-Λίγα λόγια για την ομάδα και την παράσταση;

Ιώ Βουλγαράκη: Οι ΠΥΡ ιδρύθηκαν πολύ πρόσφατα από τον Αργύρη, τη Δέσποινα κι εμένα. Δεν ξεκίνησαν μόνο από την κοινή μας λαχτάρα να δουλέψουμε μαζί, αλλά και από την επιθυμία μας να δημιουργήσουμε κάτι που να έχει προοπτική. Μεταξύ μας αυτή η επιθυμία υπήρχε από καιρό, «μπολιάστηκε» κι έδωσε τον πρώτο καρπό: το «Γλέντι στον καιρό της πανούκλας» του Πούσκιν. Το «Γλέντι» είναι ένα πυκνότατο, ποιητικό κείμενο, γραμμένο το 1830, που η παράσταση δοκιμάζει να το προσεγγίσει με εμπιστοσύνη στην ποιητικότητά του και παλεύοντας με όλες τις υπέροχες ιδιαιτερότητές του, όπως είναι, ας πούμε, η έκτασή του (δέκα μόνο σελίδες) ή η έλλειψη βασικών πληροφοριών για τη ζωή των ηρώων. Στην παράστασή μας επιχειρούμε να συνδέσουμε το έργο με την Αποκάλυψη του Ιωάννη, η οποία γίνεται στην ουσία ο χρόνος και ο χώρος δράσης μας.

Αργύρης Ξάφης: Η ομάδα και η παράστασή μας είναι κατά την γνώμη μου η έμπρακτη απόδειξη της εμπιστοσύνης και της πίστης μεταξύ των ανθρώπων. Είναι η συνέχεια μιας υπόσχεσης που είχε δοθεί χρόνια πριν και ήρθε η ώρα της. Η αγάπη για την τέχνη μας είναι ικανή να φέρει κοντά ανθρώπους από διαφορετικές γενιές και καταβολές. Το αποτέλεσμα είναι εκρηκτικό και πολύ δημιουργικό.

Δέσποινα Κούρτη: Με την Ιώ Βουλγαράκη γνωριστήκαμε (εγώ κι ο Αργύρης Ξάφης) όταν δούλευε ως βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση «Το Δρακούδι» στο θέατρο Πόρτα. Μόλις είχε αποφοιτήσει τότε από την Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου κι ετοιμαζόταν να χτυπήσει την πόρτα του GITIS, της Κρατικής Ακαδημίας Θεάτρου της Μόσχας για σπουδές σκηνοθεσίας. Όταν έγινε δεκτή στη σχολή κι αφού χαρήκαμε πάρα πολύ, είπαμε ότι την πρώτη της δουλειά θα την κάνουμε μαζί. Έτσι προέκυψε η ομάδα ΠΥΡ και το «Γλέντι στον καιρό της πανούκλας». Μετά την πρεμιέρα συζητούσαμε μ’έναν νέο Ρώσο σκηνοθέτη, τον Αντόν Μάλικοφ, συμφοιτητή της Ιώς στο GITIS και καλό της φίλο, που ήρθε από τη Μόσχα ειδικά για την παράσταση. Αν πρέπει να πω κάτι για την παράσταση, θα σας μεταφέρω αυτά τα λόγια του Αντόν: «Αυτό που κάνατε είναι εντελώς Πούσκιν, αλλά είναι και τελείως δικό σας. Οι Έλληνες καταλαβαίνετε τον Πούσκιν μέσα απ’την τραγωδία».

Δημήτρης Αγαρτζίδης: Το «Γλέντι στον καιρό της πανούκλας» είναι ένα ποιητικό κείμενο, πολύ τολμηρό στη μορφή του και στα νοήματά του. Η παράσταση καλεί τους θεατές να μπουν σε αυτό το σύμπαν. Δίνει στο κείμενο το χρόνο και το χώρο τολμηρά να αναπνεύσουν και τη δυνατότητα στους θεατές  να αφεθούν και να ανακαλύψουν σήμερα- σε μια καθημερινότητα που εξορίζει την ποίηση- την καθημερινή της αναγκαιότητα.

