Η υπόθεση για την οποία διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση από τις 19 Σεπτεμβρίου, αφορά καταγγελίες που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο, της καθηγήτριας Οικονομετρίας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και πρώην μέλους της ΕΛΣΤΑΤ Ζωής Γεωργαντά για τεχνητή διόγκωση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009.
Η καταγγέλλουσα υποστηρίζει ότι τον Νοέμβριο του 2010 η ΕΛΣΤΑΤ, δεχόμενη πιέσεις από την Eurostat, εμφάνισε το έλλειμμα του 2009 στο 15,4% από 12- 13% που ήταν, με στόχο να ληφθούν επιπλέον δυσμενέστερα οικονομικά μέτρα.
Η Ζ. Γεωργαντά υποστηρίζει ότι η διόγκωση έγινε με την ταξινόμηση στη Γενική Κυβέρνηση των ΔΕΚΟ, χωρίς, όπως λέει, να έχουν προηγηθεί, όπως εφαρμόζεται σε όλη την Ευρώπη, στατιστικές μετρήσεις.
«Αξιόποινες πράξεις»
Στο διαβιβαστικό του προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο Γρ. Πεπόνης αναφέρει ότι «από το σύνολο του συλλεγέντος αποδεικτικού υλικού (μάρτυρες και έγγραφα) και ιδίως από μαρτυρικές καταθέσεις, προέκυψαν στοιχεία σχέσιν έχοντα με αξιόποινες πράξεις του νόμου περί ευθύνης υπουργών και πρόσωπα κατέχοντα συγκεκριμένες θέσεις στην κυβέρνηση της Ελλάδας».
Ο Γρ. Πεπόνης υποστηρίζει ότι σε πολλές από τις καταθέσεις που έλαβε «ρητώς γίνεται λόγος για διόγκωση και αυθαίρετο προσδιορισμό του δημοσίου ελλείμματος του 2009 αφενός και ύπαρξη συναφώς και αφετέρου ευθυνών του τότε πρωθυπουργού, μελών της τότε κυβέρνησης και των τότε αρμόδιων υπουργών Οικονομικών».