Της Αναστασίας Ματσούκα
«Στην ιστορία της ανθρωπότητας συμβαίνει ό,τι και στην παλαιοντολογία.
Κατά κανόνα, ακόμη και τα πιο σπουδαία κεφάλια δε βλέπουν…πράγματα που βρίσκονται μπροστά στα μάτια τους.
Αργότερα, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, παραξενευόμαστε γιατί αυτό που κανείς δεν έβλεπε έχει αφήσει παντού τα ίχνη του».
Μάρξ, επιστολή στον Ένγκελς (Λονδίνο, 25 Μαρτίου 1868)σ.1
Διαβάζοντας την ανακοίνωση του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών (ΣΜΤ)σ.2 σχετικά με την απόλυση εργαζόμενης από την εταιρεία «BIOSAR», όταν αρνήθηκε να υπογράψει νέα ατομική σύμβαση εργασίας, η έκπληξη ήταν έντονη αναφορικά με τους πραγματικά ευφάνταστους όρους που αυτή περιείχε, αλλά ακόμα πιο έντονο ήταν το ερώτημα που έμεινε να βασανίζει: γιατί ο «ΕΛΛΑΚΤΩΡ», ένας από τους μεγαλύτερους ομίλους που λειτουργεί αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και σε μια σειρά άλλες χώρες, με ένα ευρύτατο φάσμα δραστηριοτήτων σε πολλούς τομείς και σίγουρα με εξαιρετικούς νομικούς, πρότεινε μια ατομική σύμβαση εργασίας που φεύγει πολύ μπροστά ακόμα και από τα εσκαμμένα και νομοθετημένα μνημονιακά όρια, έτσι ώστε εάν οι συγκεκριμένοι όροι έφταναν σήμερα να εξεταστούν υπό το υπάρχον καθεστώς από τα ελληνικά δικαστήρια, θα απορρίπτονταν μάλλον πολλοί από αυτούς ως καταχρηστικοί; Η απάντηση η οποία θα υποστηριχθεί στη συνέχεια συμπυκνώνεται στο επιχείρημα πως ο Μπόμπολας και τα συν αυτώ συμφέροντα επιχειρούν να είναι τόσο μπροστά από την εποχή τους, ώστε τελικά ίσως καταφέρουν να την κάνουν παρούσα ακόμη πιο γρήγορα.
Η μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας, έτσι όπως εκδιπλώθηκε τα τελευταία χρόνια μέσα από το ελληνικό μνημονιακό παράδειγμα (και όχι μόνο), κινούνταν μέχρι στιγμής σε μια κατεύθυνση χαλάρωσης και ελαστικοποίησης του εργασιακού προτύπου με σκοπό τη δημιουργία μεγαλύτερων περιθωρίων κέρδους για την πλευρά του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο, σχετικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο η έννοια της εξαρτημένης, μισθωτής εργασίας που συνεπαγόταν τα αυξημένα δικαιώματα και την προστασία που είχε κατακτηθεί μεταπολεμικά για τα εργατικά στρώματα, έγιναν ευκολότερες οι απολύσεις, σπανιότερη η καταβολή αποζημίωσης, περιορίστηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, επιβλήθηκε σε μεγάλο εύρος ο κανόνας της ατομικής σύμβασης και η σταθερή και μόνιμη εργασία αντικαταστάθηκε από τον κανόνα της επισφάλειας και της προσωρινότητας. Η όποια επιθετική κίνηση από την πλευρά της εκάστοτε εργοδοσίας κινούνταν συνήθως γύρω από τα όρια του ανωτέρω πλαισίου και προσπαθούσε να εφαρμόσει αλλαγές στη σχέση της με τους εργαζομένους, ώστε να ωφεληθεί από τον νέο εργασιακό κανόνα (χωρίς να απουσιάζουν, βεβαίως, περιπτώσεις υπερβάσεων και αυθαιρεσίας).
