Το IOBE αποδίδει την εκτίμησή του για το βάθεμα της ύφεσης εν μέρει σε επιμέρους διαταραχές, οικονομικές ή πολιτικές, που κατά διαστήματα αναζωπυρώνουν την αβεβαιότητα ως προς την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής (σε συνάρτηση και με τις περιοδικές διαπραγματεύσεις με την τρόικα) και σε αμφιβολίες ως προς τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Όπως αναφέρεται «τις αναπτυξιακές προοπτικές στην Ελλάδα επίσης επιβαρύνει η παρατηρούμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης διεθνώς, ιδίως σε χώρες που αποτελούν βασικούς εμπορικούς εταίρους. Φυσικό επακόλουθο είναι και η συνεχιζόμενη αύξηση της ανεργίας, έστω και με μειούμενο ρυθμό. Σε κάθε περίπτωση όμως, η συνεχιζόμενη ύφεση εκφράζει κυρίως τη συνεχιζόμενη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης – έστω και με επιβραδυνόμενο ρυθμό – λόγω της κλιμακούμενης μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της αύξησης της ανεργίας, τη μείωση των δημόσιων δαπανών, και το αναιμικό επίπεδο των επενδύσεων.

Σε κρίσιμη καμπή η οικονομία

Παράλληλα, το ΙΟΒΕ επισημαίνει στην έκθεσή του πως η ελληνική οικονομία βρίσκεται εκ νέου σε ένα σημείο καμπής. Όπως αναφέρει, η προσαρμογή που έχει γίνει από την έναρξη της κρίσης είναι αξιοσημείωτη και επιτεύχθηκε πάρα το ότι πάρα πολλοί παράγοντες της πολιτικής και της οικονομίας τη θεωρούσαν αρχικά αδύνατη. Οι θετικές εξελίξεις στο δημοσιονομικό έλλειμμα, το εξωτερικό ισοζύγιο και την ανταγωνιστικότητα είναι αδιαμφισβήτητες και έχουν απομακρύνει τον κίνδυνο ενός «ξαφνικού θανάτου».

Το ΙΟΒΕ σημειώνει, ωστόσο, ότι η θετική αυτή προσαρμογή προέκυψε κυρίως με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, ιδίως για τους συνεπείς φορολογούμενους, και με οριζόντια μείωση των δημόσιων δαπανών. «Αντίθετα, με κοινή ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος και της τρόικας που εκπροσωπεί τους εταίρους και πιστωτές, οι δομικές μεταρρυθμίσεις δεν προωθήθηκαν συνολικά με τη συνέπεια και έμφαση που χρειάζονταν», αναφέρει χαρακτηριστικά.