Ο υπουργός σημείωσε πως η προωθούμενη ρύθμιση αφορά όλες τις κατηγορίες των επιχειρήσεων, ενώ σημείωσε πως με αυτή τη νέα νομοθετική πρωτοβουλία κλείνει όλη η νομοθεσία για τα κόκκινα δάνεια. 
 
Όπως είπε ο ίδιος πρόκειται για έναν εξωδικαστικό μηχανισμό μέσω του οποίου θα κρίνεται αφ ενός η βιωσιμότητα μιας επιχείρησης και αφ ετέρου θα προτείνει ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης  το οποίο θα επικυρώνεται από δικαστή. 
 
Ο υπουργός τόνισε ότι είναι στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών να φτιάξουν εάν θέλουν δικούς τους μηχανισμούς ή να επιλέξουν άλλες λύσεις όπως της πώλησης των δανείων, για να σημειώσει πως το θεμαικο πλαίσιο έχει καλύψει όλα τα θέματα των κόκκινων δανείων και το θέμα είναι πως θα διαμορφωθεί η δευτερογενής αγορά.
 
Επίσης πρόσθεσε ότι η γρήγορη διαχείριση των κόκκινων δάνείων θα επιτρέψει στο τραπεζικό σύστημα να αναχρηματοδοτήσει την ελληνική οικονομιά.
 
Αναφορικά με τον επιμελητηριακό θεσμό και την προωθούμενη νομοθετική αλλαγή  ο γενικός γραμματέας εμπορίου Αντώνης Παπαδεράκης ανέφερε πως τα επιμελητήρια θα αναλάβουν και νέες δράσεις γιΑ τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας και στο πλαισιο αυτό θα λειτουργήσουν Κέντρα Εξυπηρέτησης – Υποστήριξης Επιχειρήσεων που θα αναλάβουν και ρόλο αρχικού mentoring για θέματα από τη σύσταση έως και τη χρηματοδότηση μιας επιχείρησης. 
 
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αναμένεται σε δημόσια διαβούλευση αρχές Οκτωβρίου, και θα προβλέπει βελτιώσεις στη λειτουργία του ΓΕΜΗ, θα περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τον εσωτερικό μηχανισμό ελέγχου των Επιμελητηρίων και την οικονομική διαχείριση τους ενώ θα προβλέπει τη σύσταση περιφερειακών συμβουλίων προκειμένου στις μεθεπόμενες Επιμελητηριακές εκλογές να εξεταστεί η συγχώνευση ειμελητηρίων. 
 
Αναφορικά με το αναδρομικό κλείσιμο επιχειρήσεων ο γενικός γραμματέας ανέφερε πως σε συνεργασία με τη γενική γραμματεία Δημοσίων Εσόδων προωθείται σχετική ρύθμιση που θα επιτρέψει σε περίπου 100.000 επιχειρήσεις να κλείσουν οριστικά τα βιβλία τους χωρις εκκρεμείς οφειλές σε επιμελητήρια , ασφαλιστικά ταμεία κλπ. 
 
Η συγκεκριμένη ρύθμιση σε πρώτη φάση θα αφορά επιχειρήσεις που δεν έχουν πάγια στοιχεία αλλά γίνεται συζήτηση στη ρύθμιση να ενταχθούν και όσες έχουν πάγια στοιχεία, όπως είπε ο κ. Παπαδεράκης. 
 
Σχετικά με το θέμα του παραεμπορίου τόσο ο υπουργός όσο και ο γενικός γραμματέας ανέφεραν πως υπάρχουν προβλήματα στον συντονισμό των υπηρεσιών, ενώ γνωστοποίησαν πως το συγκεκριμένο θέμα θα αποτελέσει αποκλειστικό αντικείμενο του Συμβουλίου Κυβερνητικής Πολιτικής. 
 
Για τη φορολογική πολιτική ο υπουργός είπε πως η αύξηση της φορολογίας που έγινε τον τελευταίο χρόνο έγινε γιατί έπρεπε να καλυφεί ένα συγκεκριμένο έσοδο και επελέγη να μπουν μικροί φόροι σε περισσότερα προϊόντα προκειμένου να κλείσει το δημσοιονομικό. 
 
Συμπλήρωσε πως το πρόβλημα που προκύπτει για την οικονομία μας δεν είναι η φορολόγηση αλλά «ο ανταγωνισμός που υπάρχει από εταιρείες που φοροδιαφεύγουν», ενώ σημείωσε πως σε ένα τέτοιο περιβάλλον εάν δεν υπάρξει ένα καλύτερο σύστημα ελέγχου που να αποθαρρύνει αυτές τις πρακτικές το πρόβλημα θα διογκωθεί.
 
Σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και την αξιολόγηση ο υπουργός εξέφρααε την εκτίμηση πως θα κλείσει με βάση το χρονοδιάγραμμα.
 
To θέμα της υψηλής φορολόγησης έθεσαν οι επιχειρηματίες στον υπουργό Οικονομίας Γιώργο Σταθάκη ο οποίος παραβρέθηκε σήμερα το βράδυ στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου.
 
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος ανέφερε πως «θα χρειαστεί ένα ισχυρό επενδυτικό σοκ για να επιστρέψει η οικονομία μας στα προ κρίσης επίπεδα. Θα πρέπει να κινητοποιήσουμε επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να καλυφθούν οι απώλειες των προηγούμενων ετών και να αποκατασταθεί το βιοτικό επίπεδο των πολιτών».
 
Ο στόχος αυτός προϋποθέτει κίνητρα, συνέχισε ο ίδιος, για τη δραστηριοποίηση όχι μόνο ξένων επενδυτών, αλλά και των εγχώριων επιχειρηματικών δυνάμεων. Προϋποθέτει, επίσης, δραστική βελτίωση του επιχειρηματικού και φορολογικού περιβάλλοντος στη χώρα.
 
Σε αυτό το σημείο ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ ανέφερε ότι με τις νέες αυξήσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, ένας επιχειρηματίας που θέλει να δημιουργήσει ατομική, ομόρρυθμη ή ΙΚΕ – ΕΠΕ – ΑΕ, υποχρεούται ουσιαστικά να καταβάλλει στο κράτος το 50% έως και 74% των κερδών του.
 
«Δεν συζητούμε το αν αυτό είναι δίκαιο ή όχι. Αλλά το αν είναι ρεαλιστικό, το αν είναι λειτουργικό. Ποιος θα δεχθεί, με αυτές τις συνθήκες, να αναλάβει επιχειρηματικό ρίσκο στην Ελλάδα; Ποιος θα επιλέξει να επενδύσει εδώ και όχι σε μια γειτονική χώρα, όπου η συνολική επιβάρυνση δεν ξεπερνά το 27%;» είπε ο κ. Μίχαλος.