του Κώστα Εφήμερου
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών πριν από δύο εβδομάδες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν θύμα της επιτυχίας της, αφού οι πιστωτές αναγνωρίζοντας την αποτελεσματικότητα και ταχύτητα συνέδεσαν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με την ολοκλήρωση της πρώτης λίστας προαπαιτούμενων. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός ασφυκτικού πλαισίου διαπραγμάτευσης που οδήγησε στην ψήφιση του πολυνομοσχεδίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Η κυβέρνηση έχει δίκιο όταν διαμαρτύρεται ότι κανείς από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ δεν έχει δικαίωμα να ομιλεί μετά τις τρεις πρώτες σκανδαλώδειςς ανακεφαλαιοποιήσεις που έφεραν εις πέρας επί των ημερών τους. Είναι αυτοί που επέτρεψαν την διατήρηση του management στις διοικήσεις που έθρεψαν το τρίγωνο της διαπλοκής και ζήτησαν από τους πολίτες να αναλάβουν το βάρος της σωτηρίας τους. Είναι αυτοί που εκχώρησαν την διοίκηση των τραπεζών στην Ευρώπη και οι ίδιοι που ευθύνονται για την απώλεια δισεκατομμυρίων, που τώρα εγγράφονται στον κοινωνικό λογαριασμό των φτωχότερων στρωμάτων.
Η κυβέρνηση όμως δεν έχει ούτε η ίδια το δικαίωμα να ζητάει κατανόηση από πολίτες και δημοσιογράφους μοιράζοντας non paper που διαστρεβλώνουν ουσιαστικά την ουσία και τις λεπτομέρειες της πραγματικής μεγάλης εικόνας. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όπως έγινε και στη χρονική στιγμή που έγινε, αποτελεί μια σημαντική υποχώρηση στο ιδεολογικό και προγραμματικό σχέδιό της. Αν το ερώτημα που θέτει τώρα προς τους πολίτες είναι εύλογο, αν δηλαδή «μπορούσε να κάνει και αλλιώς», τότε και από τη μεριά μας μπορούμε να απαντήσουμε με μερικές επισημάνσεις.
Η νέα ανακεφαλαιοποίηση στοίχισε πράγματι 5,7 δισ. αλλά αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να κάνει ευτυχισμένη μια αριστερή κυβέρνηση αφού το νομοσχέδιο τραβάει ξεκάθαρα μια γραμμή διαγράφοντας σχεδόν το σύνολο των 25+14 δισ. των προηγούμενων διαδικασιών. Δεν περιμένουμε λοιπόν από την κυβέρνηση της πρώτης φορά αριστερά να αναφέρει ότι «η νέα ανακεφαλαιοποίηση έχει σχεδιαστεί με τρόπο που διασφαλίζει τα συμφέροντα του Δημοσίου με τον καλύτερο τρόπο και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε ολική ανάκτηση του ποσού που διατέθηκε στην παρούσα φάση» γιατί όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι οι λέξεις κλειδιά είναι οι δύο τελευταίες.
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα καταγραφεί ως μια ξεκάθαρη ήττα στον πόλεμο ισορροπιών μεταξύ πιστωτών και ελληνικού Δημοσίου και για αυτό έχει μεγάλη σημασία η «ιδιοκτησία» του προγράμματος. Η μείωση του ποσοστού του ΤΧΣ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες σε συνδυασμό με την τεράστια απώλεια στην αξία που προκάλεσε η διαδικασία του «βιβλίου προσφορών» (-97 έως -99%) δεν δίνουν περιθώρια για πανηγυρισμούς ή «ψύχραιμες» αναλύσεις. Η εμφάνιση του Ευκλείδη Τσακαλώτου μιλώντας στην Επιτροπή Δημοσίων Επιχειρήσεων, Τραπεζών, Οργανισμών Κοινής Ωφελείας και Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, της Βουλής, ήταν αποκαρδιωτική. Ο ΥΠΟΙΚ έκανε «έκκληση» στις τράπεζες να επιτρέψουν και την συμμετοχή Ελλήνων επενδυτών στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου ενώ γνώριζε ότι δύο από τις τέσσερις ήδη είχαν κλείσει το βιβλίο προσφορών και μόνο μία (η Εθνική) έχει εκδώσει το απαραίτητο ενημερωτικό δελτίο που δυνητικά μπορεί να επιτρέψει την συμμετοχή ελληνικών κεφαλαίων.
Αν το επιχείρημα της νέας κυβέρνησης είναι ότι η αποφυγή του GREXIT απαιτεί θυσίες και στρατηγικές ήττες προκειμένου να υπάρξει η δυνατότητα να τεθεί στο τραπέζι η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, δεν υπάρχει λόγος να κρυβόμαστε πίσω από τις λέξεις. Ας μιλήσουμε την αλήθεια.
Η «ιδιοκτησία» του προγράμματος όπως την ζήτησαν οι εκπρόσωποι των πιστωτών δεν είναι υποχρεωτικό να υιοθετηθεί και στην ρητορική των μαρξιστών οικονομολόγων. Δεν είναι ευχάριστο να παρατηρούμε τον Ευκλείδη Τσακαλώτο να προσπαθεί να θέσει σε λειτουργία ένα νέο «αριστερού» τύπου κοινωνικό αυτοματισμό λέγοντας ότι «όποιος με μισθό 1200€ πήρε δάνειο 180.000€ ας χάσει το σπίτι του».
Γιατί αν επιτρέπεται αυτού του είδους η υπεραπλούστευση και ο αριστερού τύπου λαϊκισμός κάποιος θα μπορούσε να αντιτείνει στον κύριο Τσακαλώτο ότι η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν έχει καταθέσεις άνω των 100.000€ που θα κινδύνευαν αν δεν γινόταν αυτή η επώδυνη ανακεφαλαιοποίηση και αν ερωτούνταν οι πολίτες πιθανόν να μην επέλεγαν λίγες ακόμα θυσίες για να προστατευτούν αυτοί που τις έχουν.
Τις επόμενες ημέρες έρχεται η δεύτερη λίστα με τα προαπαιτούμενα. Σε αυτή περιλαμβάνεται το ασφαλιστικό και ήδη υπάρχει μεγάλη αναστάτωση εντός της κυβέρνησης για τον τρόπο με τον οποίο θα παρουσιαστεί το νέο μοντέλο κοινωνικής ασφάλισης. Υποθέτουμε ότι αν το μοντέλο Κατρούγκαλου διασφάλιζε τους εργαζόμενους η αναστάτωση θα επικεντρωνόταν στην επιλογή της εταιρίας από την οποία θα αγοραστεί η σαμπάνια για την εορταστική ανακοίνωση.
Αν η κυβέρνηση λοιπόν έχει αποφασίσει να προχωρήσει με αυτή τη στρατηγική όντας σίγουρη ότι στο τέλος του δρόμου θα μας περιμένει το ξέφωτο που μας υποσχέθηκαν ήδη οι Καραμανλής, Παπανδρέου και Σαμαράς τότε ας μιλήσουμε μεταξύ μας με τα λόγια της αλήθειας. Ας μην μιλήσουμε πάλι για success stories αλλά για ένα στενό μονοπάτι γεμάτο αγκάθια, το οποίο περνάμε περπατώντας στα τέσσερα. Έστω ελπίζοντας.
Σε κάθε άλλη περίπτωση η «πρώτη φορά αριστερά» θα έχει λίγα να αντιπαραθέσει στην «πολλοστή φορά μια απ' τα ίδια».