Το διάσημο μπαλέτο του Σεργκέι Προκόφιεφ που βασίζεται στο κλασικό θεατρικό έργο του Ουίλιαμ Σέξπιρ, παρουσιάζεται για πέντε μόνο παραστάσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ένας από τους τρεις άντρες πρωταγωνιστές της παράστασης, ο 25χρονος Βαγγέλης Μπίκος, μιλά για την αφορμή που τον έκανε χορευτή, την αφοσίωση που απαιτεί ο χορός αλλά και το τι σημαίνει να είναι ένας άντρας επαγγελματίας χορευτής, στην Ελλάδα του 2012.

Πότε και πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τον χορό;

Μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη. Από μικρός μου άρεσε να χορεύω μες στο σπίτι, έκανα κινήσεις με τα χέρια μου, σήκωνα την αδελφή μου στον αέρα… Στα 15 μου ξεκίνησα λάτιν, μαζί με μια θεία η οποία θέλησε να κάνει λάτιν στα σαράντα της. Με είδαν στη σχολή και μου είπαν, γιατί δεν δοκιμάζεις μπαλέτο; Το απέρριψα. Δεν με πίεσαν. Το επεξεργάστηκα δύο εβδομάδες και τελικά το δοκίμασα. Με το που έπιασα την μπάρα για να ξεκινήσω μάθημα, ένιωσα μαγεία. Ξεκίνησα μαθήματα στη σχολή της Μαίρης Λιάτσου. Με ανέλαβε μία καθηγήτρια από την Αγγλία και έκανα ιδιαίτερα για να μπορέσω να μάθω το syllabus, το λεξιλόγιο και να εξελιχθώ πιο γρήγορα. Τότε δεν ξέραμε ότι θα μπορέσω να χορεύω επαγγελματικά. Βέβαια, εγώ το είχα βάλει στόχο… Προχώρησα πολύ γρήγορα και μετά από ένα χρόνο ξεκινήσαμε με την Λιζ, την καθηγήτριά μου, εντατικά και προετοιμασία για οντισιόν στο εξωτερικό, στην Αγγλία συγκεκριμένα. Έδωσα σε επτά σχολές. Στη μία δεν τα πήγα καλά, στις υπόλοιπες έξι με πήραν με υποτροφία. Τελικά, φοίτησα για τρία χρόνια στο Birmingham Royal Ballet.

Πώς ήταν τα χρόνια των σπουδών σου;

Δύσκολα. Αλλά και πολύ εποικοδομητικά. Τα χρόνια που τελειώνεις το σχολείο και ξεκινάς τη φοιτητική ζωή, είσαι, εξ ορισμού, λίγο πιο χαλαρός. Το δικό μου πρόγραμμα ήταν να πηγαίνω στις οκτώ το πρωί στη σχολή και να φεύγω στις επτά το απόγευμα. Πήγαινα βράδυ, έφευγα βράδυ.

Δεν είχε παμπ, δεν είχε μπύρες;

Ίσως το Σάββατο βράδυ. Αν αισθανόμουν καλά σωματικά και δεν ήμουν πιασμένος ή κουρασμένος. Ήταν πολύ λίγες οι φορές που θυμάμαι τον εαυτό μου να διασκεδάζει με παρέα στην Αγγλία τα τρία αυτά χρόνια. Παρόλα αυτά, θα το ξαναέκανα.  

17-21, λοιπόν, στο Μπέρμιγχαμ. Και μετά;

Μετά… μου έλειπε η Ελλάδα. Η ζωή, ο ήλιος, δεν μπορούσα άλλο βροχή, ήθελα να ακούω ελληνικά και αποφασίζω να δώσω οντισιόν στη Λυρική, που είναι και η μοναδική ομάδα στην Ελλάδα που μπορεί να υποστηρίξει κλασικό χορό και παρουσιάζει κλασικά έργα. Με παίρνουν κι έτσι ξεκινάει η ζωή μου στην Αθήνα. Από Θεσσαλονίκη-Αθήνα. Μπαίνω στο corps de ballet, ό,τι κι αν κάνουμε μου αρέσει. Μέχρι σήμερα έρχομαι στη δουλειά με όρεξη.

Η καθημερινότητα σου ποια είναι;

Ξυπνάω το πρωί στις 8, τρώω ένα καλό πρωινό για να έχω ενέργεια. Έρχομαι στη δουλειά στις 9, κάνουμε μάθημα για να ζεσταθούν οι μύες, να μην έχουμε τραυματισμούς και ξεκινάμε τις πρόβες. Τελειώνουμε συνήθως στις τέσσερις και τις περισσότερες φορές γυρίζω σπίτι. Μέχρι τις δώδεκα έχω κοιμηθεί, γιατί αν πέσω αργότερα, το πρωί έχω πρόβλημα να ξυπνήσω, να ξυπνήσει το σώμα μου. Με τους φίλους μου βλεπόμαστε συνήθως σαββατοκύριακα και Δευτέρες.

