Μεταξύ άλλων, στην ανάρτησή του ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει: «Μέχρι που σήμερα, στην Πολιτική Γραμματεία, την ώρα που ο κόσμος ανά τη χώρα αποδοκιμάζει τον Πρωθυπουργό και τους Υπουργούς του, κάποιοι φρόντισαν πάλι να δώσουν ανάσες στο καθεστώς Μητσοτάκη. Δε μιλάω για τον Παύλο Πολάκη, ο οποίος μίλησε σε πολιτική βάση, και για τον οποίο υπάρχει ανοιχτό το θέμα Λινού (που ήδη ερευνώ προσωπικά και θα αποφασίσω νηφάλια όταν θα έχω τα πλήρη στοιχεία). Θα συναντηθώ με τον Παύλο, όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα. Μιλάω για την ανακοίνωση – αποχώρηση των 8 της Πολιτικής Γραμματείας που αυτοτοποθετούνται στους 87. Μία ανακοίνωση και μια στάση λυπηρή και σίγουρα κατώτερη των περιστάσεων».

Σημειώνεται ωστόσο ότι ο Παύλος Πολάκης είναι αυτός που ευθέως έθεσε θέμα ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας πως «η ηγεσία δεν μπορεί να προχωρήσει έτσι. Δεν μπορεί να δώσει πολιτική λύση. Χρειάζεται αλλαγή και εγώ θα συμβάλλω σε αυτή την προσπάθεια αλλαγής».

O Στέφανος Κασσελάκης όμως, εστιάζει αποκλειστικά τους «87» θέτοντας ερωτήματα όπως «πώς μπορεί στελέχη ενός κόμματος να μη θέλουν -ή έστω να μην εύχονται σε μία ανακοίνωση- την είσοδο του Προέδρου τους στη Βουλή;» και «πώς μπορεί στελέχη ενός κόμματος να μη συνεισφέρουν για την πληρωμή των μισθών των εργαζομένων στο κόμμα, όταν γνωρίζουν την τραγική οικονομική κατάσταση του κόμματος;».

Κλείνει λέγοντας πως «εκλέχτηκα Πρόεδρος στην πιο δύσκολη στιγμή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Και παραμένω Πρόεδρος, τιμώντας την εντολή που μου έδωσαν τα χιλιάδες μέλη του κόμματος και προσπαθώντας καθημερινά να πείσω να μας ακολουθήσουν κι αλλοι, με τα λάθη μου αλλά με πάθος και δύναμη, για μια καλύτερη ζωή στη χώρα μας. Το βλέμμα μου είναι στο καταστατικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, τον Οκτώβριο. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα αλλάξει σε ένα σύγχρονο κόμμα των μελών του και των πολιτών ή θα βουλιάξει οριστικά μέσα στις φρουρές και τους φρούραρχους. Όποιος θέλει να ξαναμετρηθούμε, είναι ευπρόσδεκτος. Προσωπικά, θα προτιμούσα να μας επιτρέψουν με αξιοπρέπεια να αναμετρηθούμε με το Αύριο».

Το κείμενο Κασσελάκη:

«Σήμερα το πρωί έβγαλα ένα βίντεο 11 λεπτών με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική προστασία.

Τις επεξεργαζόμασταν από την πρώτη στιγμή της καταστροφικής φωτιάς που έφτασε μέχρι τον αστικό ιστό της πρωτεύουσας. Και πιστεύω ότι πρόκειται για ουσιαστικές προτάσεις που μπορούν να μας βοηθήσουν να βγούμε από τον πενταετή κύκλο της καταστροφής, των χαμένων περιουσιών και της αναξιοπρέπειας.

Σαν να μη βγήκαν.

Σαν να μην ειπώθηκαν.

Γιατί επί σχεδόν έναν χρόνο οι προτάσεις μας επισκιάζονται από έναν εσωκομματικό πόλεμο χωρίς τέλος.

Δύο μήνες έμεινα ελεύθερος από καθημερινά βέλη στην πλάτη, για να δώσουμε τον αγώνα μας, και το μονοψήφιο ποσοστό των δημοσκοπήσεων, έγινε 15% στις Ευρωεκλογές. Και αυτό με ελάχιστους πόρους.

Και μετά, ξανά τα ίδια.

