του Νίκου Μπογιόπουλου

Ας υποθέσουμε ότι κάποιος τα είχε προβλέψει και τα είχε αποκαλύψει όλα αυτά –πριν το δημοψήφισμα. Τι κρίση ταιριάζει να κάνουμε γι’ αυτόν;  Τι κρίση ταιριάζει στο συγκεκριμένο θέμα, όσον αφορά την επιλογή του να προσπαθήσει να μην θυσιαστεί το περήφανο «Όχι» του λαού στο ψεύτικο «όχι»/«Ναι» του Τσίπρα; 
   
Σύμφωνα με τον ισχυρισμό του συναδέλφου Δ.Κανελλόπουλου – όπως διατυπώνεται σε σχόλιό του για το ΚΚΕ – όποιος τα προέβλεψε και τα αποκάλυψε όλα αυτά, είναι… υπόλογος!

Επιπλέον δεν δικαιούται να χαρακτηρίζει «περήφανο» το «Όχι» ειδάλλως το «σφετερίζεται»! Και τούτο διότι, αφ’ ης στιγμής δεν πήγε με τον (ψεύτη) Τσίπρα, «άφησε το λαό μόνο του» και επομένως «δεν πρέπει να μιλάει τώρα»
   
Είναι πρόδηλο ότι η σύσταση για σιωπητήριο απευθύνεται – πέραν του ΚΚΕ ως πολιτικό φορέα – και σε όσους εξ’ ημών  μιλήσαμε, αρθρογραφήσαμε και επιχειρηματολογήσαμε, τότε, ώστε  η λαϊκή περηφάνια να μην πέσει θύμα της πολιτικής απάτης.
   
Προκύπτει πως οτιδήποτε άλλο πέραν της σιωπής μας, πολύ περισσότερο το να αποκαλούμε «περήφανο» το «Όχι» του λαού, συνιστά επιχείρηση «σφετερισμού» του. Ως εκ τούτου θα πρέπει να βγάλουμε τον σκασμό.
   
Επιτρέψτε μας να παρακούσουμε την παρότρυνση (ή μήπως διαταγή;) να το βουλώσουμε. Δηλώνουμε εκ προοιμίου, επίσης, ότι θα αδιαφορήσουμε απέναντι στα στερεότυπα σχόλια που θα ακολουθήσουν. Επιλέγουμε να συνομιλήσουμε πρώτα και κύρια με τους υπηκόους του βασιλείου της Αυτού Μεγαλειότητας της Λογικής και προσερχόμαστε ενώπιων τους με ειλικρίνεια, τουτέστιν με φανερή και γνωστή την ιδεολογικοπολιτκή μας ταυτότητα που ποτέ δεν την κρύψαμε πίσω από το δάκτυλο της επαγγελματικής μας ιδιότητας.
   
Υποστηρίζουμε, λοιπόν, ότι: 
   
α) Ένα βασικό προτέρημα των κομμουνιστών είναι ότι καμιά φορά κάνουν κι αυτοί λάθος στις εκτιμήσεις τους. Μόνο που εδώ πρέπει να αναγνωρίσουμε – αν θέλουμε να είμαστε έντιμοι – ότι δεν έκαναν κανένα λάθος. Εδώ πέτυχαν διάνα! Οι κομμουνιστές εκτίμησαν πέρσι, πριν το δημοψήφισμα, ότι ο Τσίπρας θα έπαιρνε το «Όχι» και θα το έκανε «Ναι».
   
β) Όποιος αμφιβάλλει ότι οι κομμουνιστές, ανάμεσά τους και οι κομμουνιστές δημοσιογράφοι, επιβεβαιώθηκαν (δυστυχώς), ας ρίξει μια ματιά στο «αριστερό» μνημόνιο. Στον «αριστερό» κόφτη. Στο «αριστερό» ξεπούλημα. Στον «αριστερό» ΕΝΦΙΑ.
   
γ) Ο ισχυρισμός ότι «άφησαν το λαό μόνο του» εκείνοι (ανάμεσά τους γραφιάδες, αρθρογράφοι, δημοσιογράφοι) που προσπάθησαν να μην πέσει ο λαός στη φάκα του Τσίπρα, ο ισχυρισμός πως «σφετερίζονται» την περηφάνια του λαού εκείνοι που πάλεψαν να μην υπονομευτεί η λαϊκή περηφάνια από την κυβερνητική ξεδιαντροπιά, συναγωνίζεται το «ράβδος εν γωνία άρα βρέχει».
   
Επιπρόσθετα:
   
1) Ο Τσίπρας αντί να κρύβεται, σχεδόν καθημερινά επαίρεται  για το δημοψήφισμα. Επομένως, την εποχή του Τσίπρα, όποιος αποδίδει κατηγορία «σφετερισμού» του δημοψηφίσματος σε άλλους πλην Τσίπρα, μάλλον δεν έχει ή δεν θέλει να καταλάβει τι έχει συμβεί…
   
2) Το «δεν δικαιούστε δια να ομιλείτε» μοιάζει διπλά αντιαισθητικός κουτσογιωργισμός ειδικά όταν εκτοξεύεται προς εκείνους που, όταν μίλησαν, λειτούργησαν ως προμηθείς και όχι ως επιμηθείς.
   