– Το “Γλέντι στον Καιρό της Πανούκλας” είναι επίκαιρο -κι αν ναι γιατί;
Αυτό το στοιχείο “επικαιρότητας” που εμφανίζεται όλο και περισσότερο στις ελληνικές παραστάσεις -ότι δηλαδή όλα πρέπει να σχετίζονται με την κρίση- είναι κάτι θετικό για το θέατρο; Από ένα σημείο και μετά δεν το αποδυναμώνει;

Ιώ Βουλγαράκη: Τίποτα δεν μπορεί να συμβαίνει στο θέατρο εκτός κοινωνίας και εκτός πραγματικότητας. Όμως αν η επικαιρότητα αυτή αφορά στην εκάστοτε κοινωνικο-πολιτικο-οικονομική στιγμή μιας χώρας και μόνο, «στενά» και κυριολεκτικά, τότε το θέατρο κινδυνεύει να γίνει «ρεπορτάζ». Πιστεύω σε μια δύναμη της τέχνης παρηγορητική και όχι καταγγελτική! Έτσι, λοιπόν, σε μια εποχή που νιώθουμε να τελειώνει και δεν έχουμε ιδέα τι θα επακολουθήσει βρίσκουμε το «Γλέντι στον καιρό της πανούκλας» επίκαιρο αλλά χωρίς προφάνειες. Δεν διηγούμαστε δηλαδή μια ιστορία για την κρίση της χώρας, διηγούμαστε μια ιστορία για τον άνθρωπο όταν αυτός έρχεται αντιμέτωπος με το τέλος –όποιο κι αν είναι αυτό.

Αργύρης Ξάφης: Θα μπορούσε ο συγκεκριμένος τίτλος να είναι και τίτλος εφημερίδας σήμερα  και αυτό απαντά το θέμα της επικαιρότητας. Δεν μπορούμε όμως να μείνουμε σε αυτό. Η επικαιρότητα και η επιβεβαίωση του κόσμου που ζούμε δεν είναι η δουλειά μας, είναι η δουλειά των δημοσιογράφων -εμείς πρέπει να δώσουμε και να προτείνουμε στους θεατές μας το αύριο, το μετά, μια προοπτική, μια δυνατότητα που χωρίς αυτήν χάνουν  το νόημά τους τα πράγματα. Όχι να τους καθησυχάσουμε αλλά να τους βγάλουμε από την απελπισία τους -και την δικιά μας- σε σχέση με την καθημερινή και σχεδόν άδικη ζωή όλων μας. Η σχέση μας με την επικαιρότητα στην παράσταση είναι σχέση με το παρελθόν. Κοιτάμε, με τις δικές μας σαφώς δυνατότητες, το μέλλον και δείχνουμε τι θέλουμε.

Δέσποινα Κούρτη: Έχω ακούσει αρκετούς ανθρώπους (είτε έχουν δει την παράσταση είτε όχι) να λένε «ναι, ναι, καταλαβαίνω γιατί αυτό το έργο εδώ αυτή την στιγμή». Σύμφωνοι. Αυτό είναι σημαντικό αλλά για μένα είναι μόνο η εκκίνηση. Οι πρόβες και τελικά η παράσταση ξεπερνούν το στοιχείο της «επικαιρότητας». Σίγουρα όταν δουλεύουμε, αφουγκραζόμαστε αυτό που συμβαίνει γύρω μας αλλά αυτό το κάνουμε πάντα, είτε η οικονομία μας είναι σε κρίση είτε όχι. Όταν πάμε ν’ανεβάσουμε ένα έργο, αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι πολύ πιο μεγάλο και δύσκολο από το να το σχετίσουμε με τα γεγονότα της εποχής, γιατί αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να αποκαλύψουμε τη ζωή που είναι καλά κρυμμένη πίσω από τη δίνη της καθημερινότητας.

Δημήτρης Αγαρτζίδης: Το «Γλέντι στον καιρό της πανούκλας» περιγράφει μια συντροφιά τεσσάρων ανθρώπων που λίγο πριν το τέλος της πόλης και ίσως και το δικό τους τέλος, βγαίνουν στο δρόμο για να γλεντήσουν και να πουν «Για μας ο τάφος είναι Ανάσταση». Σήμερα ζούμε ένα τέλος σε πολλά επίπεδα. Το τέλος σου δίνει την επιλογή να παραιτηθείς ή να το αντιμετωπίσεις κι ας γίνει ό,τι γίνει.
Δε θεωρώ πάντως ότι η επικαιρότητα του έργου είναι ο λόγος για να το δεις. Το μεγαλείο του είναι  ότι σε κάθε εποχή μπορείς να βρεις αντιστοιχίες καθώς τα θέματα που πραγματεύεται μας υπερβαίνουν και τα ερωτήματα που θέτει μάλλον δε θα απαντηθούν ποτέ. Το να συνδέσεις κάθε κείμενο με την κρίση δε σημαίνει ότι το ενδυναμώνεις, ίσα ίσα μου φαίνεται το αποδυναμώνεις. Δεν έχει νόημα να αναμασάς αυτό που συμβαίνει. Έχει νόημα να κρατάμε τα μυαλά μας ζωντανά και να είμαστε σε εγρήγορση για να μπορούμε να δούμε  αυτό που έρχεται μέσα από αυτό που τώρα συμβαίνει.

