Παρά τη βελτίωση σε σύγκριση με τη χαμηλή τιμή-ρεκόρ των 37,7 μονάδων το Φεβρουάριο, η τιμή των 41,3 μονάδων που κατέγραψε ο ΡΜΙ το Μάρτιο ήταν ενδεικτική της απότομης εξασθένησης του μεταποιητικού τομέα.
Όπως προκύπτει από τη σχετική έρευνα της Markit, η ροή των νέων παραγγελιών στα εργοστάσια των Ελλήνων κατασκευαστών μειώθηκε για τριακοστό πρώτο συνεχή μήνα το Μάρτιο. Παρότι όχι ακριβώς στον ίδιο βαθμό που καταγράφηκε το Φεβρουάριο, όπου ο όγκος των παραγγελιών μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό σε όλη την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας, η πρόσφατη μείωση των πωλήσεων ήταν αναμφισβήτητα έντονη.
Η ζήτηση εξασθένησε και το επιχειρησιακό κλίμα χαρακτηρίστηκε, σε πολλές αναφορές, από τις ανησυχίες σχετικά με τις δυσκολίες λήψης πληρωμών. Το γεγονός αυτό παρατηρήθηκε κυρίως στις εγχώριες αγορές. Οι νέες παραγγελίες εξαγωγών ήταν και πάλι περιορισμένες κατά τη διάρκεια του Μαρτίου, ωστόσο ο ρυθμός μείωσης ήταν βραδύτερος σε σύγκριση με εκείνον που καταγράφηκε για τις συνολικές νέες εργασίες.
Καθώς ο συνολικός όγκος των πωλήσεων εξακολούθησε να επιδεινώνεται, οι Έλληνες κατασκευαστές περιόρισαν και πάλι την παραγωγή τους. Παρόμοια με το φαινόμενο που παρατηρήθηκε με τον όγκο των νέων παραγγελιών, ο ρυθμός συρρίκνωσης των πωλήσεων δεν ήταν τόσο έντονος όσο η αντίστοιχη χαμηλή τιμή-ρεκόρ που καταγράφηκε το Φεβρουάριο, παρέμεινε ωστόσο ραγδαίος.
Σύμφωνα με τη Markit, υπήρξαν και πάλι αποδείξεις από μέλη του πάνελ ότι η παραγωγή περιορίστηκε από τις δυσκολίες εξασφάλισης πρώτων υλών από τους προμηθευτές. Η έλλειψη αποθεμάτων στις αποθήκες των προμηθευτών φέρεται να οδήγησε σε μέτρια επιδείνωση των χρόνων παράδοσης, παρότι υπήρξαν επίσης αναφορές σχετικά με τα προβλήματα ρευστότητας και τις δυσκολίες για την εξασφάλιση πιστώσεων. Τα δεδομένα της έρευνας υπέδειξαν ότι η αγοραστική δραστηριότητα περιορίστηκε για τριακοστό πρώτο συνεχή μήνα και οι κατασκευαστές επέλεξαν και πάλι να χρησιμοποιήσουν τα υπάρχοντα αποθέματα πρώτων υλών και ημι-κατεργασμένων προϊόντων.
Ορισμένα μέλη του πάνελ επεσήμαναν επίσης την ανάγκη για περιορισμό του κόστους αποθήκευσης των πλεοναζόντων αποθεμάτων, ιδιαίτερα σε περιόδους ραγδαίας πτώσης των νέων παραγγελιών και των απαιτήσεων παραγωγής. Οι προαναφερόμενοι παράγοντες συνέτειναν σε ακόμα μία σημαντική μείωση των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων.
Αναφορικά με το κόστος, οι τιμές εισροών εξακολούθησαν να αυξάνονται με έντονο ρυθμό το Μάρτιο, ενώ μέλη του πάνελ υπέδειξαν ότι οι τιμές των πρώτων υλών αυξήθηκαν σε γενικές γραμμές. Δεδομένου του δυσμενούς κλίματος και της ανάγκης αύξησης του όγκου νέων παραγγελιών, οι Έλληνες κατασκευαστές υπέστησαν ακόμα μία ραγδαία επιδείνωση στα περιθώρια κέρδους τους το Μάρτιο, καθώς οι τιμές εκροών περιορίστηκαν με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών ετών.
Τέλος, ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από το Μάρτιο του 2009, καθώς οι εταιρείες εξακολούθησαν να περιορίζουν το εργατικό δυναμικό τους λόγω της συνεχιζόμενης μείωσης του φόρτου εργασίας. Ο περιορισμός των θέσεων εργασίας θα ήταν περισσότερο αισθητός αν ορισμένες εταιρείες δεν είχαν επιλέξει τις περικοπές στις ώρες εργασίας στα εργοστάσιά τους.
«Παρότι υψηλότερες από τις χαμηλές τιμές-ρεκόρ σε επίπεδο της έρευνας, η παραγωγή, οι νέες παραγγελίες και η αγοραστική δραστηριότητα επιδεινώθηκαν με ραγδαίους ρυθμούς το Μάρτιο, καθώς οι λειτουργικές συνθήκες για τους Έλληνες κατασκευαστές παρέμειναν τουλάχιστον εξαιρετικά απαιτητικές. Η ρευστότητα και η εξασφάλιση πιστώσεων από τους προμηθευτές παρέμειναν τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετώπισε ο τομέας, καθώς οι κατασκευαστές δυσκολεύτηκαν να εξασφαλίσουν προμήθειες από τους προμηθευτές, ενώ ταυτόχρονα παρέμειναν επιφυλακτικοί όσον αφορά την παράδοση προϊόντων στους πελάτες λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν στη λήψη πληρωμών», σχολίασε ο Paul Smith, senior economist της Markit και συγγραφέας της έκθεσης.
Υπογράμμισε επίσης πως «καθώς οι ενδείξεις για βελτίωση της δυνατότητας εξασφάλισης πιστώσεων είναι λιγοστές και τα μέτρα λιτότητας έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη γενική ζήτηση, παραμένει δύσκολο να προβλέψουμε αν ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας θα ανακάμψει από την τρέχουσα περίοδο συρρίκνωσης πολύ σύντομα».