3) Κατά την ίδια συλλογιστική, μήπως οι κομμουνιστές δεν πρέπει να μιλάνε και για το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» επειδή το πήρε το ΠΑΣΟΚ και το ξεφτίλισε, αλλά εκείνοι – οι κομμουνιστές – είχαν την προνοητικότητα να μην πάνε με το ΠΑΣΟΚ, προειδοποιώντας ότι θα το ξεφτίλιζε; Ή μήπως δεν πρέπει να μιλάνε και για την κατάργηση των Μνημονίων επειδή και τον Ιούνη του ’12 και τον Γενάρη του ‘15 αρνήθηκαν να πάνε με τον Τσίπρα, προειδοποιώντας – από τότε – ότι o Τσίπρας θα ξεφτίλιζε το «κατάργηση σε ένα νόμο με ένα άρθρο»;
   
Εν κατακλείδι:
   
Το «Όχι» του ελληνικού λαού πέρσι ήταν τόσο περήφανο όσο ορθή αποδείχτηκε και η ανάλυση που καλούσε να μην παραδοθεί στον Τσίπρα, να μην προσμετρηθεί στο δικό του κάλπικο «όχι», γιατί θα το μετέτρεπε σε μνημονιακό «Ναι». 
   
Οι κρίνοντες, επομένως, κρίνονται κι αυτοί με τη σειρά τους από το αν και κατά πόσο λαμβάνουν υπόψη τους και από το αν και κατά πόσο  αναγνωρίζουν την παραπάνω αλήθεια, όταν ασκούν το (αναφαίρετο) δικαίωμά τους να μιλάνε.
   
Κρίνονται, επίσης, κι από το αν έχουν συναίσθηση των τριών δεδομένων που προέκυψαν με το δημοψήφισμα:
   
Πρώτον: Η περήφανη άρνηση της πλειοψηφίας του λαού να συνηγορήσει στο «σφάξε με αγά μου να αγιάσω», ανήκει – ανεξαρτήτως της πολιτικής έκφρασης που έδωσε σε αυτή του την άρνηση – στα τιμαλφή κατά του ραγιαδισμού. Όποιος, τώρα, θέλει να υποδεικνύει ποιος θα επικαλείται και ποιος όχι αυτά τα τιμαλφή, ας ξεκινήσει να κάνει τον επιστάτη προς εκείνους που τα ξεπουλάνε. 
   
Δεύτερον: Η περηφάνια του λαού έπεσε στο δημοψήφισμα θύμα κραυγαλέας εξαπάτησης. Το μέγεθος δε της εξαπάτησης καθιστά την αθλιότητα και την πολιτική ατιμία που διαπράχθηκε αρκετή για να κατατάξει κανείς τους φορείς της στην κατηγορία των εντεταλμένων να κάνουν την πιο βρώμικη δουλειά.
   
Τρίτον – και εξόχως σημαντικό: Η περηφάνια ως στάση ζωής αποτελεί αναγκαία συνθήκη για το πέρασμα του λαού και του τόπου από την διάψευση στην ελπίδα. Όμως θα μένει πάντα μισή αν δεν συνδυάζεται και από την ικανή συνθήκη: Την πολιτική απόφαση για απαλλαγή από τους πολιτικούς απατεώνες.

   
Υστερόγραφο:
Ανάλογη άποψη με τον συνάδελφο διατύπωσαν κι άλλοι, τον φέρνουμε όμως ως παράδειγμα πολύ απλά γιατί είναι και φίλος, συνεπώς – ελπίζουμε – δεν θα παρεξηγηθεί.
   
Ξεκαθαρίζουμε, παράλληλα, ότι δεν θα μπούμε στον πειρασμό μιας επί παντός του επιστητού «τουιτεροσυζήτησης», όπου οι φορείς της επειδή αποφεύγουν να τοποθετούνται στο συγκεκριμένο, ψάχνουν κάθε λογής φιοριτούρα για να καταλήξουν στα προκατασκευασμένα τους στερεότυπα για το ΚΚΕ, τα οποία θυμίζουν την «αντικειμενικότητα» εκείνης της λαϊκής παροιμίας: «Όλα τα στραβά καρβέλια η νύφη τα κάνει»… Θεωρούμε πως μια τέτοια «συζήτηση», για νοήμονα ακροατήρια όπως του ThePressProject, έχει γίνει τόσο ανούσια και βαρετή, πια.

Υστερόγραφο 2: Μετά και το δεύτερο σχόλιο του συναδέρφου Δημήτρη προκύπτει ότι ματαίως θεώρησα πως η «Ράβδος εν γωνία» δεν είχε πάρει οξεία κλίση ήδη από το πρώτο του σχόλιο…