Γιώργος Παπαγεωργίου: Το έργο αυτό έχει μια βαθιά αλληγορία. Μιλάει για μια παρέα ανθρώπων που σε μια εποχή όπου ο θάνατος καραδοκεί, αποφασίζουν να βγουν έξω στο δρόμο και να τον αντιμετωπίσουν, γλεντώντας την αποφασιστικότητα τους για ζωή. Αν κάνεις λοιπόν τους προφανείς συσχετισμούς της θανατερής εποχής που διαδραματίζεται το έργο με την καταστροφική εποχή μας, τότε το έργο δεν γίνεται απλώς επίκαιρο, αλλά προτείνει και μια στάση ζωής. Μια ηχηρή δράση.
Η αρχή για το αν ένα έργο είναι επίκαιρο ή όχι είναι πάντα προσωπική. Τον τελευταίο καιρό έχει σταματήσει να με νοιάζει αν ένα έργο είναι επίκαιρο, αλλά το αν με αφορά ή όχι. Και βαριέμαι πολύ όταν βλέπω έναν καλλιτέχνη να προσπαθεί να επικαιροποιήσει πάση θυσία ένα έργο σε σχέση με την κρίση, έτσι ώστε να αφορά την εποχή. Όταν δε αυτή η επικαιροποίηση δεν γίνεται με σκοπό την αφύπνιση του κοινού, αλλά με στόχο την οικονομική επιτυχία της παράστασης και μόνο, τότε το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς βαρετό…

Αμαλία Καβάλη: Είμαστε κοινωνικά ζώα οπότε μας απασχολούν οι οικονομικοκοινωνικοπολιτικές συνθήκες στις οποίες δρούμε. Ειδικά εάν οι συνθήκες αυτές είναι αρκετά ακραίες ώστε να επηρρεάζουν τη ζωή όλων. Ασχολούμαστε με αυτές γιατί προσπαθούμε να τις κατανοήσουμε, να τις αντιμετωπίσουμε, ακόμα και για να νιώσουμε οικεία γιατί βλέπουμε κάποιον που περνάει παρόμοια πράγματα μ’ εμάς. Γιατί απλώς μας αφορούν. Δεν το βρίσκω θετικό ή αρνητικό, το βρίσκω φυσικό. Γίνονται παραστάσεις που ξεκάθαρα αναφέρονται στην κρίση, άλλες που την υπονοούν και άλλες που δε μιλούν καθόλου γι’ αυτήν. Ακόμα, κάποιες την αντιμετωπίζουν  κωμικά και άλλες δραματικά. Έχει να κάνει με τις ανάγκες κάθε ανθρώπου, από τον συγγραφέα μέχρι τον θεατή. Κάποιος έχει ανάγκη να διασκεδάσει, να ξεσπάσει, να γελάσει, να σκεφτεί κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που του συμβαίνει και άλλος έχει ανάγκη να σκεφτεί, να βρει λύσεις, να ασχοληθεί απολύτως με αυτό που του συμβαίνει. Δεν νομίζω πως το θέατρο αποδυναμώνεται λόγω περιορισμένης θεματικής. Ιδανικά το θέατρο αντικατοπτρίζει τις θεματικές της κοινωνίας την κάθε χρονική στιγμή.

