Ο προϋπολογισμός για το 2022 προβλέπει σημαντικές περικοπές σε νευραλγικούς τομείς της κοινωνικής πολιτικής. Το Σύνολο Μεταβιβάσεων του Τακτικού Προϋπολογισμού για την πρόνοια, τους ανέργους, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την υγεία μειώνεται το 2022 κατά 1,74 δισεκατομμύρια Ευρώ έναντι του 2021. Το ήδη ισχνό Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων συρρικνώνεται ακόμη περισσότερο, αφού από 8,35 δισεκατομμύρια Ευρώ το 2021, μειώνεται στα 7,8 δισεκατομμύρια Ευρώ το 2022. Την ίδια ώρα που «λεφτά υπάρχουν» στις στρατιωτικές δαπάνες για «φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών συστημάτων». Μάλιστα και οι δαπάνες αυτές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων πάνε σε απευθείας αναθέσεις, αποτελώντας στην ουσία διασπάθιση χρήματος, αφού αντλούνται κεφάλαια από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για να μοιραστούν σε ημέτερους ολιγάρχες.

Αυτή η επιλογή προτεραιοτήτων δεν είναι τυχαία. Οι ατυχείς επιλογές στον προϋπολογισμό βασίζονται σε μία γενικότερη λογική της κυβέρνησης για το σχέδιο Ελλάδα δύο-μηδέν [2.0] που περιλαμβάνει το λεγόμενο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και αναφέρεται και στην Απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή.

Η λογική που διέπει τον προϋπολογισμό είναι το νεοφιλελεύθερο αφήγημα, κατά το οποίο η μείωση της ανεργίας έρχεται μέσα από δωράκια στους εργοδότες με την αναμόρφωση του εργατικού και συνδικαλιστικού δικαίου. Και όταν γίνεται λόγος για «μεταρρύθμιση», εννοείται η διάλυση των εργασιακών σχέσεων που είδαμε με τους προηγούμενους νόμους που ψηφίστηκαν. Δηλαδή την κατάργηση του 8ώρου με τον νόμο Χατζηδάκη και την καθιέρωση των απλήρωτων, ουσιαστικά, υπερωριών. Αλλά και στα συνδικαλιστικά την υπονόμευση κάθε συνδικαλιστικής δράσης: Την απαγόρευση, ουσιαστικά, των διαδηλώσεων, λόγω προβλέψεων που πρακτικά είναι αδύνατο να τηρηθούν, στην αρχή με πρόσχημα την πανδημία. Τις δυσμενείς αλλαγές στη δυνατότητα των συνδικάτων να προκηρύσσουν απεργίες. Τη διάλυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Το ξεδόντιασμα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Ενώ και σε ό,τι αφορά στον κατώτατο μισθό, και τον καθορισμό του, η κυβέρνηση αρνήθηκε μια σοβαρή συζήτηση του θέματος.

Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον ότι πλέον δεν γίνεται λόγος για «εργασία», αλλά για «απασχόληση». Κι αυτό γιατί δεν συνέβη καμία πρόβλεψη για τη δημιουργία νέων και αξιόλογων θέσεων εργασίας. Αυτό που έκανε η κυβέρνηση είναι επενδύσεις σε προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα για ανέργους μέσω ορισμένου χρόνου αμειβόμενης πλήρους απασχόλησης. Καθώς και ειδικά προγράμματα απασχόλησης για περιοχές μετάβασης, όπως με την απολιγνιτοποίηση· για περιοχές με προβλήματα αποβιομηχάνισης και για περιοχές με μεγάλα ποσοστά εποχικής απασχόλησης. Όμως η επιδοτούμενη εργασία, ορισμένου χρόνου, στην οποία αρέσκεται η κυβέρνηση, σημαίνει ότι καταργούνται τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Σημαίνει ελάχιστες απολαβές στο πλαίσιο της υποτιθέμενης εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού που απλά ανακυκλώνεται σε αυτές τις θέσεις (στην καλύτερη περίπτωση). Σημαίνει ότι ουσιαστικά προσφέρονται όλα αυτά ως δώρο στους εργοδότες, οι οποίοι δεν θα χρειαστεί να βάλουν το χέρι στην τσέπη από τη στιγμή που το πρόγραμμα είναι επιδοτούμενο. Μάλιστα για τα προγράμματα απασχόλησης σε περιοχές απολιγνιτοποίησης, αποβιομηχάνισης κ.τ.λ., από τη στιγμή που δεν έχει εκπονηθεί κανένα παραγωγικό σχέδιο για τις διαδικασίες αυτές, θα ξοδευθούν πόροι για την εκπαίδευση προσωπικού που όμως δεν θα έχει τη δυνατότητα να εργαστεί πουθενά.