Η περίπτωση, όμως, της νέας σύμβασης της εταιρίας ομίλου “ΕΛΛΑΚΤΩΡ” διαφέρει ποιοτικά απο τις συνήθεις κινήσεις της μέσης εργοδοσίας και υποδηλώνει προφανώς μια πολύ ιδιαίτερη στοχοθεσία με χαρακτηριστικά “πρωτοπορίας”. Ενδεικτικά, εντός της ατομικής σύμβασης περιέχονται όροι που δεσμεύουν την εργαζόμενη να αποζημιώσει την εταιρία για δαπάνες, ζημίες και λοιπά έξοδα που θα προκληθούν στο πλαίσιο άσκησης της εργασίας της, να καλύπτει από την τσέπη της έξοδα για ταξίδια στο εξωτερικό για δουλειές της εταιρίας, να μην πληρώνεται σε περίπτωση ασθένειας ή τραυματισμού και να δύναται να απολυθεί σε περίπτωση που απουσιάσει από την εργασία της για πάνω από 15 μέρες το χρόνο. Επίσης, ως εφαρμοστέο δίκαιο ορίζεται το αγγλικό και κατά συνέπεια για οποιαδήποτε διαφορά ανακύψει από τη σύμβαση αποκλειστική δωσιδικία θα έχουν τα αγγλικά δικαστήρια σ.3. Όλα τα ανωτέρω διαφεύγουν σαφώς τα ήδη υπάρχοντα όρια και με βεβαιότητα μπορούμε να επαναλάβουμε αυτό που επισημάνθηκε και εισαγωγικά. Εαν η συγκεκριμένη σύμβαση γινόταν αντικείμενο εξέτασης ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων σήμερα, με τα υπάρχοντα δεδομένα, την υπάρχουσα νομοθεσία και νομολογία οι όροι αυτοί στην πλειονότητά τους θα έπρεπε να κριθούν καταχρηστικοί. Επομένως, εαν δεν επιλέξουμε να θεωρήσουμε τους ακραίους όρους της συγκεκριμένης σύμβασης ένα λάθος της στιγμής μένει μόνο να τους εκλάβουμε ως την προσπάθεια κάποιων εκπροσώπων του κεφαλαίου να δώσουν μια σύντομη εικόνα από το μέλλον που επιθυμούν και απο τη νέα κατεύθυνση στην οποία θα προσπαθήσουν να “ανανεώσουν” τον εργασιακό κανόνα.
Ισχυρίζομαι σε αυτό το σημείο, πως η ανωτέρω περίπτωση, σε συνδυασμό με μια σειρά άλλων συγγενών ενδείξεων, όπως αντίστοιχα η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση του εργασιακού κώδικα στη Γαλλία που εμπεριέχει ψήγματα της ίδιας λογικής σ.4 (και αντίστοιχα οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις στα ευρωπαϊκά κράτη τα τελευταία χρόνια) θα πρέπει να μας κινήσουν λίγο πιο έντονα το ενδιαφέρον να ασχοληθούμε βαθύτερα με το όραμα του κεφαλαίου ως προς την παγίωση ενός νέου τύπου σχέσης με την εργασία. Να μελετήσουμε λίγο προσεκτικότερα αυτό που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, αλλά δεν έχει αφήσει ακόμα ξεκάθαρα τα ίχνη του. Σίγουρα ο operaio disseminato σ.5 του Σέρτζιο Μπολόνια, ο διάχυτος εργάτης που μετεξελίχθηκε στην κεντρική φιγούρα του κυρίαρχου μεταφορντικού μοντέλου της επισφάλειας αποτελεί το βασικό καμβά πάνω στον οποίο γίνονται και θα γίνουν οι όποιες μεταλλάξεις. Απλά, η ελαστικότητα, η επισφάλεια, οι μειωμένοι μισθοί δεν είναι μάλλον πλέον αρκετοί. Αυτό το οποίο μπορεί να επαναπροσδιορίσει επαναστατικά την ένταση της εκμετάλλευσης της εργασίας από το κεφάλαιο, ίσως επιχειρηθεί να περάσει μέσα ακόμη και από την απροκάλυπτη μετακύλιση του ίδιου του επιχειρηματικού κινδύνου, μεγάλου μέρους του κόστους και της ευθύνης του κεφαλαίου στους εργαζόμενους. Αυτή είναι, άλλωστε, και η συνεκτική λογική πίσω από την εξαιρετικά εντυπωσιακή σύμβαση της εταιρίας του ομίλου «ΕΛΛΑΚΤΩΡ». Οι εργαζόμενοι θα αναλαμβάνουν τις πρόσθετες δαπάνες, τον κίνδυνο να αρρωστήσουν και να μην πληρωθούν, το ρίσκο να τραυματιστούν και να απολυθούν, ακόμη και το ρίσκο κάτι να πάει στραβά και να πρέπει να αποζημιώσουν την εταιρία για τα κέρδη που έχασε.
Οι εργατικοί αγώνες του παρελθόντος κατάφεραν να εξασφαλίσουν η σχέση εκμετάλλευσης κεφάλαιο-εργασία να αναγνωρίζεται με συγκεκριμένες νομικές μορφές και να προβλέπονται διάφοροι τρόποι προστασίας των εργαζομένων στην εκ των πραγμάτων άνιση σχέση εντός της οποίας βρίσκονται. Αυτός ήταν ο λόγος ύπαρξης της σχέσης εξαρτημένης εργασίας, της απαγόρευσης των ομαδικών απολύσεων, της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης, της πρόβλεψης νόμιμων ημερών άδειας, αποζημιώσεων των εργαζομένων σε περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων και μιας πληθώρας άλλων προστατευτικών διατάξεων που έχουν γίνει σε μεγάλο βαθμό παρελθόν. Όμως, η κατάργηση της ευθύνης του εργοδότη για μια σειρά ζητημάτων και κατ΄ επέκταση η κατάργηση της αντίστοιχης προστασίας του εργαζόμενου παρότι ζοφερή πραγματικότητα, απέχει πολύ από την καθιέρωση ενός κανόνα ευθύνης του εργαζομένου για όλα τα προαναφερθέντα, το οποίο αν αρχίσει να εφαρμόζεται συστηματικά μας μεταφέρει αυτόματα σε ένα εντελώς νέο επίπεδο.