– Ο Πούσκιν έζησε στην τσαρική Ρωσία έναν αιώνα πριν την Επανάσταση. Εξορίστηκε, φίλοι καταδικάστηκαν σε θάνατο για τη συμμετοχή τους σε εξεγέρσεις, αλλά τελικά ο ίδιος συμβιβάστηκε, υπογράφοντας επιστολή για τη “μεγαλοψυχία του αυτοκράτορα”. Εμείς δεν ζούμε την βαρβαρότητα του τσαρισμού, αλλά περνάμε περίοδο παρατεταμένης κρίσης, διοικούμαστε από ένα κράτος που σταθερά αποδομείται. Τελικά ο ρόλος του διανοούμενου σε καιρούς μετάβασης ποιος είναι; Να μιλάει, να σιωπά, να περιμένει; Να συμβιβάζει ή να πυροδοτεί; Πώς κρίνετε π.χ. την αποδοχή συγγραφέων να μιλήσουν με τον Ευ. Βενιζέλο για το μέλλον του πολιτισμού;

Ιώ Βουλγαράκη: Καταρχάς είναι πολύ σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι η σχέση του Πούσκιν με την εξουσία δεν ήταν σχέση συμβιβασμού. Ο Πούσκιν στην συνάντησή του με τον τσάρο μετά την εξέγερση του Δεκεμβρίου του 1825 δήλωσε καθαρά πως εάν ήταν στην Πετρούπολη (εάν δεν ήταν εξόριστος δηλαδή), θα ήταν κι εκείνος με τους στασιαστές! Απλώς έκανε το λάθος να πιστέψει πως θα είχε στο μέλλον την ευκαιρία να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις. Μια ευκαιρία που οι αρχές φυσικά του στέρησαν δεσμεύοντάς τον πάντα με πολλούς έξυπνους τρόπους. Δεν ξέρω λοιπόν τι μπορεί πραγματικά να αλλάξει ο καλλιτέχνης ή ο διανοούμενος. Μπορεί πάντως να προτείνει, όχι μόνο με τα έργα του ή τα γραπτά του, αλλά και με τον συνολικό τρόπο ζωής του. Μπορεί να αφουγκράζεται την εποχή και να μη φοβάται ακόμη και να πάει κόντρα στο ρεύμα, όταν ξέρει πολύ καλά γιατί.

Αργύρης Ξάφης: Δεν είμαι ούτε πολιτικός σχολιαστής ούτε πολιτικός ούτε τηλεπαρουσιαστής για να έχω δημόσια γνώμη στα πάντα. Εξάλλου από κρίσεις και κρίσεις έχω κουραστεί και σιχαθεί. Ζω την ίδια ζωή που ζει το 75% των Ελλήνων χωρίς καμία διαφορά, ούτε στα οικονομικά ούτε στα κοινωνικά. Ξέρω πολύ καλά πού είμαστε. Δεν είναι επίσης όλοι οι καλλιτέχνες διανοούμενοι -συνήθως δηλαδή δεν είναι- και να τους βάλω όλους στο ίδιο τσουβάλι θα ήταν άδικο. Θα το πω όπως το αισθάνομαι και ότι κατάλάβει κανείς. Οι καλλιτέχνες φωτίζουν τον καινούριο, ανεξερεύνητο δρόμο, οι διανοούμενοι τον επιβεβαιώνουν και τον επαληθεύουν ως δυνατότητα και οι επιστήμονες τον ανοίγουν. Οι πολιτικοί το μόνο που θα έπρεπε να κάνουν είναι να πείσουν τον πολύ κόσμο. Στην ερώτηση μπερδεύονται και σχολιάζονται πολλές έννοιες κατά την γνώμη μου πχ. η συνεργασία ή η ένωση δυνάμεων είναι συμβιβασμός; Η πυροδότηση είναι καταστροφή και εξαφάνιση; Παρ’όλ’αυτά η τέχνη συνδέει τους ανθρώπους.

Δέσποινα Κούρτη: Γιατί αναζητούμε τώρα ξαφνικά τους διανοούμενους; Γιατί τόσα χρόνια σημαντικότατοι άνθρωποι των τεχνών και των επιστημών γράφουν βιβλία που παραμένουν άγνωστα στους περισσότερους από μας; Και με πόση ευκολία και βιασύνη μπορώ εγώ τώρα να ορίσω το ρόλο του διανοούμενου, τώρα που καιγόμαστε, και να του πω και πώς πρέπει να τον παίξει; Μακάρι πάντα η πολιτεία να συνομιλεί ειλικρινά και ακούραστα με όλους! Με όλους όσους δουλεύουν για τον πολιτισμό, την παιδεία, την υγεία, με τις παραγωγικές δυνάμεις, μ’αυτούς που διοικούν… Συγκρούσεις θα υπάρχουν; Ναι! Θα είναι δημιουργικές; Θα έχουνε καρπούς; Μακάρι. Επίσης ο Πούσκιν δε νομίζω πως συμβιβάστηκε. Η κίνησή του την συγκεκριμένη στιγμή νομίζω ότι είχε αληθινή πίστη.

