της Γεωργίας Κριεμπάρδη
Στις Φυλακές του Αυλώνα δεν έχω βρεθεί. Πριν λίγους μήνες, είχα τη χαρά να βρεθώ στην Κέρκυρα, καλύπτοντας δημοσιογραφικά μία εκδήλωση που λάμβανε χώρα στο Παλιό Φρούριο στο κέντρο του νησιού, μια συναυλία με πρωταγωνιστές κρατούμενους, διδάσκοντες, σωφρονιστικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους της εξωτερικής φρουράς -μια εκπαιδευτική δράση καθ’ όλα νόμιμη στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο σωφρονιστικό κατάστημα κράτησης. Κι αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με τον κόσμο των φυλακών. Έναν κόσμο που αξίζει να δεις χωρίς να γυαλιά των στερεοτύπων και να μάθεις γι’ αυτόν από τους ανθρώπους που αποτελούν μέρος του.
Ο Πέτρος Δαμιανός είναι ο Διευθυντής του Σχολείου των Φυλακών Αυλώνα. Η επαφή του με την εκπαίδευση στη φυλακή μετρά πάνω από 26 χρόνια. Ξεκίνησε ως εθελοντική προσπάθεια το 1994. Το 1997 κλήθηκε να βρεθεί στη φυλακή για χάρη ενός παιδιού, οργάνωσε μαθήματα και κάθε χρόνο όλο και μεγάλωνε το ενδιαφέρον των παιδιών για εκπαίδευση και το 2000 δημιουργήθηκε το σχολείο. Όλο αυτό που έχει δημιουργήσει αυτός ο άνθρωπος δεν έγινε εν μία νυκτί. Χρειάστηκαν χρόνος, επίμονες προσπάθειες, συγκρούσεις. Αυτήν τη στιγμή στον Αυλώνα συμβαίνει αυτό που είχε ονειρευτεί. Υπάρχουν όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης, υπό τη διοίκηση του ίδιου. «Κανονικά σε κάθε φυλακή θα έπρεπε να υπάρχει ένας συντονιστής εκπαίδευσης, ο οποίος θα διερευνά τι θα έπρεπε να λειτουργεί σε επίπεδο σχολικών βαθμίδων ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Μέχρι το 2019 τοποθετήθηκαν επτά συντονιστές, μετά άλλαξε η κυβέρνηση και πάγωσε όλο αυτό, δεν τοποθετήθηκαν οι υπόλοιποι. Σε συμβούλιο του Βόλου το 2016 είχε αιτηθεί να υπάρχουν όλες οι βαθμίδες στα σχολεία των φυλακών, κάτι που έγινε νόμος το 2018. Το 2020 καταργείται αυτός ο νόμος και επανατοποθετείται με τις ίδιες λέξεις, με μια μικρή διαφορά. Τώρα λέει ότι είναι νόμος του 2020 κι εκεί που έλεγε ότι ιδρύονται όλες οι βαθμίδες, με τον νέο νόμο γράφεται ότι “δύναται να ιδρυθούν όλες οι βαθμίδες”. Μόλις το είδα, γέλασα για να μη φωνάξω. Από το 2019, οι φυλακές υπάγονται στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, κι όχι στο Δικαιοσύνης. Στις προκηρύξεις όλο και μειώνονταν οι θέσεις για ανθρωπιστικό προσωπικό».
Μιλήσαμε με αφορμή μια ταινία μικρού μήκους που δημιουργήθηκε στο σχολείο των φυλακών Αυλώνα από φυλακισμένα αγόρια, μαθητές του σχολείου, με πρωταγωνιστές τους ίδιους, οι οποίοι κέντησαν και τις στολές τους. Η ταινία πρωτοπαρουσιάστηκε στην τελετή λήξης της χρονιάς 2021-2022, ενώ σήμερα 16/9 θα γίνει προβολή της στον Θερινό Κινηματογράφος Λαΐς, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά Οδός 48, Κεραμικός).