Θα επρόκειτο, με άλλα λόγια, ένα μοντέλο “υπεύθυνου πρεκαριάτου” το οποίο μπορεί να μην έχει τα μέσα παραγωγής, να μην του αναγνωρίζεται σχέση μισθωτής-εξαρτημένης εργασίας, να μην του αναγνωρίζεται προστατευτικό πλαίσιο, άδειες, κάλυψη εισφορών, αποζημιώσεις και τόσα άλλα, να του ασκείται de facto διευθυντικό δικαίωμα και πλήρης έλεγχος της εργασίας και συν τοις άλλοις να επωμίζεται μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού κινδύνου, του κόστους και των συνεπαγόμενων ευθυνών (όπως ακριβώς συμβαίνει με την υπό εξέταση ατομική σύμβαση της «BIOSAR»). Σε πολλούς και πολλές μπορεί να φανεί υπερβολική η παραπάνω σκέψη, ας σκεφτούμε, όμως, κάποια ίχνη που ήδη υπάρχουν. Τους ταχυμεταφορείς που τραυματίζονται και οι εργοδότριες εταιρίες όχι μόνο δεν τους καλύπτουν τα νοσήλια, αλλά απαιτούν και αποζημίωση επειδή δεν εξυπηρέτησαν τους πελάτες τους, τα πληρώματα της Ryanair που πληρώνουν απο την τσέπη τους το κόστος της εκπαίδευσής τους, τους μπλοκάκηδες μηχανικούς ή τους ασκούμενους/ες και νέους/ες δικηγόρους που αμείβονται με 400 ή 500 ευρώ δουλεύοντας σε σχέσεις εξαρτημένης εργασίας οι οποίες όμως δεν αναγνωριζονται ως τέτοιες, πληρώνουν με δικό τους κόστος τα ταμεία τους και αναλαμβάνουν εν τέλει και το κόστος της ίδιας τους της απόλυσης, η οποία μπορεί να έρθει ανά πάσα στιγμή.
Στο ρωμαϊκό δίκαιο, αλλά και μεταγενέστερα μέχρι την κατάργηση της δουλείας στις αρχές του 19ου αιώνα, οι δούλοι θεωρούνταν αντικείμενα και ανήκαν στην κυριότητα του ιδιοκτήτη τους. Αν κάποιος δούλος δημιουργούσε κάποια ζημία στον κύριό του, ο δεύτερος θα τον συνέτιζε και θα αποκαθιστούσε την ισορροπία της σχέσης εκμετάλλευσης και υποταγής εφαρμόζοντας κάποια μέθοδο σωματικού κολασμού. Σήμερα, στην εποχή των ελεύθερων και ίσων ενώπιον του νόμου υποκειμένων, αν κατά την άσκηση των καθηκόντων κάποιου εργαζόμενου του ομίλου που μας απασχολεί, προκύψει οποιαδήποτε «απώλεια, ευθύνη, έξοδα (συμπεριλαμβανομένων των εύλογων δικαστικών εξόδων), ζημίες ή δαπάνες»σ.6 ο τελευταίος απαιτεί, απλά, αποζημίωση απο τον ίδιο τον εργαζόμενο. Διότι η ιστορία ποτέ δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο (και έτσι αποφύγαμε το ενδεχόμενο στη σύμβαση εργασίας να συμπεριληφθεί ρήτρα σωματικού κολασμού), μπορεί, όμως, σίγουρα να επαναληφθεί ως φάρσα, έστω και εξίσου πικρή. Και ο όμιλος των συμφερόντων Μπόμπολα έχει βάλει ψηλά τον πήχη γι΄ αυτό. Στην επόμενη σύμβαση μπορεί να σκεφθεί να προσθέσει και όρο οι εργαζόμενοι να υποθηκεύουν την ακίνητη περιουσία τους (ή οτιδήποτε άλλο) ως εξασφάλιση του ίδιου και ως αντάλλαγμα της τιμής που τους κάνει να τους προσφέρει μια θέση εργασίας στις επιχειρήσεις του. Ευτυχώς, όμως, σε αυτή τη σχέση υπάρχουν δύο και η ιστορία θα δείξει ποιος θα έχει τη μεγαλύτερη φαντασία και το μεγαλύτερο θράσος και θάρρος. Υπάρχει το επιχειρηματικό ρίσκο του κάθε Μπόμπολα, υπάρχει και το ρίσκο της ζωής και του αγώνα. Εμείς θα επιλέξουμε ποιο απο τα δυο θα αναλάβουμε.
(αντί επιλόγου)
The banker man grows fatter, the working man grows thin.
It's all happened before and it'll happen again.
It'll happen again, yeah they'll bet your life.
I'm a jack of all trades and, darling, we'll be alright.
Bruce Springsteen, Jack of All Trades (Wrecking ball, 2012)