της Μαρίας Απατζίδη
Βουλεύτριας Α΄ Ανατολικής Αττικής με το ΜέΡΑ25

Τα συγκριτικά στοιχεία είναι συντριπτικά και εκθέτουν ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο για ανικανότητα αλλά για συνειδητή εγκληματική επιλογή. Αν συγκρίνουμε την Ελλάδα με χώρες που έχουν περίπου παρόμοιο πληθυσμό και ποσοστά πλήρως εμβολιασμένων, λόγου χάρη τη Σουηδία και την Αυστρία, θα δούμε ότι η διαφορά είναι συντριπτική: Στη Σουηδία με πληθυσμό 10,2 εκατομμύρια και ποσοστό εμβολιασμένων 74,5% στην περίοδο λόγου χάρη από 10 έως 16 Φεβρουαρίου, τα κρούσματα κυμάνθηκαν από 19613 έως 1175 και οι θάνατοι από 25 έως έναν. Στην Αυστρία με πληθυσμό 9 εκατομμυρίων και ποσοστό πλήρως εμβολιασμένων 66,4% τα κρούσματα κυμάνθηκαν από 39647 έως 24200 και οι θάνατοι από 35 μέχρι 12. Στην Ελλάδα όμως με πληθυσμό 10,3 εκατομμύρια και ποσοστό πλήρως εμβολιασμένων 71.9% ενώ τα κρούσματα ήταν λιγότερα, δηλαδή από 21958 μέχρι 10853, οι θάνατοι ήταν υπερβολικά πολλαπλάσιοι, δηλαδή από 102 μέχρι 75.

Η σύγκριση αυτή είναι συντριπτική! Ποια είναι η διαφορά μεταξύ Σουηδίας, Αυστρίας και Ελλάδας; Η διαφορά είναι το επίπεδο του συστήματος υγείας. Στην Ελλάδα, η συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μην ενισχύσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι η αιτία αυτής της εξόφθαλμης διαφοράς! Πρόκειται για ένα έγκλημα κατά του ελληνικού λαού, ο οποίος θυσιάζεται προς όφελος των ιδιωτών κλινικαρχών, προς όφελος της ολιγαρχίας!

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φέρει όλη την ευθύνη για τους πάμπολλους μη αναπόφευκτους θανάτους, την αυταρχικοποίηση, όπως λόγου χάρη στην πορεία 17 Νοέμβρη του 2020 και στα γεγονότα Νέας Σμύρνης. Αλλά και για τον διχαστικό κοινωνικό αυτοματισμό στη βάση εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων, καθώς και για τον εκφασισμό της κοινωνίας μας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μεταθέτει την ευθύνη οπουδήποτε αλλού πλην της ιδίας: σε εργαζόμενους, υγειονομικούς, μαθητές, νεολαία, σε πολίτες άνω των 60.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Μπροστά σε αυτό το έγκλημα κατά των κατοίκων αυτής χώρας, η επιδιωκτέα πολιτική είναι σαφής:

  • Καμία απόλυση εργαζομένου σε κανέναν κλάδο, κανένα πρόστιμο σε όποιον δεν έχει εμβολιαστεί.
  • Οι υγειονομικές μονάδες και οι εργαζόμενοι σε αυτές με τα συλλογικά τους όργανα να αποφασίσουν για τους τρόπους επανένταξης των υγειονομικών σε αναστολή.
  • Επιστροφή όλων των ατομικών προστίμων που επιβλήθηκαν στην περίοδο της πανδημίας και των λοκντάουν και αποτελούν το επιστέγασμα της ταξικής και αυταρχικής διαχείρισης της πανδημίας.
  • Κατάργηση του Πιστοποιητικού Υγειονομικών Φρονημάτων.
  • Αποκατάσταση της διαφάνειας, της επιστημονικής μεθόδου και της δημοκρατικής λογοδοσίας.
  • Να σταματήσει η εργαλειοποίηση της επιστήμης και να ενισχυθεί η επιστημονική ενημερωτική εκστρατεία.

Και να γίνουν αυτά που οι εχέφρονες πολιτικές δυνάμεις φωνάζουν συνεχώς από τον Μάρτιο του 2020:

  • Να δημιουργήσει η κυβέρνηση ένα δίκτυο δωρεάν τεστ για όλους. Ένα δίκτυο που θα βοηθήσει και στον έλεγχο της πανδημίας και στον εμβολιασμό, αλλά και θα ενταχθεί οργανικά στην τόσο σημαντική πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας που τώρα παραπαίει.
  • Να ενισχύσει πραγματικά το ΕΣΥ με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, επαρκή εξοπλισμό και κατάλληλες υποδομές.