Με τον Διευθυντή του σχολείο μιλήσαμε για τον σωφρονισμό, για το πόσο ανοιχτή είναι η κοινωνία να αγκαλιάσει τον «άλλον», για τα παιδιά που βρέθηκαν πίσω από τα σίδερα της φυλακής σε μια κοινωνία που δε νοιάστηκε γι’ αυτά. «Δεν είναι δικαίωμα του νεαρού η εκπαίδευση. Είναι του καθενός. Είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Στους φυλακισμένους στερείται μόνο ένα δικαίωμα, αυτό της ελεύθερης διακίνησης. Όλα τ’ άλλα τα έχει. Ο σωφρονιστικός κώδικας, για να το πω απλά, λέει ότι καταλύεται το δικαίωμα ελευθερίας κίνησης. Κι εκεί μπαίνει τελεία. Αν το διαβάσεις κι ανάποδα, σημαίνει ότι ΟΛΑ τα υπόλοιπα δεν καταλύονται» θα πει.
«Όταν ένα παιδί έχει μια δυσλειτουργική οικογένεια, ανήκει σ’ όλη την κοινωνία, όχι στον δρόμο»
Μιλάει για τους μαθητές του, αποκαλώντας τους «παιδιά του». «Οι μαθητές μου είναι τα παιδιά που δεν προλάβαμε -η κοινωνία δεν τα πρόλαβε. Όταν ένα παιδί έχει μια δυσλειτουργική οικογένεια, δεν ανήκει στον δρόμο, αλλά σ’ όλη την κοινωνία. Αν βρεθεί στον δρόμο, τότε έχουμε αυτά τα αποτελέσματα της φυλακής. Σκεφτείτε ότι οι περισσότεροι μαθητές είναι ταλαιπωρημένα παιδιά, μεγάλωσαν σε άλλες συνθήκες, έχουν μια μελαγχολία πίσω από τον θυμό τους και είναι ένας θυμός απέναντι σε κάτι συγκεκριμένο, αλλά επειδή δεν αντέχουν να έχουν θυμό στο στενό τους περιβάλλον, εκπέμπεται στην κοινωνία και το σύστημα».
Η σχέση που χτίζει με τους μαθητές βασίζεται στον αλληλοσεβασμό, κάτω από ένα πέπλο ανθρωπιάς. «Εάν σ’ αυτά τα παιδιά συμπεριφερθείς με σεβασμό, ανθρώπινα, με αγάπη, νιώθει, καταλαβαίνει και ανταποκρίνεται. Για παράδειγμα σήμερα ήθελε ένα παιδί να κάνει λίγο τον μάγκα σε μια καινούργια δασκάλα. Συζητήσαμε ούτε πέντε λεπτά στο γραφείο μου, του εξήγησα, του μίλα όμορφα, έσκυψε το κεφάλι και κατάλαβε τη λάθος συμπεριφορά του. Τους βλέπω ως μαθητές, δεν ξέρω τους φακέλους τους και δε χρειάζεται» θα πει, ενώ τον συγκινούν βαθιά τα μηνύματα που παίρνει από παιδιά που έχουν αποφυλακιστεί. «Τώρα με τα social media, με έχουν βρει παιδιά που δε θα με έβρισκαν διαφορετικά. Μου έγραψε κάποιος “είμαι ο τάδε και με είχατε υπερασπιστεί για ένα εκπαιδευτικό μου θέμα, δε θυμάμαι αν σας είχα ευχαριστήσει, ε λοιπόν σας ευχαριστώ τώρα”. Με πήραν τα ζουμιά».
