Τετάρτη 27 Οκτωβρίου και η εκπομπή «Κοινωνία ώρα Press» είναι έτοιμη να εκπέμψει με κεντρικό θέμα τη δολοφονία του 18χρονου Ρομά Νίκου Σαμπάνη από αστυνομικά πυρά. Καλεσμένη της εκπομπής η κα. Ρίτα Σπανούλη, ανθρωπολόγος/κοινωνιολόγος που ασχολείται επί δεκαετίες με τη ζωή και την κουλτούρα των Αθίγγανων. Τεχνικά προβλήματα εμπόδισαν τη μαγνητοφώνηση της εκπομπής οπότε επικοινωνήσαμε εκ νέου μαζί της.

«Ασχολούμαι από το 1983 συστηματικά με τη ζωή των Ρομά και κυρίως μέσα από προγράμματα ένταξης» αναφέρει η κα. Σπανούλη, μιλώντας στο TPP. Εξαρχής, ξεκαθαρίζει πως είναι σημαντικό να μιλάμε για «ένταξη» κι όχι «ενσωμάτωση» αυτής της ομάδας. «Ενσωμάτωση είναι ότι γίνεται κάποιος ίδιος με μας κι αυτός ο πληθυσμός των τσιγγάνων είναι μία κοινωνία ολόκληρη με τη δική της κουλτούρα, τον δικό της τρόπο ζωής. Δεν μπορεί να γίνει ένας πολιτισμός όμοιος με έναν άλλον επειδή είναι μειοψηφία» εξηγεί.

Πιάνοντας το κουβάρι απ’ την αρχή, η ίδια επισημαίνει πως οι τσιγγάνοι εμφανίστηκαν στην Ελλάδα 10 αιώνες πριν. «Η γλώσσα τους μοιάζει με την ινδική, όπως έχουν δείξει γλωσσολογικές μελέτες. Δεν ανήκαν σε καμία κάστα. Λέγονται αθίγγανοι, δηλαδή ανέγγιχτοι. Έκαναν έναν περίπατο, έναν νομαδισμό κι έφτασαν και κάποιοι εδώ» σημειώνει η ανθρωπολόγος. «Στην Ελλάδα έχουμε περίπου 500.000 και στην Ευρώπη 12 εκατ.» προσθέτει.

Από την αρχή της συζήτησης έχει καταστεί σαφές πως είναι νομαδικός ο τρόπος ζωής τους. Μάλιστα, αυτός ο τρόπος ζωής έχει διατηρηθεί μέσα στα χρόνια κι αυτό είναι βασικό στοιχείο της ταυτότητάς τους. «Ζούσαν πάντα κοντά στη φύση. Παίρναν τα κάρα, τα αντίσκηνα και πήγαιναν όλοι μαζί. Αυτοί δεν είχαν ένα σταθερό μέρος να μένουν. Αυτό άρχισε να αλλάζει εδώ και 30 χρόνια με τα Ευρωπαϊκά προγράμματα. Ο νομαδικός τρόπος ζωής έφτιαξε την κουλτούρα τους, η φύση επηρέαζε την κουλτούρα τους. Ανέπτυξαν μια λαϊκή ιατρική, έχουν μία θεραπευτική ικανότητα, μαντικές ικανότητες δηλαδή, συνταγές και έθιμα σχετικά με αυτά» υπογραμμίζει, καθώς μιλά για έναν τρόπο ζωής που έχει να κάνει με το τώρα και με «προβλέψεις» για το μέλλον όπως εκείνοι νόμιζαν για τη δική τους ισορροπία.