Μέχρι που σήμερα, στην Πολιτική Γραμματεία, την ώρα που ο κόσμος ανά τη χώρα αποδοκιμάζει τον Πρωθυπουργό και τους Υπουργούς του, κάποιοι φρόντισαν πάλι να δώσουν ανάσες στο καθεστώς Μητσοτάκη.
Δε μιλάω για τον Παύλο Πολάκη, ο οποίος μίλησε σε πολιτική βάση, και για τον οποίο υπάρχει ανοιχτό το θέμα Λινού (που ήδη ερευνώ προσωπικά και θα αποφασίσω νηφάλια όταν θα έχω τα πλήρη στοιχεία). Θα συναντηθώ με τον Παύλο, όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα.

Μιλάω για την ανακοίνωση – αποχώρηση των 8 της Πολιτικής Γραμματείας που αυτοτοποθετούνται στους 87.

Μία ανακοίνωση και μια στάση λυπηρή και σίγουρα κατώτερη των περιστάσεων.

Μιλούν για αποφάσεις που «ευτελίζουν το κόμμα» και ισχυρίζονται ότι δεν έφερα καμία πρόταση για τα ΜΜΕ. Η αλήθεια είναι ότι για ένα κόμμα που μειώθηκε η χρηματοδότησή του από τα 8 εκατ. ευρώ στα 4,3 εκατ. και στα ΜΜΕ πηγαίνουν τα 4 εκατ., η βιωσιμότητα απαιτεί δύσκολες αποφάσεις. Επειδή όμως ενδεχομένως να υπήρχε κάποια λύση που δεν είχα σκεφτεί, ζήτησα από τους 8 σε προηγούμενη συνεδρίαση, να φέρουν εναλλακτικό σχέδιο για τα ΜΜΕ.

Φυσικά, δεν έφεραν τίποτα.

Αυτό όμως που μπορεί να υπάρξει ως λύση εκτάκτου ανάγκης αυτή τη στιγμή για να πληρωθούν οι εργαζόμενοι των ΜΜΕ, είναι η συντροφική συνεισφορά. Είπα σήμερα στα μέλη της Π.Γ.: “συνεισφέρετε με το μέγιστο ποσό που μπορείτε, και θα βάλω προσωπικά το διπλάσιο του συνόλου, προκειμένου να πληρωθούν μισθός και επίδομα αδείας”.

Αποχώρησαν και κατήγγειλαν.

Άρα τι θέλουν; Να σκάσει η οικονομική βόμβα που παρέλαβα στα χέρια μου;

Με εργαλειοποίηση εκ μέρους τους των απλήρωτων εργαζόμενων, που δεν τους σώζουμε ενώ τάχα μπορούμε; Όταν όμως δάνειζα χρήματα για να πληρωθεί το δώρο, ήταν «ντροπή για το κόμμα».

Στο δεύτερο θέμα που συζητήσαμε, οι 8 των 87 πήραν θέση κατά της εισόδου του Προέδρου του κόμματος στη Βουλή, διότι όπως είπαν «το θέμα ανατροφοδοτεί την εσωστρέφεια!», ενώ για τις δεκάδες Νομαρχιακές που στέλνουν αιτήματα για την είσοδό μου στη Βουλή, γράφουν: «Ιδιαίτερα όταν υπάρχει λειτουργία φραξιονιστικής λειτουργίας, με πιέσεις σε πλήθος Νομαρχιακών Επιτροπών για πανομοιότυπες αποφάσεις υπέρ της παραίτησης των συμμετεχόντων στο ψηφοδέλτιο επικρατείας».

Προσωπικό ενδιαφέρον δεν έχω για το θέμα. Διότι, ενώ αναγνωρίζω ότι σε κάθε κόμμα η είσοδος του προέδρου του στη Βουλή είναι κομβικής σημασίας, δε θέλω να θέσω το Εγώ μπροστά. Αλλά ξέρω τι θα έπραττα στη θέση των άλλων επιλαχόντων, όπως και ξέρω ότι δε θα άφηνα την αξιωματική αντιπολίτευση να υποκύψει σε οποιονδήποτε εκβιασμό από κανέναν.