Χρειάζεται ευρύτερα ως κοινωνία να γίνουμε ασπίδα για κάθε νοσοκομείο που υποβαθμίζεται, για κάθε κέντρο υγείας που φυτοζωεί. Να υπερασπιστούμε το ΕΣΥ και να διεκδικήσουμε την ενίσχυσή του σε όλα τα πεδία.

Υπάρχουν όμως και πιο συγκεκριμένα πράγματα που χρειάζεται να κάνουμε. Οι περιορισμοί εξαιτίας του φόβου της ενδονοσοκομειακής μετάδοσης έχουν στερήσει από τους ασθενείς το πλέον πολύτιμο αγαθό, την ανθρώπινη στήριξη και επαφή.

Ασθενείς σε κλινικές Covid-19, παιδιά, ανήμποροι άνθρωποι και ηλικιωμένοι έχουν βρεθεί απομονωμένοι πλήρως, συχνά για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς τη δυνατότητα κάποια να τους επισκεφτεί, κάποιος να τους συνδράμει. Ο λόγος είναι ότι η μεταδοτικότητα του Covid-19, οδήγησε, και ορθώς, στην απαγόρευση των επισκεπτηρίων.

Η σημασία, η αξία και ο ρόλος του επισκεπτηρίου και της συμπαράστασης είναι ανυπολόγιστης αξίας για τους ίδιους τους ασθενείς, αφού οι επισκέψεις προσφιλών τους προσώπων ενισχύει το ηθικό τους. Αυτό είναι σημαντικότατο και για την αποθεραπεία τους. Η συγκεκριμένη συνέπεια της πανδημίας οδηγεί τους ασθενείς στην απελπισία και την απομόνωση. Οφείλει, λοιπόν, η ίδια η Πολιτεία να παρέμβει άμεσα, ώστε να αποκαταστήσει αυτή τη τρομερή στρέβλωση.

Για αυτό και ως ΜέΡΑ25, αναγνωρίζοντας πως η παροχή ουσιαστικών και σύγχρονων υπηρεσιών υγείας περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα υπηρεσιών, που όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες δικαιούνται, έχουμε καταθέσει τροπολογία για την άμεση πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού, κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων. Για να συνδράμουν τους αποκλεισμένους από τα προσφιλή τους πρόσωπα ασθενείς του ΕΣΥ.

Υπάρχει, όμως, και ένα ακόμη ζήτημα. Οι ανασφάλιστοι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα αναφέρουν μεγάλες δυσκολίες στην πρόσβαση σε Δημόσιες Δομές Υγείας. Και αυτό οφείλεται στην αδιαφορία του κράτους. Το ίδιο ισχύει και για ανασφάλιστους πάσχοντες από άλλα χρόνια νοσήματα, όπως είναι οι μεταγγιζόμενοι, αιμοκαθαιρόμενοι, καρκινοπαθείς, ρευματοπαθείς, πάσχοντες από ΧΑΠ, καρδιοπαθείς και ούτω καθεξής. Είναι αυτονόητο ότι οι χρονίως πάσχοντες είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε τακτική επαφή με τους φορείς υγείας είτε για ιατρικές εξετάσεις, είτε για συνταγογράφηση φαρμάκων είτε για και τα ιατροτεχνολογικά υλικά που απαιτεί η αγωγή τους. Δυστυχώς , η διαδικασία για αυτούς τους συνανθρώπους μας έχει καταστεί εξαιρετικά χρονοβόρα και επικίνδυνη.

Ο συνωστισμός, που οφείλουν όλοι οι πολίτες να αποφεύγουν λόγω πανδημίας, καθίσταται υποχρεωτικός για ανθρώπους που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, με την πολύωρη αναμονή να ζημιώνει την ούτως ή άλλως ευπαθή υγεία τους. Ενώ, αν δεν υπάρχει η δυνατότητα μετάβασης από τον ανασφάλιστο χρόνια πάσχοντα, μένει ουσιαστικά χωρίς αγωγή! Για τον λόγο αυτό ως ΜέΡΑ25 έχουμε ζητήσει κατάργηση του άρθρου 38 του νόμου 4865 του 2021. Και επαναφορά της διαδικασίας που ίσχυε από το 2016 με επέκτασή της και στη συνταγογράφηση και εκτέλεση των γνωματεύσεων για τα αναλώσιμα υλικά από ιδιώτες ιατρούς συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ και εύκολα προσβάσιμα φαρμακεία στην περιοχής τους. Παρόμοιες παρεμβάσεις τόσο στο συγκεκριμένο όσο και στο ευρύτερο επίπεδο αποτελούν απολύτως απαραίτητες αντιστάσεις στην κατάρρευση του συστήματος υγείας που δρομολογεί η κυβέρνηση.