«Η θρησκεία δεν υπήρχε στην κουλτούρα τους μέχρι πριν 30 χρόνια κι όπου δεν υπάρχει θρησκεία υπάρχει η μαγεία, αυτό το μαντικό, το φανταστικό», εξηγεί στο TPP. Αυτό έχει διαμορφώσει όλη τους τη ζωή, την οποία περικλείουν διάφορα έθιμα, θρύλοι και μύθοι. «Για παράδειγμα, για την γέννα του παιδιού έχουν τελετουργικά και έθιμα ή και για τον αρραβώνα. Τα παιδιά δεν έχουν εφηβική ζωή. Περνούν κατευθείαν από την παιδική στην ενήλικη. Είναι στην κουλτούρα τους να παντρεύονται νέοι, θέλουν να φτιάξουν τη δική τους οικογένεια, να ξεκινήσουν τη δική τους δουλειά -του πατέρα- και θέλουν συνέχιση της ζωής. Πιστεύουν ότι το κορίτσι δεν πρέπει να έχει σεξουαλική ζωή πριν τον γάμο, οπότε παντρεύουν το κορίτσι. Το κορίτσι δε διαλέγει ποτέ, διαλέγουν οι παππούδες κυρίως. Αυτό συμβαίνει στις πρωτόγονες κοινωνίες. Κοινωνίες που δεν έχουν γραφή, θεωρούνται πρωτόγονες. Τώρα αρχίζουν να μαθαίνουν γραφή. Τα τελευταία τριάντα χρόνια πάνε σχολείο» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Ως προς το επάγγελμα, η κύρια δουλειά τους ήταν το εμπόριο. Παλιότερα υπήρχαν και χειρωνακτικά επαγγέλματα, πχ γανωτές ή μουσικοί σε πανηγύρια/γάμους. Πλέον είναι κυρίως έμποροι που γυρίζουν από μέρος σε μέρος, μας εξηγεί. Όσο για τα κορίτσια, «τα ετοιμάζουν να μάθουν τα του σπιτιού. Ακόμα υπάρχει η πατριαρχία, ακόμα κι αν τα νέα παιδιά είναι με μοντέρνα κουρέματα, μουσικές κλπ, σέβονται τη γνώμη του παππού και της γιαγιάς, δεν έχουν ξεφύγει απ’ αυτό» υπογραμμίζει η κα. Σπανούλη. Βέβαια, υπάρχουν κάποιες αλλαγές στη ζωή τους, μας επισημαίνει, «για παράδειγμα, παλιά γιόρταζαν τους γάμους μια βδομάδα. Τώρα δεν τους επιτρέπεται ο θόρυβος. Προσαρμόζονται με τον διαφορετικό τρόπο ζωής. Η βασική κουλτούρα τους δεν αλλάζει κι αυτό είναι καλό».

Σεβασμός στη μοναδικότητα της ταυτότητας

«Στην αρχή δεν ασχολούταν κανείς με τους τσιγγάνους. Πια πηγαίνουν σε γιατρούς, σχολείο, κι αυτό είναι μια επιτυχία των προγραμμάτων» αναφέρει, μιας και στη συζήτηση θέσαμε το κατά πόσο αυτά τα προγράμματα ένταξης είναι επιτυχημένα και αν τα χρήματα που δίνονται όντως πηγαίνουν γι’ αυτόν τον σκοπό. «Ως έναν βαθμό είναι επιτυχημένα» αναφέρει. Ωστόσο, «γενικά υπάρχει μεγάλη ανεργία και οι τσιγγάνοι στοχοποιούνται όλο και περισσότερο. Υπάρχουν πολλοί κοινωνικοί μύθοι και ρατσιστικά στερεότυπα, πχ “θα σε πάρει ο γύφτος”. Πάντα ζούσαν περιθωριοποιημένοι, επειδή οι άλλοι δε γνώριζαν τον τρόπο ζωής τους, τους φαινόταν κάτι ξένο» τονίζει η ίδια. «Ακόμα και το ότι αυτοί είναι δεμένοι μεταξύ τους και μετακινούνται όλοι μαζί -πχ ένα σόι είναι 200 άτομα, μένουν μαζί, μετακινούνται μαζί- τους φαίνεται παράξενο» συμπληρώνει.

Πλέον ο ρατσισμός όχι μόνο δε μειώνεται αλλά εντείνεται. Η στοχοποίηση εναντίον τους και τα ρατσιστικά κατάλοιπα απλώνουν το δηλητήριο στην κοινωνία. «Έχω την εντύπωση ότι τώρα με κάποια εθνικιστικά σχήματα -δεν τα λέω καν κόμματα- που έχουν πάντα ρατσισμό σε οτιδήποτε διαφορετικό, τα ρατσιστικά στερεότυπα αναπτύσσονται περισσότερο. Επειδή οι τσιγγάνοι είναι 10 αιώνες εδώ, πιο Έλληνες κι απ’ τους Έλληνες δηλαδή, και κρατάνε τον τρόπο ζωής και τη μοναδικότητα της ταυτότητάς τους, οι ρατσιστές ενοχλούνται. Ο ρατσισμός έχω την εντύπωση ότι αυξάνεται όλο και περισσότερο» υπογραμμίζει η κα. Ρίτα Σπανούλη και καταλήγει: «Χρειάζεται σεβασμός στον τρόπο ζωής και καταγραφή των αναγκών και των επιθυμιών τους. Όχι να επιβάλλουμε τα δικά μας έθιμα».

 

*Η Ρίτα Σπανούλη είναι, επίσης, συγγραφέας. Έχει γράψει τα βιβλία «Τσιγγάνες» και «Παραμύθια των Ρομά».