Το πρόβλημα όμως είναι αλλού:

Πώς μπορεί στελέχη ενός κόμματος να μη θέλουν -ή έστω να μην εύχονται σε μία ανακοίνωση- την είσοδο του Προέδρου τους στη Βουλή;

Πώς μπορεί στελέχη ενός κόμματος να μη συνεισφέρουν για την πληρωμή των μισθών των εργαζομένων στο κόμμα, όταν γνωρίζουν την τραγική οικονομική κατάσταση του κόμματος;

Πώς μπορεί -ακόμα- στελέχη να είναι εξαφανισμένα στην πύρινη καταστροφή και να ποστάρουν φωτογραφίες από τα χωριά τους, την ώρα που βρισκόμασταν επί πέντε μέρες στο πεδίο και από δομή σε δομή;

Αυτά μπορούν να συμβούν μόνο σε δύο περιπτώσεις:

Όταν κάποιοι δε νιώθουν το κόμμα, κόμμα τους.

Όταν κάποιοι δε νιώθουν τον πρόεδρο, πρόεδρό τους.

Δυστυχώς, αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα.

Θα καλούσα τους 87, αντί να αποχωρούν από συνεδριάσεις εκδίδοντας κείμενα που μας διαιρούν, να κοιτάξουν μέσα τους και να αναλογισθούν πού ανήκουν συναισθηματικά, πολιτικά και ηθικά.

Στον ΣΥΡΙΖΑ;

Ή σε κάποιο κόμμα που ακόμα δεν έχει γίνει και περιμένουν το σήμα ώστε να αποχωρήσουν ομαδικά στο όνομα μίας διαπλεκόμενης νεφελώδους «Μεγάλης Κεντροαριστεράς»;

Να το αποφασίσουν τώρα.

Με αξιοπρέπεια.

Αν, πάλι, θέλουν έναν άλλο ΣΥΡΙΖΑ, με τις ισορροπίες και την ακινησία που είχαν συνηθίσει, ας επιλέξουν υποψήφιο και ας θέσουν θέμα ηγεσίας ευθέως και δημόσια. Τώρα.

Είναι ό,τι πιο έντιμο μπορούν να κάνουν απέναντι στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ. Μην ταλαιπωρούμε άλλο τον κόσμο μας.

Μην παίζουμε με την αγωνία του.

Έναν ολόκληρο χρόνο προσπαθούμε, με τους βουλευτές μας και τα στελέχη μας, με τα νέα πρόσωπα των think tank, με τα παιδιά του ευρωψηφοδελτίου που μας έκαναν περήφανους, να φτιάξουμε έναν Νέο ΣΥΡΙΖΑ. Της βάσης, των πολιτών, της κοινωνίας, της σύγχρονης Αριστεράς.

Με έναν στόχο απέναντι: το ανάλγητο, απαθές, διεφθαρμένο καθεστώς Μητσοτάκη.

Και κάθε φορά βρίσκω μπροστά μου ένα νούμερο. Οι 57, οι 6+6, οι 87, οι 8 των 87.

Λυπάμαι. Δεν έχω χρόνο – δεν έχει το κόμμα χρόνο, δεν έχει η χώρα χρόνο για αριθμούς και νούμερα.

Μπήκα μόνος στην πολιτική, δεν είμαι ομαδάρχης, δεν έχω φρουρά, ούτε τάση.

Και δε θα γίνω Πρόεδρος φρουράς ή τάσης.

Εκλέχτηκα Πρόεδρος στην πιο δύσκολη στιγμή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Και παραμένω Πρόεδρος, τιμώντας την εντολή που μου έδωσαν τα χιλιάδες μέλη του κόμματος και προσπαθώντας καθημερινά να πείσω να μας ακολουθήσουν κι αλλοι, με τα λάθη μου αλλά με πάθος και δύναμη, για μια καλύτερη ζωή στη χώρα μας.

Το βλέμμα μου είναι στο καταστατικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, τον Οκτώβριο. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα αλλάξει σε ένα σύγχρονο κόμμα των μελών του και των πολιτών ή θα βουλιάξει οριστικά μέσα στις φρουρές και τους φρούραρχους.

Όποιος θέλει να ξαναμετρηθούμε, είναι ευπρόσδεκτος.

Προσωπικά, θα προτιμούσα να μας επιτρέψουν με αξιοπρέπεια να αναμετρηθούμε με το Αύριο».