Αγνοήθηκε η τροπολογία που κατατέθηκε ως ΜέΡΑ25 με την οποία επιχειρείται η πληρέστερη προστασία των εργαζομένων στις περιπτώσεις συμβατικής ή εκ του νόμου μεταβίβασης ή συγχώνευσης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων σε άλλον εργοδότη. Ειδικότερα, στην τροπολογία γίνεται διάκριση των όρων εργασίας με βάση την πηγή προέλευσής τους, -αν δηλαδή αποτελούν όρους ατομικών ή όρους συλλογικών συμβάσεων-, και αποσαφηνίζεται το εύρος δέσμευσης του διάδοχου εργοδότη από τις ατομικές συμβάσεις εργασίας οι οποίες εμπεριέχουν ρήτρες στατικής και ρήτρες δυναμικής παραπομπής σε Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και Κανονισμούς Εργασίας. Η τροπολογία αυτή είναι απολύτως αναγκαία ως μέτρο εξισορρόπησης των δικαιωμάτων του ασθενέστερου, του εργαζόμενου, έναντι του ισχυρότερου, του διάδοχου εργοδότη, ο οποίος μάλιστα δεν αποτελεί επιλογή για τον εργαζόμενο, αλλά ντε φάκτο αντισυμβαλλόμενο. Τέλος, η σχετική ρύθμιση είναι αναγκαία λόγω της εντεινόμενης ομιλοποίησης, του μετασχηματισμού των επιχειρήσεων, του κατακερματισμού των έργων τους και της ανάθεσης τους σε ανεξάρτητες ή μη, νομικά αυτοτελείς εταιρείες που σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της συλλογικής διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων, έχουν οδηγήσει σε διαρκή συρρίκνωση των δικαιωμάτων των τελευταίων. Είναι μια απολύτως αναγκαία τροπολογία που δεν λήφθηκε υπ’ όψη.

Είναι αναπόσπαστη για την κοινωνική συνοχή η θεσμοθέτηση σταδιακής αύξησης κατά 10% ετησίως του κατώτατου μισθού έως ότου αυτός φτάσει στα 800 ευρώ μηνιαίως. Και ταυτοχρόνως το να θεσπιστούν ευέλικτες αλλά ισχυρές συλλογικές διαπραγματεύσεις. Παρόμοια μέτρα θα ήταν εφικτά, αν η κυβέρνηση δεν είχε ανακαλύψει ένα λεφτόδεντρο αποκλειστικά και μόνο για τους ολιγάρχες. Η κυβέρνηση εργαλειοποίησε την πανδημία για να ταΐσει την ολιγαρχία με εκατοντάδες εκατομμύρια μέσω επιδοτήσεων και αποζημιώσεων. Στον προϋπολογισμό χαρακτηριστικά προβλέπονται δωράκια συνολικού κόστους περί το 1,5 δισεκατομμύριο Ευρώ, με μείωση κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών του ιδιωτικού τομέα, κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών από τον κρατικό προϋπολογισμό και επιδότηση 200 ευρώ σε περίπτωση πρόσληψης μακροχρόνια ανέργου, για περίοδο 6 μηνών. Επίσης, μείωση των φορολογικών συντελεστών στα επιχειρηματικά κέρδη στο 22% από 24%. Μείωση κατά 50% του φόρου σε περιπτώσεις εταιρικών συγχωνεύσεων. Με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, επιδοτούνται οι ολιγάρχες με περίπου 7,45 δισεκατομμύρια Ευρώ.

Ως προς τους συνταξιούχους: Με το ένα χέρι η κυβέρνηση δίνει κάποια ψίχουλα από τις άδικες μνημονιακές περικοπές και από το άλλο τους τα παίρνει πίσω μέσω της φορολογίας. Αλλά η ομολογία υπάρχει: είναι βαρίδι για την κυβέρνηση οι συνταξιούχοι, ζούνε πολύ, όπως λένε οι δήθεν τεχνοκράτες της τρόικας αλλά και στελέχη και πρώην υπουργοί του μνημονιακού τόξου, για αυτό θεσπίστηκε σύστημα κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης που θα φέρει νομοτελειακά περικοπές στις συντάξεις. Το ΜέΡΑ25 έχει καταθέσει τροπολογία που ρυθμίζει το καθεστώς της φορολογικής μεταχείρισης των εφάπαξ χρηματικών ποσών που καταβλήθηκαν και θα καταβληθούν στους δικαιούχους συνταξιούχους ή κληρονόμους συνταξιούχων ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, ως επιστροφές αναδρομικών περικοπών σύνταξης που επιβλήθηκαν με προηγούμενους νόμους και οι οποίες κατά περίπτωση κρίνονται αντισυνταγματικές. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, εξαντλείται μετά την φορολόγηση των εφάπαξ χρηματικών ποσών των ως άνω περικοπών, με συντελεστή 20% συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης. Τυχόν πράξεις επιβολής φόρου που έχουν ήδη εκδοθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος για τα ως άνω ποσά και έχουν επιβάλλει φόρο σε κλίμακα ανώτερη του 20%, τροποποιούνται με αποφάσεις της αρμόδιας φορολογικής αρχής, ενώ οι φόροι άνω του 20% για τις ως άνω αιτίες, που έχουν ήδη εξοφληθεί, συμψηφίζονται με ληξιπρόθεσμες ή μελλοντικές φορολογικές υποχρεώσεις των δικαιούχων. Οι ως άνω προβλέψεις κρίνονται αναγκαίες για λόγους ισότιμης μεταχείρισης, μετά τις αντίστοιχες φορολογικές προβλέψεις υπέρ των ειδικών μισθολογίων. Δυστυχώς η τροπολογία αγνοήθηκε.

Συμπερασματικά, η πολιτική που ακολουθήθηκε στον προϋπολογισμό είναι μια στυγνή ταξική πολιτική, η οποία απαγορεύει μέτρα μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας και για αυτό βυθίζει ακόμη περισσότερο τη χώρα στην εξάρτηση.