Δημήτρης Αγαρτζίδης: Ο ρόλος του διανοούμενου είναι να ελίσσεται. Να μπορεί να αντιλαμβάνεται αυτό που συμβαίνει και να είναι ανοιχτός να το αναγνωρίσει για να μπορεί μετά να γίνει ο καθρέφτης των άλλων ανθρώπων. Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποιος κανόνας για το ρόλο του, καθώς ανάμεσα σε μια περίοδο μετάβασης και σε μια άλλη μπορεί να υπάρχουν περισσότερες διαφορές παρά ομοιότητες.

Γιώργος Παπαγεωργίου: Ο διανοούμενος της εποχής πρέπει να είναι καθαρά πρακτικός. Υπάρχει ανάγκη από δράση, ακτιβισμό. Τα social media βοήθησαν να κυκλοφορήσουν ιδέες και απόψεις ανθρώπων που θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να το κάνουν σε άλλες εποχές και έτσι μπορούν κάποιοι να πληροφορηθούν με εναλλακτικό τροπο και να ανταλλάξουν απόψεις καίριες και ουσιαστικές. Η απλή ομως πυροδότηση δεν αρκεί. Χρειάζεται αυστηρή τοποθέτηση και συγκεκριμένες θέσεις. Χρέος πάντως του διανοούμενου σήμερα θεωρώ τη δημιουργία αισιόδοξου “αέρα”. Η αισιοδοξία απο ιδεατή συνθήκη έγινε ανάγκη και μάλιστα σε επίπεδο κοινωνικό. Είναι πολύ εύκολο να διατυμπανίζουμε την γκρίνια και την μαυρίλα μας, αλλά αυτό δεν οδηγεί πουθενά.  Σε άγριες εποχές, πρέπει να γελάς άγρια.

Αμαλία Καβάλη: Να πράττει. Το ζήτημα είναι με ποιον τρόπο πράττει.
Δεν θεωρώ απαραίτητο να λαμβάνει δημόσια κάποια θέση. Υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν το έκαναν και όμως μίλησαν μέσα από τη ζωή και το έργο τους (π.χ. ο Τσέχωφ, ο Στανισλάβσκι και τόσοι άλλοι).

– Παρότι γνωστός φιλέλληνας, ο Πούσκιν χαρακτήρισε κάποια στιμή τους Έλληνες “άθλιο λαό λήσταρχων και τεμπέληδων”. Νιώθετε ότι περιβάλλεστε από “λήσταρχους κ τεμπέληδες”;

Ιώ Βουλγαράκη: Έτρεφε όμως ταυτόχρονα μεγάλη πίστη και έγνοια για την ελληνική επανάσταση του 1821… Προσωπικά δε νιώθω έτσι. Εάν ένιωθα έτσι, γιατί να ήθελα να κάνω θέατρο σ’αυτή τη χώρα; Υπάρχουν παντού γύρω μας άνθρωποι, σε όλους τους κλάδους και όλων των ηλικιών, που δίνουν τη μάχη τους, όπως μπορούν, όχι μόνο για ένα καλύτερο «σήμερα» αλλά κι ένα ακόμη καλύτερο «αύριο».

Αργύρης Ξάφης: Παρότι είναι εκτός σωστού πλαισίου η τοποθέτηση και ο Πούσκιν ήταν από τους πιο έμπρακτους υποστηρικτές του Ελληνισμού και της Επανάστασης, εγώ, όχι δεν το πιστεύω. Ούτε πιστεύω ότι υπήρξαμε, όπως λένε. Το να προσπαθείς να επιβιώσεις, όπως μόνο εμείς ξέρουμε,  στην ελληνική πραγματικότητα το θεωρώ ηράκλειο κατόρθωμα. Δουλεύουμε όλοι σαν τρελοί, οι φίλοι, οι συγγενείς, ακόμα και οι μακρινοί γνωστοί μου. Κάθε μέρα, κάθε δουλειά που κάνω και κάθε καινούριος άνθρωπος που γνωρίζω μου το επιβεβαιώνει αυτό.