Σ’ έχουν συνηθίσει;

Μ’ έχουν συνηθίσει. Ξέρουν ότι πριν τις παραστάσεις δεν μιλιέμαι, έχω άγχος.

Τώρα έχεις άγχος;

Ναι.

Είναι ο πρώτος πρωταγωνιστικός σου ρόλος;

Όχι, είχα και στο παρελθόν πρωταγωνιστικούς. Στον «Δον Κιχώτη» που κάναμε τον Μάρτιο έκανα τον Μπαζίλιο, στον «Ονέγκιν» που είχαμε κάνει τρία χρόνια πριν, τον Ονέγκιν. Απλώς, αυτός ο Ρωμαίος είναι διαφορετικός. Δεν έχω ξαναδουλέψει έτσι. Έχω δουλέψει τεχνικά τους ρόλους αλλά υποκριτικά δεν περίμενα ποτέ να φτάσω στα 25 μου να θέλω να κλάψω μέσα στην αίθουσα που κάνουμε πρόβα, γιατί είμαι τόσο πολύ μες στο ρόλο που μου βγαίνουν δάκρυα.

Προ δύο μηνών, ο 21χρονος Σεργκέι Πολιούνιν, πρώτος χορευτής των Royal Ballet και κατά κάποιους διάδοχος του Νουρέγιεφ και του Μπαρίσνικοφ, αποσύρθηκε από τον χορό στην πιο ελπιδοφόρα στιγμή της καριέρας του. Πώς σου φάνηκε η κίνησή του; Καταλαβαίνεις ό,τι έκανε;

Εν μέρει το καταλαβαίνω. Ο Σεργκέι είναι ένας πραγματικά ταλαντούχος χορευτής. Τα έχει όλα. Το σώμα, την τεχνική, το physique. Αλλά για να πετύχεις σε ομάδες του βεληνεκούς του Royal Ballet, πρόκειται για τα βασιλικά μπαλέτα της Αγγλίας, η ζωή σου είναι καθαρά χορός. Για να μπορέσεις να ανταπεξέλθεις, να παίρνεις τους ρόλους που έπαιρνε ο Σεργκέι και να είσαι αυτό που θέλουν να είσαι, πρέπει το 95% της ζωής σου να είναι χορός και το υπόλοιπο 5% όλα τα υπόλοιπα. Οπότε αν δεν είσαι διατεθειμένος να το κάνεις, όσο καλός και να είσαι, νομίζω καλύτερα να μην το κάνεις. Είναι πολύ δύσκολη η ζωή σε τέτοιες ομάδες, ανταγωνιστικές, με απίστευτα απαιτητικό πρόγραμμα και θεατές. Οπότε τον δικαιολογώ. Και τον παραδέχομαι, που έκανε αυτή την επιλογή σε τόσο μικρή ηλικία και με καριέρα σίγουρη μπροστά του.  

Εσύ θα ήθελες να πας κάποια στιγμή στο εξωτερικό, ως επαγγελματίας πια;

Ναι. Για ένα και μόνο λόγο. Όχι γιατί δεν είμαι ευχαριστημένος από τη Λυρική. Θα ήθελα να φύγω γιατί δεν είμαι ευχαριστημένος από την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα.

Στη Λυρική είσαι με σύμβαση;

Είμαι με σύμβαση ορισμένου χρόνου, για δύο έτη.

Επιβιώνεις με τον μισθό σου;

Στο όριο είμαστε πλέον. Μας έχουν κάνει μειώσεις της τάξης του 30%, αν δεν κάνω λάθος. Κι είμαστε και από τους τυχερούς που έχουμε δουλειά.

Ο κόσμος στην Ελλάδα πώς αντιμετωπίζει έναν άντρα χορευτή;

Κατά ένα περίεργο τρόπο, το θαυμάζουν. Άντρες-γυναίκες, όχι μόνο γυναίκες. Όταν δηλαδή λέω ότι είμαι κλασικός χορευτής και εργάζομαι στη Λυρική Σκηνή, κάποιοι δεν ξέρουν τι είναι η Λυρική Σκηνή, δεκτό, αλλά κάποιοι που ξέρουν το θαυμάζουν – κι είναι αρκετοί αυτοί που ξέρουν.

Info: «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (αίθουσα Α. Τριάντη) για πέντε παραστάσεις, 9-13/05/2012, στις 8 μ.μ. Χορογραφία σε παγκόσμια πρώτη από τον διευθυντή μπαλέτου της ΕΛΣ, Ρενάτο Τζανέλα, μουσική διεύθυνση Λουκάς Καρυτινός. Το ζευγάρι Ρωμαίος – Ιουλιέτα ενσαρκώνουν οι Μαρία Κουσουνή Φίκα – Βαγγέλης Μπίκος, Ευρυδίκη Ισαακίδου – Ντανίλο Ζέκα, Σταυρούλα Καμπουράκη – Αλεξάντερ Νέσκωβ. Τιμές εισιτηρίων €15, €30, €40, €60. Παιδικό, φοιτητικό €10.