Πριν μιλήσω με τον κ. Δαμιανό, συνήθιζα να λέω πως ναι μεν έχουμε κάνει βήματα προόδου ως κοινωνία, αλλά ακόμη παραμένει συντηρητική και μισαλλόδοξη η ελληνική κοινωνία σε μεγάλο μέρος της. Εκείνος έχει μια άλλη οπτική και ,τελικά, με βρίσκει σύμφωνη. «Δεν υπάρχει μία κοινωνία, υπάρχουν δύο, υπάρχουν πολλές. Είναι ομάδες ανθρώπων που έχουν ενσυναίσθηση, νοιάζονται κι άλλοι άνθρωποι που δεν το κάνουν. Δεν υπάρχει μία ενιαία κοινωνία. Υπάρχει και μια τρίτη κοινωνία, που αποτελείται απ΄ όσους είναι στο μεταίχμιο και μπορεί να έρθει κάποια στιγμή που θα καταλάβουν και μπορεί να αλλάξουν στάση προς το θετικό. Ο αγώνας που κάνουμε με τις δράσεις σε εκπαιδευτικό πλαίσιο και η προβολή για τις καλές πρακτικές των μαθητών βοηθούν αυτή την κοινωνία να πάει προς τη θετική κατεύθυνση. Έχω δει τις θετικές αντιδράσεις στους 35 φοιτητές που έχουμε από το σχολείο μας. Κάθε φορά που ανακοινώνω πόσοι πέρασαν σε σχολές, εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που είναι στο μεταίχμιο αλλά ανοιχτό να ακούσει, αρχίζει και σκέφτεται και νιώθει». Άλλωστε, το νοιάξιμο της κοινωνίας το αντιλαμβάνεται και πρακτικά ο ίδιος. «Υπάρχει ένα ολόκληρο δίκτυο αλληλεγγύης με την κοινωνία, για οποιαδήποτε ανάγκη των παιδιών. Πέρα απ’ όσα παρέχει η φυλακή, τα παιδιά γράφουν σε χαρτάκια τι χρειάζονται από ρούχα, παπούτσια, κλπ και οι εκπαιδευτικοί τα συγκεντρώνουν από καταστήματα και τους τα πάνε. Τα παιδιά νιώθουν το ενδιαφέρον της κοινωνίας. Όλο αυτό μου αρέσει να το αποκαλώ Σώμα Νεραϊδών του σχολείου».
Έχει μια πολύ όμορφη αντίληψη για την παιδεία, για τη φροντίδα των παιδιών, ως μέλη του κοινωνικού συνόλου -μιας κοινωνίας που δεν πάντα ανοιχτή στο άγνωστο. «Υπάρχουν τρεις μεγάλοι πυλώνες. Ο πρώτος είναι η πρόληψη. Αφού τα παιδιά ήρθαν στη φυλακή, αποτύχαμε, τον χάσαμε τον πρώτο πυλώνα. Θα έπρεπε να υπάρχει ένα δίκτυο με δομές, κοινωνικούς λειτουργούς κι άλλους ειδικούς να μπορούν να ακουμπήσουν τα παιδιά από ας πούμε δυσλειτουργικές οικογένειες. Ο δεύτερος πυλώνας είναι όταν βρίσκονται στη φυλακή τα παιδιά, εκεί είναι δική μας δουλειά. Ο τρίτος πυλώνας είναι το μετά. Το μετά έχει ονοματεπώνυμο. Είναι ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Αχμέτ, ο Ιμπραήμ. Θα φύγουν αυτά τα παιδιά από τη φυλακή και θα πάνε σε μια συγκεκριμένη γειτονιά, σε συγκεκριμένη διεύθυνση σπιτιού. Αυτά τα παιδιά σε όλη την Ελλάδα είναι μετρημένα στα δάχτυλα, περίπου 500. Γιατί δεν κάνουμε κάτι να τα σώσουμε όταν βγουν απ’ τη φυλακή, με δομές, κοινωνικούς λειτουργούς, την αποδοχή της κοινωνίας;». Τον ενοχλούν τα ποσοστά και τα αόριστα λόγια για το πόσοι αποφυλακισμένοι «ξανακυλάνε». «Για να μετρήσεις ποσοστά, πρέπει πρώτα να έχεις κάνει όσα λένε στον τρίτο πυλώνα, πρέπει πρώτα να προστατεύσεις αυτός τον άνθρωπο, αλλιώς δεν μπορείς να μετράς. Τι έκανε η κοινωνία γι’ αυτά τα παιδιά; Όταν το παιδί αυτό μπήκε στη φυλακή, είχε κάποια προβλήματα, τα οποία δεν τα έλυσε κανείς. Να μετράμε ποσοστά όταν έχουμε δώσει στα παιδιά δεύτερη ευκαιρία, τη δυνατότητα να ακουμπήσουν κάπου. Γιατί όταν μόνος του τα καταφέρνει, δεν μπορούμε να υποστηρίζουμε ότι η κοινωνία τον βοήθησε, ενώ αν “κυλήσει” να λέμε ότι φταίει αυτός» απαντά.
