Η υπόθεση αφορά συνολικά 3.559 εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι μετατάχθηκαν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 2013-14 με απόφαση της τότε κυβέρνησης και με την υπογραφή του υπουργού Παιδείας Κ. Αρβανιτόπουλου.

Η Έκθεση επισημαίνει, ανάμεσα σε άλλα, ότι δεν καταρτίστηκε από την υπηρεσία αξιολογικός πίνακας κατάταξης, βάσει των μορίων των αιτηθέντων εκπαιδευτικών, αλλά δόθηκε από το Γραφείο Υπουργού αλφαβητικός πίνακας με τα ονόματα των προς μετάταξη εκπαιδευτικών, τόσο σε θέσεις εκπαιδευτικών Π/βάθμιας Εκπαίδευσης, όσο και σε διοικητικές θέσεις.

Οι μετατάξεις αυτές είχαν προκαλέσει πολλές αντιδράσεις και κυρίως εκπαιδευτικών που υπηρετούσαν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και οι οποίοι διεκδικούσαν μεταθέσεις σε περιοχές με οργανικά κενά, που όπως «μέσα σε μια νύχτα» τις κατέλαβαν αυτοί που πήραν μετάταξη και ενώ είχαν λιγότερα μόρια.

Επίσης σημειώνει ότι η υπουργική απόφαση  με την οποία μετατάχθηκαν 3.122 εκπαιδευτικοί, ως ατομική διοικητική πράξη, στερείται σαφούς, ειδικής, επαρκούς αιτιολογίας από την οποία να προκύπτει η συνδρομή των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της (σύνταξη αξιολογικού πίνακα για την επιλογή των μετατασσόμενων), κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.

Μάλιστα πολλοί από τους «θιγόμενους» εκπαιδευτικούς κατέφυγαν στη Δικαιοσύνη, ενώ στις 26 του μήνα θα εκδικαστεί στο ΣτΕ η υπόθεσή τους, καθώς ζητούν την ακύρωση των μετατάξεων.

Τώρα βέβαια έχουν στα χέρια τους και σύμμαχο την έκθεση (αριθμός 49/Α/2016) των επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης, η οποία έχει κοινοποιηθεί και στο υπουργείο Παιδείας, το οποίο με τη σειρά του θα πρέπει να λάβει θέση για το σοβαρό αυτό ζήτημα.

Προκειμένου να πραγματοποιηθούν τότε οι μετατάξεις, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου είχε παρακάμψει σε πολλές περιπτώσεις σοβαρές διοικητικές πράξεις, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να δεχτεί βροχή ενστάσεων και δικαστικών αποφάσεων.