Δέσποινα Κούρτη: Θα χρειαζόμουν πολύ χρόνο και πολύ διάβασμα για να βρω τη γενικότερη συζήτηση στην οποία εντάσσονται τα λόγια αυτά του Πούσκιν και τις ειδικότερες αναφορές του. Όμως νομίζω ότι μιλάει για τους Έλληνες της επανάστασης και για την αδυναμία εθνικής ενότητας.
Όχι, κατηγορηματικά όχι! Δεν περιβάλλομαι από λήσταρχους και τεμπέληδες. Σκέφτομαι όλους τους Έλληνες που γνωρίζω, έστω και λίγο. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία δουλεύουν πάρα πολύ, πληρώνουν τους φόρους τους, ξεπερνούν διαρκώς εμπόδια και διατηρούν την ανθρωπιά τους.

Δημήτρης Αγαρτζίδης:  Δεν έχει νόημα να γενικεύουμε. Φυσικά δεν περιβαλλόμαστε από λήσταρχους και τεμπέληδες, όσο δεν περιβαλλόμαστε από αθώους και άμοιρους.

Γιώργος Παπαγεωργίου: Αν κοιτάξω γύρω μου, στον στενό μου κύκλο και στον μικρόκοσμό μου, βλέπω ανθρώπους που δουλεύουν ή που προσπαθούν να δουλέψουν σαν σκυλιά, δυναμικούς και αποφασισμένους. Συνολικά σαφώς και δεν είμαστε ο πιο συνετός λαός του κόσμου. Η εποχή όμως μας αλλάζει σταδιακά. Με έναν βίαιο τρόπο γινόμαστε σιγά σιγά καλύτεροι. Βλέπω περισσότερη συμπόνια και επιστροφή στην ουσία από πριν. Τα «ψώνια» έχουν εκλείψει και ο νεόπλουτος νεοέλληνας θεωρείται πλέον γραφικός.

Αμαλία Καβάλη: Όχι, δε νιώθω κάτι τέτοιο.

– “Ο Πούσκιν έζησε ως ένας άνθρωπος που του είχε δοθεί το ανήκουστο χάρισμα να είναι ευτυχισμένος στις πιο τραγικές συνθήκες, να μην επιτρέπει στο περιβάλλον να τον νικήσει”, αναφέρεται στο δελτίο τύπου. Εσείς, στις σημερινές συνθήκες, πώς τα καταφέρνετε; Πώς φαντάζεστε το μέλλον σας;

Ιώ Βουλγαράκη: Μία τέτοια χαρισματική φύση σαν του Πούσκιν είναι για μένα ένα ιδανικό. Μια πυξίδα προς την οποία προσπαθώ να είμαι στραμμένη. Δεν ξέρω αν υπάρχει πιο συγκλονιστική δύναμη μέσα στον άνθρωπο από αυτή της υπέρβασης. Και υπό μία έννοια το να κάνεις θέατρο σήμερα, το να αναζητάς μέσα, στέγη, χρήματα, το να κάνεις μια πράξη ένωσης, όπως είναι η ίδρυση μιας ομάδας, σε μια στιγμή που χιλιάδες πράγματα αποδομούνται, όλα αυτά είναι μια πάλη με το περιβάλλον και με τις συνθήκες. Και νιώθω για την ώρα ευτυχής μέσα σε αυτή. Όσο για το μέλλον, νομίζω, σε όλα τα επίπεδα βρίσκεται στο «μαζί». Και έτσι θέλω να το φαντάζομαι.

Αργύρης Ξάφης: Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό άνθρωπο. Υπερτυχερό που λένε στα λαχεία. Είμαι με αυτούς που αγαπώ και με αγαπάνε, βγάζω όσα χρειάζομαι -δεν χρειάζομαι πολλά- ούτε παραπάνω όμως ώστε να μην μπορώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους της τάξης μου. Της μεσαίας, όπως λέγαμε παλιά, τάξης. Είμαι ακόμα ερωτευμένος μετά από 14 χρόνια, δουλεύω με ανθρώπους που με πάνε μπροστά, με κεντρίζουν και τέλος, πολύ σημαντικό, προσπαθώ να δίνω. Όσο έχω, να το δίνω. Από τον κουρασμένο διπλανό μου, τον απελπισμένο φίλο, τον αγχωμένο μαθητή. Μπορεί να ακούγεται ότι λέω καλά για την πάρτη μου, όμως έτσι είμαι και αυτό προτείνω και στους άλλους -να είναι γενναιόδωροι. Τώρα ειδικά.