«Προσπαθώντας για το Αύριο»
Μεγάλο του παράπονο παραμένει η έλλειψη σε ανθρωπιστικό προσωπικό στα σχολεία των φυλακών. Υπάρχουν τρεις κοινωνικοί λειτουργοί για 300 παιδιά στον Αυλώνα κι ενάμισης ψυχολόγος, μιας και τον έναν από τους δύο τον μοιράζονται με άλλο ίδρυμα.
Σχετικά με το εκπαιδευτικό πλαίσιο στο σχολείο των φυλακών, «πέρα από τα μαθήματα, έχουμε και πολιτιστικά προγράμματα» υπογραμμίζει ο κ. Δαμιανός κι εξηγεί: «Αυτά τα προγράμματα γίνονται κάθε χρόνο. Θέλω με αυτά να ενεργοποιήσω ακόμα κι αυτά τα παιδιά που δε θέλουν να συμμετέχουν στο σχολείο, στην κοινότητα, που έχουν θυμό και μελαγχολία. Αυτά τα παιδιά, αν δε συμμετέχουν, δεν κοινωνικοποιούνται και θα βγουν αγρίμια». Το σχολείο, επίσης, βγάζει και μια εφημερίδα, ονόματι «Προσπαθώντας για το Αύριο», την οποία μπορεί να διαβάσει οποιοσδήποτε πλέον ηλεκτρονικά.
Όσο για τα μαθήματα, «μόνο πρόπερσι, την πρώτη χρονιά της πανδημίας, δεν κάναμε, αλλά φτιάξαμε ένα κανάλι στην τηλεόραση, το Προσπαθώντας TV. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε μάθημα, ούτε τηλεκπαίδευση, γιατί έπρεπε τα παιδιά να είχαν κι από ένα λάπτοπ στο κελί και δε γινόταν. Έτσι φτιάξαμε ένα κανάλι, στις τηλεοράσεις που είχαν ήδη στα κελιά, μας βοήθησε κι ένας τεχνικός και έρχονταν οι καθηγητές στο σχολείο, έγραφαν το μάθημα σε μία σχολική κάμερα, το παίρναμε από την κάμερα και την άλλη μέρα έβγαινε στο κανάλι».
Στο πλαίσιο των πολιτιστικών προγραμμάτων, με σκηνικό την ίδια τη φυλακή, οι μαθητές του Αυλώνα έκαναν επίσης την τραγωδία του Σοφοκλή ταινία μικρού μήκους και την παρουσίασαν στην τελετή λήξης της χρονιάς 2021-2022, που παρακολούθησε και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η ταινία «Αντιγόνη του Σοφοκλή» προέκυψε από την μαθητεία φυλακισμένων αγοριών 18-21 ετών σε σχετικό εργαστήρι, το οποίο δημιούργησε κατά την διάρκεια της χρονιάς που πέρασε η Εύα Νάθενα στο σχολείο των φυλακών. «Οι πρωταγωνιστές είναι μαθητές. Στο εντυπωσιακό αυτό εγχείρημα, στο κοστούμι του Ξέρξη είναι κεντημένα με κόκκινη κλωστή τα ονόματα των συντρόφων του που πέθαναν. Το κείμενο είναι γραμμένο κεντημένο στις στολές και την ώρα που κεντούσαν κάθε λέξη, η δασκάλα τους μιλούσε για το έργο. Ήταν σαν τελετουργικό» περιγράφει ο κ. Δαμιανός.
Η πιο έντονη στιγμή της ταινίας ήταν η φράση «Δεν γεννήθηκα να γίνω ένα με το μίσος. Γεννήθηκα για να ενωθώ με την αγάπη» από την Αντιγόνη.