Η τελική ψήφος της βουλής της Ρώμης ορίσθηκε για την Πέμπτη το βράδυ και τα μέτρα αφορούν –μεταξύ άλλων– την αύξηση του αριθμού των φαρμακείων, των συμβολαιογράφων όπως και την ενδεχόμενη αύξηση των αδειών ταξί αν αυτό κριθεί αναγκαίο από τους διάφορους δήμους της χώρας.

Παράλληλα, στο κυβερνητικό μέγαρο Παλάτσο Κίτζι συνεχίζεται η διαπραγμάτευση του Ιταλού πρωθυπουργού, Μάριο Μόντι, με τους κοινωνικούς εταίρους με στόχο την οριστικοποίηση των αλλαγών στην αγορά εργασίας.
 
Η κυβέρνηση του Ιταλού τεχνοκράτη-πρωθυπουργού επιδιώκει να οριστικοποιήσει το συντομότερο το σύνολο των μέτρων της μεταρρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, αλλά τα συνδικάτα και ιδίως η κεντροαριστερή συνδικαλιστική οργάνωση Cgil, δεν έχουν δώσει ακόμη την συγκατάθεσή τους.
 
Τα κύρια σημεία που συζητήθηκαν έως τώρα, προβλέπουν την υιοθέτηση του ενιαίου επιδόματος ανεργίας, που πρόκειται να ισχύσει από το 2017 και θα πρέπει να αντιστοιχεί σε 1.119 ευρώ μηνιαίως, για ένα χρόνο, όπως και την επέκταση των συμβάσεων αορίστου χρόνου: θα είναι πιο συμφέρουσες, για τους εργοδότες –σε ότι αφορά την παράμετρο των ενσήμων– σε σύγκριση με τις μορφές απασχόλησης ορισμένου χρόνου.
 
Το κύριο σημείο διαφωνίας, όμως, παραμένει το λεγόμενο «άρθρο 18», που έως τώρα προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις με πάνω από δεκαπέντε υπαλλήλους μπορούν να απολύουν μόνο με βάσιμη αιτία. Διαφορετικά ο εργαζόμενος που προσφεύγει στην δικαιοσύνη έχει δικαίωμα να αξιώσει την επαναπρόσληψη.
 
Η αλλαγή που προωθεί η κυβέρνηση της Ρώμης, διατηρεί την υποχρεωτική επαναπρόσληψη μόνο για τις περιπτώσεις διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων, ενώ προβλέπει οικονομική αποζημίωση σε περίπτωση που η επιχείρηση αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και αφήνει στην κρίση του δικαστή τις απολύσεις εκείνες που συνδέονται με πειθαρχικές κυρώσεις.
Η γραμματέας του συνδικάτου Cgil, Σουζάνα Καμούσο, δήλωσε πριν λίγο ότι «υπάρχει η βάσιμη υποψία ότι ο πραγματικός στόχος της κυβέρνησης δεν είναι μια συνολική συμφωνία για το εργασιακό, αλλά, απλώς πιο εύκολες απολύσεις».
 
Ο πρωθυπουργός, Μάριο Μόντι, πάντως, εξέφρασε την ελπίδα «το αποτέλεσμα της όλης διαπραγμάτευσης θα μπορέσει να επισημοποιηθεί σήμερα», ενώ ο Πρόεδρος της ιταλικής Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, στήριξε την προσπάθεια της κυβέρνησης δηλώνοντας ότι «οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να βοηθήσουν ώστε να υπερισχύσει το γενικότερο συμφέρον επί οποιουδήποτε μεμονωμένου συμφέροντος και υπολογισμού, διότι η μη επίτευξη συμφωνίας θα ήταν σαφώς, αρνητική εξέλιξη».
 
Σύμφωνα με αναλυτές, ο Μάριο Μόντι σε κάθε περίπτωση επιθυμεί η τελική συμφωνία να επιτευχθεί πριν από την Δευτέρα, όταν πρόκειται να ξεκινήσει η περιοδεία του στην Ασία και είναι πεπεισμένος ότι ακόμη και αν δεν εξασφαλισθεί η πλήρης στήριξη των συνδικάτων, το κοινοβούλιο πρόκειται, τελικώς, να εγκρίνει τα μέτρα που προτείνει η κυβέρνησή.