Δέσποινα Κούρτη: Δουλεύουμε πολύ και ζούμε λιτά. Επίσης όλον αυτό τον καιρό παρατηρώ εντονότερα ότι οι άνθρωποι βοηθάνε. Βοηθάμε ο ένας τον άλλο. Για την παράσταση βοήθησαν πολλοί φίλοι. Όσο για το μέλλον… να’ μαστε καλά.

Δημήτρης Αγαρτζίδης: Οι συνθήκες όταν είναι δύσκολες πολλές φορές σε πεισμώνουν και σου δίνουν δύναμη να είσαι δημιουργικός και αισιόδοξος. Κι όσο κι αν μερικές φορές φαίνεται τρομερά δύσκολο να πρέπει να προσπαθείς συνεχώς, πρέπει να έχεις υπομονή και επιμονή. Βέβαια εμένα προσωπικά η κόρη μου, που είναι τεσσάρων μηνών, με κάνει ευτυχισμένο χωρίς καμία προσπάθεια αυτή την περίοδο. Το μέλλον πάλι θέλω να το φαντάζομαι καλύτερο και καλύτερο.

Γιώργος Παπαγεωργίου: Δεν είμαι και πολύ διαφορετικός από πριν. Κάνω πάνω κάτω τα ίδια πράγματα, δουλεύω σε έργα και με ανθρώπους που εκτιμώ, προσπαθώ να ονειρεύομαι ρεαλιστικά. Από την στιγμή πάντως που μπορώ να βιοπορίζομαι από τη δουλειά μου, θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό. Όσον αφορά το μέλλον, αισθάνομαι οτι τα πηγαίνω καλά, όσο δε νοσταλγώ το παρελθόν.

Αμαλία Καβάλη: Εμείς δεν είμαστε ο Πούσκιν… Κάτι προσπαθούμε όμως να μάθουμε από αυτόν.

– Επόμενα βήματα της ομάδας;    

Ιώ Βουλγαράκη: Δεν υπάρχει κάτι ανακοινώσιμο για την ώρα. Συνολικά ονειρευόμαστε πάντως να μπορούμε να καταπιανόμαστε με κείμενα που μας συγκινούν και μας περιέχουν.

Αργύρης Ξάφης: Τα πρώτα βήματα ενός μωρού, όπως είμαστε σαν ομάδα εμείς, έχουν κύριο μέλημα να μπορούν να σταθούν και να φτάσουν μέχρι απέναντι. Μετά το «μπράβο» των γονιών μας θα ξανοιχτούμε σε αυτόν τον περίεργο, γεμάτο ενδιαφέρον κόσμο.

Δέσποινα Κούρτη: Το επόμενο βήμα αφορά την επόμενη χειμερινή σεζόν. Στο μεταξύ και η Ιώ και ο Αργύρης και εγώ θα κάνουμε κάποιες δουλειές ανεξάρτητες από την ομάδα.
———————

Μετάφραση Λεωνίδας Καρατζάς, σκηνοθεσία Ιώ Βουλγαράκη, σκηνικά-κοστούμια Αννα Φιοντόροβα, μουσική Κωστής Κριτσωτάκης, φωτισμοί Νίκος Βλασόπουλος, σχεδιασμός μακιγιάζ Εύη Ζαφειροπούλου, βοηθός σκηνοθέτη Μελίνα Γαρμπή, βοηθός σκηνογράφου Μαγδαληνή Αυγερινού. Παίζουν οι ηθοποιοί: Αργύρης Ξάφης, Δέσποινα Κούρτη, Δημήτρης Αγαρτζίδης, Γιώργος Παπαγεωργίου, Αμαλία Καβάλη.

Στο ΒΥΡΣΟΔΕΨΕΙΟ, Ορφέως 174, 210-3453203, Τετάρτη έως Σάββατο 9:00 μ.μ, Κυριακή 7:15 μ.μ. Τιμές: κανονικό 12 ευρώ, φοιτητικό/άνω των 65/άνεργοι 10 ευρώ.
Ticket Services: Πανεπιστημίου 39 (εντός Στοάς Πεσμαζόγλου) – Τηλεφωνική αγορά: 210 7234567 – Online: www.ticketservices.gr.