Στην αντιπολίτευση – τουλάχιστον προσωρινά – περνάει ο άνθρωπος που μονοπωλούσε τα τελευταία χρόνια την πρωθυπουργία στο Ισραήλ, ο Βενιαμίν «Μπίμπι» Νετανιάχου.  Η εύθραυστη κυβέρνηση συνεργασίας (ή, όπως την λένε οι ίδιοι «κυβέρνηση ενότητας») οκτώ κομμάτων της Ισραηλινής βουλής, της Κνεσέτ,  που επετεύχθη ακριβώς ως μονόδρομος για την απλλαγή της χώρας από το Νετανιάχου, έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης το απόγευμα της Κυριακής, σε κλίμα αναστάτωσης και εντάσεων μέσα στην αίθουσα.

Ο πρώτος που αναλαμβάνει επίσημα την πρωθυπουργία είναι ο Ναφτάλι Μπένετ, ακροδεξιός, που θα παραμείνει σε αυτή τη θέση για δύο χρόνια, και θα τον αντικαταστήσει ο σοσιαλδημοκράτης Γιαϊρ Λαπίντ, αν η κυβέρνηση επιβιώσει ως τότε, κάτι μάλλον πολύ δύσκολο, καθώς ο Νετανιάχου έχει ήδη αρχίσει το «στενό μαρκάρισμα» των βουλευτών του Μπένετ, ελπίζοντας σε αποχωρήσεις ώστε να χάσει η κυβέρνηση την ψήφο εμπιστοσύνης. Την προεδρία της βουλής ανέλαβε ο 69χρονος Μίκυ Λέβυ, από το κόμμα του Γιαϊρ Λαπίντ, το Γες Ατίντ, που ήταν διοικητής των δυνάμεων καταστολής στην Ιερουσαλήμ κατά την δεύτερη ιντιφάντα.  Την ώρα μάλιστα της ομιλίας του νέου πρωθυπουργού, στην αίθουσα του κοινοβουλίου έγινε πολύ μεγάλη φασαρία, και ακούστηκαν, από δεξιά, φωνές περί προδότη και προδοσίας – ο προεδρεύων έδωσε εντολή και απομακρύνθηκαν της αιθούσης τέσσερις βουλευτές (συν ένας που αποχώρησε μόνος του).

Η επί τετραετία επιβίωση της νέας κυβέρνησης είναι το πιο απίθανο σενάριο, πάντως, με δεδομένη την πολυδιάσπαση των πολιτικών δυνάμεων του Ισραήλ, τις τεράστιες διαφορές εντός των κόλπων της και το γεγονός ότι πρώτο κόμμα παραμένει το Λικούντ, του Νετανιάχου, και ας μην κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση – κάτι για το οποίο ο Νετανιάχου συνεχίζει να κατηγορεί τον Ναφτάλι Μπένετ, που πάντως δε φαίνεται να ανησυχεί προς το παρόν.

Η συμφωνία στηρίζεται, όπως έχει πει ο Μπένετ, σε «επικέντρωση στην οικονομία και στις υποδομές», ώστε να αποφευχθούν για κάποιο χρόνο οι συγκρούσεις μεταξύ των εταίρων της κυβέρνησης συνεργασίας, κάτι που ήδη πριν ορκιστεί δημιουργούσε τριγμούς στο εσωτερικό της, ειδικά καθώς το στοίχημα είναι πολύ μεγάλο για το νέο πρωθυπουργό: ο Ναφτάλι Μπένετ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στους ακραίους υπερορθόδοξους εβραίους και η θρησκευτική βάση του κόμματός του ήδη διαμαρτύρεται ή και πλησιάζει περισσότερο το Λικούντ (από τα σπλάχνα του οποίου ξεπήδησε ο Μπένετ).

Παράλληλα, ο Μπίμπι άσκησε τεράστιες πιέσεις, τόσο ο ίδιος όσο και εμμέσως μέσω του φίλα προσκείμενου σε αυτόν Τύπο, σε όλους τους δεξιούς βουλευτές που ανήκουν σε κόμματα της νέας κυβέρνησης, ζητώντας να εγκαταλείψουν την «ανίερη» συμμαχία που «είχε ως μόνο στόχο το Νετανιάχου».

«Εγώ ο ίδιος θα σας οδηγώ κάθε μέρα στη μάχη» είπε από το βήμα της βουλής ο απελθείς πρωθυπουργός, υπερασπιζόμενος την πολιτική του πορεία και δηλώνοντας ότι δεν έχει κανένα σκοπό να εγκαταλείψει «τον αγώνα». Πρώτος στόχος του η πρόταση νόμου που θα φέρει άμεσα στην κνεσέτ η νέα κυβέρνηση, η οποία δε θα επιτρέπει σε κανέναν να παραμένει πρωθυπουργός για πάνω από δύο τετραετίες – ο Μπίμπι έχει σερί 15ετίας. «Αν χρειαστεί να μείνουμε στην αντιπολίτευση θα μείνουμε όσο χρειαστεί για να ρίξουμε αυτή την επικίνδυνη κυβέρνηση… Η δεξιά δε θα ξεχάσει την προδοσία του Μπένετ.. Λέτε ότι είστε υποστηρικτές της δημοκρατίας αλλά τη φοβάστε τη δημοκρατία, γι’ αυτό θα φέρετε ένα φασιστικό νόμο προς ψήφιση μόνο και μόνο για να μην μπορώ να κυβερνήσω»

«Σταματήσαμε το τραίνο λίγο πριν πέσει στην άβυσσο.. ήρθε ο καιρός για άλλους ηγέτες, από κάθε λαϊκή δύναμη, για να σταματήσει επιτέλους αυτή η τρέλα», δήλωσε, αναφερόμενος στο Νετανιάχου ο νέος πρωθυπουργός.

Ο Ναφτάλι Μπένετ δεν είναι ο πρώτος πάντως, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, που προβλέπει το τέλος του Μπίμπι, χωρίς αυτό εν τέλει να έρχεται. Ο Νετανιάχου είναι χαρισματικός, έχει δημιουργήσει οπαδικό κλίμα στους ψηφοφόρους του, είναι πολιτικά τόσο ευέλικτος όσο και επικίνδυνος και στη σημερινή συνεδρίαση της Κνεσέτ ήταν φανερό πως δεν σκόπευε να παραιτηθεί των πολιτικών του φιλοδοξιών, στα 71 του χρόνια.