειστηριασμών. Βάσει αυτών προκύπτει σαφής διαχωρισμός μεταξύ όσων έχουν πραγματική ανάγκη και των στρατηγικών κακοπληρωτών, ώστε να παραμείνουν εφικτοί οι στόχοι που έχουν τεθεί για τη μείωση των κόκκινων δανείων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Παράλληλα αναχαιτίζεται η κατάργηση της έκπτωσης ΦΠΑ για τα ακριτικά και δυσπρόσιτα νησιά που αποτελεί κρίσιμο αντιστάθμισμα για τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα που απορρέουν από τη νησιωτικότητα.
Η παρούσα Πρόταση Νόμου αποτελεί τον πρόδρομο των ολοκληρωμένων νομοθετικών προτάσεων που θα κατατεθούν από τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες μας στο άμεσο μέλλον τόσο για τη συνολική διαχείριση εν γένει του ζητήματος των κόκκινων δανείων όσο και για την αλλαγή του μίγματος της φορολογικής πολιτικής.
Επί των άρθρων
Άρθρο 1
Προστασια α΄ κατοικίας από τους μαζικούς πλειστηριασμούς
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτούστην ουσία επαναφέρονται σε ισχύ, προσαρμοζόμενες αναλόγως και πάντα συμπληρωματικά προς τις διατάξεις του ν.3869/2010 όπως ισχύουν, οι διατάξεις άρσης πλειστηριασμών και οι σχετικές προϋποθέσεις του ν.4224/2013 ώστε να ενταχθούν σε αυτές δανειστές και εγγυητές που είναι πλέον αντιμέτωποι με τον εκπλειστηριασμό της α΄ κατοικίας τους, λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει.
Άρθρο 2
Παράταση για ένα έτος του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε νησιά και συγκρότηση Διακομματικής Επιτροπής για τη μελέτη μόνιμων μέτρων στήριξης των νησιών
Με την 1η παράγραφο του άρθρου παρατείνεται για ένα χρόνο ο μειωμένος κατά 30% συντελεστής Φόρου Προστιθέμενη Αξίας για τα νησιά που προβλέπονταν στο άρθρο 21 του Κώδικα Φορολογίας Προστιθέμενης Αξίας.
Έτσι αποκαθίσταται η κατάκτηση υπέρ των κατοίκων των ακριτικών και δυσπρόσιτων νησιών της χώρας, η οποία ισχύει από το 1986 και η οποία έμεινε αλώβητη έως και το 2015 παρά την δημοσιονομική κρίση που έπληξε τη χώρα.
Συγκεκριμένα, για τα νησιά του Αιγαίου το ειδικό αυτό καθεστώς δεν αποτελεί κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο αλλά αντίθετα αποτελεί αντιστάθμισμα για τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα που απορρέουν από τη νησιωτικότητα, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα.
Λαμβάνοντας υπόψη σχετική μελέτη του Επιμελητηρίου Λέσβου (Νοέμβριος 2017), το ειδικό καθεστώς των νησιών του Αιγαίου προβλέφθηκε γιατί συνιστά λόγο μείζονος εθνικής σημασίας και παράγοντα εθνικής κυριαρχίας, διότι αποτελεί κρίσιμο εργαλείο τόσο για την οικονομική ανάπτυξη των νησιών, όσο και για την παραμονή των κατοίκων στα νησιά. Πιο συγκεκριμένα:
Α) αποτελεί ένα σημαντικό αντισταθμιστικό μέτρο απέναντι στα μειονεκτήματα που δημιουργεί η εδαφική ασυνέχεια καθώς υπάρχουν μικρές και ευαίσθητες οικονομίες κλίμακας και αυξημένο κόστος μεταφοράς εμπορευμάτων και παροχής υπηρεσιών
Β) Ενισχύει την ανταγωνιστικότητα του νησιωτικού τουριστικού προϊόντος
Γ) Είναι μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης (οι νησιώτες δεν απολαμβάνουν ισοδύναμα την ωφέλεια από τα βασικά κοινωνικά αγαθά του κράτους)
Δ) Συνιστά στην πράξη την εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 101 του Συντάγματος, σχετικά με την υποχρέωση του κοινού νομοθέτη και της Διοίκησης όταν δρουν κανονιστικά να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, μεριμνώντας για την ανάπτυξή τους.
Η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος, όπως προκύπτει από σχετική μελέτη του Επιμελητηρίου Λέσβου οδηγεί:
• Στη σημαντική αύξηση του κόστους ζωής των κατοίκων των νησιών (αύξηση κόστους μεταφοράς εμπορευμάτων και πρώτων υλών, αύξηση κόστους παρεχόμενων υπηρεσιών)
• Στη μείωση της ανταγωνιστικότητας των παραγόμενων στα νησιά προϊόντων
• Στη μείωση της ανταγωνιστικότητας των τουριστικών επιχειρήσεων
• Στην αύξηση της ύφεσης με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των τοπικών οικονομιών
• Στο κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων αλλά και μεγαλύτερων επιχειρήσεων, στην αύξηση της ανεργίας και την ερήμωση των νησιών
Επίσης, σύμφωνα με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2016 σχετικά με την ειδική κατάσταση των νησιών (2015/3014(RSP)), τεκμηριώνεται η σημασία που έχουν οι ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες, ενώ σύμφωνα με την Οδηγία του Συμβουλίου αριθ.2006/112/ΕΚ οι ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί σε ορισμένα ευρωπαϊκά νησιά ως αντιστάθμισμα στα μόνιμα φυσικά-γεωγραφικά και δημογραφικά τους μειονεκτήματα είναι απαραίτητο να συνεχίσουν να υφίστανται, ιδίως σε κράτη μέλη που υπάγονται σε προγράμματα οικονομικής προσαρμογής.
Τέλος τα νησιά αυτά επιβαρύνονται επιπλέον από τις συνέπειες της πρόχειρης διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Με την 2η παράγραφο του προτεινόμενου άρθρου προβλέπεται η άμεση συγκρότηση μη αμειβόμενης επιτροπής εργασίας, η οποία εντός τριμήνου θα επεξεργαστεί μέτρα και προτάσεις στήριξης για όλο το νησιωτικό χώρο, σε εφαρμογή του άρθρου 101 του Συντάγματος για την νησιωτικότητα.